Σε έναν κόσμο όπου πάνω από 120.000 νέα τραγούδια ανεβαίνουν καθημερινά: Νέα Μουσική Που Αξίζει Ν’ Ακούσεις
Νέα Μουσική Που Αξίζει Ν’ Ακούσεις
Από τον Θοδωρή Φαχουρίδη
Σε έναν κόσμο όπου πάνω από 120.000 νέα τραγούδια ανεβαίνουν καθημερινά στις ψηφιακές πλατφόρμες, χωρίς να υπολογίζουμε επανακυκλοφορίες, κλασική μουσική ή λευκό θόρυβο, είναι απολύτως κατανοητό να νιώθει κανείς χαμένος. Η υπερπροσφορά δεν σημαίνει υπερπληροφόρηση παρά σημαίνει θόρυβο. Και μέσα σ’ αυτόν τον θόρυβο, η λίστα που ακολουθεί λειτουργεί σαν χειροποίητο μονοπάτι για να διασχιστεί με προσοχή. Από τη Νέα Ζηλανδία των LEISURE και την ψυχεδελική soul του «Diamonds», μέχρι τη Νέα Υόρκη της Samia και το ποιητικό «Cinder Block», η λίστα διασχίζει γεωγραφίες και συναισθηματικά τοπία. Η Carson McCullers συναντά τον Leonard Cohen, η Νότια Καρολίνα του Marcus King γίνεται ερωτική πατρίδα, και η Βόρεια Ιρλανδία των The Divine Comedy μετατρέπει τη λογοτεχνία σε chamber pop. Ο Junior H από το Μεξικό φέρνει τα corridos tumbados στην κορυφή των charts, ενώ ο FACESOUL, με καταγωγή από τη Σομαλία και βάση το Λονδίνο, ψιθυρίζει πνευματική ευγνωμοσύνη μέσα από ambient soul. Οι Paperwater από το Μαϊάμι προσθέτουν μια lo-fi ερωτική εξομολόγηση, και οι Beirut μετατρέπουν ένα γερμανικό αρχείο απωλειών σε μουσική για σύγχρονο τσίρκο. Αυτό που ίσως δεν φαίνεται με την πρώτη ματιά είναι ότι όλα αυτά τα τραγούδια, ανεξαρτήτως είδους ή χώρας, μοιράζονται μια κοινή στάση, την επιμονή να δώσουν μορφή σε κάτι άπιαστο. Είτε πρόκειται για την απώλεια, την επιθυμία, την ενοχή, την πνευματικότητα ή την ιστορική παραδοξότητα, οι δημιουργοί τους προσφέρουν κάτι παραπάνω από απλά ήχο, προσφέρουν προοπτική και αιτία για κοινές εμπειρίες. Και γιατί να αφιερώσει κανείς χρόνο σε αυτή τη λίστα, όταν υπάρχουν τόσες άλλες, μπορεί να αναρωτηθεί κάποιος και εύλογα. Εδώ δεν θα βρει ο ακροατής απλώς μια μουσική υπόκρουση, μα θα βρει προσωπικές εξομολογήσεις, πολιτισμικές διαδρομές, συναισθηματικές τομές, τραγούδια που συνομιλούν με την ψυχή και με επιμονή ζητούν να τα κατοικήσεις. Το σίγουρο είναι ότι τα αυτά δεν είναι για «fast food» ακρόαση. Είναι για εκείνες τις ώρες που δεν ψάχνεις να γεμίσεις τον χρόνο σου, αλλά να του δόσεις ποιότητα. Αν η μουσική είναι ακόμη ικανή να μας αλλάξει, τότε αυτή η λίστα είναι ένα μικρό, αλλά ισχυρό επιχείρημα υπέρ της.
Καλή μας ακρόαση…
Το «Everybody Laughs» είναι το εναρκτήριο single από το άλμπουμ «Who Is The Sky?» του David Byrne σε συνεργασία με την Ghost Train Orchestra, ένα σύνολο avant-garde jazz και ποπ από τη Νέα Υόρκη. Το άλμπουμ, κυκλοφορημένο από τη Matador Records στις 5 Σεπτεμβρίου, αποτελεί την πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά του Byrne μετά το «American Utopia» του 2018. Η Ghost Train Orchestra, υπό την καθοδήγηση του Brian Carpenter, έχει διακριθεί για τις ανασυνθέσεις μουσικών έργων των δεκαετιών 1920–1940, με έμφαση στην ιστορική τζαζ και την πειραματική ενορχήστρωση. Στο «Who Is The Sky?», οι ενορχηστρώσεις τους φέρνουν στο προσκήνιο την συναισθηματική πυκνότητα των συνθέσεων του Byrne, ο οποίος περιγράφει κάθε τραγούδι ως «μια νέα περιπέτεια» που ξεκινά από ακουστικά demos και εξελίσσεται σε ορχηστρικά τοπία. Το «Everybody Laughs» σχολιάζει την ανθρώπινη κατάσταση με την χαρακτηριστική ανθρωπολογική ματιά του Byrne. «Όλοι γελούν, όλοι κοιμούνται, όλοι κοιτάζουν το ταβάνι», λέει ο ίδιος, ενώ ο παραγωγός Kid Harpoon προσθέτει πως «ο David κατανοεί την παραδοξότητα της ζωής». Το άλμπουμ περιλαμβάνει επίσης συνεργασίες με την St. Vincent, την Hayley Williams και τον Tom Skinner, και έχει ήδη λάβει θετικές κριτικές από το Far Out Magazine, το Spectrum Culture και το Mojo.
Το «The Cabin on the Hill» των Ruen Brothers είναι το ομότιτλο κομμάτι του νέου τους EP, κυκλοφορημένο στις 2 Σεπτεμβρίου από την Yep Roc Records. Το ντουέτο των αδελφών Henry και Rupert Stansall από το Σκάνθορπ της Αγγλίας έχει διακριθεί για την αναβίωση του vintage rock’n’roll και της κινηματογραφικής americana, με επιρροές από Roy Orbison, The Everly Brothers και Ennio Morricone. Το EP «The Cabin on the Hill» περιλαμβάνει τρία κομμάτια, «The Cabin on the Hill», «Desert Showers» και «Mama Don't», και χαρακτηρίζεται από ατμοσφαιρική παραγωγή, νοσταλγική θεματολογία και φωνητικές αρμονίες που παραπέμπουν σε soundtrack παλιών western. Το κομμάτι, περιγράφει μια νυχτερινή σκηνή σε μια απομονωμένη καλύβα, με φως που καίει μέχρι να επιστρέψει κάποιος αγαπημένος. Οι αδελφοί Ruen έχουν συνεργαστεί στο παρελθόν με τον Rick Rubin και έχουν εμφανιστεί σε φεστιβάλ όπως το SXSW και το AmericanaFest, ενώ η μουσική τους έχει ακουστεί σε σειρές του Netflix και του HBO. Με το νέο τους έργο, συνεχίζουν να χτίζουν έναν ήχο που συνδυάζει τη βρετανική ευαισθησία με την αμερικανική μυθολογία.
