Smiths: οι στίχοι των τραγουδιών τους είναι ποίηση

Smiths οι στίχοι των τραγουδιών τους είναι ποίηση

 

Πολλοί θεωρούν τους στίχους των The Smiths, γραμμένους κυρίως από τον Morrissey, ως πραγματική ποίηση.

Οι λόγοι είναι αρκετοί:

  • Λυρισμός και ειρωνεία: Ο Morrissey συνδυάζει ευαισθησία, χιούμορ και σαρκασμό με τρόπο που θυμίζει ποιητές όπως ο Oscar Wilde ή ο Philip Larkin.

  • Αφηγηματικότητα: Κάθε τραγούδι του Smiths μοιάζει με μικρή ιστορία – γεμάτη εικόνες, συναισθήματα και χαρακτήρες.

  • Γλώσσα: Οι στίχοι τους είναι πλούσιοι σε μεταφορές, πολιτισμικές αναφορές και παιχνίδια λέξεων.

  • Θεματολογία: Μοναξιά, κοινωνική αποξένωση, εφηβικό άγχος, ανεκπλήρωτος έρωτας — θέματα που ο Morrissey μετατρέπει σε κάτι υπέροχα μελαγχολικό.

Παράδειγμα (από το “There Is a Light That Never Goes Out”):

And if a double-decker bus

Crashes into us

To die by your side

Is such a heavenly way to die...

Αυτή η μίξη ρομαντισμού και μακάβριας ειρωνείας είναι ακριβώς αυτό που κάνει τους στίχους του ποιητικούς.

 

Λυρισμός

Ο λυρισμός στους Smiths εκφράζεται μέσα από τον βαθύ συναισθηματισμό και τη γλώσσα της εξομολόγησης. Ο Morrissey γράφει για την εσωτερική ζωή, τη μοναξιά, την επιθυμία, τη θλίψη — όχι με ωμό ρεαλισμό, αλλά με ποιητική ομορφιά.

Παραδείγματα:

“I know it's over – and it never really began,

but in my heart it was so real.”


(“I Know It’s Over”)

Εδώ η απλότητα της φράσης αποκαλύπτει ένα σπαραχτικό συναίσθημα: την εσωτερική αλήθεια ενός ανεκπλήρωτου έρωτα. Είναι λυρικό γιατί μιλά από την καρδιά, με καθαρότητα και ευγένεια.


Ειρωνεία

Ο Morrissey όμως δεν αφήνεται ποτέ πλήρως στο δράμα — το σχολιάζει με ειρωνεία. Αυτό τον κάνει τόσο ιδιαίτερο: πίσω από τη θλίψη υπάρχει πάντα ένα χαμόγελο πικρίας.

Παράδειγμα:

“If a ten-ton truck

Kills the both of us

To die by your side

Well, the pleasure, the privilege is mine.”


(“There Is a Light That Never Goes Out”)

Η ειρωνεία εδώ είναι διπλή: η εικόνα του θανάτου μετατρέπεται σε ρομαντική φαντασίωση, ενώ η υπερβολή (“ten-ton truck”) τονίζει τη γελοιότητα της ίδιας της επιθυμίας. Είναι μαύρο χιούμορ, τυπικά “Morrissey-ικό”.


Η σύνθεση των δύο

Αυτό το μείγμα λυρισμού και ειρωνείας κάνει τους Smiths τόσο μοναδικούς:

  • Μπορείς να νιώσεις τα τραγούδια τους σαν ποιήματα αγάπης και απελπισίας.

  • Αλλά ταυτόχρονα, δεν μπορείς να τα πάρεις εντελώς στα σοβαρά — γιατί ο Morrissey σού υπενθυμίζει διαρκώς την αδυναμία του ρομαντισμού στον σύγχρονο κόσμο.


Tο “Heaven Knows I’m Miserable Now” (1984) είναι ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα του λυρικού και ειρωνικού ύφους των The Smiths. Ας το δούμε σαν να ήταν ποίημα, με ανάλυση θεμάτων, ύφους και συμβολισμών:


Θεματική

Το τραγούδι είναι μια ειρωνική εξομολόγηση ενός ανθρώπου που ζει μέσα στην καθημερινή πλήξη και ανία. Παρόλο που αναζητά ευτυχία, κάθε φορά που την πλησιάζει, την υπονομεύει. Είναι μια υπαρξιακή σάτιρα πάνω στη δυστυχία, την εργασιακή ρουτίνα και τη ματαιότητα των σχέσεων.

“Why do I give valuable time

to people who don't care if I live or die?”

Αυτή η γραμμή συμπυκνώνει όλη τη μελαγχολική αυτοειρωνεία του Morrissey. Υπάρχει πόνος, αλλά ειπωμένος με τόσο κοφτερή διαύγεια που γίνεται σχεδόν αστείος.


Λυρισμός

Ο λυρισμός εδώ εκφράζεται μέσα από την ειλικρινή, σχεδόν παιδική απορία για το νόημα της ζωής. Δεν είναι πομπώδης, αλλά βαθιά ανθρώπινος.

“In my life

Why do I smile

At people who I'd much rather kick in the eye?”

Η χρήση απλής γλώσσας, σχεδόν καθημερινής, κάνει τον πόνο πιο αληθινό. Είναι ένας λυρισμός της καθημερινότητας, της απογοήτευσης χωρίς στολίδια.


