Gen Z και physical media: Πώς το CD βρίσκει ξανά τον δρόμο του στις καρδιές μας

rhamely @unsplash

Του Τάσου Παπαναγιώτου 

Στις αρχές της δεκαετίας του '80, η γέννηση του ψηφιακού δίσκου άλλαξε τον μουσικό χάρτη για πάντα. Για μια γενιά που μεγάλωσε παράλληλα με αυτό το νέο μέσο, το CD έγινε ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς των physical media. Το CD ήταν κάτι καινούριο, μια ανατροπή σε σχέση με τα ογκώδη βινύλια των γονιών μας, και τις κασέτες που λάτρευαν να αντιγράφουν οι μεγαλύτεροι. 

Προσωπικά, ποτέ δεν είδα τα CD σαν κάτι συλλεκτικό – σε σχέση με τον τρόπο που άλλοι τοποθετούσαν βινύλια και κασέτες σε ράφια που έμοιαζαν με μικρά μουσεία. Ήταν απλώς εκεί, κομμάτι της καθημερινότητάς μου, με έναν τρόπο σχεδόν αυτονόητο. Ένα αντικείμενο που μπορούσε να βρεθεί παντού, ιδιαίτερα σε… λάθος θήκες. Αυτό το συναίσθημα κρατάω μέχρι και σήμερα, όταν πιάνω στα χέρια μου κάποιο από τα παλιά μου CD ή όταν, με μια σχεδόν ιεροτελεστική διάθεση, αγοράζω και πάλι ένα καινούριο. 

Τα τελευταία χρόνια, η αξία του CD βέβαια πήρε μια απροσδόκητη στροφή, σε ένα revival που που κανείς δεν περίμενε, εν μέρει λόγω μεγάλων κυκλοφοριών από καλλιτέχνες όπως η Taylor Swift και η Billie Eilish. Τα δεδομένα μιλούν από μόνα τους: Σύμφωνα με την Ένωση Δισκογραφικών Εταιρειών της Αμερικής, οι πωλήσεις CD ξεπέρασαν κατά τρεις φορές τις ψηφιακές λήψεις άλμπουμ, με έσοδα που έφτασαν σχεδόν τα 237 εκατομμύρια δολάρια μόνο στο πρώτο εξάμηνο του έτους. 

Η επιστροφή αυτή δεν είναι μόνο ένα φαινόμενο της γενιάς μου. Παραδόξως, οι νεότεροι ακροατές της Gen Z, αυτοί που συναντούσαν τα CD μόνο όταν επισκέπτονταν τα πατρικά τους, είναι εκείνοι που οδηγούν την τάση. Έχοντας φέρει το βινύλιο πίσω στη μόδα και τις αποθήκες των δισκογραφικών, η γενιά αυτή πλέον στρέφεται και στο CD. Στη Γαλλία, μάλιστα, το 43% των αγοραστών CDs είναι κάτω των 35 ετών. Σε δισκοπωλεία όπως το FOPP και το HMV της Oxford Street, το οποίο πρόσφατα επέστρεψε, λίγα έχουν αλλάξει από τις αρχές των '00s. Οι νέοι χαζεύουν και αγοράζουν CDs σε ολοκαίνουργια, γυαλιστερά jewel cases, ακριβώς όπως τότε. 

Υπάρχουν διάφοροι λόγοι πίσω από αυτή την επιστροφή, και δεν είναι μόνο η νοσταλγία. Στην ψηφιακή εποχή, όπου τα πάντα μεταδίδονται, αναπαράγονται και χάνονται με ταχύτητα φωτός, η ανάγκη για μια πιο υλική σύνδεση με τη μουσική μοιάζει να γίνεται όλο και πιο έντονη. Αυτή η σύνδεση, που δεν μπορείς να νιώσεις με την ίδια δύναμη όταν πατάς ένα κουμπί σε μια εφαρμογή, προσφέρει κάτι το αληθινό: το άγγιγμα της φυσικότητας. 