Το «Unconditional» της JADE είναι ένα από τα κεντρικά κομμάτια του πρώτου της προσωπικού άλμπουμ «THAT’S SHOWBIZ BABY!», που κυκλοφόρησε τον περασμένο Σεπτέμβριο. Η JADE, γνωστή από την πορεία της με τις Little Mix, εγκαινιάζει εδώ μια νέα μουσική ταυτότητα, αποστασιοποιημένη από το συγκρότημα, με έμφαση σε θεματικές συναισθηματικής ωριμότητας και προσωπικής έκφρασης. Το «Unconditional» συνδυάζει στοιχεία από την disco των 1970s και την synth-pop των 1980s, με παραγωγή που παραπέμπει στον Giorgio Moroder και αισθητική που θυμίζει MGMT. Σύμφωνα με το NME, το κομμάτι αποτελεί μια «συναισθηματική εξερεύνηση της άνευ όρων αγάπης», εμπνευσμένη από την προσωπική εμπειρία της JADE με την ασθένεια της μητέρας της. Το Clash Magazine επαινεί την φωνητική της ερμηνεία και την ικανότητά της να ισορροπεί ανάμεσα στην ποπ ενέργεια και την εσωτερική ευαισθησία. Το άλμπουμ «THAT’S SHOWBIZ BABY!» σημείωσε εμπορική επιτυχία στο Ηνωμένο Βασίλειο, την Ιρλανδία και το Βέλγιο. Η JADE παρουσιάζεται ως καλλιτέχνιδα που μεταβαίνει από την εμπορική pop σε πιο προσωπικά και αφηγηματικά μονοπάτια, διατηρώντας παράλληλα την σκηνική της ενέργεια και την φωνητική της ευχέρεια. Να ομολογήσω την αμαρτία μου περνάω πολύ καλύτερα ακούγοντάς το από την ποπ πρόταση της Swift.
Το «Apocalypse» της Iniko περιλαμβάνεται στην deluxe έκδοση του άλμπουμ «The Awakening», που κυκλοφόρησε στις 22 Αυγούστου. Η Iniko, γεννημένη ως Iniko Ijhara Dixon, είναι Αμερικανίδα τραγουδοποιός με καταγωγή από την Τζαμάικα και έδρα το Μπρούκλιν. Η μουσική της ενσωματώνει στοιχεία από R&B, soul, alternative pop και hip-hop. Το «Apocalypse» συνεχίζει την αισθητική του άλμπουμ «The Awakening», το οποίο αποτελεί το πρώτο ολοκληρωμένο studio album της Iniko και ακολουθεί την επιτυχία του viral single «The King’s Affirmation» (2021) και του «Jericho», που έφτασε στο Νο.11 των R&B Digital Song Sales του Billboard. Η Iniko αυτοπροσδιορίζεται ως « αφυλοποιημένη» και έχει δηλώσει πως η δημιουργική της δύναμη πηγάζει από την υπέρβαση προσωπικών τραυμάτων, ιδιαίτερα εκείνων που σχετίζονται με τη θρησκευτική της ανατροφή. Το «Apocalypse» χαρακτηρίζεται από κινηματογραφική παραγωγή, φωνητική πολυμορφία και στίχους που εξερευνούν την πνευματική αναγέννηση μέσα από την καταστροφή. Το κομμάτι έχει ήδη ενταχθεί στο setlist της περιοδείας «Awakening The Empire», η οποία καλύπτει Βόρεια Αμερική και Ευρώπη.
Το ποπ/ροκ τραγούδι «Post Sex Clarity» της Lola Young που ακολουθεί περιλαμβάνεται στο τρίτο της άλμπουμ «I’m Only F**king Myself», που κυκλοφόρησε επίσης τον Σεπτέμβριο του 2025 από την Island Records. Η Lola Young, γεννημένη στο Λονδίνο το 2001, είναι γνωστή για την ωμή ειλικρίνεια των στίχων της και την εναλλακτική pop αισθητική της, με επιρροές από Frank Ocean, Leonard Cohen και Radiohead. Σύμφωνα με το NME, το άλμπουμ «προσφέρει ενδιαφέρουσες και απρόσμενες εκδοχές της pop» και το «Post Sex Clarity» ανήκει στα «βαρύτερα κομμάτια όπου η Young ακούγεται πιο οικεία». Το Clash Magazine περιγράφει το άλμπουμ ως «ρητή, εξομολογητική pop μουσική», προσθέτοντας ότι «κάθε τραγούδι μοιάζει με σελίδα ημερολογίου» και ότι η Young «δεν κρατά τίποτα πίσω, είναι διαφανής για κάθε πτυχή της ζωής της, ακόμη και τις πιο ιδιωτικές». Το άλμπουμ έλαβε γενικά θετικές κριτικές, με μέσο όρο 78/100 στο Metacritic και αξιολογήσεις από Pitchfork (7.2/10), Clash (7/10), και Rolling Stone. Η Lola Young έχει ήδη βραβευτεί με το Ivor Novello Rising Star Award και ήταν υποψήφια για Best Pop Act στα Brit Awards 2025. Το αφεντικό κάποτε είχε πει ότι η ακρόαση έχει ενδιαφέρον όταν καταδεικνύει ότι κάτι τρώει τον δημιουργό και οι κυκλοφορίες της 24χρονης μέχρι στιγμής ανήκουν σε αυτήν την κατηγορία.
