Μοντέρνα Κλασσικά – Χορευτική / ηλεκτρονική Μουσική το 2025
Από τον Θοδωρή Φαχουρίδη
Η χορευτική μουσική του 2025 εμφανίζεται με επίγνωση των εργαλείων της. Ο χρόνος, η ένταση και η υφή χρησιμοποιούνται με τρόπο που δείχνει εξοικείωση με τον χώρο και τη λειτουργία του ήχου. Κάποια κομμάτια απευθύνονται ευθέως στο σώμα, άλλα λειτουργούν καλύτερα ως ακρόαση, αρκετά κινούνται ανάμεσα στα δύο. Η λίστα αποτυπώνει αυτή τη συνθήκη χωρίς να επιδιώκει ενιαίο ύφος.
Στο αυστηρό, μηχανικό άκρο, το «Hymn» της Charlotte de Witte, το «Hold It Down (DARE)» του Layton Giordani και το «Symbolical» των e-Dancer, Kevin Saunderson, Dantiez και Ava Sofia εγγράφονται σε μια ιστορική γραμμή που ξεκινά από το Ντιτρόιτ των μέσων της δεκαετίας του 1980 και αποκτά ευρωπαϊκή κλίμακα τη δεκαετία του 1990. Η Charlotte de Witte, με αφετηρία το Βέλγιο και καθοριστική παρουσία στη σύγχρονη ευρωπαϊκή techno σκηνή, έχει ταυτιστεί με την επαναφορά ενός λιτού, σκληρού ιδιώματος βασισμένου στη διάρκεια και στην επανάληψη. Το «Hymn» ακολουθεί αυτή τη λογική, με εκτεταμένο χρόνο ανάπτυξης, σταθερό παλμό και περιορισμένο ηχητικό υλικό, σχεδιασμένο για μακρά σετ και μεγάλους χώρους όπου ο ήχος λειτουργεί σε άμεση σχέση με την ακουστική του περιβάλλοντος. Το «Hold It Down (DARE)» του Layton Giordani είναι αναδιατύπωση/διασκευή που βασίζεται στο θρυλικό «DARE» του βρετανικού συνόλου Gorillaz, με το αρχικό φωνητικό hook να δείχνει σαφή καταγωγή από το ένατο άλμπουμ της μπάντας, και τον Giordani να το επανατοποθετεί μέσα σε πιο συμπαγή, club-προσανατολισμένη παραγωγή. Η χρήση αυτού του sample και η επανασύνθεση του υλικού σε σύγχρονο, σταθερό τέμπο δείχνει πώς οι πρακτικές διασκευής και επεξεργασίας ιστορικών υλικών ενσωματώνονται στα σύγχρονα dance sets. Το «Symbolical» επαναφέρει το project e-Dancer, μια μορφή που πρωτοεμφανίστηκε στη ντιτρόιτ techno αρχές της δεκαετίας του 1990 ως πιο ωμή και λειτουργική εκδοχή του ήχου, μέσα από τα χέρια του Kevin Saunderson. Η σύγχρονη εκδοχή με τη συμμετοχή των Dantiez και Ava Sofia διατηρεί τις βασικές αρχές της μηχανικής ακρίβειας και της λιτότητας, μεταφρασμένες σε σημερινή παραγωγή. Η σύνδεση με την ευρωπαϊκή techno κουλτούρα, όπως αυτή διαμορφώθηκε σε χώρους τύπου Tresor στο Βερολίνο, παραμένει εμφανής μέσα από τη διάρκεια, τον σταθερό παλμό και τη σχέση του ήχου με τον χώρο..