Ξαφνικά, αυτό το αντικείμενο που κάποτε θεωρούσαμε απλώς πρακτικό αλλάζει: γίνεται ένα ενθύμιο, ένα σύμβολο μιας περιόδου που η μουσική δεν ήταν απλώς ένα στιγμιαίο κομμάτι του background, αλλά ένα κεντρικό στοιχείο της εμπειρίας μας. Γιατί να μην έχεις τη δυνατότητα να πιάσεις ένα άλμπουμ στα χέρια σου, να το ανοίξεις, να δεις το εξώφυλλο, τους στίχους, τις λεπτομέρειες που κρύβονται μέσα; 

Με άλλα λόγια, το να αγγίζουμε και να κατέχουμε κάτι φυσικό, όπως ένα CD, δεν είναι μόνο μια παλιά συνήθεια. Είναι μια βαθύτερη, σχεδόν ενστικτώδης ανάγκη που συνδέεται με την ίδια την έννοια της ταυτότητας και της συναισθηματικής σύνδεσης. Σήμερα που όλα μπορούν να αποθηκευτούν στο cloud ή κάποιον παραγεμισμένο σκληρό δίσκο, η φυσική μορφή είναι μια μικρή, αλλά σημαντική πράξη αντίστασης. Είναι ένας τρόπος να θυμόμαστε πως κάτι μας ανήκει πραγματικά μόνο όταν μπορούμε να το αγγίξουμε. Και αυτό γιατί τα ψηφιακά μέσα δεν προσφέρουν πάντα την ασφάλεια που φανταζόμαστε. 

Πολλές φορές πλατφόρμες όπως το Netflix ή το Spotify αφαιρούν ταινίες, σειρές ή άλμπουμ από τον κατάλογό τους, αφήνοντάς μας με την αίσθηση ότι στην πραγματικότητα δεν μας ανήκει απολύτως τίποτα. Η ψηφιακή μας συλλογή είναι μόνο μία σειρά από δεδομένα, κομμάτια κώδικα που μπορούν να σβηστούν ή να αλλάξουν χωρίς προειδοποίηση. Αυτή η αβεβαιότητα είναι ακόμα ένας λόγος που η κατοχή φυσικών μέσων εξακολουθεί να έχει σημασία. 

Με το CD στα χέρια σου, ξέρεις ότι η αγαπημένη σου μουσική δεν θα χαθεί μέσα σε κάποιο ψηφιακό κενό. Είναι εκεί, δική σου, ανεξάρτητα από συμβόλαια και συμφωνίες. Και αυτή η σταθερότητα – η γνώση ότι κατέχεις κάτι πραγματικό – είναι ανεκτίμητη στην εποχή του ψηφιακού χάους. Αλλά δεν είναι μόνο η αίσθηση του αντικειμένου. Πολλοί πιστεύουν δικαιολογημένα, πως η ποιότητα ήχου των CDs, χωρίς τις συμπιέσεις του streaming και τις δυσκολίες που δημιουργεί το πιο αργό και αναξιόπιστο ίντερνετ στην Ευρώπη, είναι ανώτερη. Έτσι, για τη Gen Z, το CD γίνεται ένας τρόπος να απολαύσει τη μουσική της σε μια πιο «καθαρή» μορφή. 

Με την επιστροφή στα physical media μια ολόκληρη γενιά βρίσκει στα παλιά format μια νέα ταυτότητα, και μια καινούρια αίσθηση σύνδεσης με τη μουσική. Για εμάς, τα CDs μπορεί να μην ήταν κάτι πέρα από μέσα αναπαραγωγής, αλλά για αυτούς, είναι σύμβολα μιας διαφορετικής, ρομαντικής εποχής που αποζητούν να ζήσουν. Και αυτό με γεμίζει με μια υπέροχη αίσθηση σύνδεσης και συνέχειας.