Captain Beyond: Οι λέξεις “soupergroup” ή ”stoner” μπορεί να μην λένε και πολλά σε έναν σημερινό νέο, λάτρη της μουσικής...

Captain Beyond: Οι λέξεις “soupergroup” ή ”stoner” μπορεί να μην λένε και πολλά σε έναν σημερινό νέο, λάτρη της μουσικής...

A Stoner-psych classic

Οι λέξεις “soupergroup” ή ”stoner” μπορεί να μην λένε και πολλά σε έναν σημερινό νέο, λάτρη της μουσικής. Κι όμως κάποτε ήταν βασικοί όροι σε τυχόν χαρακτηρισμό ενός γκρουπ. Ένα τέτοιο, που συνδυάζει και τις δύο λέξεις ήταν οι Captain Beyond.

Ήταν από τους πρωτοπόρους του λεγόμενου ‘stoner rock’. (Σημείωση: υπο-παρακλάδι της ροκ, που συνδυάζει στοιχεία από heavy και doom metal, καθώς και μίξη ψυχεδελικού και acid rock, με τη χρήση παράλληλα αλκοόλ ή ναρκωτικών). Οι Captain Beyond (C.B.) δημιουργήθηκαν από τις στάχτες άλλων μεγαθηρίων (κοίτα Deep Purple, Iron Butterfly, κ.α.). Κυκλοφόρησαν μερικές αξιολογότατες δουλειές. Τα έδιναν όλα σε κάθε παράσταση. Είχαν όλα τα φόντα να δημιουργήσουν μια σούπερ μπάντα που θα έμενε στον χρόνο. Ειδικά το πρώτο τους άλμπουμ έδωσε στον κόσμο τεράστια ελπίδα και προσμονή για το μέλλον. Κι όμως, όπως συμβαίνει πολλές φορές, κατόρθωσαν να ‘πετάξουν’ όλα όσα είχαν υποσχεθεί. Αποτέλεσε ακόμη μία μπάντα που έπεσε στη λήθη - έστω για τους περισσότερους. Και να πώς έχει η ιστορία τους:

Στις αρχές του 1971 οι αμερικάνοι Iron Butterfly έδιναν συναυλίες στην Ευρώπη, μαζί με τους Yes. Η σύνθεσή τους τότε περιλάμβανε και τους Lee Dorman στο μπάσο και Larry “Rhino” Rheinhardt στην κιθάρα. Ήταν σχεδόν σίγουρο ότι η τουρνέ αυτή θα ήταν η τελευταία - τουλάχιστον μ’ αυτό το line-up. Τότε μάλιστα ο Rhino συνέλαβε και το όνομα της μελλοντικής του μπάντας, από μια ιδέα του Chris Squire (Yes): “Βρισκόμασταν σε περιοδεία στην Ευρώπη”εξηγεί ο Rheinhardt. ”Στο ίδιο λεωφορείο μαζί με τους Yes. Μετά από μία νύχτα αϋπνοίας, με ποτό και ‘τσιγαριλίκι’, κάνοντας να βγω απ΄το όχημα, πέφτω πάνω στον Squire. Κοιτώντας με στα κατακόκκινα μάτια μου, μου λέει (επί λέξη): “Goddamn, you look like Captain Beyond”.”Από τότε, συγκράτησα αυτή τη φράση“.

Dancing Madly Backwards (Live 1972)