Σε κομμάτια όπως το «Heaven Knows – Extended Mix» των Cosmic Gate με τους RYVM και Marlene, το «Higher Low» των Jan Blomqvist και LissA και το «Stay Still, A Little While» των Lane 8 και Jyll, η διάρκεια ξεπερνά τα συνηθισμένα όρια τραγουδιού και καθορίζει τη μορφή. Η σύνθεση εξελίσσεται μέσω επαναλαμβανόμενων αρμονικών κύκλων, με νέα στοιχεία να εισάγονται σε αραιά διαστήματα και τα φωνητικά να επανεμφανίζονται ως σταθερά σημεία μέσα στη ροή. Αντίστοιχη λογική συναντάται στο «Edge of Desire – Extended Mix» των Jonas Blue και Malive και στο «All Hearts Beat» των Avangart Tabldot με τους Tripolism, όπου η ένταση διαμορφώνεται προοδευτικά και η ακρόαση βασίζεται στη συνέχεια και όχι στη στιγμιαία κορύφωση. Αυτός ο τρόπος γραφής υπηρετεί set μεγάλης διάρκειας και ακροατές που αντιλαμβάνονται τη μουσική ως διαδικασία και όχι ως απομονωμένο συμβάν.
Στη Νέα Υόρκη των αρχών της δεκαετίας του 1990, η house έπαψε να είναι απλώς επέκταση της disco και έγινε εργαλείο διάρκειας, όταν DJ που έπαιζαν ολόκληρες νύχτες άρχισαν να χρειάζονται κομμάτια που αντέχουν στο χρόνο και στο σώμα. Οι Masters At Work (Louie Vega και Kenny Dope) έγραψαν κομμάτια όπως το «The Nervous Track» ακριβώς για αυτή τη χρήση, μπάσο που κρατά τον χώρο, μοτίβα που επιμένουν, υλικό που επιτρέπει στον DJ να χτίζει χωρίς να αναγκάζεται σε αλλαγή. Ο Joe Claussell πήγε ακόμη πιο μακριά, κουβαλώντας στη house ρυθμούς που άκουγε σε οικογενειακά πάρτι και σε sound system περιβάλλοντα, με κομμάτια που δούλευαν καλύτερα μετά την τρίτη ώρα του set, όταν η πίστα είχε ήδη αποκτήσει δική της αναπνοή. Ο Danny Tenaglia, με κομμάτια όπως το επικό «Elements», έδειξε πώς η επανάληψη και η μικρή μετατόπιση μπορούν να κρατήσουν μια πίστα σε κίνηση χωρίς καμία ανάγκη κορύφωσης, πρακτική που έγινε σχολή για DJ που έπαιζαν μακρά σετ σε μεγάλους χώρους. Στην Αγγλία, άνθρωποι όπως ο Phil Asher (μέσω των Restless Soul και αργότερα του Phlash project), ο Ashley Beedle, μέσα από σχήματα όπως οι Black Science Orchestra, ο IG Culture και συλλογικότητες όπως οι Bugz in the Attic πήραν αυτή τη λογική και τη μετέφεραν σε ένα περιβάλλον όπου η house έπρεπε να συνομιλήσει με reggae, soul και afro επιρροές, όχι θεωρητικά αλλά μέσα από πραγματική χρήση σε βραδιές και κυκλοφορίες. Αυτό το αποτύπωμα ακούγεται καθαρά στο «Sakura» των Across Boundaries, Chris Stussy και Locklead, που λειτουργεί ως εργαλείο συνέχειας, με υλικό που αντέχει στο χρόνο και επιτρέπει στον ρυθμό να εγκατασταθεί στον χώρο. Το «SMYLM» της J. Worra και το «NO CAP» των Disclosure με τον Anderson .Paak πατούν στη δοκιμασμένη σχέση μπάσου και φωνής που δούλευε σε πίστες πριν περάσει στα charts. Και όταν το «All Hearts Beat» των Avangart Tabldot και Tripolism, το «THE FUTURE» των Ankhoï και Luch και το «How It Was» των Incognito, Alex Hard και Victor Cardenas ανοίγουν τον ρυθμό προς afro και latin κατευθύνσεις, αυτό γίνεται με τον ίδιο πρακτικό στόχο: να κρατηθεί η πίστα ζωντανή, όχι να εντυπωσιαστεί στιγμιαία. Εδώ μιλά η εμπειρία του χώρου, όχι η περιγραφή του.