Το «So Easy (To Fall In Love)» της Olivia Dean περιλαμβάνεται στο δεύτερο της άλμπουμ «The Art of Loving», που κυκλοφόρησε στις 26 Σεπτεμβρίου. Η Olivia Dean, απόφοιτη του Brit School, έχει καθιερωθεί ως μία από τις πιο ευαίσθητες και εκφραστικές φωνές της βρετανικής soul-pop σκηνής. Το τραγούδι είναι ένα «γλυκό jazz pop διαμάντι που θυμίζει τη λάμψη της Diana Ross όπως έγραψε το Rolling Stone. Η Dean τραγουδά «Είμαι το τέλειο μείγμα του Σαββατόβραδου και της υπόλοιπης ζωής σου», αποτυπώνοντας γλαφυρά την παιχνιδιάρικη και αισιόδοξη διάθεση του κομματιού. Η ενορχήστρωση περιλαμβάνει τρομπέτες, σαξόφωνα και ρυθμικά κρουστά, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα που συνδυάζει την κομψότητα της bossa nova με την ενέργεια της σύγχρονης soul. Tο κομμάτι «αποτυπώνει το φτερούγισμα των νέων σχέσεων συνδυάζοντας μια ήσυχη, στοχαστική εξερεύνηση της αγάπης σε όλες της τις μορφές. Η φωνή της Olivia Dean παραμένει το επίκεντρο κρυστάλλινη, και γεμάτη ζεστασιά. Το «The Art of Loving» έλαβε θετικές κριτικές και θεωρείται συνέχεια της επιτυχίας του ντεμπούτου της «Messy» (2023), με εμφανίσεις σε Glastonbury, Mercury Prize υποψηφιότητα και sold-out συναυλίες στο O2 του Λονδίνου, μια αξιόλογη σύγχρονη πρόταση.
Το «Dream of You» της Amaria αποτελεί το ομότιτλο κομμάτι του νέου της EP, που κυκλοφόρησε στις 29 Αυγούστου. Η τραγουδοποιός από το Λονδίνο με καταγωγή από την Τζαμάικα, έχει ξεχωρίσει για την αισθητική της στον χώρο της neo-soul και της alternative R&B, με φωνητική ευαισθησία που παραπέμπει σε καλλιτέχνες όπως η Sade και η Cleo Sol. Το Clash Magazine σημειώνει πως η Amaria «συνδυάζει την εσωτερικότητα της soul με την ατμόσφαιρα της σύγχρονης electronica», ενώ το NME την έχει συμπεριλάβει στους «100 καλλιτέχνες που πρέπει να προσέξετε το 2025», γράφοντας ότι «η φωνή της είναι σαν όνειρο που δεν θέλεις να ξυπνήσεις». Η παραγωγή του κομματιού έγινε από τον Oscar Scheller, ο οποίος έχει συνεργαστεί ως παραγωγός με την Ashnikko («Deal With It», «Daisy») και την PinkPantheress («Pain», «Break It Off»). Η ενορχήστρωση του «Dream of You» χαρακτηρίζεται από ζεστούς synths, διακριτικά beats και φωνητικές αρμονίες που δημιουργούν μια ονειρική ατμόσφαιρα, με έμφαση στην συναισθηματική αφήγηση. Το EP «Dream of You» περιλαμβάνει επίσης τα κομμάτια «Softly», «No Reply» και «Golden Hour», και έχει παρουσιαστεί σε ζωντανές εμφανίσεις της Amaria στο COLORS Studios και στο BBC Introducing.
Το «How Can I Tell You? (To Love Me More)» της Brooke Combe αποτελεί το ομότιτλο κομμάτι του δεύτερου της EP, που κυκλοφόρησε πριν από έναν μήνα. Η Brooke Combe, τραγουδοποιός και πολυοργανίστρια από το Dalkeith της Σκωτίας, έχει αναδειχθεί ως μία από τις πιο υποσχόμενες φωνές της βρετανικής soul και R&B σκηνής, με επιρροές από Motown, neo-soul και rock. Η πορεία της ξεκίνησε με διασκευές που δημοσίευε διαδικτυακά, ενώ το 2021 κυκλοφόρησε το πρώτο της single «Are You With Me?», το οποίο περιγράφηκε από το NME ως «ένα λαμπερό τραγούδι με ρεφρέν που σε παρασύρει να το τραγουδήσεις». Το 2023 κυκλοφόρησε το mixtape «Black Is the New Gold», το οποίο εξερευνά την καταπίεση μέσα από ένα τρυφερό αφιέρωμα στις μαύρες ρίζες της. Το 2025, η Brooke Combe κυκλοφόρησε ανεξάρτητα το πρώτο της ολοκληρωμένο άλμπουμ «Dancing at the Edge of the World», με σαφείς επιρροές από το Northern Soul. Το Clash Magazine το χαρακτήρισε ως «μια πραγματική καταιγίδα, soul με vintage αισθητική που ακούγεται εντελώς φρέσκια… η Combe δεν αρκείται στην αναπαραγωγή του παρελθόντος, αλλά βρίσκει τη δική της μοναδική θέση μέσα στη soul παράδοση». Το «How Can I Tell You? (To Love Me More)» συνεχίζει αυτή την καλλιτεχνική πορεία, συνδυάζοντας συναισθηματική ένταση με ρετρό ενορχήστρωση και φωνητική ερμηνεία που ισορροπεί ανάμεσα στην ευθραυστότητα και τη δύναμη χωρίς να ακούγεται ως στείρο αναμάσημα του κινήματος που συνεπήρε την βόρεια Αγγλία στα τέλη της δεκαετίας του 60 αρχές των ‘70ς.
