H Eλλάδα έχει την ευκαιρία να γίνει το πέμπτο «success story» της Ευρωζώνης. Αυτό εφόσον επιμείνει προσηλωμένη στην εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων και μετά το τέλος του προγράμματος. Αυτό είναι το μήνυμα, που στέλνει στην ετήσια έκθεσή του ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM).
«Τέσσερις, από τις πέντε, χώρες που συμμετείχαν στα προγράμματα βοήθειας του EFSF ή του ESM είναι ξεκάθαρα ιστορίες επιτυχίας. Η Ελλάδα μπορεί να ενταχθεί σε αυτή την ομάδα, εάν συνεχίσει να εφαρμόζει μεταρρυθμίσεις και μετά το τέλος του προγράμματος τον Αύγουστο» αναφέρει χαρακτηριστικά ο επικεφαλής του ESM, Κλάους Ρέγκλινγκ στον ετήσιο απολογισμό για το 2017, προσθέτοντας ότι ο ESM αποτελεί πλέον μόνιμο παράγοντα της νομισματικής ένωσης και του παγκόσμιου δικτύου χρηματοοικονομικής ασφάλειας και λειτουργεί ως σύστημα έκτακτης ανάγκης, το οποίο συνέβαλε στη διατήρηση του ευρώ».
Η ετήσια έκθεση του ESM (2017)
Στο ειδικό κεφάλαιο της ετήσιας έκθεσης για την Ελλάδα αναγνωρίζεται η σημαντική πρόοδος στη σταθεροποίηση της οικονομίας, αλλά και επισημαίνεται ότι οι κίνδυνοι επιμένουν . «Είναι σημαντικό η Ελλάδα να συνεχίσει σε αυτή την πορεία για να ανακτήσει σταθερή πρόσβαση στις αγορές...Παρά την ενισχυμένη εμπιστοσύνη των αγορών, η ελληνική οικονομία αντιμετωπίζει ένα δύσκολο οικονομικό και χρηματοοικονομικό περιβάλλον. Θα πρέπει να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις πριν ολοκληρωθεί το πρόγραμμα, ώστε να διαφασλιστεί ότι θα μπορέσει να χτίσει πάνω στα επιτεύγματά της, στη μετά προγράμματος εποχή» αναφέρεται.
Υπενυθμίζονται οι κινήσεις που έγιναν μέσα στο 2017 και οι προσπάθειες για τόνωση της ανάπτυξης, της ανταγωνιστικότητας και των επενδύσεων, καθώς και για τον εκσυγχρονισμό της δημόσιας διοίκησης. «Η κυβέρνηση συνέχισε την αποπληρωμή των ληξιπρόθεσμων οφειλών χρησιμοποιώντας κεφάλαια του ESM και τους ίδιους πόρους της, παρέχοντας έτσι άμεση στήριξη στην πραγματική οικονομία» επισημαίνεται και αναφέρεται ότι καταγεγραμμένο απόθεμα ληξιπρόθεσμων οφειλών, συμπεριλαμβανομένων των επιστροφών φόρων, ανερχόταν σε 3,3 δισ. ευρώ στο τέλος του 2017. Πρόκειται για το χαμηλότερο επίπεδο από τον Δεκέμβριο του 2014.
Υπογραμμίζεται, ακόμα, ότι η Ελλάδα υπερέβη τους στόχους του προγράμματος του ESM για τρίτη συνεχόμενη χρονιά.
Σύμφωνα με την Eurostat, το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε στο 4,0% του ΑΕΠ το 2017. Αυτό σημαίνει πλεόνασμα 4,2% σε όρους προγράμματος, το οποίο υπερβαίνει τον στόχο του 1,75% κατά 21,2% του ΑΕΠ. Οι μεταρρυθμίσεις στη φορολογία του 2015 και του 2016 βοήθησαν στην αύξηση των εσόδων, ενώ οι δημόσιες επενδύσεις, παρόλο που ήταν χαμηλότερες από το προβλεπόμενο ενίσχυσαν επίσης το πλεόνασμα.
Σημειώνεται ακόμη ότι από την έναρξη του προγράμματος καταβλήθηκαν 45,9 δισ. ευρώ, από τα 86 δισ. ευρώ του προγράμματος. Υπενθυμίζεται ότι η Ελλάδα είχε προπληρώσει 2 δισ. ευρώ τον Φεβρουάριο του 2017 για την εξαγορά μετατρέψιμων ομολόγων (CoCos) από την ανακεφαλαιοποίηση της τράπεζας στην οποία χρησιμοποίησε τη χρηματοδότηση του ΕΜΣ.
Έως την ολοκλήρωση του προγράμματος τον Αύγουστο του 2018 είναι διαθέσιμο για την Ελλάδα το ποσό των 39,1 δισ. ευρώ. Σημειώνεται δε, ότι μέρος αυτού του ποσού θα εκταμιευθεί με την τελευταία αξιολόγηση του προγράμματος, ενώ ένα άλλο μέρος θα μπορούσε να διατεθεί στη συνέχεια.
