Ήταν 1958... Λαμπέτη Έλλη, Παππάς Γιώργος, Νικολινάκος Μιχάλης, Μιχαηλίδου Αθηνά, Ζαφειρίου Ελένη, Παπαμιχαήλ Δημήτρης, Μουσική; Μάνος Χατζιδάκις ,
Το τελευταίο ψέμα (αρχικός τίτλος: Το τελευταίο ψέμμα) είναι μια ελληνική δραματική ταινία του 1957, σε σκηνοθεσία Μιχάλη Κακογιάννη. Το σενάριο το έγραψε ο ίδιος ο Κακογιάννης και η παραγωγή ανήκει στη Φίνος Φιλμ και στη Δαμασκηνός - Μιχαηλίδης. Πρωταγωνιστεί η Έλλη Λαμπέτη.
Στην υπόθεση, η Χλόη Πέλλα είναι η μοναχοκόρη μιας κάποτε πλούσιας, ξεπεσμένης πια οικογένειας της Αθήνας, που χρωστάει χρήματα από τον μπακάλη της γειτονιάς και την υπηρέτριά της, Κατερίνα, μέχρι την τράπεζα. Στο (υποθηκευμένο) πολυτελές σπίτι της οικογένειας οργανώνονται βραδιές χαρτοπαιξίας, τις οποίες με δυσκολία χρηματοδοτεί, ενώ η Χλόη συχνάζει σε κοσμικές διασκεδάσεις με την παρέα της. Ο κύκλος της -άνθρωποι με οικονομική επιφάνεια- αγνοεί την πραγματική οικονομική της κατάσταση.
Η οικογένεια απευθύνεται στην αδερφή της μητέρας για κάποια οικονομική εξυπηρέτηση, όμως εκείνη φαίνεται ότι δεν μπορεί ή δεν θέλει να βοηθήσει. Ως μόνη λύση στο αδιέξοδο φαντάζει πια ένας καλός γάμος. Προς αυτήν την κατεύθυνση η Χλόη πιέζεται έντονα από τη μητέρα της, Ρωξάνη Πέλλα, η οποία την προειδοποιεί ότι αν η οικογένεια πτωχεύσει, η ίδια δεν θα αντέξει τον εξευτελισμό και θα πεθάνει.
Την Χλόη πολιορκούν αρκετοί αξιόλογοι γαμπροί, εκείνη όμως επιλέγει έναν πάμπλουτο επιχειρηματία, τον οποίο και αρραβωνιάζεται, παρόλο που στην πραγματικότητα είναι ερωτευμένη με έναν μποέμ χήρο σαραντάρη με τρία παιδιά. Η Χλόη πιέζεται συναισθηματικά ολοένα και περισσότερο, ενώ κρύβει τα πραγματικά της αισθήματα.
Στο παρασκήνιο, το μικρό παιδί της υπηρέτριας έχει πάθει κάποιο ατύχημα: χτυπά στο κεφάλι και χάνει την λαλιά του. Η Κατερίνα ζητά τα χρήματα που της χρωστούν για την νοσηλεία του παιδιού της, αλλά η οικογένεια της Χλόης αδιαφορεί. Σε μια συμπλοκή της Κατερίνας με την Χλόη και την μεγαλομανούς μητέρα της, η υπηρέτρια πεθαίνει λόγω ανακοπής!
Το γεγονός αυτό ήταν και η σταγόνα που ξεχείλησε το ποτήρι για την Χλόη… Η ίδια ακυρώνει τον γάμο της και για να εκπληρώσει το τάμα της υπηρέτριας πηγαίνει το παιδί στην Τήνο τον Δεκαπενταύγουστο για να γίνει καλά.
Μέσα στις τυμπανοκρουσίες της γιορτής της Μεγαλόχαρης και ένα γενικευμένο θρησκευτικό παροξυσμό, το νήπιο ανακτά την λαλιά του, η Χλόη ξεσπά σε λυγμούς σα να βρήκε την λύτρωση, ενώ αφήνεται να εννοηθεί ότι αναλαμβάνει η ίδια πια το νήπιο («το παιδί μου, το παιδί μου…», είχε φωνάξει λίγο νωρίτερα προσπαθώντας να ανοίξει δρόμο μέσα από το πλήθος.)
Καθ' όλη τη διάρκεια της ταινίας οι πρωταγωνιστές προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους με αξιοπρέπεια, με τον όποιον τρόπο αντιλαμβάνεται ο καθένας τους, βέβαια, τον όρο. Ίσως η λύση που δίνεται στο τέλος να βοηθά την Χλόη να ανακτήσει την δική της.