Το «How Do You Dance?» του Yung Kai είναι το εναρκτήριο κομμάτι του ντεμπούτου άλμπουμ «Stay With the Ocean, I’ll Find You», που κυκλοφόρησε στις 26 Σεπτεμβρίου του 2025. Ο Yung Kai, γεννημένος ως Max Zhang το 2002 στο Burnaby του Καναδά και μεγαλωμένος στη Σαγκάη, έχει περιγραφεί από το Billboard Canada ως μία από τις πιο ευαίσθητες και κινηματογραφικές φωνές της νέας γενιάς bedroom pop. Το άλμπουμ δημιουργήθηκε εξ ολοκλήρου στο υπνοδωμάτιο του καλλιτέχνη, με τον ίδιο να υπογράφει την παραγωγή, τη σύνθεση και την ερμηνεία. Ο Yung Kai δεν γράφει απλώς τραγούδια, αλλά σκηνοθετεί συναισθηματικά τοπία με το Clash Magazine τον χαρακτηρίζει ως ποιητή της αποστασιοποιημένης τρυφερότητας. Το «How Do You Dance?» συνδυάζει lo-fi beats, ambient synths και φωνητικά που μοιάζουν με εσωτερικό μονόλογο, με στίχους όπως, «Σε είδα να κινείσαι σαν την παλίρροια / και ξέχασα πώς να αναπνέω». Το άλμπουμ περιλαμβάνει επίσης τα «Blue», «Do You Think You Could Love Me?» και «My Light». Το «Blue» έχει ξεπεράσει το 1 δισεκατομμύριο streams, φτάνοντας στο Νο.39 του Billboard Global 200 και στο Νο.1 στην Ινδονησία. Η επιτυχία του Yung Kai δεν είναι μόνο ψηφιακή, είναι συναισθηματική, παγκόσμια και συγχρόνως βαθιά προσωπική. Το «How Do You Dance?» έχει ήδη ενταχθεί στην περιοδεία Flower Moon and Star Tour, με εμφανίσεις σε Ασία, Ευρώπη και Βόρεια Αμερική. Σε συνέντευξή του στο Rolling Stone Canada, ο Yung Kai δηλώνει: «Δεν ξέρω αν γράφω για τον έρωτα ή για την απουσία του. Ίσως είναι το ίδιο πράγμα» και πρέπει να πω ότι αυτά τα ίσως φτιάχνουν συνήθως τα πιο ενδιαφέροντα αποτελέσματα…
Το «Cons and Clowns» της Courtney Marie Andrews είναι 34 ετών,κυκλοφόρησε στις 17 Σεπτεμβρίου το 12ο στούντιο άλμπουμ της και αποτελεί το πρώτο της μουσικό έργο μετά από τρία χρόνια σιωπής, «Loose Future». Η Courtney Marie Andrews, γνωστή για την ευαισθησία και την ειλικρίνεια της γραφής της, υποψήφια για βραβείο γκράμμι πρώτη φορά το 2021 (63α Βραβεία) στην κατηγορία Best Americana Album για το άλμπουμ της «Old Flowers», έχει συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως η Sheryl Crow, η Maggie Rogers και η Lucinda Williams. Το τραγούδι «Cons and Clowns» παρουσιάστηκε ως «ωδή στους καλλιτέχνες, τους περιθωριακούς και τους ντροπαλούς αγαπημένους που θέλεις να δεις να λάμπουν». Όπως δηλώνει η ίδια: «Ήθελα να γράψω μια ερωτική επιστολή ενθάρρυνσης προς όποιον φοβάται να είναι ο πιο άγριος και αλλόκοτος εαυτός του, ειδικά μέσα στο σκοτεινό τοπίο του σήμερα». Η ενορχήστρωση του κομματιού είναι λιτή αλλά εντυπωσιακή, με την Andrews να παίζει φλάουτο, ένα όργανο που, όπως λέει, δεν είχε αγγίξει από την παιδική της ηλικία. Το αποτέλεσμα είναι ένα κομμάτι που συνδυάζει την παιχνιδιάρικη ενέργεια της νιότης με την ωριμότητα μιας δημιουργού που έχει αγκαλιάσει την πολυπλοκότητα της ταυτότητάς της. Το «Cons and Clowns» συνοδεύεται απ’ ότι διαβάζω και από περιοδεία το φθινόπωρο του 2025, με εμφανίσεις σε επιλεγμένους σοφά κατά τη γνώμη μου μικρούς χώρους, ενισχύοντας την αίσθηση προσωπικής επαφής και καλλιτεχνικής αμεσότητας.
Το «The Big Goodbye» των AJR αποτελεί το πέμπτο και τελευταίο κομμάτι του EP «What No One’s Thinking», που κυκλοφόρησε στις 5 Σεπτεμβρίου από την ανεξάρτητη δισκογραφική τους AJR Productions. Το EP λειτουργεί ως θεματική συνέχεια του «What Everyone’s Thinking» του 2016, εστιάζοντας όχι στις σκέψεις αλλά στα συναισθήματα που οι ίδιοι ένιωσαν μετά από δημιουργικό αδιέξοδο. Το «The Big Goodbye» γράφτηκε από τους Jack Met, Ryan Met, Buddy Black και Leroy Van Dyke. Το κομμάτι κυκλοφόρησε ως single στις 6 Σεπτεμβρίου, μία ημέρα μετά την επίσημη κυκλοφορία του EP. Το EP περιλαμβάνει συνολικά πέντε κομμάτια: «The Plane That Never Lands», «A Dog Song», «Betty», «I’m Sorry You Went Crazy» και «The Big Goodbye». Η θεματολογία του EP περιστρέφεται γύρω από την εσωτερική σύγκρουση, την αποστασιοποίηση και την προσπάθεια να εκφραστούν συναισθήματα που δεν μεταφράζονται εύκολα σε λέξεις. Οι AJR, δηλαδή τα αδέρφια Adam, Jack και Ryan Met, είναι γνωστοί για τον συνδυασμό indie pop, electropop και θεατρικής ενορχήστρωσης. Το προηγούμενο άλμπουμ τους «The Maybe Man» (2023) είχε φτάσει στο Νο.28 του Billboard 200 και περιλάμβανε το single «Yes I’m a Mess». Ξεκινά με ένα δείγμα φωνής τύπου δημοπράτη, που δημιουργεί μια θεατρική και σχεδόν σουρεαλιστική και εθιστική είναι η αλήθεια, εισαγωγή. Αυτό το στοιχείο λειτουργεί σαν σκηνικό για ένα συναισθηματικό αποχαιρετιστήριο, με χιούμορ και υπερβολή. Η ενορχήστρωση περιλαμβάνει πιάνο, χάλκινα πνευστά και έγχορδα, τα οποία χτίζουν μια κινηματογραφική ατμόσφαιρα. Η παραγωγή του παίζει με εναλλαγές ανάμεσα σε θριαμβευτική ενέργεια και πικρή αναστοχαστικότητα καθώς το κομμάτι περιέχει αναφορές σε προηγούμενα τραγούδια των AJR, όπως το «Weak» και το «The Good Part», δημιουργώντας ένα μετα-αφηγηματικό πλαίσιο ενισχύοντας την αίσθηση ότι πρόκειται για ένα τελετουργικό κλείσιμο ενός δημιουργικού κύκλου. Θα μπορούσε σε άλλες εποχές να είχε λιώσει στα ερτζιανά παιξίματα.