Την ίδια εποχή περιόδευε στην Ευρώπη κι ο Johnny Winter με το σχήμα του, στο οποίο ντραμς έπαιζε ο Bobby Caldwell. Οι πρώτες επαφές είχαν γίνει από τότε, όταν οι Dorman/Rhino προσήλθαν σε μία συναυλία του Winter, να τσεκάρουν τον Caldwell. Ο τελευταίος γνωριζόταν με τον Reinhardt από τα τέλη των ‘60ς, όταν έπαιζαν σε garage μπάντες στην Florida. Aργότερα ο Caldwell έπαιξε με τους Allman Brothers και με τη μπάντα του Johnny Winter. “Εκείνη την εποχή παίζαμε μα τον Winter κι ήμουν πολύ χαρούμενος. Αλλά ο Johnny μας είπε ότι θέλει να κάνει ένα διάλειμμα, μετά από μια τέτοια ‘βαριά’ περιοδεία. Όταν συνέβη αυτό, πέταξα στο L.A. και βρήκα τους άλλους δύο για να φτιάξουμε την μπάντα μας”, θυμόταν ο Caldwell. Έτσι, αρχές καλοκαιριού του 1971, οι Dorman/Rhino/Caldwell βρίσκουν στούντιο στη Florida κι αρχίζουν να τζαμάρουν. Τους λείπει όμως κι άλλο άτομο. Ο τραγουδιστής τους! Ο παλιός μάνατζερ των Iron Butterfly, Phil Walden, τους προτείνει τον Rod Evans. O Rod Evans ήταν Άγγλος, ιδρυτικό μέλος των Deep Purple και ως γνωστό είχε κάνει τρία πολύ καλά άλμπουμ μαζί τους. Το 1969, οι Purple αποφάσισαν ότι χρειαζόταν έναν άλλον στα φωνητικά (βασικά δεν άρεσε η φωνή του στον Blackmore), οπότε ο Evans άφησε το συγκρότημα πριν έρθει στη θέση του ο Ian Gillan. Ψάχνοντας για έντονους νέους ορίζοντες, ο Evans μετακόμισε στο Λος Άντζελες. Όλοι συμφώνησαν ότι αυτός ήταν ο ιδανικός τραγουδιστής για το νέο τους γκρουπ.

Thousand Days of Yesterdays (Time Since Come and Gone) (1972)

Έχοντας κάνει, οι τέσσερίς τους, μερικές εβδομάδες πρόβες, δείχνουν τα πρώτα δείγματα της δουλειά τους (μέρος του υλικού του πρώτου τους άλμπουμ) στον Duane Allman, γνωστό του Caldwell. Αυτός ενθουσιάζεται τόσο που πείθει τον μάναντζέρ του, Phil Walden, να υπογράψουν συμβόλαιο στην εταιρεία (του Walden) Capricorn. Έτσι τον Ιούλη του ΄72 κυκλοφορούν την πρώτη τους δισκογραφική απόπειρα, που έμελλε να είναι, αν μη τι άλλο, ιστορική. Το ομώνυμο ντεμπούτο τους είναι αναμφίβολα ένα από το πιο συγκλονιστικά progressive hard rock άλμπουμ όλων των εποχών. Η αμερικάνικη prog σκηνή του χρωστάει πολλά. Αλλά και συγκροτήματα όπως οι Journey και οι Rush, από εδώ ίσως βρήκαν κάποιες νέες κατευθυντήριες οδούς για να προχωρήσουν στα πρώτα τους βήματα. Είναι αφιερωμένο, σύμφωνα με τα μέλη της μπάντας, στον αδικοχαμένο Duane Allman, ο οποίος σκοτώθηκε τρεις μήνες αφού το βγάλανε στην αγορά. Ένα συνηθισμένο πολύ καλό γκρουπ που θα είχε να επιδείξει τέτοια δείγματα στη διάρκεια τουλάχιστον πέντε άλμπουμ, εδώ οι C.B. το καταφέρνουν με την πρώτη. Εντυπωσιακές ενορχηστρώσεις, τολμηρές ατμόσφαιρες, ρυθμικές αλλαγές κι ανατροπές, συνδυασμένη βαρύτητα και τεχνική, μεστές ερμηνείες από έναν καταπληκτικό κι ‘εφευρετικό’ Evans, με ονειρικά φωνητικά, ο οποίος εδώ πεισματικά αναγεννάται και παίρνει το αίμα του πίσω για το άδοξο φευγιό του από τους Purple. Πέρα από αυτό, όμως υπάρχουν και τα ατσάλινα και λαμπερά riffs από την κιθάρα του Rheinhardt - πιο πρωτοποριακά πεθαίνεις - και το ‘ευέλικτο’ rhythm section από τους έμπειρους Caldwell / Dorman. Όλα αυτά συνδυαζόμενα καθιστούν το άλμπουμ κορυφαίο στο χώρο του heavy rock, αφήνοντας πολλές δουλειές καταξιωμένων συγκροτημάτων έτη φωτός πίσω του.

