Genesis: Η απόλυτη στροφή από το progressive rock στον αστερισμό της pop (HighwayStar Stories)
Πως η αδυναμία του γκρουπ να αντικαταστήσει τον Peter Gabriel τους έκανε αστέρες πρώτου μεγέθους
Το 1974 οι Genesis κυκλοφορούν το αριστούργημα που ονομάζεται "The Lamb Lies Down on Broadway". Είναι το πέμπτο album του γκρουπ (έκτο συνολικά μαζί με το ντεμπούτο του 1969), με το οποίο το σπουδαίο σχήμα από την Αγγλία καθιερώθηκε ως μία ηγέτιδα δύναμη στην progressive rock σκηνή της εποχής. Τα Trespass (1970), Nursery Cryme (1971), Foxtrot (1972), Selling England by the Pound (1973) και φυσικά το "The Lamb..." στέκονται σήμερα ως κάποια από τα απόλυτα δείγματα προοδευτικής και πειραματικής ροκ μουσικής, συνθέσεων οι οποίες δε δίστασαν ούτε στιγμή να ενσωματώσουν κάθε είδους διαφορετική επιρροή. Συνθέσεις που έπαιξαν με τους δικούς τους όρους, μακριά από ραδιοφωνικές ή εμπορικές επιταγές, θέτοντας έτσι τις βάσεις για την μετέπειτα πορεία του είδους. Μαζί φυσικά με γκρουπ όπως οι Yes, οι Emerson Lake & Palmer, οι Gentle Giant, καθώς και οι πιο ατμοσφαιρικοί και ψυχεδελικοί σε σχέση με τους προαναφερθέντες, Pink Floyd. Πέρα όμως από τη μουσική καθαυτή, είναι και η σκηνική παρουσία του ηγέτη Peter Gabriel που δίνει στους Genesis το κάτι παραπάνω. Η θεατρική του αύρα και παρουσία, τα εξωφρενικά πολλές φορές κουστούμια του, δίνουν στο συγκρότημα έναν ιδιαίτερο χαρακτήρα, ενώ επηρεάζουν πλήθος νεότερων καλλιτεχνών, με κυριότερο τον πάλαι ποτέ τραγουδιστή των Marillion, Fish. Όλα αυτά όμως μέχρι την περιοδεία για την προώθηση του "The Lamb Lies Down on Broadway". Σε μια συναυλία στο Κλίβελαντ, στις αρχές της τουρνέ, ο Gabriel ανακοινώνει πως μετά το τέλος της περιοδείας αποχωρεί από το γκρουπ. Μόλις είχε αποκτήσει μια κόρη και οι προτεραιότητες άλλαξαν, όπως είναι απόλυτα λογικό. Τα υπόλοιπα μέλη των Genesis στήριξαν την απόφαση του Gabriel και τους λόγους της.
![Genesis Genesis](/sites/default/files/styles/image_in_article/public/2025-02/Genesis_live_1974-11-20.jpg.webp?itok=AUEg1baO)
Η ζωή μετά τον Peter Gabriel
Ο Peter Gabriel δεν ήταν απλά ο frontman των Genesis. Ήταν ουσιαστικά το "πρόσωπο" του συγκροτήματος προς τα έξω, το πρόσωπο που προτιμούσαν τα media. Κάτι που φυσικά δημιουργούσε τριβές μεταξύ των μελών. Η αποχώρησή του άφησε τους fans τους σχήματος να αναρωτιούνται κατά πόσο το brand των Genesis μπορεί να επιβιώσει χωρίς τον υπέρ-χαρισματικό Gabriel. Οι Phil Collins (τύμπανα), Steve Hackett (κιθάρα), Mike Rutherford (μπάσο, κιθάρα) και Tony Banks (πλήκτρα), έχουν την εξαιρετικά δύσκολη αποστολή του να αντικαταστήσουν τον "Mick Jagger που έφυγε από τους Rolling Stones", σύμφωνα με απόψεις της εποχής. Φυσικά, δεν είχαν ιδέα τι τους επιφύλασσε η μοίρα.