Τα μέτρα, που έρχονται
Επιπλέον, επισημαίνεται ότι οι ελληνικές αρχές θέσπισαν μέτρα για την περίοδο μετά το πρόγραμμα, στο πλαίσιο της δεύτερης αξιολόγησης, προκειμένου να παράσχουν πρόσθετες διασφαλίσεις ότι θα επιτευχθεί ο μεσοπρόθεσμος στόχος πρωτογενών πλεονασμάτων 3,5% του ΑΕΠ. Τα μέτρα αυτά αφορούν την προσαρμογή των συντάξεων από το 2019 και τη μείωση του αφορολόγητου εισοδήματος από το 2020.
Υπό την προϋπόθεση της επίτευξης του μεσοπρόθεσμου πρωτογενούς πλεονάσματος, την ανάπτυξη μπορούν να στηρίξουν μέτρα όπως οι φορολογικές μειώσεις, οι στοχοθετημένες δαπάνες για πολιτικές αγοράς εργασίας, οι επενδύσεις και οι κοινωνικές παροχές. Σημειώνεται, επίσης, ότι η Ελλάδα έχει ήδη εφαρμόσει ορισμένα κοινωνικά μέτρα το 2017, συμπεριλαμβανομένης της φαρμογής του προγράμματος κοινωνικής αλληλεγγύης
Η ελάφρυνση του χρέους
Σε ό,τι αφορά το δημόσιο χρέος της Ελλάδας, τονίζεται ότι βρισκόταν στο 178,6% του ΑΕΠ το 2017. Για να διασφαλίσει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, ο ESM εφάρμοσε με επιτυχία τα βραχυπρόθεσμα μέτρα για το χρέος που αποφασίστηκαν στο Eurogroup, στο τέλος του 2016. Ο ESM εκτιμά ότι ως το 2060 αυτά τα μέτρα θα μειώσουν τον δείκτη χρέος προς ΑΕΠ, κατά περίπου 25%. Ένα δεύτερο πακέτο μέτρων για το χρέος θα μπορούσε να εφαρμοστεί μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση του προγράμματος του ESM. Αυτά θα μπορούσαν να περιλαμβάνουν, μεταξύ άλλων, την αναμόρφωση των δανείων του EFSF με επιμήκυνση της ωρίμανσης των δανείων και την περαιτέρω αναβολή τόκων και πληρωμών από 0 έως 15 χρόνια.
Οι τράπεζες
Όσον αφορά στις τράπεζες, επισημαίνεται το υψηλό επίπεδο των μη εξυπηρετούμενων δανείων (43,1%) στο τέλος του 2017. Παρόλο που οι τράπεζες πληρούσαν στόχους για τη μείωση του αποθέματος, καλούνται να εντείνουν τις προσπάθειες για την επίτευξη πιο φιλόδοξων στόχων, κατά τα επόμενα δύο χρόνια. Το 2017 υιοθετήθηκε σχετική νομοθεσία για να βοηθήσει τις τράπεζες να μειώσουν τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια στο 35,3% έως τα τέλη του 2019, μέσω του εξωδικαστικού νόμου και τη δημιουργία μιας ηλεκτρονικής πλατφόρμας πλειστηριασμών για την πώληση περιουσιακών στοιχείων. Τα αρχικά αποτελέσματα, ωστόσο, είναι χαμηλότερα από τις προσδοκίες. Η μείωση του βάρους των κόκκινων δανείων, αποτελεί βασική παράμετρο στα stress test, τα οποία καθορίζουν εάν οι τράπεζες έχουν επαρκές κεφάλαιο για να απορροφήσουν τις ζημίες σε διαφορετικά σενάρια.
Η έξοδος στις αγορές
Στην έκθεση του μηχανισμού υπενθυμίζεται, επίσης, ότι κατά την πρώτη δημοπρασία διεθνών ομολόγων από το 2014, η Ελλάδα εξέδωσε πενταετές χρέος τον Ιούλιο του 2017 και 7ετή έκδοση ομολόγων τον Φεβρουάριο του 2018. Οι δύο ομολογίες συνολικού ύψους 4,4 δισ. ευρώ με συνολικά ευνοϊκά επιτόκια, συνέβαλαν στη δημιουργία ενός ταμειακού αποθέματος, πριν από την έξοδο του προγράμματος.
Εξάλλου, αναφέρεται ότι το 2017 έγινε πλήρως λειτουργική η Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (HCAP). Η έκθεση, σημειώνει ότι τα έσοδα της εταιρείας θα συμβάλουν στη μείωση του ελληνικού χρέους και θα υποστηρίξουν τις επενδύσεις και την ανάπτυξη.
Πηγή: naftemporiki.gr