Το «AUTONOMOUS DELIVERY ROBOT» του grandson περιλαμβάνεται στο άλμπουμ «INERTIA», που κυκλοφόρησε στις 5 Σεπτεμβρίου. Ο grandson (πραγματικό όνομα, Jordan Benjamin, είναι Καναδός τραγουδιστής και ακτιβιστής, γνωστός για τον συνδυασμό alternative rock, hip-hop και πολιτικού σχολιασμού. Το «INERTIA» αποτελεί το τρίτο του στούντιο άλμπουμ και συνεχίζει την αισθητική των προηγούμενων κυκλοφοριών του, όπως «Death of an Optimist» (2020) και «I Love You, I’m Trying» (2023). Το «AUTONOMOUS DELIVERY ROBOT» είναι ένα από τα πιο πειραματικά κομμάτια του δίσκου, με θεματική που περιστρέφεται γύρω από την αποξένωση, την τεχνολογική υπερβολή και την απώλεια ταυτότητας. Η παραγωγή του κομματιού συνδυάζει industrial beats, παραμορφωμένα φωνητικά και εφέ παραμόρφωσης, δημιουργώντας μια ατμόσφαιρα που θυμίζει δυστοπική τελετουργία. Ο grandson τραγουδά, «Θυμώνω κάθε φορά που βλέπω το αυτόνομο ρομπότ παράδοσης», φράση που επαναλαμβάνεται σαν μάντρα, υποδηλώνοντας την απογοήτευση απέναντι στην αυτοματοποίηση της ανθρώπινης εμπειρίας. Το άλμπουμ «INERTIA» περιλαμβάνει επίσης τα κομμάτια «Drones», «Half My Fault», «Something to Hide» και «Eulogy for a Feeling», και έχει παρουσιαστεί σε ζωντανές εμφανίσεις στο πλαίσιο της περιοδείας No Future Tour, με σταθμούς σε ΗΠΑ, Καναδά και Ευρώπη.
Το «Ordinary Creature» των Of Monsters and Men κυκλοφόρησε στις 7 Αυγούστου ως προπομπός του επερχόμενου πέμπτου άλμπουμ τους «All Is Love and Pain in the Mouse Parade», το οποίο βρίσκεται προ των πυλών, αναμένεται στις 17 Οκτωβρίου. Πρόκειται για την πρώτη ολοκληρωμένη δισκογραφική δουλειά του ισλανδικού συγκροτήματος μετά από έξι χρόνια σιωπής, ακολουθώντας το «Fever Dream» (2019). Το τραγούδι ηχογραφήθηκε και παραγάχθηκε στο στούντιο τους στην Ισλανδία, με την Nanna Bryndís Hilmarsdóttir να δηλώνει πως το «Ordinary Creature» είναι «για την αίσθηση της λαχτάρας για εκείνον που σου φέρνει παρηγοριά». Όπως εξηγεί το συγκρότημα, πλέον κουιντέτο: «Είναι για εκείνη τη στιγμή που αρχίζεις να νιώθεις καλύτερα μετά από μια περίοδο δυσφορίας. Όταν επιστρέφεις στον εαυτό σου και θυμάσαι πώς είναι να είσαι ένα συνηθισμένο πλάσμα». Το κομμάτι συνοδεύεται από μουσικό βίντεο σε σκηνοθεσία του Erlendur Sveinsson, γυρισμένο στους ήσυχους δρόμους του παραθαλάσσιου χωριού Selvogur κατά τη διάρκεια μιας ισλανδικής καλοκαιρινής νύχτας. Η αισθητική του βίντεο ενισχύει τη θεματική του τραγουδιού, με εικόνες που αποτυπώνουν την επιστροφή στην απλότητα και την εσωτερική γαλήνη. Το άλμπουμ «All Is Love and Pain in the Mouse Parade» περιγράφεται από το NME ως «βαθιά ενδοσκοπικό», με έμπνευση από τις προσωπικές ιστορίες των μελών και την κοινότητα που τους περιβάλλει. Η Hilmarsdóttir και ο Ragnar Þórhallsson γράφουν από διαφορετικές οπτικές, με την ίδια να δηλώνει πως αυτή τη φορά «επέτρεψε στον εαυτό της να εξερευνήσει περισσότερο τη γυναικεία εμπειρία».
Το «Diamonds» των LEISURE κυκλοφόρησε ως το τρίτο single από το άλμπουμ «Welcome to the Mood», το οποίο αναμένεται επίσημα στις 17 Οκτωβρίου. Το άλμπουμ αποτελεί την πέμπτη στούντιο δουλειά του εξαμελούς συγκροτήματος από το Όκλαντ της Νέας Ζηλανδίας, και χαρακτηρίζεται από έναν πιο οργανικό ήχο, με λιγότερα προγραμματισμένα στοιχεία και περισσότερες ζωντανές ενορχηστρώσεις. Το «Diamonds» είναι ένα ατμοσφαιρικό κομμάτι που συνδυάζει smooth soul, falsetto φωνητικά και διακριτικά funk στοιχεία. Η παραγωγή του κομματιού περιλαμβάνει έγχορδα, πιάνο και πνευστά, με συμμετοχή εξωτερικών μουσικών για την ενίσχυση της αίσθησης οικειότητας και ζεστασιάς. Οι LEISURE έχουν περιγράψει τον ήχο τους ως «ένα ασυνήθιστο κράμα από funk, boom bap των 90s, R&B και dance-pop των αρχών του 2000». Οι επιρροές τους περιλαμβάνουν επίσης funk των 60s, pop των 70s, ροκ των 90s, καθώς και blue-eyed soul, nu-disco και nu-jazz. Το αποτέλεσμα είναι ένας ήχος επίσης ραδιοφωνικά στα αυτιά μου τουλάχιστον αγαπημένος, που χαρακτηρίζεται από χαλαρότητα, ψυχεδελική υφή και συναισθηματική ειλικρίνεια. Το άλμπουμ «Welcome to the Mood» περιλαμβάνει συνολικά δέκα κομμάτια, ανάμεσά τους τα «Sundown», «Missing You», «Dominoes» και «Beach House». Πιστοί στο ανά διετίας ραντεβού τους που χαρακτηρίζει τις δουλειές τους από το δεύτερο άλμπουμ και μετά δημιουργούν σταθερά μια βάση πιστών στον ήχο τους που δύσκολα θα χαθεί στην καλλιτεχνική τους πορεία.
