Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε που ξύπνησα και θυμόμουν κάποιο από τα όνειρα μου, όμως απόψε ξύπνησα γύρω στις 3 νομίζω και θα πρέπει να ήταν ακριβώς η στιγμή που το έβλεπα και αναρωτήθηκα αν θα το θυμάμαι το πρωί. Στην συνηθισμένη διαδρομή μου μέσα στην νύχτα, έριξα κάτω ένα μπρίκι που έκανε μεγάλο θόρυβο, αλλά ευτυχώς δεν ξύπνησα κανένα.
Το πρωί ξύπνησα και σε μία σκοτεινή σκάλα μου είχαν βάλει ένα γυάλινο ποτήρι το οποίο έσπασα στο πέρασμα μου, αλλά ευτυχώς δεν πάτησα τα γυαλιά, έχει μεγάλη σημασία να ανάβουμε τα φώτα την νύχτα ή όταν είναι σκοτεινά, διαφορετικά κάποια στιγμή θα το πληρώσουμε ακριβά.
Στο όνειρο ήμουν στον Πειραιά, μάλλον είχα πάει στο Καραϊσκάκη ή την Σαλαμίνα, δεν είμαι σίγουρος και ήταν αργά και έτρεχα να προλάβω το τελευταίο λεωφορείο, έτρεχα, έτρεχα συνέχεια, έκοβα δρόμους, αλλά δεν κατάφερνα να το πετύχω.
Σε μία φάση μπήκα σε ένα μπαρ; καφενείο; να πιώ λίγο νερό και αντιλήφθηκα ότι ο σερβιτόρος έδινε κάποιο ποτό ή νερό σαν νερό της παρηγοριάς για κάποιον που είχε πεθάνει. Μου έδωσε και μένα το ποτήρι, ήπια και μετά γέμισε ένα άλλο ποτήρι ή φλυτζάνι για τον επόμενο που υποτίθεται ότι θα πέθαινε. Τον ρώτησα πώς ξέρεις ότι θα πεθάνει κάποιος άλλος και μου απάντησε νομίζω, έτσι συμβαίνει πάντα.
Βγήκα έξω και μόλις είδα να είναι στην στάση το λεωφορείο, έτρεξα, αλλά πάλι το έχασα και συνέχισα το τρέξιμο, μετά δεν θυμάμαι αν συνέβη κάτι ήταν η ώρα που ξύπνησα.
Γενικά τρέχω συνέχεια και αυτό μάλλον θέλει να πει το όνειρο, όσο και να τρέξεις βέβαια ποτέ δεν προλαβαίνεις την ζωή που περνάει, δυστυχώς αυτό δεν το καταλαβαίνουν μερικοί όπως εγώ., για τα υπόλοιπα δεν ξέρω.
Κώστας Ζουγρής