Συνέντευξη στον Εθνικό Κήρυκα της Νέας Υόρκης, στην Σταυρούλα Τσούτσα
Η φωνή του μας συντροφεύει εδώ και πενήντα χρόνια «Από τις 4 στις 5» καθημερινά στο πρώτο πρόγραμμα.
Είναι ο μόνος Ελληνας και ένας από τους λίγους Ευρωπαίους που είναι μέλος του Rockand RollHallof Fame από το 1985 και μάλιστα με δικαίωμα ψήφου, ύστερα από πρόταση του θρυλικού Seymour Stein, του παραγωγού που ανακάλυψε την Μαντόνα και τους Τalking Ηeads.
Η δισκοθήκη του είναι μία από τις μεγαλύτερες στο χώρο καθώς περιλαμβάνει όλα τα τραγούδια που έχουν ανεβεί στα 40 πρώτα της Αμερικής και της Μεγάλης Βρετανίας από το 1940 μέχρι σήμερα, αλλά και ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής δισκογραφίας. Συμπληρώνεται από άπειρα περιοδικά και βιβλία σχετικά με την μουσική και την ιστορία της.
Ο λόγος για τον θρυλικό μουσικό παραγωγό, Γιάννη Πετρίδη, του οποίου το έργο και η προσφορά στον χώρο της μουσικής είναι τεράστια. Είναι ο άνθρωπος που έφερε την ποιοτική ξένη μουσική στην Ελλάδα και αγαπήθηκε από το ραδιοφωνικό κοινό όσο κανείς άλλος, διαμορφώνοντας τη μουσική παιδεία της ελληνικής νεολαίας για δεκαετίες.
Ο Al Green με τον μουσικό παραγωγό Γιάννη Πετρίδη.
Σήμερα συνεχίζει μαζί με τον συνεργάτη του, τον Κώστα Ζουγρή, να συντροφεύει τα μουσικά μας ταξίδια, ενώ παράλληλα διατηρούν ένα site που επίσης ονομάζεται «Από τις τέσσερις στις πέντε» apotis4stis5.com, με πολύ ενδιαφέρον περιεχόμενο που δεν είναι μόνο σχετικό με τη μουσική.
Κύριε Πετρίδη, πώς ξεκίνησε ο έρωτάς σας για τη μουσική, ο οποίος μάλιστα ήταν τόσο δυνατός, ώστε να γίνει επάγγελμα;
Μεγάλωσα στην Αθήνα ακούγοντας τραγούδια από τον αμερικανικό σταθμό, τα προγράμματα του «ΒΒC» και από το ιταλικό ραδιόφωνο. Ηθελα να ξέρω τις ιστορίες που υπάρχουν πίσω από όλα αυτά τα τραγούδια που άκουγα, και προσπαθούσα με κάθε τρόπο να τις μάθω μέσα από περιοδικά που αγόραζα από την Ομόνοια. Τότε βέβαια πολύ λίγα περίπτερα έφερναν ξένο Τύπο και εγώ ήμουν ένας από τους πρώτους συνδρομητές ενός θρυλικού αμερικανικού περιοδικού, το οποίο παίρνω ακόμα και σήμερα, του Billboard, που είναι η Βίβλος της αμερικανικής μουσικής.
Παράλληλα με την καριέρα που είχα στο ραδιόφωνο από το 1975, ήμουν και Executive στέλεχος σε δύο από τις μεγαλύτερες δισκογραφικές εταιρείες παγκόσμια. Τα πρώτα χρόνια μέχρι το 1980 στην σημερινή Universal, όπου ήμουν υπεύθυνος για το ξένο ρεπερτόριο από το 1968 μέχρι το 1980. Και μετά ο Richard Βranson μου πρότεινε και έγινα διευθυντής στην εταιρεία Virgin, στην εταιρεία όπου ήταν οι Rolling Stones, η Janet Jackson, οι Genesis και πολλοί άλλοι. Ημουν διευθυντής στην Ελλάδα, και έτσι μέσα από τις γνωριμίες μου στην δικογραφία, είχα την ευκαιρία να έρθω κοντά με πάρα πολλά ονόματα που ούτε καν μπορούσα να το σκεφτώ τη δεκαετία του ’50 και του ’60 όταν μεγάλωνα στην Αθήνα. Δεν μπορούσα να φανταστώ ότι εγώ θα πήγαινα στο σπίτι του Lenny Κravitz στην Τζαμάικα να ακούσουμε το καινούργιο του άλμπουμ ή στο σπίτι της Τζάνετ Τζάκσον στην Καλιφόρνια ή ότι θα έμενα μία μέρα ολόκληρη με τους Rolling Stones για να μας παίξουν το καινούργιο τους άλμπουμ ή ότι θα προτείνω πώς πρέπει να γίνει η προώθηση του νέου δίσκου του George Michael στην Αμερική.