Frozen Over (1972)

Ο Dorman είχε δηλώσει ότι ένα από τα βασικά κίνητρα για τον σχηματισμό της μπάντας ήταν το jazz rock. Επί της ουσίας όμως, ελάχιστα έως καθόλου τέτοια στοιχεία βρίσκονται στον δίσκο. Αντιθέτως, τα μοναδικά, εφευρετικά riffs νιώθεις ότι σε χτυπούν κατακούτελα. Αυτά καθώς και η επιβλητική φωνή του - πάντα - υποτιμημένου Rod Evans, είναι εκείνα που καθορίζουν, σε μεγάλο βαθμό και οριοθετούν το ‘Captain Beyond’. Αλλά και οι στίχοι και οι τίτλοι των τραγουδιών είναι παρμένοι από sci-fi θέματα, κάνοντάς τα να λειτουργούν ως ένα αδιάσπαστο σύνολο, υποβάλλοντας συχνά τον ακροατή σε μια ιδέα space rock concept. Μεγάλο ρόλο στο παραπάνω παίζει η δομή: το σπάσιμο τραγουδιών σε μικρότερα parts, αλλά και το ότι τα τραγούδια ρέουν άμεσα μεταξύ τους χωρίς εμφανές κενό διάστημα από το ένα στο άλλο - τεχνική αρκετά διαδεδομένη εκείνη την εποχή σε πολλά prog σχήματα. Πάνω στον δίσκο - που το εξώφυλλό του στην αμερικάνικη κόπια ήταν τρισδιάστατο - αναφέρεται ότι το υλικό του άλμπουμ πιστώνεται μόνο στους Caldwell / Evans. Aυτό όμως είναι λάθος, καθώς όλοι συνέβαλαν για αυτό το αριστούργημα. Απλώς, για λόγους καθαρά δικαιωμάτων και συμβατικών υποχρεώσεων με τα προηγούμενες μπάντες τους, οι Rheinherdt / Dorman δεν αναγράφονται στο οπισθόφυλλο.

Mesmerization Eclipse (1972)

Ο περίπλοκος και συνάμα εύληπτος χαρακτήρας του απογειώνει το άλμπουμ σε σφαίρες που ίσως λίγοι πλησίασαν στα ‘70ς. Στα αλήθεια υπερβαίνει κάθε εσκαμμένο στο χώρο της hard rock της εποχής. Από τραγούδια… τι να πρωτοξεχωρίσει κανείς : Το “ Dancing Madly Backwards”, που ανοίγει την Α’ πλευρά; Τα ”Armworth ” και "Myopic Void" που συνεχίζουν; Το ”Thousand Days of Yesterdays (Intro)” / "Frozen Over", που συνδυάζουν τρία τραγούδια μαζί - ονειρική κλασική σύνθεση; Το “Mesmerization Eclipse”, με ένα από τα πιο αγαπημένα riff του υπογράφοντος; Ή το πιο γνωστό του δίσκου, το ‘πολύ’ “ Raging River of Fear ”; Δεν είναι ένα, δεν είναι δύο… Είναι ΟΛΟ το άλμπουμ κορυφαίο ! Stoner-psych classic!

Raging River of Fear (1972)

