Πάντα γκρινιάζουμε ότι βαρεθήκαμε την καθημερινή μας ρουτίνα. Τι θα συμβεί όμως όταν μάθουμε ότι είμαστε σοβαρά άρρωστοι;
Πάντα γκρινιάζουμε ότι βαρεθήκαμε την καθημερινή μας ρουτίνα. Τι θα συμβεί όμως όταν μάθουμε ότι είμαστε σοβαρά άρρωστοι;
Κάποιες φορές μια ιατρική διάγνωση μπορεί να χωρίσει τον χρόνο στα δύο: σε όσα προηγήθηκαν και σε όσα θα ακολουθήσουν. Όταν ένας άνθρωπος μαθαίνει ότι πάσχει από μια σοβαρή ή μοιραία ασθένεια, δεν ακούει απλώς λόγια. Ανοίγεται μπροστά του μια υπαρξιακή άβυσσος, στην οποία συνήθως δεν είχε χρειαστεί να σταθεί μέχρι τότε.
Η πρώτη αντίδραση συχνά είναι η άρνηση. Ένας μηχανισμός άμυνας που δεν σημαίνει ότι κάποιος δεν καταλαβαίνει, αλλά ότι χρειάζεται χρόνο για να το αντέξει.
Μετά έρθει ο θυμός: γιατί συνέβη αυτό σε μένα; Τι έκανα λάθος;
Ακολουθεί η διαπραγμάτευση, μια προσπάθεια να ανακτηθεί ο έλεγχος, με σκέψεις του τύπου «αν αλλάξω τρόπο ζωής, ίσως προλάβω κάτι».
Συχνά ακολουθεί η θλίψη: η αίσθηση ανασφάλειας, οι μελλοντικές προσδοκίες, η απώλεια της καθημερινής ρουτίνας.
Τελευταία έρχεται, αν έρθει, η αποδοχή. Όχι ως παραίτηση, αλλά ως εσωτερική συμφιλίωση με μια νέα πραγματικότητα.
Όλα αυτά τα στάδια δεν συμβαίνουν με τη σειρά, ούτε είναι υποχρεωτικό να τα βιώσει κανείς όλα. Είναι απλώς ένας χάρτης πιθανών συναισθημάτων. Κάθε άνθρωπος έχει τη δική του ψυχή και τον δικό του τρόπο να αντιμετωπίσει μια άσχημη είδηση.
Στο μεταξύ, οι άνθρωποι που αγαπούν τον ασθενή περνούν και εκείνοι τη δική τους εσωτερική διαδρομή: αγωνία, σοκ, ανασφάλεια, φόβο για το μέλλον. Συχνά, η αγάπη τους παίρνει τη μορφή υπερπροστασίας ή πανικού, και τότε –άθελά τους– ζητούν από τον ίδιο τον ασθενή να τους στηρίξει. Να είναι αισιόδοξος, να μην λυγίζει, να παρηγορεί και να τους προστατεύει από τον δικό τους πόνο. Είναι πολύ ανθρώπινο αυτό – αλλά είναι και βαρύ. Πολλοί άρρωστοι κουβαλούν σιωπηλά την αγωνία των αγαπημένων τους, παλεύοντας ταυτόχρονα με τον δικό τους φόβο. Και αυτό εξαντλεί. Γιατί ο πόνος για τον εαυτό σου έχει μια μοναχικότητα. Ο πόνος για τον άλλον όμως, ενώ εσύ ήδη υποφέρεις, γίνεται σχεδόν αβάσταχτος.
Γι’ αυτό και είναι σημαντικό και οι οικείοι να φροντίσουν τον εαυτό τους – όχι για να «μην τον επιβαρύνουν», αλλά για να μπορούν να είναι κοντά του με ειλικρίνεια, χωρίς να του ζητούν να είναι ήρωας. Ο πόνος δεν είναι αγώνας δύναμης. Είναι σχέση. Κι αν μπορούμε να τον μοιραστούμε, γίνεται πιο υποφερτός.
Το να διαχειριστεί κάποιος την ιδέα ότι μπορεί να πεθάνει δεν σημαίνει να σταματήσει να ελπίζει. Σημαίνει να αρχίσει να ελπίζει αλλιώς. Όχι απαραίτητα στην ίαση, αλλά στη δυνατότητα να ζήσει με αλήθεια και αξιοπρέπεια το παρόν. Όταν πλησιάζει κανείς το τέλος, αρχίζει –παράδοξα– να φωτίζεται το ουσιώδες.
Μετά από τα παραπάνω η συμβουλή είναι να ευχόμαστε όλοι να μην διαταραχτεί η καθημερινή μας ρουτίνα γιατί δεν θα είναι πάντα για καλό. Ας είμαστε καθημερινά ανθρώπινοι και να συγχωρούμε όταν αξίζει να συγχωρέσουμε.
Δημήτριος Φυλακτόπουλος MD PhD 2/6/2025