Γνωρίζουμε ότι έχετε επισκεφτεί πολλές φορές τις ΗΠΑ. Ποιος είναι ο αγαπημένος σας προορισμός;
Με την Roberta Flack.
Από το 1970, καθώς άρχισα να έχω μεγαλύτερη οικονομική άνεση, το πάθος μου ήταν να γνωρίσω τις τοποθεσίες, τις περιοχές που περιγράφονται μέσα στα τραγούδια των αγαπημένων καλλιτεχνών. Εχω ταξιδέψει σε όλες τις πολιτείες της Αμερικής εκτός από δύο και μάλιστα τις έχω γυρίσει σπιθαμή προς σπιθαμή. Εχω ταξιδέψει από τη Βοστώνη στη Φλόριδα, από το Σικάγο προς τη Νέα Ορλεάνη, μέσα από τα ιστορικά τοπία που δημιουργήθηκε το rock n’ roll. Εχω περάσει μέσα από το Νάσβιλ, από το Μέμφις, από τα μέρη που έζησαν ο Elvis και ο BB King. Εχω πάει σε όλα αυτά τα χωριά που υπάρχουν μουσεία σχετικά με αυτούς τους καλλιτέχνες, στο Muscle Shoals studio που ηχογραφούσαν η Aretha Franklin και οι Rolling Stones στην Αλαμπάμα και σε πολλά άλλα.
Αυτό που έκανα όμως δεν ήταν μόνο να δω τα τοπία, είμαι ένας από τους ελάχιστους στην Ευρώπη που ξέρει σε κάθε μικρή πόλη, σε κάθε πολιτεία τα δισκάδικα. Εχω κάνει εγχείρηση στη μέση μου από τους εκατοντάδες χιλιάδες δίσκους που κουβαλούσα από την Αμερική από όλα αυτά τα επαρχιακά δισκάδικα, για να φτιάξω την δισκοθήκη μου.
Η αγαπημένη μου διαδρομή είναι στο Ηigh Way 1, ο παραλιακός δρόμος μεταξύ Λος Αντζελες και Σαν Φρανσίσκο, όπου το τοπίο είναι υπέροχο και μου θυμίζει Ελλάδα. Εκεί έζησαν όλοι αυτοί οι συγγραφείς που με έχουν επηρεάσει, όπως ο Jack Kerouac, που είχε γράψει το βιβλίο «Big Sur», που είναι μάλιστα από τις αγαπημένες μου περιοχές. Εχω επισκεφτεί την περιοχή Carmel, όπου πήγα και κάθισα έξω από το σπίτι της Doris Day, εκεί που υπήρξε δήμαρχος ο Clint Eastwood και φυσικά στο Σαν Φρανσίσκο όπου την δεκαετία του ’60 με την έκρηξη της ψυχεδέλειας και του ροκ βγήκαν μερικά από τα μεγαλύτερα ονόματα, όπως οι Jefferson και οι Dreadfulldead.
Η προσωπική μου πορεία παράλληλα με τα πολιτικά γεγονότα της Ελλάδας, έχει γυριστεί σε ντοκιμαντέρ από την Νικόλ Αλεξανδροπούλου με τον τίτλο «Onceina Lifetime». Η τελευταία σκηνή του ντοκιμαντέρ έχει γυριστεί μπροστά από το επιβλητικό μοναστήρι San Juan Batist κοντά στο Monterey, όπου ο Χίτσκοκ γύρισε την χαρακτηριστική τελευταία σκηνή της ταινίας «Vertigo».