Η Samia Finnerty έχει διαμορφώσει μια ξεχωριστή πορεία στην ανεξάρτητη σκηνή της αμερικανικής τραγουδοποιίας, συνδυάζοντας λυρική ευαισθησία με θεατρική ειλικρίνεια. Από το ντεμπούτο της «The Baby» (2020) μέχρι το πολυσυζητημένο «Honey» (2023) και το πιο σκοτεινό «Bloodless» (2025), η Samia εξερευνά την ταυτότητα, την απώλεια και την εσωτερική σύγκρουση με φωνή που θυμίζει προσωπικό ημερολόγιο. Με επιρροές από Fiona Apple, Phoebe Bridgers και Leonard Cohen, έχει καθιερωθεί ως μία από τις πιο ειλικρινείς και ποιητικές φωνές της γενιάς της, με εμφανίσεις σε φεστιβάλ όπως το SXSW και το Pitchfork Music Festival, και συνεργασίες με καλλιτέχνες όπως οι Tomberlin, Bruno Major και Bartees Strange. Το «Cinder Block» της Samia κυκλοφόρησε στις 18 Σεπτεμβρίου από την Grand Jury Music, ως ανεξάρτητο single που λειτουργεί ως θεματική συνέχεια του άλμπουμ «Bloodless». Ηχογραφήθηκε στη Μινεάπολη μαζί με τον σταθερό συνεργάτη της Caleb Wright, λίγους μήνες μετά την ολοκλήρωση των sessions για το «Bloodless». Το «Cinder Block» είναι ένα ποιητικό και υπαρξιακό κομμάτι, με στίχους που αντλούν έμπνευση από τον Leonard Cohen και συγκεκριμένα από το «Suzanne» και το «Hallelujah». Η ίδια η Samia δηλώνει: «Το έγραψα σαν επέκταση του «Bloodless», βασισμένο σε ποιήματα, ήθελα να μοιάζει με το να παλεύεις να κρατηθείς στην επιφάνεια. Άκουγα πολύ Cohen εκείνη την περίοδο, και η αναφορά στη Θεωρία των Ιδεών στο «Suzanne» μου φάνηκε επίκαιρη. Μετά έγινε επαναλαμβανόμενο μοτίβο να τον παραθέτω». Η παραγωγή είναι ελάχιστη, με ηλεκτρική κιθάρα να στηρίζει τη φωνή της Samia, αφήνοντας χώρο για τις λογοτεχνικές αναφορές να αναπνεύσουν. Στίχοι όπως «I’ve touched your perfect body with my mind» και «This is my hallelujah» λειτουργούν ως άμεσες παραθέσεις από τον Cohen, ενώ η φράση «I got Jack Sparrow’s compass / it isn’t a fucking toy» προσθέτει μια ειρωνική, κινηματογραφική διάσταση στο κομμάτι. Το «Cinder Block» κυκλοφόρησε εν μέσω της φθινοπωρινής περιοδείας της Samia στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, με σταθμούς στο Λος Άντζελες, το Λονδίνο και το Μεξικό. Το κομμάτι έχει ήδη χαρακτηριστεί από το FEMMUSIC ως «συγκλονιστικό στην απλότητά του, με λυρική πυκνότητα που θυμίζει προσωπικό ημερολόγιο», δεν περιγράφω άλλο…
Το «Guericke’s Unicorn» των Beirut κυκλοφόρησε στις 18 Απριλίου ως δεύτερο single από το άλμπουμ «A Study of Losses», που αποτελεί την έβδομη στούντιο δουλειά του συγκροτήματος. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στο Βερολίνο και στο Stokmarknes της Νορβηγίας, ως μουσική σύνθεση για την ακροβατική παράσταση του σουηδικού τσίρκου Kompani Giraff, και βασίζεται στο βιβλίο «Verzeichnis einiger Verluste» της Γερμανίδας συγγραφέως Judith Schalansky. Το «Guericke’s Unicorn» είναι ένα από τα πιο ιδιόρρυθμα κομμάτια του δίσκου, με τον Zach Condon να δηλώνει: «Πάντα με γοήτευαν αυτά τα παράξενα κεφάλαια και οι ιδιόρρυθμες υποσημειώσεις της ιστορίας, και ήθελα να αποτυπώσω την ανορθόδοξη τρέλα εκείνου του «μονόκερου» σε ένα πιο παιχνιδιάρικο τραγούδι, κάπως αποσυνδεδεμένο από την υπόλοιπη αισθητική του άλμπουμ». Το τραγούδι εμπνέεται από την ιστορία του Otto von Guericke, δημάρχου του Μαγδεμβούργου τον 17ο αιώνα, ο οποίος κατασκεύασε ένα «μοντέλο μονόκερου» από οστά μαμούθ, ναρβάλ (μονόκερος της θάλασσας) και άλλων ζώων, μια αποτυχημένη προσπάθεια ανασύνθεσης του μυθικού πλάσματος. Ο Condon εξηγεί πως η εικόνα αυτού του κατασκευάσματος τον ενέπνευσε να δημιουργήσει ένα κομμάτι που να αντανακλά την «εκκεντρική τρέλα» της ανθρώπινης ανάγκης να αρχειοθετεί και να αναπλάθει το χαμένο. Η μουσική του κομματιού χαρακτηρίζεται από συνθετικά στρώματα, ασύμμετρη δομή και στίχους που επαναλαμβάνονται σαν εσωτερικός διάλογος: «Where did you go? Where have you been? / How could this thing make any sense?» Η χορωδιακή ενορχήστρωση και οι αναφορές σε εξαφανισμένα είδη, χαμένα αρχιτεκτονικά έργα και λογοτεχνικούς θησαυρούς εντάσσονται στη γενικότερη θεματική του άλμπουμ, που εξερευνά την έννοια της απώλειας και της διατήρησης.