Η disco και οι σύγχρονες παραλλαγές της εμφανίζονται εδώ ως συνέχεια μιας ιστορικής γραμμής που ξεκινά από τη μεταφορά της αμερικανικής disco κουλτούρας στην Ευρώπη στα τέλη της δεκαετίας του 1970 και αποκτά νέα μορφή μέσα από τη γαλλική και διεθνή επανερμηνεία της από τα μέσα της δεκαετίας του 1990 και μετά. Το «Drug In Us» των Mindchatter και Poolside εντάσσεται στη σύγχρονη αμερικανική nu-disco παραγωγή, με σαφή έμφαση στο μπάσο και στη σταθερή ρυθμική αγωγή, πρακτική που συνδέεται με τη δυτικοακτορική disco αναβίωση της δεκαετίας του 2010. Η συνεργασία με τους Poolside, σχήμα που έχει καθιερωθεί μέσα από κυκλοφορίες βασισμένες σε funk καταβολές και καθαρή χορευτική δομή, τοποθετεί το κομμάτι σε ευθύ διάλογο με αυτήν τη σχολή. Στην ευρωπαϊκή πλευρά, το «She's Mine» των Yuksek και Isaac Delusion ανήκει ξεκάθαρα στη γαλλική disco house παράδοση, η οποία διαμορφώθηκε από labels όπως Kitsuné και από παραγωγούς που αντιμετώπισαν τη disco ως λειτουργικό υλικό για club χρήση και όχι ως αναβίωση. Ο Yuksek, ενεργός από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, κινείται σε αυτό ακριβώς το πεδίο, με παραγωγές που στηρίζονται σε καθαρό χαμηλό φάσμα, μεσαίες συχνότητες και δομή κατάλληλη για μίξη, ενώ η φωνή των Isaac Delusion ενσωματώνεται ως μέρος του ρυθμικού συνόλου και όχι ως εξωτερικό στοιχείο. Το ίδιο νήμα συνεχίζεται στο «Everything I Do – Art Of Tones Remix» των Anoraak, Moona και Art of Tones, όπου η γαλλική synthpop και nu-disco εμπειρία του Frédéric Rivière συναντά τη disco φόρμα μέσα από σύγχρονη μίξη και συμπίεση. Η προσέγγιση αυτή συνδέεται άμεσα με τη δεύτερη φάση του λεγόμενου French touch, όπου η disco μετατράπηκε από σημείο αναφοράς σε εργαλείο παραγωγής. Και στα τρία κομμάτια, η ιστορική καταγωγή του είδους λειτουργεί ως βάση πάνω στην οποία χτίζεται σύγχρονη χορευτική χρήση, με έμφαση στη ροή, στη συνέχεια και στη σαφή σχέση με το dancefloor, στοιχεία που δείχνουν γνώση της παράδοσης χωρίς εγκλωβισμό σε αυτήν.
Η γαλλική pop και house σκηνή εμφανίζεται εδώ ως αποτέλεσμα μιας μακράς διαδρομής που ξεκινά από την παράδοση του chanson και περνά, από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, μέσα από τη μετεξέλιξη της ηλεκτρονικής παραγωγής στη Γαλλία, όπου το τραγούδι επανεντάχθηκε στο club περιβάλλον χωρίς να χάνει τη γλωσσική και μελωδική του αυτονομία. Το «Christina» των Lilly Wood and The Prick με τον Myd κινείται σε αυτή τη γραμμή, με καθαρή pop φόρμα και ρυθμική βάση που οργανώνει τη δομή του κομματιού, ενώ η παρουσία του Myd, με αφετηρία τους Club Cheval, συνδέει το τραγούδι με τη γενιά παραγωγών της δεκαετίας του 2010 που χρησιμοποίησε τη house ως πλαίσιο τραγουδοποιίας. Το «chrysalis» των L'Impératrice και Louve αντλεί από disco και funk καταβολές, με έμφαση στη ρυθμική καθαρότητα και στην ενορχηστρωτική λεπτομέρεια, στοιχεία που χαρακτήρισαν τη νεότερη γαλλική pop παραγωγή μετά τα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας. Το «Mourir sur scène» του Julien Doré τοποθετεί το chanson σε ηλεκτρονικό περιβάλλον με σαφή ρυθμικό σκελετό, πρακτική που παγιώθηκε στη γαλλική δισκογραφία της προηγούμενης δεκαετίας μέσω συνεργασιών τραγουδοποιών με παραγωγούς της house και της synthpop (χαρακτηριστικά παραδείγματα οι δισκογραφικές φάσεις της Christine and the Queens, οι μεταγενέστερες ηλεκτρονικές παραγωγές του Étienne Daho και η σταδιακή ρυθμική μετατόπιση στη δουλειά του Benjamin Biolay).