Ειρωνεία

Ο τίτλος είναι ήδη ένα ειρωνικό λογοπαίγνιο:
“Heaven Knows I’m Miserable Now” — σαν να λέει: Ακόμα κι ο Παράδεισος ξέρει πόσο δυστυχισμένος είμαι.

Η ειρωνεία λειτουργεί ως άμυνα απέναντι στο συναίσθημα. Ο Morrissey αυτοσαρκάζεται, γελοιοποιεί τη δική του δυστυχία, μετατρέποντάς την σε τέχνη.

“I was looking for a job, and then I found a job,

and heaven knows I'm miserable now.”

Η σάτιρα εδώ είναι ευφυέστατη: ο ήρωας επιθυμεί κάτι (μια δουλειά, μια “κανονική ζωή”), το αποκτά — και μένει το ίδιο δυστυχής. Είναι κύκλος ματαιότητας, γραμμένος με χιούμορ.


Στυλ & Υφος

Ο Morrissey μιλάει σαν αντι-ήρωας ενός ποιήματος της μεσαίας τάξης. Δεν εξιδανικεύει τίποτα, δεν υπόσχεται λύτρωση. Αντίθετα, βρίσκει ομορφιά στη δυστυχία, σαν να λέει:

«Η δυστυχία μου είναι το μόνο πράγμα που με κάνει ξεχωριστό.»

Αυτό είναι το σημείο όπου ο λυρισμός συναντά την ειρωνεία — ένα χαμόγελο μέσα στη μελαγχολία.


Συνολικά

Το “Heaven Knows I’m Miserable Now” είναι ποίηση γιατί:

  • Εκφράζει υπαρξιακή αλήθεια με απλή γλώσσα.

  • Μετατρέπει τη δυστυχία σε τέχνη.

  • Παίζει διαρκώς ανάμεσα στη συναισθηματική ειλικρίνεια και την ειρωνική απόσταση.


 

Αφηγηματικότητα: Κάθε τραγούδι του Smiths μοιάζει με μικρή ιστορία

 

1. Ο τραγουδιστής ως αφηγητής

Ο Morrissey μιλά σχεδόν πάντα σε πρώτο πρόσωπο, όχι απλώς για να εκφράσει συναισθήματα, αλλά για να διηγηθεί μια εμπειρία.

Κάθε τραγούδι έχει έναν “αφηγητή” — έναν μοναχικό νεαρό, μια ψυχή εγκλωβισμένη στη ρουτίνα, έναν ρομαντικό outsider.

“I was happy in the haze of a drunken hour,

but heaven knows I'm miserable now.”


(“Heaven Knows I’m Miserable Now”)

Εδώ ο αφηγητής μάς οδηγεί μέσα σε μια μέρα της ζωής του — μια στιγμή, μια εσωτερική μεταβολή, ένα μικρό αφήγημα δυσφορίας.


2. Κάθε τραγούδι ως σκηνή

Τα τραγούδια των Smiths λειτουργούν σαν κινηματογραφικές σκηνές.

  • Στο “There Is a Light That Never Goes Out”, έχουμε μια νυχτερινή βόλτα με αυτοκίνητο που μετατρέπεται σε υπαρξιακό ταξίδι.

  • Στο “Cemetry Gates”, δύο φίλοι περπατούν σ’ ένα νεκροταφείο και συζητούν για ποίηση και θάνατο — μια πραγματική μικρή νουβέλα μέσα σε τρία λεπτά.

  • Στο “Girlfriend in a Coma”, ο αφηγητής μάς εξομολογείται κάτι σκοτεινά κωμικό: αγαπά μια κοπέλα που βρίσκεται σε κώμα — μια τραγικωμωδία της αμηχανίας.

Κάθε ιστορία έχει τόπο, χρόνο, χαρακτήρες — κι αυτό είναι σπάνιο στη ροκ στιχουργία.


3. Ο ρεαλισμός της καθημερινότητας

Οι Smiths δεν γράφουν για ήρωες ή μύθους, αλλά για ανθρώπους της διπλανής πόρτας.

Η αφηγηματικότητα τους θυμίζει τα κοινωνικά μυθιστορήματα του Dickens ή του Alan Sillitoe — μόνο που ο Morrissey τα μεταφέρει στον κόσμο των 1980s, με γραφεία, pubs, λεωφορεία, μικρά διαμερίσματα και ψυχολογική κούραση.

“A dreaded sunny day

So I meet you at the cemetry gates.”


(“Cemetry Gates”)

Μια απλή καθημερινή σκηνή, που όμως κρύβει συζητήσεις για ζωή, λογοτεχνία και ταυτότητα.


4. Το τέλος χωρίς λύτρωση

Όπως στα καλύτερα διηγήματα, οι ιστορίες των Smiths δεν έχουν κάθαρση.

Το τραγούδι τελειώνει, αλλά ο ήρωας μένει με το ίδιο ερώτημα, την ίδια ανησυχία.

Η μουσική σταματά — αλλά η ζωή συνεχίζεται.

Αυτό δίνει στους στίχους τους μια πικρή ρεαλιστική γεύση, σαν να κοιτάς έξω από ένα παράθυρο το Μάντσεστερ στη βροχή.

Video Url