Η εκπομπή «Από τις 4 στις 5» είναι η μακροβιότερη μουσική εκπομπή στην ιστορία του ελληνικού ραδιοφώνου. Τι είναι αυτό που την έκανε τόσο αγαπητή τότε, αλλά και τώρα;
Το 1970 υπήρχε μία εκπομπή που άκουγα από τον αμερικανικό σταθμό, που λεγόταν «American top 40», η οποία μεταδίδονταν κάθε Σαββατοκύριακο σε όλες τις αμερικανικές Πολιτείες. Ο Casey Kasem, ένας από τους δημιουργούς του προγράμματος δεν παρουσίαζε απλά τα τραγούδια, αλλά έλεγε απίθανες ιστορίες γύρω από αυτά. Η εκπομπή αυτή υπήρξε έμπνευση για εμένα, και με προκάλεσε να κάνω όλα αυτά τα ταξίδια, να ανακαλύψω τι κρύβεται πίσω από τα τραγούδια και στη συνέχεια να το μοιραστώ με τους ακροατές μου. Αυτό είναι που κάνει την εκπομπή «Από τις 4 στις 5» να ξεχωρίζει και να έχει αγαπηθεί τόσο πολύ. Μάλιστα, δεν νομίζω ότι υπάρχει άλλη εκπομπή με τέτοια διάρκεια, που να εκπέμπει για 50 χρόνια στην ίδια συχνότητα και στην ίδια ώρα, εκτός από τα δύο χρόνια που η ΕΡΤ έγινε ΝΕΡΙΤ. Είναι πολύ συγκινητικό το γεγονός ότι οι ακροατές μου συνεχίζουν για χρόνια να με ακούν και μάλιστα μαζί με τα παιδιά τους.
Θέλετε να μοιραστείτε μαζί μας κάποιο ιδιαίτερο γράμμα ακροατή που είχατε πάρει;
Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι μου έχουν γράψει οι ακροατές μου σε γράμματα, που πολλοί από αυτούς ακόμα με ακούν. Εχω πάρει ένα γράμμα στο οποίο ο ακροατής μού γράφει: «Γνώρισα τη γυναίκα μου καθώς ήμουν στην Καβάλα και έκανα μπάνιο σε μία παραλία κι άκουγα την εκπομπή από το τρανζίστορ ξαπλωμένος στην ακρογιαλιά. Ενα κορίτσι πιο δίπλα το άκουγε και εκείνη, γνωριστήκαμε και παντρευτήκαμε μετά από λίγο καιρό».
Σε ένα άλλο γράμμα, που ήρθε από τα Γιάννενα, μου έγραφαν: «Εγώ είμαι τώρα γιατρός και το οφείλω σε εσάς. Γιατί ήμουνα γιος βοσκού, έπαιρνα το κοπάδι από τον πατέρα μου και ανέβαινα στο βουνό την ώρα που ήταν η εκπομπή και καθόμουν και έγραφα και άκουγα τα τραγούδια που βάζατε και όλες τις ιστορίες που λέγατε. Διαμορφώσατε την προσωπικότητά μου και τώρα είμαι γιατρός».
Επιδρά με τον ίδιο τρόπο η μουσική στους νέους σήμερα, όπως στις γενιές από το ’60 έως το ’90;
Με τον Elton John.
Σήμερα δεν υπάρχουν ακροατές οι οποίοι ασχολούνται με τη μουσική με την ίδια αγάπη όπως οι προηγούμενες γενιές. Βέβαια και η ίδια η μουσική δεν δίνει πια την ευκαιρία να αγαπηθεί, από τη νεολαία όπως στις προηγούμενες δεκαετίες. Η μουσική ακούγεται, τους αρέσει, μπορεί να υπάρχει στο κινητό τους, αλλά περνάει πολύ γρήγορα. Ελάχιστα τραγούδια μείνουν για μεγάλο χρονικό διάστημα από αυτά της τελευταίας εικοσαετίας.
Υπάρχουν σύγχρονοι καλλιτέχνες ή συγκροτήματα που θα μπορούσαν να γράψουν ιστορία όπως οι Doors, Pink Floyd, Dire Straights, Led Zeppelin και άλλοι αυτού του βεληνεκούς ή μήπως αυτό είναι κάτι που έχει πια τελειώσει λόγω συνθηκών;
Δεν νομίζω ότι υπάρχουν σήμερα καλλιτέχνες οι οποίοι θα μπορούσαν να γράψουν ιστορία έτσι όπως συνέβη σε παλιότερες δεκαετίες. Σήμερα για παράδειγμα, ο Καναδός ράπερ Drake, είναι από τα μεγαλύτερα ονόματα στην Αμερική. Ωστόσο δεν νομίζω ότι αυτός είναι της ίδιας εμβέλειας σε επιδραστικότητα με τον Marvin Gaye και τον Stevie Wonder, τον Ray Charles και τον James Brown που οι μουσικές τους ήταν καθοριστικές.
