Ένα από τα κύρια ζητούμενα που πραγματεύεται η Πολιτεία του Πλάτωνος είναι η διαμάχη ποίησης-φιλοσοφίας και η αξιολόγηση της χρηστικότητας της πρώτης με φιλοσοφικά κριτήρια. Έτσι λοιπόν στην Πολιτεία μας παρουσιάζεται ο Σωκράτης να αντικρούει την ομηρική, και άλλων δημιουργών, ποίηση, όχι γιατί δεν έχουν ποιητική αξία[1], αλλά γιατί «δεν πρέπει να την ακούνε οι πολίτες». Αυτός ο δεοντολογικός αποκλεισμός της ποίησης έγκειται στην αντίληψη που ο ίδιος έχει σχηματίσει για το χαρακτήρα και τη φύση της.
Η κριτική που ασκεί ο Σωκράτης στην ποίηση δεν γίνεται στα πλαίσια της αισθητικής της αξίας. Όσον αφορά τουλάχιστον την ποιητική δράση του Ομήρου, τα έργα που έχουμε στα χέρια μας χαρακτηρίζονται από μοναδική ποιητική ομορφιά. Ακόμη και ο πλατωνικός Σωκράτης που φαίνεται αρκετά επιφυλακτικός απέναντι στην ποίηση χαρακτηρίζει τον Όμηρο ως ἄνδρα σοφώτατον[2]. Όμως, η αξία ενός ποιήματος περιορίζεται μόνο στον ευφάνταστο και καλοφτιαγμένο μύθο, στην τέλεια ομοιοκαταληξία, στην εύστοχη χρήση παρομοιώσεων και άλλων σχημάτων λόγου ή σε ό,τι άλλο συγκλίνει για να χαρακτηρισθεί ένα ποίημα αριστουργηματικό και όμορφο αισθητικά προϊόν; Ένα ποίημα δηλαδή χαρακτηρίζεται μόνο από τον ευφάνταστο και όμορφα συντεθειμένο λόγο; Όλα αυτά τα «τεχνικά» μέρη ενός ποιήματος θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι αποτελούν τη μορφή του ποιήματος και πως αυτά είναι που προβάλλονται πρωτίστως στο κοινό ή τον αναγνώστη. Όμως όταν ερχόμαστε σε επαφή με ένα ποίημα εμμένουμε μόνο στην μορφή του;
Πίσω από το αισθητικό μέρος του ποιήματος ενυπάρχει η γνωστική και ηθική αξία του ποιητικού δημιουργήματος. Αυτές οι δυο αξίες αποτελούν εγγενή χαρακτηριστικά του ποιητικού περιεχομένου τα οποία δεν έχουν να κάνουν με την ομορφιά της σύνθεσης, αλλά με την ωφελιμότητά του προς το άτομο. Λέγοντας ωφελιμότητα εννοώ το όφελος που αποκομεί το άτομο διαβάζοντας, ακούγοντας ή παρακολουθώντας έναν ποιητικό μύθο. Το περιεχόμενο ενέχει τη στοχοθεσία του ποιήματος, δηλαδή το μήνυμα ή το δίδαγμα το οποίο θέλει να «περάσει» στο κοινό. Επομένως, συνειδητοποιούμε από τα λεγόμενα του πλατωνικού Σωκράτη ότι μπορεί ο Όμηρος και κάθε ποιητής να συνθέτει όμορφα ποιήματα και ευφάνταστους μύθους χαρακτηρίζοντάς τα ως άξια ποιητικά-αισθητικά προϊόντα (οὐχ ὡς οὐ ποιητικὰ καὶ ἡδέα τοῖς πολλοῖς ἀκούειν), αλλά η ουσία κατά το φιλόσοφο δεν είναι η αισθητική ενός ποιήματος, αλλά το περιεχόμενό του και τα διδάγματά του, όταν εκτίθονται στο κοινό.