Η βρετανική πλευρά της λίστας πατά πάνω σε μια χορευτική παράδοση που από τις αρχές της δεκαετίας του 1990 αντιμετώπισε τον ρυθμό ως πεδίο πειραματισμού και όχι ως σταθερή φόρμα. Το jungle γεννήθηκε από τη σύγκρουση της rave κουλτούρας με τη reggae και τη sound system πρακτική του Λονδίνου, μεταφέροντας σπαστά breakbeats και βαριά μπάσα στις πίστες. Το «Maia Maia» της Nia Archives με τον CLIPZ κινείται ακριβώς πάνω σε αυτή τη γραμμή, χρησιμοποιώντας jungle ρυθμικό σκελετό με σύγχρονη μίξη και καθαρότητα, στοιχείο που χαρακτηρίζει την πρόσφατη αναβίωση του είδους από καλλιτέχνες που γνωρίζουν την ιστορία του και τη μεταφέρουν σε νέο πλαίσιο. Η συμμετοχή του CLIPZ, ενεργού από την περίοδο της drum & bass εδραίωσης, συνδέει άμεσα το κομμάτι με τη συνέχεια της βρετανικής κουλτούρας. Το «Don't Leave Too Soon» της Little Simz αντλεί από διαφορετική, αλλά εξίσου χορευτική, καταγωγή. Το βρετανικό hip hop διαμορφώθηκε σε στενή σχέση με τη dance κουλτούρα, από τα early breakbeat και trip hop περιβάλλοντα μέχρι τη grime και τις μεταγενέστερες μορφές spoken αφήγησης πάνω σε ρυθμό. Η επιλογή χαμηλού tempo, σταθερού παλμού και περιορισμένης ρυθμικής πληροφορίας στο συγκεκριμένο κομμάτι παραπέμπει σε αυτή την παράδοση, όπου ο ρυθμός λειτουργεί ως υποδομή λόγου.
Η pop με ηλεκτρονική βάση εμφανίζεται σε κομμάτια όπως το «NOT OK» των 5 Seconds of Summer, το «Unconditional» της JADE, το «Romeo» της Dove Cameron και το «People Change» των St. Lucia, με καθαρή δομή τραγουδιού και σύγχρονες τεχνικές παραγωγής.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980, ένα τμήμα της χορευτικής μουσικής άρχισε να απομακρύνεται από την αποκλειστική χρήση της πίστας και να αναζητά άλλους τρόπους παρουσίασης. Στη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο και αργότερα σε ευρωπαϊκά αστικά κέντρα, δημιουργοί που είχαν σχέση με τη house, την ηλεκτρονική σύνθεση και την πειραματική σκηνή χρησιμοποίησαν ρυθμικά εργαλεία για έργα που απευθύνονταν περισσότερο στην ακρόαση και στη σκέψη. Παραδείγματα αυτής της πορείας αποτελούν οι μεταγενέστερες δουλειές των Laurie Anderson, ο Arthur Russell, που αξιοποίησαν εργαλεία της disco και της post-disco παραγωγής για συνθέσεις που λειτουργούσαν τόσο σε χώρους χορού όσο και σε συνθήκες ακρόασης, με έμφαση στη δομή, στη φωνή και στη μορφή καθώς και η ευρωπαϊκή γραμμή της που διαμορφώθηκε