"It could have happened to anybody. But it didn't. It happened to us..."
Προσοχή. Spoiler alert!
Ο Nikki Sixx (τον υποδύεται σε μια αξιοπρεπέστατη performance ο Douglas Booth) σε βάζει κατευθείαν στο νόημα με το που ξεκινάει το trailer της ταινίας. Οι Motley Crue έγιναν για μια περίοδο το μεγαλύτερο όνομα στην Αμερική, το μεγαλύτερο όνομα στον κόσμο. Η μουσική τους και το attitude ξεπέρασε τους εαυτούς τους και η χημεία των τεσσάρων έγινε αφορμή για το μεγαλύτερο rock n roll party που στήθηκε ποτέ. Επιτυχία, φήμη, άπειρα χρήματα, καταχρήσεις, party, γκρούπιζ, υπερβολή και πολλά, πάρα πολλά, μα πάρα πολλά ναρκωτικά. Όλη αυτή η extravaganza που απομνημονεύτηκε στο βιβλίο The Dirt του 2001, έφτασε πριν μερικά χρόνια στις οθόνες μας μέσω του Netflix. Η ανάγκη για μια πιο ψύχραιμη και αντικειμενική ματιά, επιτακτική.
Όπως μπορεί να φανταστεί κανείς δε γινόταν να καλυφθεί ολόκληρη η περίοδος των Motley Crue και στο κάτω κάτω της γραφής δε θα ήταν αυτό το νόημα. Η ταινία καταπιάνεται με την εποχή με την οποία οι Motley και οι περιπέτειες τους έγιναν συνώνυμα με τα 80s. Η δημιουργία του group μέσα από την πάλη και το όραμα ενός απόκληρου της ζωής, του Nikki Sixx. Η μετατροπή του Tommy Lee, από γόνο συντηρητικής οικογένειας με ελληνική αύρα (Ελληνίδα η μητέρα του, πρώην Μις Ελλάς), σε έναν από τους καλύτερους performers που ανέβηκαν ποτέ στη σκηνή. Η σωτηρία του τριαντάρη Mars που έχοντας ήδη δει την άσχημη πλευρά της ζωής, δίνει στον εαυτό του μια τελευταία μεγάλη ευκαιρία. Και τα καταφέρνει. Και μετά ο Vince. Ένας γνήσιος Καλιφορνέζος που βρέθηκε την κατάλληλη στιγμή στο κατάλληλο σημείο, κι έτσι η ζωή του τα έδωσε όλα. Ακόμα και τον χειρότερο εφιάλτη του να χάνεις το ίδιο σου το παιδί. Πολύ σωστά η ταινία προσπερνάει με συνοπτικές διαδικασίες την περίοδο Corabi και επικεντρώνεται στο reunion και τον τρόπο με τον οποίο αυτό επετεύχθη. Οι Motley Crue ήταν σίγουρα πολλά περισσότερα από ένα συγκρότημα, ήταν μια συμμορία. Επίσης ήταν η μόνη οικογένεια που γνώρισε ο Nikki Sixx και δεν υπήρχε να την αφήσει να εξαφανιστεί. Ακόμα κι αν το ίδιο το γκρουπ δεν ηχογραφούσε την παραμικρή extra νότα.