Το «GIRL I WANT YOU» των Paperwater κυκλοφόρησε στις 11 Σεπτεμβρίου από την Wet Paper Records, σηματοδοτώντας την επιστροφή του ντουέτου σε πιο συναισθηματικά φορτισμένο και εσωστρεφές ύφος. Οι Paperwater, αποτελούμενοι από τους Daygee Kwia και Brian Wilder, είναι γνωστοί για τον συνδυασμό alternative R&B, ηλεκτρονικής παραγωγής και κινηματογραφικής αισθητικής, με επιρροές από James Blake, Frank Ocean και Bon Iver. Το «GIRL I WANT YOU» είναι ένα κομμάτι που εξερευνά την επιθυμία και την αβεβαιότητα, σε μια παραγωγή ατμοσφαιρική, με ambient synths, lo-fi beats και φωνητικά που μοιάζουν να αιωρούνται πάνω από την ενορχήστρωση. Το τραγούδι κυκλοφόρησε σε όλες τις ψηφιακές πλατφόρμες, συμπεριλαμβανομένων των Spotify, SoundCloud και Audiomack, και συνοδεύτηκε από ένα minimal visualizer με ασπρόμαυρες εικόνες αστικής μοναξιάς. Δεν έχει ανακοινωθεί ακόμη αν θα ενταχθεί σε επερχόμενο άλμπουμ ή EP.
Ο FACESOUL (πραγματικό όνομα, Faisal Salah) είναι Βρετανός τραγουδοποιός, ποιητής και ερμηνευτής με καταγωγή από τη Σομαλία, γνωστός για την πνευματική και συναισθηματική του προσέγγιση στη soul και την spoken word. Έχει εμφανιστεί σε πλατφόρμες όπως το COLORS και έχει συνεργαστεί με καλλιτέχνες όπως οι Zein Gowie, Essam και Londrelle. Το έργο του χαρακτηρίζεται από βαθιά ενδοσκόπηση, εσωτερική γαλήνη και στίχους που αντλούν έμπνευση από την ισλαμική πνευματικότητα, την καθημερινή ευγνωμοσύνη και την εμπειρία της διασποράς. Το «IT’S SO BEAUTIFUL» κυκλοφόρησε στις 12 Σεπτεμβρίου από την FACESOUL Music, ως διπλό single μαζί με το «HDYK». Το κομμάτι αποτελεί ύμνο στην ομορφιά της ζωής, της προσευχής και της απελευθέρωσης από τον πόνο. Οι στίχοι του εκφράζουν την κεντρική θεματική του κομματιού, δηλαδή την αναγνώριση του θαύματος της ύπαρξης, ακόμη και μέσα σε δυσκολίες. Η παραγωγή είναι λιτή και ατμοσφαιρική, με έμφαση στη φωνή του FACESOUL, που λειτουργεί σαν καθοδηγητικός ψίθυρος. Το κομμάτι ηχοί στα αυτιά μου σαν μια προσευχή με μουσική μορφή, μια ενναλακτική μορφή γκόσπελ, με πιο αστική, σύγχρονη ενδυμασία.
Ο Junior H, πραγματικό όνομα, Antonio Herrera Pérez, γεννημένος το 2001 στο Γκουαναχουάτο του Μεξικού, είναι ένας από τους πρωτοπόρους του είδους corridos tumbados, συνδυάζοντας παραδοσιακά μεξικανικά στοιχεία δηλαδή των μεξικανικών παραδοσιακών μπαλάντων με trap, R&B και εσωστρεφή θεματολογία. Από το ντεμπούτο του «Mi Vida en un Cigarro» (2019) μέχρι το πολυσυζητημένο «$ad Boyz 4 Life II» (2023), που έφτασε στο Νο.14 του Billboard 200, ο Junior H έχει καθιερωθεί ως εκπρόσωπος της νέας γενιάς της χώρας του. Έχει συνεργαστεί με τον Natanael Cano, εμφανιστεί στο Coachella 2025, και συνεχίζει να κυκλοφορεί άλμπουμ με προσωπική γραφή και πειραματική παραγωγή. Το «Culpable» κυκλοφόρησε στις 18 Σεπτεμβρίου, ως μέρος του άλμπουμ «CONTINGENTE II». Το τραγούδι εμπνέεται από την εσωτερική σύγκρουση ενός αφηγητή που παλεύει με την απώλεια και την εμμονή. Η παραγωγή έγινε από τους Junior H, Krizous, Andres Farias και Gustavo Farías, με συμμετοχή της Fames Orchestra και του Emery Mesich στο σαξόφωνο. Από εμπορικής πλευράς, το «Culpable» σημείωσε εντυπωσιακή επιτυχία καθώς ντεμπούταρε απευθείας στο Νο.1 του Billboard Hot Latin Pop Songs την εβδομάδα της 4ης Οκτωβρίου 2025, μία από τις ελάχιστες σόλο κυκλοφορίες που έχουν καταφέρει να κάνουν ντεμπούτο στο Νο.1 του συγκεκριμένου chart, μαζί με κομμάτια των Karol G και Selena Gomez. Το συγκεκριμένο chart καταγράφει την απόδοση των Latin pop τραγουδιών στις ΗΠΑ, με βάση τα streams, τις πωλήσεις και το ραδιοφωνικό airplay. Σύμφωνα με τη Luminate, το «Culpable» συγκέντρωσε 2,6 εκατομμύρια streams στις ΗΠΑ την πρώτη εβδομάδα κυκλοφορίας.
Οι The Divine Comedy έρχεται από τη Βόρεια Ιρλανδία, με βασικό δημιουργό και σταθερό μέλος τον Neil Hannon. Ιδρύθηκαν το 1989 στο Ένισκιλεν και έχουν κυκλοφορήσει δεκατρία στούντιο άλμπουμ, δύο live άλμπουμ, δύο συλλογές και είκοσι έξι singles. Η μουσική τους χαρακτηρίζεται από θεατρική ενορχήστρωση, λογοτεχνικές αναφορές και ειρωνική αφήγηση, με επιρροές από Scott Walker, Jacques Brel και Michael Nyman. Η μεγαλύτερη εμπορική επιτυχία τους ήταν το single «National Express» (1999), που έφτασε στο Νο.8 του UK Singles Chart, ενώ το άλμπουμ «Fin de Siècle» (1998) έφτασε στο Νο.9 του UK Albums Chart και πιστοποιήθηκε χρυσό. Συνολικά, έχουν καταγράψει 13 singles στο UK Top 40 και 6 άλμπουμ στο UK Top 10, με το «Office Politics» (2019) και το «Charmed Life, The Best of Divine Comedy» (2022) να φτάνουν στο Νο.5. Παρά την αναγνώριση, δεν έχουν τιμηθεί με Brit Awards ή Mercury Prize, αλλά έχουν λάβει θετικές κριτικές από το Mojo, το Uncut, το Irish Times και το Clash. Το «The Heart is a Lonely Hunter» κυκλοφόρησε στις 19 Σεπτεμβρίου ως ένα από τα κεντρικά κομμάτια του άλμπουμ «Rainy Sunday Afternoon», το οποίο αποτελεί τη δέκατη τρίτη στούντιο δουλειά του συγκροτήματος και κυκλοφόρησε από την Divine Comedy Records σε LP, CD, κασέτα και ψηφιακή μορφή. Το άλμπουμ ηχογραφήθηκε στα Abbey Road Studios στο Λονδίνο και στο Sonic Studio στο Δουβλίνο, με παραγωγό τον ίδιο τον Neil Hannon. Το «Rainy Sunday Afternoon» περιλαμβάνει έντεκα κομμάτια, ανάμεσά τους τα «Achilles», «The Last Time I Saw the Old Man», «Invisible Thread» και «Mar-a-Lago by the Sea». Ίσως το πιο σκοτεινό έργο του Hannon από το ‘Fin de Siècle’ του 1998, με το Clash να του δίνει βαθμολογία 9/10, σημειώνοντας πως πρόκειται για «μία από τις πιο ώριμες και συναισθηματικά φορτισμένες δουλειές του».