Κατά την ποιητική έκθεση[3] το ποίημα παρουσιάζεται ως ολότητα στο αισθητικό υποκείμενο. Αυτό που εντοπίζει ο Σωκράτης ως επικίνδυνο, έστω και σε πρώιμο στάδιο, είναι ότι κατά την ποιητική έκθεση, αφού το ποίημα θα εκτίθεται ως ολότητα, δεν θα είναι εύκολο να εντοπιστεί ο μιμητικός χαρακτήρας του περιεχομένου, κάτι που κατά τον Σωκράτη είναι μια από τις κυριότερες κατηγορίες του για την ποίηση. Συγκεκριμένα, υποστηρίζει στην Πολιτεία σε ένα πρώιμο στάδιο αναφοράς του για τη μίμηση ότι η ίδια προκαλεί τη συναισθηματική ταύτιση του υποκειμένου (θεατής) με το μιμητικό αντικείμενο που παρουσιάζει η ποίηση.[4] Στο χωρίο που ακολουθεί ο Σωκράτης θα υποστηρίξει ότι:
ἀλλ᾽ ὅταν γέ τινα λέγῃ ῥῆσιν ὥς τις ἄλλος ὤν, ἆρ᾽ οὐ τότε ὁμοιοῦν αὐτὸν φήσομεν ὅτι μάλιστα τὴν αὑτοῦ λέξιν ἑκάστῳ ὃν ἂν προείπῃ ὡς ἐροῦντα;φήσομεν: τί γάρ;
οὐκοῦν τό γε ὁμοιοῦν ἑαυτὸν ἄλλῳ ἢ κατὰ φωνὴν ἢ κατὰ σχῆμα μιμεῖσθαί ἐστιν ἐκεῖνον ᾧ ἄν τις ὁμοιοῖ; τί μήν; |
Αλλά όταν όμως απαγγέλλει κάποιον λόγο προσποιούμενος κάποιον άλλον, άραγε δεν πρέπει να ισχυριστούμε ότι τότε εξομοιώνει τον τρόπο της έκφρασής του με την έκφραση εκείνου τον οποίον έχει κάθε φορά προαναγγείλει ως ομιλητής[1];Ας πούμε ότι έτσι πρέπει να είναι.
Συνεπώς το να εξομοιώνει τον εαυτό του με κάποιον άλλον είτε σύμφωνα με την φωνή είτε με την περιβολή δεν αποτελεί αυτό αναπαράσταση του εαυτού του με κάποιον άλλον; Όντως. |
[1] Η φράση: «ὅτι μάλιστα τὴν αὑτοῦ λέξιν ἑκάστῳ ὃν ἂν προείπῃ ὡς ἐροῦντα» είναι μετάφραση του Ν. Μ. Σκουτερόπουλου
Πολιτεία, 393c1-6
Συμπερασματικά, η εμπειρική σχέση σύγκλισης του υποκειμένου με το μιμητικό αντικείμενο ενέχει επικινδυνότητα για την πρόληψη των μιμήσεων και την άκριτή τους αποδοχή από το Υποκείμενο. Σε ένα δεύτερο επίπεδο μελέτης ενός ποιήματος αφαιρώντας κάθε τεχνικό μέρος που το «ομορφαίνει» στην όψη και την ακοή (μορφή) και που του προσδίδει ποιητική αξία, εντοπίζουμε ότι το περιεχόμενο του μύθου μπορεί να καταστεί επιβλαβές για τη φύση του ατόμου. Από την μία πλευρά μπορεί η αισθητική αξία ενός ποιήματος να μην απασχολεί ιδιαίτερα την σωκρατική κρίση, όμως σε μία δεύτερη επιπέδου προσέγγιση του ποιήματος παρατηρείται ότι, επειδή κάθε ποίηση ως προς το περιεχόμενό της είναι μιμητική, επιδρά καταλυτικά στο άτομο με αποτέλεσμα την εκμαύλιση της ηθικής και ψυχικής διάπλασής του.
Όμως μήπως ο Πλάτων υπερβάλλει στα λεγόμενά του και δεν θα πρέπει να στραφούμε ενάντια στην ποίηση, αλλά να δούμε ποιος είναι ο κατάλληλος αναγνώστης που δεν θα πέσει θύμα της μαγεύτρας αυτής τέχνης; Άλλωστε αν δούμε τα πράγματα από την οπτική των ποιητών το ίδιο δεν πράττει ουσιαστικά και ο φιλόσοφος;
[1] Άλλωστε ο Σωκράτης αναγνωρίζει τη μέγιστη αξία του Ομήρου χαρακτηρίζοντάς τον «τῷ ἀρίστῳ και θειοτάτῳ τῶν ποιητῶν» και θεωρεί επιτακτική ανάγκη των ραψωδών να κατέχουν την ομηρική ποίηση και να ασχολούνται με την ποίηση του εκτενέστερα. (Ίων 530b 7-10)
[2] Πολιτεία, 390 a8
[3] Με τον όρο «ποιητική έκθεση» εννοώ την στιγμή που το ποιητικό δημιούργημα εκτίθεται στο αισθητικό υποκείμενο για να το παρακολουθήσει μέσω μίας παράσταση (τραγωδία, κωμωδία, σατυρικό δράμα), ή να το ακούσει (έπος ή λυρική ποίηση), ή να το διαβάσει.
[4] Ν. Μ. Σκουτερόπουλος, Πλάτων Πολιτεία, σχόλιο στίχου 393 c5-6, σ. 811
[5] Η φράση: «ὅτι μάλιστα τὴν αὑτοῦ λέξιν ἑκάστῳ ὃν ἂν προείπῃ ὡς ἐροῦντα» είναι μετάφραση του Ν. Μ. Σκουτερόπουλου
Πηγή: literature.gr