Τελικά το άλμπουμ έκανε ικανοποιητικές πωλήσεις κι αυτό ώθησε την μπάντα να ξεχυθεί στο δρόμο για συναυλίες. Το ντεμπούτο τους έγινε στο Φεστιβάλ του Montreux στις 30 Απριλίου 1972. Επίσης έδινε συνεντεύξεις, κάνοντας δημόσιες σχέσεις, όπου βρεθεί κι όπου σταθεί. Οι προσδοκίες ήταν πλέον μεγάλες. "Ήμασταν σε όλα τα περιοδικά, Rolling Stone, Billboard, όλα αυτά. Το άλμπουμ μας ήταν στα charts, ήμασταν στο ραδιόφωνο, αλλά η δισκογραφική εταιρεία μας δεν ήταν πίσω μας ", λέει ο Reinhardt. Και δυστυχώς η αλήθεια ήταν αυτή: η Capricorn δεν στήριζε όσο έπρεπε τη δουλειά του. Αυτό το διαμάντι πήγαινε χαμένο. Ο αρχικός ενθουσιασμός σιγά σιγά εξανεμίσθηκε. Η αιτία ήταν ο προσανατολισμός της εταιρείας, ειδικά μετά την τεράστια επιτυχία του άλμπουμ Eat A Peach των Allman Brothers, ο οποίος επικεντρώθηκε αποκλειστικά στον ‘νότιο’ ήχο, κάτι που ήταν φυσικά αδύνατο να ακολουθήσουν οι Captain Beyond. Άρχισε έτσι μία άτυπη - κι όχι μόνο - κόντρα μεταξύ του διευθυντή της δισκογραφικής και των μελών του γκρουπ. “Ο Phil Walden, απείλησε να σκοτώσει τον Rhino, απείλησε να σκοτώσει τον Lee”, έλεγε σε συνέντευξη, χρόνια μετά, ο Caldwell. “Υπήρχε μια τέτοια επιθετικότητα και τα πράγματα άρχισαν σιγά-σιγά να χειροτερεύουν. Ήθελε να εξερευνήσει την ‘southern’ πλευρά μας. Όμως δε θυμάμαι να έχουμε παίξει ποτέ southern rock”.
Μέσα σε αυτό το αρρωστημένο κλίμα άρχισαν οι αποχωρήσεις. Πρώτος έφυγε ο Bobby Caldwell. "Κάπου στα τέλη του 1972 φάνηκε να υπάρχει διάσταση στο συγκρότημα", λέει ο Caldwell. "Ο Lee και ο Rhino ήταν από τη μία πλευρά, ο Rod βρισκόταν στη μέση κι εγώ ήμουν στην άλλη. Και μάλλον δεν ήταν τίποτα σημαντικό, μόνο μερικά ΄παιδιάστικα’ πράγματα ή κάτι τέτοιο. Και θυμάμαι να λέω: ‘Κοίτα, είμαστε ακριβώς στην πόρτα της δόξας. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να συνεχίζουμε να κάνουμε αυτό που κάνουμε. Το μόνο που πρέπει να κάνουμε είναι να συνεχίσουμε να γράφουμε δημιουργικά πράγματα. Αλλά υπήρξε κάποιο είδος αντιπαράθεσης... Έτσι τελικά είπα: ‘Ωραία, γαμώτο. Φεύγω'. Και το έκανα”. Και κάπου αλλού λέει επίσης: ”Αν ήμουν απλά ένας ντράμερ και όχι ένας τραγουδοποιός, πιθανότατα θα είχα φροντίσει πολύ λιγότερο για να μη διαλυθεί η μπάντα . Αλλά εξακολουθούσα να πιστεύω ότι αν κρατούσαμε τη μπάντα ενωμένη, θα μπορούσαμε να γίνουμε τεράστιοι. Θέλω να πω, η μπάντα ήταν ήδη μεγάλη. Όταν παίξαμε στο Σικάγο ήταν σαν να ήμαστε οι Led Zeppelin. Αυτός είναι ο τύπος που μας ταίριαζε. Είχαμε τη μαγεία να τα κάνουμε όλα αυτά... Είχαμε τα σωστά τραγούδια και τους σωστούς ανθρώπους, αλλά είχαμε λάθος διαχειριστή και λάθος δισκογραφική εταιρεία".

As The Moon Speaks (1972)

O ‘Rhino’, ως μοναδικός ηγέτης της μπάντας, βρίσκει αμέσως αντικαταστάτες για να ηχογραφήσει και να προωθήσει το επόμενο άλμπουμ. Έτσι φέρνει τον Marty Rodriguez στα ντραμς, τον Guille Garcia στα κόνγκας (!) καθώς και τον Reese Wynans στο πιάνο. Με αυτούς τους έξι λοιπόν ηχογραφείται η δεύτερη δουλειά του, το Sufficiently Breathless και κυκλοφορεί τον Μάη του ’73. Αν και συνεχίζουν στην ίδια εταιρεία, ο ήχος τους δεν έγινε πιο ‘νότιος’. Όμως σε καμία περίπτωση δεν μοιάζει, αλλά αντίθετα ωχριά, στο μεγαλείο του πρώτου τους άλμπουμ. Ο ήχος μαλακώνει, γίνεται ίσως πιο jazz, μοιάζει πιο πολύ με των Santana παρά με αυτό που έπαιζαν πριν ένα-δύο χρόνια. Η κυρίαρχη διάθεση είναι το εύκολο και γρήγορο κομμάτι, καθαρά επαγγελματικά. Κανένα κομμάτι δε διαρκεί πάνω από πεντέμισι λεπτά. Αυτό τους ωφέλησε σίγουρα σε κάποιες προσπάθειες (όπως το "Distant Sun"), ακόμα και στο διάσημο ακουστικό ομώνυμο κομμάτι αλλά και στο κομψό latin-funk-rock των "Bright Blue Tango" και "Everything's a Circle”. Τo αποτέλεσμα ήταν έξυπνο μεν, προς το αδιάφορο στους πολλούς τους φαν, δε.

