Η εντύπωση ότι μια πολιτική ή ιδεολογική ομάδα προσπαθεί να επιβάλει τις απόψεις της μέσω δημόσιων δηλώσεων, διαδηλώσεων ή κινητοποιήσεων— δεν είναι κάτι που αφορά μόνο την Αριστερά. Είναι χαρακτηριστικό όλων των πολιτικών ρευμάτων όταν αισθάνονται ότι έχουν δίκιο ή ότι η φωνή τους δεν ακούγεται επαρκώς μέσα στους θεσμούς (π.χ. Βουλή, ΜΜΕ, κυβέρνηση).
Ωστόσο, μπορούμε να δούμε πιο συγκεκριμένα γιατί η Αριστερά καταφεύγει συχνά σε δράσεις δρόμου και δηλώσεις
-
Ιστορική κουλτούρα κινητοποιήσεων:
Η Αριστερά έχει τις ρίζες της σε κοινωνικά κινήματα, συνδικάτα και διεκδικήσεις «από τα κάτω». Ο ακτιβισμός και οι διαδηλώσεις θεωρούνται οργανικό κομμάτι της πολιτικής της έκφρασης. -
Αίσθηση μειονεκτικής θέσης:
Όταν η Αριστερά βρίσκεται εκτός εξουσίας ή όταν θεωρεί ότι οι θεσμοί εξυπηρετούν περισσότερο οικονομικά ή πολιτικά συμφέροντα της Δεξιάς, επιλέγει την πίεση μέσω της κοινωνίας. -
Η λογική της "ηθικής πλειοψηφίας":
Ακόμη κι αν είναι πολιτικά μειοψηφία, πολλοί στην Αριστερά πιστεύουν ότι εκφράζουν τα «δίκαια» της κοινωνίας — π.χ. υπεράσπιση δικαιωμάτων, περιβάλλοντος, δημοκρατίας. Οπότε νιώθουν νομιμοποιημένοι να πιέζουν δημόσια. -
Επικοινωνιακή δυναμική:
Οι δηλώσεις και οι κινητοποιήσεις τραβούν προσοχή και μπορούν να διαμορφώσουν το δημόσιο διάλογο, κάτι που είναι κρίσιμο σε εποχές όπου η πολιτική επικοινωνία είναι κεντρική. -
Έλλειψη εμπιστοσύνης στους θεσμούς:
Ορισμένα τμήματα της Αριστεράς θεωρούν ότι οι θεσμοί (ΜΜΕ, δικαιοσύνη, πολιτικό σύστημα) δεν είναι ουδέτεροι. Άρα ο δρόμος και η δημόσια πίεση είναι για αυτούς ο «άμεσος δημοκρατικός» τρόπος παρέμβασης.
Από την άλλη, οι αντίπαλοί της βλέπουν αυτή τη στάση ως επιβολή ή ηθικό εκβιασμό — δηλαδή, ότι προσπαθεί να παρουσιάσει τις θέσεις της ως «η μόνη σωστή άποψη», ανεξαρτήτως αριθμών ή δημοκρατικής νομιμοποίησης.