Ο Marcus King, γεννημένος το 1996 στη Νότια Καρολίνα, είναι Αμερικανός κιθαρίστας, τραγουδοποιός και ερμηνευτής, γνωστός για τον συνδυασμό southern rock, blues και soul. Ξεκίνησε την καριέρα του με το συγκρότημα The Marcus King Band, κυκλοφορώντας άλμπουμ όπως «Soul Insight» (2015), «Carolina Confessions» (2018) και το live «El Dorado» (2020). Μετά από μια περίοδο σόλο κυκλοφοριών υπό την παραγωγή των Dan Auerbach και Rick Rubin, επανενώθηκε με το συγκρότημα για το άλμπουμ «Darling Blue» (2025), το πρώτο τους στούντιο έργο μετά από επτά χρόνια. Το «Carolina Honey» κυκλοφόρησε στις 26 Σεπτεμβρίου ως το όγδοο κομμάτι του άλμπουμ «Darling Blue», το οποίο ηχογραφήθηκε στα ιστορικά Capricorn Studios στη Μείκον της Τζόρτζια. Τα Capricorn Studios θεωρούνται το λίκνο του southern rock, καθώς εκεί ηχογραφήθηκαν ιστορικά άλμπουμ των Allman Brothers Band, Marshall Tucker Band και Wet Willie, καθιερώνοντας το είδος τη δεκαετία του ’70. Η παραγωγή του «Carolina Honey» έγινε από τον Eddie Spear (γνωστός για τη δουλειά του με τους Zach Bryan και Sierra Ferrell), ο οποίος έχει τιμηθεί με βραβείο γκράμμι και φημίζεται για την ικανότητά του να συνδυάζει οργανική ενορχήστρωση με συναισθηματική αμεσότητα. Το τραγούδι είναι μια ερωτική ωδή στη Νότια Καρολίνα, με έντονα προσωπικό χαρακτήρα. Ο ίδιος ο Marcus King δήλωσε, «Το έγραψα για τη γυναίκα μου. Την πρώτη φορά που τη γνώρισα, ένιωσα πως είχα μπροστά μου κάτι που μου έδωσε ελπίδα. Κάποιον για τον οποίο ήθελα να γίνω η καλύτερη εκδοχή του εαυτού μου. Κάποιον που με έκανε να θέλω να γεράσω, ή έστω να επιβιώσω αρκετά για να το κάνω». Η παραγωγή συνδυάζει southern soul, country και ψυχεδελικό rock, με αναφορές σε πόλεις όπως το Raleigh και εικόνες από την καθημερινότητα του King. Το άλμπουμ «Darling Blue» περιλαμβάνει συνεργασίες με τους Billy Strings, Noah Cyrus, Jamey Johnson, Jesse Welles και Kaitlin Butts. Ο επίλογος για σήμερα είναι ένα από τα καλύτερα που άκουσα φέτος.
Τίτλος Τραγουδιού |
Άλμπουμ / EP / Single |
Καλλιτέχνης |
Ημ. Κυκλοφορίας |
Everybody Laughs |
Who Is The Sky? |
David Byrne, Ghost Train Orchestra |
05/09/2025 |
The Cabin on the Hill |
The Cabin on the Hill |
Ruen Brothers |
02/09/2025 |
Unconditional |
THAT'S SHOWBIZ BABY! |
JADE |
11/09/2025 |
Apocalypse |
The Awakening (Deluxe) |
Iniko |
22/08/2025 |
Post Sex Clarity |
I’m Only F**king Myself |
Lola Young |
19/09/2025 |
So Easy (To Fall In Love) |
The Art of Loving |
Olivia Dean |
26/09/2025 |
Dream of You |
Dream of You |
Amaria |
29/08/2025 |
How Can I Tell You? (To Love Me More) |
How Can I Tell You? (To Love Me More) |
Brooke Combe |
12/09/2025 |
how do you dance? |
stay with the ocean, i'll find you |
yung kai |
26/09/2025 |
Cons and Clowns |
Cons and Clowns |
Courtney Marie Andrews |
17/09/2025 |
The Big Goodbye |
What No One's Thinking |
AJR |
05/09/2025 |
AUTONOMOUS DELIVERY ROBOT |
INERTIA |
grandson |
05/09/2025 |
Ordinary Creature |
Ordinary Creature |
Of Monsters and Men |
07/08/2025 |
Diamonds |
Welcome to the Mood |
LEISURE |
12/09/2025 |
Cinder Block |
Cinder Block |
Samia |
18/09/2025 |
Guericke's Unicorn |
A Study of Losses |
Beirut |
18/04/2025 |
GIRL I WANT YOU |
GIRL I WANT YOU |
Paperwater |
11/09/2025 |
ITS SO BEAUTIFUL |
IT'S SO BEAUTIFUL |
FACESOUL |
12/09/2025 |
Culpable |
Culpable |
Junior H |
18/09/2025 |
The Heart is a Lonely Hunter |
Rainy Sunday Afternoon |
The Divine Comedy |
19/09/2025 |
Carolina Honey |
Darling Blue |
Marcus King;The Marcus King Band |
26/09/2025 |