Στην δεκαετία του '70 αυτές οι φράσεις ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς και χαρακτήριζαν τους νέους της εποχής, ανάλογα με τις μουσικές τους προτιμήσεις.
Το αστείο είναι ότι αν η Donna Summer ζούσε σήμερα θα ήταν επικεφαλής σε όλα τα ροκ φεστιβάλ.
Μερικές από τις απόψεις γι' αυτή την εποχή
Τότε ήταν οι καρεκλάδες και οι ροκάδες. επίσης λέγαμε καρεκλάδικα τα ντίσκο κομμάτια (και καρέκλες), τα αντίστοιχα ρούχα, κουρέματα κλπ. λέγονταν έτσι επειδή και καλά τους πετούσαν καρέκλες οι ροκάδες
Η λέξη είναι της δεκαετίας του 70 και περιγράφει έναν συγκεκριμένο τύπο νέου της εποχής που άκουγε βέβαια ντίσκο (μαύρη μουσική γενικότερα) , είχε συγκεκριμένη εμφάνιση (πολύ κοντά στο εμφανισιακό πρότυπο του Έλληνα καρεκλά είναι παραδόξως ο Phil Lynott ο οποίος παρ' όλα αυτά ήταν ροκάς) και σύχναζε σε ντισκοτέκ.
Νομίζω ότι η λέξη βγήκε σαν υποτιμητική αναφορά στην εμφάνιση των παιδιών αυτών, υπονοώντας ότι θυμίζουν «γύφτους» (υπήρχαν τότε πλανόδιοι επαγγελματίες καρεκλάδες -όχι έμποροι, αλλά τεχνίτες που αναλάμβαναν μικροεπισκευές - τσιγγάνοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία, ο οποίοι γυρνούσαν στις γειτονιές φωνάζοντας «ο καρεκλά, καρέκλεε»)
Η έννοια του καρεκλά νομίζω πως είναι αρκετά διαφορετική και πιο σύνθετη. Καταρχάς ο καρεκλάς ήταν από τις κυρίαρχες μορφές στα τέλη της δεκαετίας του εβδομήντα και στις αρχές του ογδόντα.
Όσον αφορά τη Σαλονίκη και ιδιαίτερα την περιοχή της Τούμπας, ήταν ο τύπος που άκουγε όχι μόνο ντίσκο μουσική αλλά τα πρώιμα ράπ τραγούδια (τα κλασικά του τραγούδια ήταν το Rapper's Delight των The Sugarhill Gang και το Τhe breaks του Κurstis Βlοw ), είχε πενηντάρι πειραγμένο παπάκι και έκανε σούζες (με σέμπρικ εξάτμιση που έκανε περισσότερο θόρυβο), φορούσε κολλητό τζιν με άσπρη κάλτσα και σταράκια, μαύρο φλάι (το οποίο το φορούσε πολλές φορές ανάποδα με το χαρακτηριστικό πορτοκαλί χρώμα) και βέβαια είχε χαίτη. Ήταν αλητάκι και ωραίο τυπάκι, δούλευε σε συνεργείο αυτοκινήτων ή ήταν γενικά μαστοράκι και εάν πήγαινε γυμνάσιο ή λύκειο είχε σίγουρα μείνει μία ή δύο φορές.