Μελέτη η οποία έγινε με χρηματοδότηση από το Ινστιτούτο Έρευνας για την Υγεία του Πληθυσμού, τα Καναδικά Ινστιτούτα για την Έρευνα στην Υγεία, το Ίδρυμα για την Καρδιά και τα Αγγειακά
Εγκεφαλικά Επεισόδια του Οντάριο, την Υποστηρικτική Μονάδα SPOR του Οντάριο, