Πώς δροσίζονταν και πώς διατηρούσαν τα τρόφιμά τους τις καλοκαιρινές μέρες με υψηλές θερμοκρασίες οι Θεσσαλονικείς; Για δεκαετίες πριν την εμφάνιση των ηλεκτρικών ψυγείων, και την επικράτησή τους στη δεκαετία του 1960, δροσίζονταν με παγοκολόνες που τοποθετούσαν σε ειδικά ξύλινα ψυγεία, τις παγωνιέρες. Ο πολύς κόσμος αρκούνταν σε ένα ποτήρι δροσερό νερό από το πηγάδι της αυλής ή από την πήλινη στάμνα που βρίσκονταν σε όλα τα σπίτια. Όσο για τα τρόφιμα, στα φτωχικά σπίτια τα διατηρούσαν στα «φανάρια», τα μεταλλικά δοχεία με σίτα που κρεμούσαν στο ταβάνι του σπιτιού, για το φόβο των ποντικών και της γάτας.
Πολλά αστικά σπίτια χρησιμοποιούσαν φυσικό πάγο για να κρυώσουν το νερό, να πιουν κρύα μπίρα και να διατηρήσουν τα τρόφιμα, μια συνήθεια που στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου και στις αρχές του 20ού αιώνα θεωρούνταν είδος πολυτελείας. Δεν υπήρχαν ακόμη εργοστάσια παρασκευής πάγου στη Θεσσαλονίκη και η πόλη κάλυπτε τις ανάγκες της με φυσικό πάγο που μετέφεραν και πωλούσαν «παγοποιοί» από το βουνό Χορτιάτη! Η παρασκευή και η διακίνηση ήταν παραδοσιακή ασχολία των κατοίκων του χωριού Χορτιάτη που κράτησε σε όλη την περίοδο της τουρκοκρατίας ως τα μέσα του εικοστού αιώνα… Αξίζει να πούμε με λίγα λόγια πώς παρασκευαζόταν, πού φυλασσόταν και πώς γινόταν η διακίνηση του φυσικού πάγου από το Χορτιάτη στη Θεσσαλονίκη.
Τα φυσικά παγοποιεία του Χορτιάτη
Σε πολλές σκιερές περιοχές του Χορτιάτη δημιουργούσαν πρόχειρες δεξαμενές στο χώμα, τις μπάρες, που τις γέμιζαν με καθαρό νερό. Το χειμώνα με τις παγωνιές όταν πάγωνε η επιφάνεια της μπάρας, οι παγοποιοί έκανες τρύπες στον πάγο. Το νερό που έβγαινε στην επιφάνεια ξαναπάγωνε και η ίδια διαδικασία συνεχιζόταν ώσπου να γίνει πάγος όλη η μπάρα. Τον πάγο τον τεμάχιζαν με σιδερένια πελέκια και τον αποθήκευαν σε μεγάλες τρύπες, τα «μαγαζιά», που άνοιγαν σε βράχους. Ανάμεσα στα παγοτεμάχια, για να μην κολλούν και να μη λιώνουν εύκολα, τοποθετούσαν φτέρες, φύλλα οξιάς και καρυδιάς και άλλα υλικά ως μονωτικό.
Παγοπώλης ( φώτο από τον δικτυακό τόπο https://krasodad.blogspot.gr/2013/08/blog-post_2475.htm)
Το Ιούνιο που έπιαναν οι ζέστες κατέβαζαν φορτία πάγου με κάρα και άλογα, που τα πουλούσαν σε σπίτια πλουσίων και σε καταστήματα, ακόμη και σε νοσοκομεία. Τα κέρδη των παγοποιών του Χορτιάτη και των μεταπρατών ήταν ικανοποιητικά, γι’ αυτό και απασχολούνταν με το επάγγελμα αυτό πολλές οικογένειες στο ορεινό χωριό. Ο τελευταίος παγοποιός του Χορτιάτη αποσύρθηκε από το παραδοσιακό αυτό επάγγελμα το 1956.
Τα βιομηχανικά παγοποιεία
Εργαζόμενοι στο παγοποιείο του Μάνου στη Θεσσαλονίκη με τις παγοκολόνες που παρήγαγαν (φώτο από το περιοδικό «Τάμαριξ»)
Τη μεγάλη ζήτηση για πάγο κάλυψαν τα παγοποιεία, οι βιομηχανίες που άρχισαν να κάνουν την εμφάνισή τους από το 1892 όταν δημιουργήθηκε στη Θεσσαλονίκη το πρώτο παγοποιείο από τους Αλλατίνι, Φερνάντες και Μισραχή. Από τότε ως τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο δημιουργήθηκαν αρκετά παγοποιεία στην πόλη. Η ανάπτυξή τους οφείλεται, πέρα από την οικιακή και βιομηχανική χρήση, και στην μεγάλη κατανάλωση μπίρας που σερβίρονταν παγωμένη. Περίφημα ήταν τα ενωμένα ζυθοποιεία «Όλυμπος-Νάουσα», που το 1925 παρήγαγαν 350.000 παγοκολόνες και 6.000 τόνους μπίρα. Μετεξέλιξη της παραπάνω εταιρίας ήταν από το 1926 η «Κάρολος Φιξ Α.Ε.» που είχε δυνατότητες παραγωγής μέχρι 100 τόνους την ημέρα. Λειτουργούσαν επίσης το παγοποιείο του Επαμεινώνδα Χαρίλαου που το αγόρασε από το γαλλικό στρατό και είχε κατασκευαστεί το 1917 για τις ανάγκες του Μακεδονικού Μετώπου, του Μπαλτά από το 1923 κα.
Το ψυγείο των Γάλλων για τις ανάγκες του Μακεδονικού Μετώπου στο Μπέχτσιναρ, που αγόρασε και συνέχισε τη λειτουργία του ο βιομήχανος Επαμεινώνδας Χαρίλαος (από αυτόν πήρε το όνομα και ο συνοικισμός Χαριλάου).
Οι παγοπώλες και οι παγωνιέρες
Από τη δεκαετία του 1920 οι παγωνιέρες, τα ψυγεία με πάγο, μπαίνουν μαζικά στα σπίτια και η ζήτηση πάγου δημιουργεί ένα εκτεταμένο δίκτυο διανομής στην πόλη. Σε κάθε γειτονιά δημιουργήθηκαν πρατήρια πάγου, ενώ δεκάδες νεαροί υπάλληλοι μοίραζαν κάθε πρωί τις παγοκολόνες, καθώς το κομμάτι πάγου που έμπαινε στην παγωνιέρα κρατούσε μια μέρα περίπου. Ο πάγος έμπαινε σε ειδική μεταλλική θήκη που είχε απορροή για τη συλλογή του νερού από το λιώσιμο του πάγου.
Αριστερά επαγγελματικό ξύλινο ψυγείο πάγου και δεξιά σπιτικό. Ο πάγος έμπαινε στο πάνω μέρος μέσα σε μεταλλικό δοχείο και το νερό με το λιώσιμο του πάγου κατέβαινε στο βρυσάκι και συλλέγονταν.
Οι νοικοκυρές προσπαθούσαν να μη μένει το ψυγείο χωρίς παγοκολόνα γιατί μύριζε από την κλεισούρα, γι΄αυτό και καυγάδιζαν συχνά με τους παγοπώλες που καθυστερούσαν να τους εφοδιάσουν με πάγο… Μετά τον πόλεμο τα ηλεκτρικά ψυγεία άρχισαν σιγά σιγά να μπαίνουν στα ελληνικά σπίτια και να καταργούν τον πάγο. Ωστόσο, παρά τη γενίκευσή τους οι παγωνιέρες, παρέμειναν σε λαϊκά σπίτια ως τη δεκαετία του 1960.
Οι επαγγελματίες παγοπώλες και τα πρατήρια πάγου για οικιακή χρήση χάθηκαν, οι παγωνιέρες έγιναν βιομηχανικά κειμήλια μιας άλλης εποχής και τα παγοποιεία περιορίστηκαν για βιομηχανική χρήση ή για την ψαραγορά. Ο πάγος ευρείας κατανάλωσης, φυσικός ή τεχνητός που δρόσιζε κάποτε τους Θεσσαλονικείς, έχει αλλάξει μορφή. Στην εποχή μας είναι γνωστά τα παγάκια για τα απεριτίφ και ο τριμμένος πάγος για το ψαρεμπόριο…
Χ.ΖΑΦ.
Σημ.: Στοιχεία για το ρεπορτάζ πήρα από το περιοδικό «Τάμαριξ» του οποίου το τεύχος 5 του Μαϊου 1997 είναι αφιερωμένο ολόκληρο στο θέμα «Η πόλη και ο πάγος», με εξαιρετικά κείμενα των δημοσιογράφων Θεοδώρας Αυγέρη και Όλγας Τσαντήλα και με σπάνιες φωτογραφίες. Το «Τάμαριξ» εκδίδονταν από τον Οργανισμό Πολιτιστικής Πρωτεύουσας «Θεσσαλονίκη 1997», με διευθυντή τον Δημήτρη Καλοκύρη, διευθυντή σύνταξης τον Γιώργο Σκαμπαρδώνη και σύμβουλο έκδοσης τον Γιώργο Αναστασιάδη.
Πηγή: thessmemory.gr