Η συνειδητοποίηση ότι ο νέος τραγουδιστής βρισκόταν ήδη εκεί
Ο Gabriel αποχώρησε από τους Genesis τον Μάιο του 1975, μετά την περιοδεία για το "The Lamb...". Στη συνέχεια, πέρασαν από audition κυριολεκτικά εκατοντάδες τραγουδιστές που φιλοδοξούσαν να τον αντικαταστήσουν. Τον δύσκολο ρόλο να τους δείξει τις φωνητικές αρμονίες, ανέλαβε ο Phil Collins. Μέχρι τότε, είχε αφήσει τα διαπιστευτήρια του ως ένας από τους καλύτερους drummers της σκηνής. Τα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ συνειδητοποίησαν γρήγορα πως ο Collins ακουγόταν πολύ καλύτερα από όλους όσους πέρασαν από τη διαδικασία, ωστόσο ο δεύτερος ήταν διστακτικός. Την ίδια στιγμή, τα τραγούδια του επόμενου album των Genesis "A Trick of the Tail" είχαν ολοκληρωθεί. Μετά από την τελευταία αποτυχημένη audition, ο Phil Collins δοκίμασε την τύχη του πίσω από το μικρόφωνο. Η ερμηνεία του στο "Squonk" ήταν αυτή που έπεισε τόσο τον ίδιο, όσο και τους συμπαίκτες του πως πρέπει να τραγουδήσει και στον υπόλοιπο δίσκο. Η μετάβαση είχε μόλις αρχίσει.
Η περιοδεία για την προώθηση του δίσκου βρήκε τον Phil Collins πίσω από το μικρόφωνο και τον σπουδαίο Bill Brufford (Yes, King Crimson κ.α.) στη θέση του session drummer. Η Αμερική άρχισε ξαφνικά να ασχολείται κατά πολύ με το ιδιαίτερο αυτό γκρουπ από την Αγγλία.
Η αρχή της εκτόξευσης
Ο ίδιος ο Collins θα πει πως "πήρα τη θέση του τραγουδιστή γιατί απλά δεν μπορούσαμε να βρούμε κάποιον άλλον". Η μετάβαση από το drumset στην κορυφή της σκηνής δεν είναι ποτέ εύκολη, ωστόσο ο Phil δείχνει με αργά και σταθερά βήματα να ανταποκρίνεται. Ο μουσικός τύπος και οι fans είχαν πειστεί πως όχι απλά οι Genesis θα επιβίωναν, αλλά είχαν και ένα λαμπρό μέλλον μπροστά τους. Η ανταπόκριση του κόσμου τα επόμενα χρόνια θα είναι συγκινητική, παρά το γεγονός ότι υπήρχαν φυσικά και οι φανατικοί της περιόδου του Gabriel. Την ίδια στιγμή, ο τελευταίος βάζει πλώρη για την προσωπική του καριέρα. Από τη μία χαίρεται για τους παιδικούς φίλους του που συνεχίζουν την επιτυχία που ξεκίνησαν μαζί. Από την άλλη, ο καλώς εννοούμενος εγωισμός και η προσωπικότητά του, δεν τον αφήνουν να μείνει με "σταυρωμένα τα χέρια". Η solo πορεία του μας δίνει σημαντικά τραγούδια όπως τα "Sledgehammer", "Mercy Street" και "In Your Eyes". Ωστόσο, την ίδια στιγμή ένα άλλο αστέρι ανέτειλε.
Το 1977, ο Steve Hackett αποχώρησε από τους Genesis καθώς έβλεπε τις συνθέσεις του να μη βρίσκουν θέση στο νέο υλικό του γκρουπ. Δεν θα τους συναντήσει ποτέ για τον καινούριο δίσκο. Το συγκρότημα θα τον ονομάσει πολύ εύστοχα "...And Then There Were Three...". Πλέον με τους Genesis να είναι ουσιαστικά ένα trio, υπάρχει χώρος ώστε όλα τα μέλη να αναπτύξουν τις ιδέες τους. Βρισκόμαστε όμως στο 1978 και όπως τα περισσότερα γκρουπ, έτσι και αυτοί οφείλουν να βρουν τα πατήματά τους για τη νέα δεκαετία που ξεκινούσε. Το "Duke" του 1980 βρίσκει στόχο, καθώς συνδυάζει τις progressive ρίζες των Genesis με τις pop τάσεις της εποχής. Την ίδια όμως στιγμή, ο Phil Collins βάζει τέλος στον γάμο του και έτσι, ύστερα από μια δίμηνη διαμονή στο Βανκούβερ του Καναδά, γυρίζει στην Αγγλία όντας εκ νέου single στα 29 του. Η νέα αυτή συνθήκη τον οδηγεί να συνθέσει το δικό του, προσωπικό (κυριολεκτικά και μεταφορικά) υλικό. Τα τραγούδια που δημιουργούνται αποτελούν ουσιαστικά μηνύματα προς την πρώην σύζυγό του. Μέρος του υλικού θα φτάσει στο αυτί του σπουδαίου παραγωγού Hugh Padgham (The Police, Human League, Sting).