Ακούστηκαν και οι γκρίνιες. Για τις ιστορίες με την Pamela Anderson και τα αντίστοιχα μπλεξίματα που είχε ο Tommy με το νόμο, τα οποία και δεν αναφέρθηκαν. Ναι, η Pamela Anderson δεν είχε θέση σ'αυτό το αυτοβιογραφικό story. Ακόμα κι ο μακαρίτης Randy Castillo, που με μαεστρία ταλαιπώρησε τα τύμπανα στο εξαιρετικό New Tattoo του 2000 δεν αναφέρεται πουθενά, καθώς είναι δεδομένο πως το φαινόμενο Crue ήταν ταυτόσημο με τη χημεία των τεσσάρων. Το μεγάλο στοίχημα της κινηματογραφικής μεταφοράς του The Dirt ήταν φυσικά η προσομοίωση στη οθόνη των προβλημάτων και των εντάσεων, που οι Crue αντιμετώπισαν ουκ ολίγες φορές στην καριέρα τους, ειδικά στην ξέφρενη πρώτη δεκαετία αυτής. Από τον τραγικό θάνατο του Razzle των Hanoi Rocks, μέχρι τον πάτο που έπιασε ο Vince, τόσο με τη μπάντα αλλά κυρίως με το οικογενειακό του δράμα, η ταινία δεν αφήνει ούτε λεπτό να περάσει χωρίς να καταδείξει την επίδραση των τραγωδιών αυτών στο group καθαυτό. Και το κάνει με εξαιρετικό τρόπο, ιδίως με την εξέλιξη των χαρακτήρων. Βλέπουμε το party animal που λέγεται Vince, από το "εδώ πατάω εκεί βρίσκομαι" των ημερών της Sunset Boulevard, να μετατρέπεται στον πιο στοργικό πατέρα και αντίστοιχα στην πιο τραγική ίσως φιγούρα της ταινίας προς το τέλος αυτής. Βλέπουμε τον Tommy Lee να έρχεται αντιμέτωπος με τις συνέπειες των πράξεων του και να ωριμάζει, κυρίως μέσα από τη σχέση του με το συνοδοιπόρο Nikki. Η ταινία, θα μπορούσε να πει κανείς, πως χωρίζεται σε δύο μέρη όπως κάποτε αντίστοιχα το Κουρδιστό Πορτοκάλι χωριζόταν στην ξέφρενη πρώτη ώρα των πολύχρωμων δισκοπωλείων και των ημερών της ultraviolence, με το δεύτερο μέρος να πραγμετεύεται σε μουντά σκοτεινά χρώματα τη ζωή του Alex Delarge από τη φυλακή κι έπειτα. Έτσι κι εδώ έχουμε την πεμπτουσία ενός group όπως οι Crue στο πρώτο μέρος, δηλαδή όλη η extravaganza των 80s, με το δεύτερο μισό να σε καθηλώνει και να περιγράφει με τον πλέον αποστωμοτικό τρόπο του τι σημαίνει να είσαι ένα τόσο επιτυχημένο συγκρότημα. Κυρίως όταν δεν ξεχνάς από που έχεις ξεκινήσει.
Την παράσταση στην ταινία κλέβειο ο Iwan Rheon, ο μισητός Ramsay Bolton του Game of Thrones. Έχοντας τον αέρα της τεράστιας επιτυχία της σειράς, από υποκριτικής άποψης ο Rheon στέκεται ένα σκαλί παραπάνω από τους υπόλοιπους, υποδυόμενος με μαεστρία τον ώριμο, κατασταλαγμένο, και τραγική σε σημεία φιγούρα του Mick Mars, παίρνοντας θα έλεγε κανείς αρκετές φορές την ταινία στους ώμους του. Οι Douglas Booth και Daniel Webber σε αξιοπρεπείς ερμηνείες των Nikki και Vince, ενώ ο rapper Machine Gun Kelly υποδύεται έναν πιο ανθρώπινο σε σημεία Tommy Lee. Ειδική μνεία στον Tony Cavalero που υποδύεται τον Ozzy Osbourne σε μια σκηνή η οποία θα μνημονεύεται μεταξύ των ανά τον κόσμο σινεφίλ για πολλά χρόνια. Τέλος, ο βετεράνος πλέον David Costabile (Breaking Bad, Suits, Billions κλπ) υποδύεται τον μεγάλο μάνατζερ Doc McGhee και προσθέτει άλλη μια εξαιρετική ερμηνεία στο πλούσιο βιογραφικό του.
Το The Dirt ήταν ένα στοίχημα το οποίο κερδήθηκε. Η προσπάθεια των δημιουργών (και του ίδιου του group) να περιγράψει με γλαφυρότητα, όλα εκείνα τα στοιχεία που εδραίωσαν τους Crue ως την πλέον διαβόητη rock μπάντα του πλανήτη, στέφεται με επιτυχία, μέσα από ένα συνδυασμό πολύ καλών ερμηνείων, εξαιρετικού σεναρίου με ροή και πολύ καλών σκηνικών. Λόγω της επιτυχίας της ταινίας, οι Motley Crue επανασυνδέθηκαν, περιόδευσαν, πήγαν με τον Mick Mars στα δικαστήρια, τον αντικατέστησαν με τον John 5, μας έχουν ακόμα σήμερα να περιμένουμε το επόμενο τους βήμα. Πολλές φορές κριτικά, σίγουρα έχοντας στο μυαλό το ένδοξο παρελθόν τους.