Μία τραγουδίστρια όμως, η οποία πράγματι αφήνει το στίγμα της σε αυτήν τη δεκαετία που ζούμε είναι η Taylor Swift, η οποία από την κάντρι προχώρησε στη mainstream POP και κατάφερε να γίνει super star. Οπως και η Βillie Eilish, η οποία μαζί με τον αδελφό της έκαναν ένα εκπληκτικό πρώτο άλμπουμ. Είναι ένα κορίτσι μόλις 20 ετών που ήδη δημιουργεί ένα μουσικό κίνημα με εναλλακτικό ήχο στην Αμερική και στην Ευρώπη.
Desert Island Discs: Ποιοι θα ήταν οι δικοί σας αγαπημένοι δίσκοι;
Ο Γιάννης Πετρίδης με τον Cat Stevens.
Τώρα πια δεν έχουμε δίσκους έχουμε στικάκια. Σε ένα τέτοιο λοιπόν, θα έβαζα τα ωραιότερα τραγούδια των Beatles, ιδιαίτερα το «Ιn my life», τραγούδια του Nat King Cole και ιδιαίτερα το «Νature boy» που το έχω συνδέσει με την προσωπική μου ζωή, τραγούδια των Rolling Stones, του Elton John της δεκαετίας του ’70, της Joni Mitchell, του Sinatra και τα αγαπημένα μου τραγούδια ενός μεγάλου συνθέτη που ήταν πριν από την εποχή μου, του Cole Porter όπως και τραγούδια από ένα από τα συγκροτήματα που αγάπησα αργότερα τους Talking Heads.
Ποιος είναι ο Γιάννης Πετρίδης, όταν κλείνει το μικρόφωνο της εκπομπής του;
Ο Γιάννης Πετρίδης αγαπάει να τρώει με φίλους και φίλες και να μιλάει για μουσική και θέατρο, να βγαίνει έξω για συζητήσεις, να πηγαίνει στον κινηματογράφο. Στο σπίτι όλη την ώρα από το πρωί μέχρι το βράδυ ακούει μουσική, ενημερώνεται συνέχεια και πάνω στα καινούργια είδη μουσικής. Λατρεύει τα ταξίδια, όχι μόνο στην Αμερική, αλλά παντού τα οποία συνδυάζονται με την Ιστορία. Είμαι πολύ φανατικός οπαδός τού να βλέπω ιστορικές ταινίες και σειρές και να διαβάζω Ιστορία. Και φυσικά μέσα από όλα αυτά μαθαίνω και για τις επιρροές που έχουν οι καλλιτέχνες.
Θα μοιραστείτε μαζί μας μια ιδιαίτερη στιγμή της καριέρας σας, μια από αυτές ίσως που ακόμη σας συγκινεί;
Ο Γιάννης Πετρίδης με τον Bryan Ferry, τον Μίνωα Αργυράκη και την Αλίκη Βουγιουκλάκη.
Μία από τις ωραιότερες στιγμές μου είναι πριν από 15 περίπου χρόνια στη Ρώμη όπου ο Πολ Μακάρτνεϊ έκανε δύο κονσέρτα. Το ένα από αυτό ήταν ακουστικό για 100 άτομα μέσα στο Κολοσσαίο και το άλλο ήταν την επόμενη μέρα για ένα εκατομμύριο κόσμο έξω από το Κολοσσαίο, δωρεάν. Εγώ ήμουν ένας από τους 100.
Υπήρξαν πολλές τέτοιες στιγμές στην καριέρα μου. Δεν μπορείτε να φανταστείτε τι σημαίνει για κάποιον που ξεκίνησε από μία φτωχική οικογένεια, ο πατέρας μου ήταν κουρέας, που άκουγε σε ένα δωματιάκι δύο επί δύο τα τραγούδια την δεκαετία του ’50–’60 και ονειρευόταν, να έχει ζήσει τη ζωή του μέσα σε αυτά τα τραγούδια. Είμαι ένας από τους πιο ευτυχισμένους ανθρώπους.
Πηγή: ekirikas.com/