Τα σπουδαία 80s των Genesis/Collins
Το υλικό του Phil Collins εκείνη την εποχή μοιράστηκε. Κάποια μέρη που έγραψε έγιναν μέρος του "Duke", αλλά τα υπόλοιπα μπήκαν σε ένα σπουδαίο album, στο οποίο συμφώνησαν από κοινού για τη δημιουργία του οι Collins και Padgham. Το Face Value είναι ένα σούπερ επιτυχημένο ντεμπούτο, το οποίο φτάνει μέχρι το no.1 των αγγλικών charts και το no.7 των αντίστοιχων αμερικανικών. Το τραγούδι με το οποίο ξεκινάει ο δίσκος είναι κάτι περισσότερο από ιστορικό, περιέχοντας μεταξύ άλλων το πιο διάσημο drum fill όλων των εποχών:
Για τα επόμενα χρόνια, σε μια ουσιαστική έκφραση ενός κάποιου "brotherhood", ο Phil Collins δε θα παρατήσει τους πρώην συνοδοιπόρους του. Η προσωπική του καριέρα απογειώνεται, ωστόσο βρίσκεται συχνά με τους Rutherford και Banks με σκοπό να διατηρήσουν το όνομα των Genesis στην επιφάνεια. Κατάφεραν πολύ περισσότερα. Πληροφοριακά, μιλάμε για την περίοδο όπου ο Collins θα κυκλοφορήσει ως solo καλλιτέχνης κάποια υπερ-επιτυχημένα και σπουδαία τραγούδια, όπως τα "You Can't Hurry Love", "Sussudio", "Something Happened on the Way to Heaven", "I Wish It Would Rain Down", "Another Day in Paradise", καθώς και το ντουέτο του "Easy Lover" με τον Philip Bailey των Earth Wind & Fire.
Τα "Abacab" (1981) και "Genesis" (1983) λοιπόν δε διατηρούν απλά το όνομα των Genesis στην επικαιρότητα, αλλά μαζί με το "Duke" αποτελούν ένα τρίο από δίσκους που έφτασαν με ιδιαίτερη άνεση στο no.1 της Αγγλίας. Με τέτοιο momentum, η κορυφαία - εμπορικά τουλάχιστον - στιγμή των Genesis δεν αργεί. Το "Invisible Touch" του 1986 είναι μακράν η πιο επιτυχημένη δουλειά των Genesis, φτάνοντας ως το no.3 των αμερικανικών charts και προφανώς στην κορυφή των αντίστοιχων αγγλικών. Πολυπλατινένιο, με συνολικές πωλήσεις πάνω από 8,2 εκατομμύρια αντίτυπα, το album περιέχει μεταξύ άλλων τον ομώνυμο ύμνο, καθώς και το "Land of Confusion" με το εκπληκτικό για την εποχή video που μεταδιδόταν από το MTV με υπερβολική συχνότητα.
Τα 90s επιφύλασσαν τα "We Can't Dance" και "Calling All Stations", τα οποία δίχασαν μεγάλο μέρος των οπαδών των Genesis. Κυρίως δε το δεύτερο, το οποίο ήταν το πρώτο που κυκλοφόρησε μετά την αποχώρηση του Phil Collins ώστε να αφοσιωθεί πλήρως στην προσωπική του καριέρα. Όλα αυτά σήμερα έχουν από ελάχιστη ως καθόλου σημασία. Οι Genesis είναι ένα καλλιτεχνικό όνομα που έχει πρωταγωνιστήσει σε δύο εντελώς διαφορετικούς μεταξύ τους μουσικούς κόσμους, ενώ ο Phil Collins είναι ένας καλλιτέχνης που σε μια σκέψη της στιγμής, αδυνατείς να φανταστείς ότι μπορεί να έχει κάποιον hater. Κάτι που λέει πολλά από μόνο του.
Το 2010, οι Genesis εισήχθησαν στο Rock n Roll Hall of Fame.