από καλλιτέχνες όπως η Björk, όπου ο ρυθμός παρέμεινε παρών χωρίς να υπηρετεί αποκλειστικά τη σωματική κίνηση. Σε αυτό το πλαίσιο, το «The artist is absent» της Jenny Hval χρησιμοποιεί ηλεκτρονικά μέσα, φωνή και περιορισμένη ρυθμική αγωγή για να οργανώσει το υλικό γύρω από μια δομική ιδέα, πρακτική που συνδέεται με τη σκανδιναβική πειραματική ποπ και με μεταγενέστερες μορφές ηλεκτρονικής τραγουδοποιίας που διασταυρώθηκαν με τη χορευτική σκέψη χωρίς να υπηρετούν άμεσα την πίστα. Αντίστοιχα, το «What Is The Reason For It?» των David Byrne, Ghost Train Orchestra και Hayley Williams συνεχίζει μια πορεία όπου η ρυθμική αγωγή, τα πνευστά και η φωνή οργανώνονται ως ενιαίο σύνολο, παραπέμποντας στις θεατρικές και πολυμελείς δουλειές του David Byrne από τη δεκαετία του 1990 και έπειτα. Η συμμετοχή της Ghost Train Orchestra εισάγει οργανική, τελετουργική ενορχήστρωση, ενώ η φωνή της Hayley Williams λειτουργεί ως καθαρό σημείο αναφοράς μέσα σε μια σύνθεση που χρησιμοποιεί τη χορευτική γλώσσα ως δομικό υλικό και όχι ως αυτοσκοπό.
Το «Block Rockin' Beats – Don Diablo Remix» των The Chemical Brothers με τον Don Diablo και το «Edge of Desire – Extended Mix» των Jonas Blue και Malive λειτουργούν ως σημεία αναφοράς προς την ιστορία και τη γεωγραφία της χορευτικής μουσικής, από το big beat μέχρι τις σύγχρονες τροπικές και λατινικές κατευθύνσεις.
Στο τέλος, όλα επιστρέφουν στον ρυθμό. Ούτε στο ύφος, ούτε στην ταυτότητα, ούτε στη σκηνή. Ο ρυθμός παραμένει σταθερό νόμισμα σε μια εποχή όπου τα είδη διαλύονται γρηγορότερα από τις λίστες αναπαραγωγής. Άλλοτε λειτουργεί ως μηχανισμός κίνησης, άλλοτε ως δομή σκέψης, συχνά ως τρόπος να μετρηθεί ο χρόνος μέσα σε έναν χώρο που αλλάζει. Κάποιος θα αναζητήσει κορυφώσεις, κάποιος άλλος τραγούδια, κάποιος τρίτος απλώς κάτι που να αντέχει επανάληψη χωρίς φθορά. Το ενδιαφέρον βρίσκεται αλλού. Στο γεγονός ότι αυτά τα κομμάτια επιμένουν να υπάρχουν μέσα από τη λειτουργία τους και όχι μέσα από την υπόσχεση τους. Ο ρυθμός εδώ λειτουργεί σαν φίλτρο και όποιος αντέξει, συνεχίζει. Οι υπόλοιποι απλώς αλλάζουν σταθμό. Κι αν κάτι αξίζει να κρατηθεί, είναι ότι όταν ο ρυθμός παύει να υπηρετεί την εντύπωση και αρχίζει να οργανώνει τον χρόνο, τότε η χορευτική μουσική παύει να αφορά το σώμα μόνο. Αφορά τον τρόπο που ακούγεται ο κόσμος γύρω. Αυτό, όσο κι αν ενοχλεί, παραμένει πάντα επίκαιρο.