Sufficiently Breathless (1973)

Τα πράγματα γενικώς δεν πήγαιναν καλά. Οι εντάσεις συνεχίζονταν, εντός κι εκτός στούντιο, κυρίως αυξήθηκαν λόγω δυσκολιών στην παραγωγή, με την ποιότητα του ίδιου του στούντιο κι επειδή ο νέος ντράμερ Marty Rodriguez αποδείχθηκε ότι δεν ήταν στο ίδιο επίπεδο με τον Bobby Caldwell. Υπήρχε όμως και θέμα με τον Evans. “Δεν νομίζω ότι η συμπεριφορά του είχε τίποτα να κάνει με ψυχικά προβλήματα”, έλεγε πάλι ο Caldwell. “Ο Rod ήταν πολύ αβέβαιος για τις ικανότητές του, οπότε κάθε μικρό πράγμα θα τον έκανε να αισθάνεται ότι ίσως δεν μπορούσε να φέρει εις πέρας τη δουλειά. Αυτό δεν είναι πολύ ασυνήθιστο για τους ανθρώπους στην τέχνη… Το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι ήταν ένας μεγάλος τραγουδιστής". Τελικά κι ο Evans, μη μπορώντας όλη αυτή την πίεση και τις καταστάσεις, μετά την ηχογράφηση του δεύτερου άλμπουμ, στα μέσα του 1973, εγκατέλειψε την μπάντα. Στα τέλη του ΄73 γύρισε και με το αρχικό line-up οι Captain Beyond επανενωμένοι – για τελευταία φορά – κάνουν μια σειρά από εμφανίσεις. Αλλά αυτό ήταν. Ο Evans αποχωρεί οριστικά κι αμετάκλητα. Έκτοτε τα ίχνη του χάθηκαν εντελώς. Μοιραία ακολουθεί και η διάλυση της μπάντας. Ο Caldwell από την άλλη ‘καλόπεσε’. Αμέσως μετά εντάχθηκε στο συγκρότημα του Rick Derringer και έπαιξε στο άλμπουμ All American Boy (1973). Αργότερα μπήκε στους (Brit-rock supergroup) Armageddon με πρώην Yardbirds και frontman τον Keith Relf.

Evil Man (1973)

To 1976 το γκρουπ ανασυντάσσεται. Ο ‘Rhino’ να κάνει οντισιόν για έναν νέο τραγουδιστή - ο μελλοντικός frontman των Journey, Steve Perry, ήταν ένας από τους πολλούς που απορρίφθηκαν - πριν αποφασίσουν για ένα σχετικά άγνωστο, τον Willie Daffern. Εντωμεταξύ, επιστρέφει κι ο Bobby Caldwell κι αρχίζουν τις live παραστάσεις, να ξαναμαζέψουν το κοινό τους. Το τρίτο - και τελευταίο - άλμπουμ της μπάντας έμελλε να είναι το Dawn Explosion, του 1977, αυτή τη φορά απ΄την Warner Bros. Πέρασε κι αυτό απαρατήρητο. Κι όμως, είναι στα αλήθεια ένα πολύ καλό άλμπουμ, στο ύφος του ντεμπούτου. Κάτι που δεν εκπλήσσει μιάς και το περισσότερο υλικό του ανάγεται στην εποχή εκείνη. Αλλά δυστυχώς! Παρά την ποιοτική στάθμη του νέου δίσκου και παρά τις επίμονες προσπάθειες του σχήματος για την προώθησή του, το πήραν απόφαση ότι οι εποχές άλλαξαν και η μπογιά της μουσικής των Captain Beyond είχε περάσει. Διαλύονται και πάλι το 1978.