Η λίστα:
- «Block Rockin' Beats - Don Diablo Remix» — Block Rockin' Beats (Don Diablo Remix) — The Chemical Brothers/Don Diablo — 07/11/2025
- «Heaven Knows - Extended Mix» — Heaven Knows — Cosmic Gate/RYVM/Marlene — 30/10/2025
- «Hold It Down (DARE)» — Hold It Down (DARE) — Layton Giordani — 12/11/2025
- «In The End - from the Memento Mori Sessions» — In The End (from the Memento Mori Sessions) — Depeche Mode — 24/10/2025
- «Rendez-vous» — Rendez-vous — Amanda Lear — 23/10/2025
- «Hymn» — Charlotte de Witte — Charlotte de Witte — 07/11/2025
- «Christina» — Christina — Lilly Wood and The Prick/Myd — 12/11/2025
- «Stay Still, A Little While» — Stay Still, A Little While — Lane 8/Jyll — 28/10/2025
- «Drug In Us» — Giving Up On Words — Mindchatter/Poolside — 07/11/2025
- «Afterthought» — Deadbeat — Tame Impala — 17/10/2025
- «A BUG'S LIFE» — A BUG'S LIFE — Sudan Archives — 14/10/2025
- «NOT OK» — NOT OK — 5 Seconds of Summer — 24/09/2025
- «Maia Maia» — Maia Maia — Nia Archives/CLIPZ — 19/09/2025
- «Feelings Gone (feat. London Grammar)» — Anemoia — SG Lewis/London Grammar — 05/09/2025
- «Share Your Love» — EP2 — Tema Due/Nicola Conte/Nico Lahs/Nina Miranda — 12/09/2025
- «Unconditional» — Unconditional — JADE — 10/09/2025
- «What Is The Reason For It?» — What Is The Reason For It? — David Byrne/Ghost Train Orchestra/Hayley Williams — 03/09/2025
- «Sakura» — Sakura — Across Boundaries/Chris Stussy/Locklead — 05/09/2025
- «Higher Low» — Higher Low — Jan Blomqvist/LissA — 27/08/2025
- «NO CAP» — NO CAP — Disclosure/Anderson .Paak — 06/08/2025
- «All Hearts Beat» — All Hearts Beat — Avangart Tabldot/Tripolism — 01/08/2025
- «SMYLM» — SMYLM — J. Worra — 01/08/2025
- «Annihilation» — Annihilation — TOPS — 23/07/2025
- «I STILL KEEP YOUR LOVE ALIVE» — I STILL KEEP YOUR LOVE ALIVE — Stefan Torres — 25/07/2025
- «Tennis Bracelet» — Tennis Bracelet — Rebounder/Sofie Royer — 10/07/2025
- «Mourir sur scène» — IMPOSTEUR — Julien Doré — 24/01/2025
- «She's Mine» — Déjà Vous EP — Yuksek/Isaac Delusion — 06/06/2025
- «Romeo» — Romeo — Dove Cameron — 27/06/2025
- «Symbolical» — e-Dancer — e-Dancer/Kevin Saunderson/Dantiez/Ava Sofia — 13/06/2025
- «Pick Up The Phone» — Pick Up The Phone — Sofi Tukker/Nonô — 04/06/2025
- «The artist is absent» — Iris Silver Mist — Jenny Hval — 02/05/2025
- «Don't Leave Too Soon» — Don't Leave Too Soon (From the Netflix Film 'Steve') — Little Simz — 12/09/2025
- «People Change» — People Change — St. Lucia — 31/10/2025
- «Everything I Do - Art Of Tones Remix» — Everything I Do (Art of Tones Remix) — Anoraak/Moona/Art of Tones — 07/11/2025
- «chrysalis» — chrysalis — L'Impératrice/Louve — 10/10/2025
- «Jamaican (Bam Bam)» — Jamaican (Bam Bam) — HUGEL/SOLTO (FR) — 07/11/2025
- «Giving It Up» — Fata Morgana: Dusk — St. Lucia — 05/12/2025
- «How It Was» — How It Was — Incognito/Alex Hard/Victor Cardenas — 10/10/2025
- «THE FUTURE» — THE FUTURE — Ankhoï/Luch — 14/11/2025
- «Edge of Desire - Extended Mix» — Edge of Desire — Jonas Blue/Malive — 18/07/2025