Icarus (1977)

https://www.youtube.com/watch?v=DaIi9RmsoUU

Έκτοτε, τα μέλη του διασκορπίστηκαν στους τέσσερις ανέμους κι έπαιζαν με κάποια σχήματα, από εδώ κι από εκεί. Το ενδιαφέρον για την μπάντα αναζωπυρώθηκε προς τα τέλη των ‘90ς, το 1998 συγκεκριμένα, μάλλον λόγω της ‘πώρωσης’ των διοργανωτών του Sweden Rock Festival! Το line-up τώρα συμπληρώθηκε, εκτός των ‘Rhino’/Caldwell, από τους Jimi Interval στα φωνητικά, τον Dan Frye στα πλήκτρα και τον Jeff Artabasy στο μπάσο. Κι όμως, παρά την θέλησή τους, δεν ήταν γραφτό να προχωρήσουν άλλο. Αυτή η καθοριστική συναυλία αποδείχθηκε καταστροφή. "Δεν παίζαμε καλά", θυμόταν ο Reinhardt. "Δεν μπορούσαμε να επικοινωνήσουμε με τον ήχο. Και οι ενισχυτές συνέχισαν να ‘φυσούν’ ". Ο Caldwell, απ΄την άλλη το θυμάται λίγο διαφορετικά: “O ‘Rhino’ ήταν μεθυσμένος. Έπινε για δύο μέρες πριν ακόμα φτάσαμε εκεί. Θα μπορούσα να τον σηκώσω και να τον ρίξω στο ακροατήριο. Και θα το έκανα, αν δεν πίστευα ότι έτσι θα διέλυα το συγκρότημα. Είχαμε κάνει πρόβες για μήνες για αυτή την παράσταση. Όλοι ήταν απογοητευμένοι. Υπήρχαν τόσοι πολλοί άνθρωποι εκεί έξω για να μας δουν, και παίζαμε τόσο χάλια, ήταν απλά σαν ένα κακό αστείο”. Παρά το γεγονός αυτό, η μπάντα προσπάθησε να συνεχίσει τα επόμενα χρόνια και μάλιστα κυκλοφόρησε ένα τετραπλό EP από νέο υλικό το 2000. Ωστόσο, σύμφωνα με τον Caldwell, είχε γίνει ένας ατελείωτος αλλά μάταιος αγώνας για να περισωθούν τα πράγματα. Το 2001, οι Captain Beyond έπαιζαν – για άλλη μια φορά – την τελευταία τους παράσταση ."Έχουμε παίξει μια συναυλία το φθινόπωρο του 2001", θυμάται ο Caldwell. "Ήταν sold out. Ήταν νομίζω στο Clearwater, στη Florida. Ο κόσμος φαίνονταν ευχαριστημένος. Και από τότε δεν άκουσα για τον ‘Rhino’ για τα δυόμισι επόμενα χρόνια”.

Fantasy (1977)

Κάπως έτσι συνέχισαν και τα τελευταία χρόνια: μία έτσι, μία αλλιώς, διάλυση, επανένωση. Τελικά ο Reinhardt πέθανε τον Γενάρη του 2012, στα 63 του, από κίρρωση του ήπατος, αφού είχε διαγνωστεί λίγο καιρό πριν με καρκίνο. Αλλά και ο μπασίστας Lee Dorman δεν είχε καλύτερη τύχη εκείνη τη χρονιά. Πέθανε τον Δεκέμβρη του ’12. Ο Bobby Caldwell φάνηκε - ως τώρα τουλάχιστον - πιο τυχερός: παίζει ακόμα με τη δική του μπάντα στη Florida. Για τον Evans τα είπαμε: αν τον δείτε, ειδοποιήστε κι εμένα!

Για όσους δεν ψάχνουν αρκετά τη μουσική οι Captain Beyond θα αποτελούν ένα καλά κρυμμένο θησαυρό. Για τους λίγους υπόλοιπους, ο... ‘καπετάνιος’ θα μείνει πάντα μέσα τους σαν μία ηχηρή αναλαμπή στον χώρο του hard rock, έστω με μια επίγευση απογοήτευσης αλλά και απορίας στα χείλη: “Πού θα μπορούσαν άραγε να είχαν φτάσει, αν συνέχιζαν με την ίδια φόρα, όπως στο ντεμπούτο τους;;;”

Captain Beyond 1973

ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ

Studio albums
LPs
Captain Beyond (1972)
Sufficiently Breathless (1973)
Dawn Explosion (1977)

EP[
Night Train Calling (2000)

Compilations
Lost & Found 1972-1973 (2017)

ΘΑΝΑΣΗΣ ΜΕΡΜΗΓΚΑΣ

Πηγή: https://musicoversixcenturies.blogspot.com/search?updated-max=2019-01-22T10:37:00-08:00&max-results=11&start=39&by-date=false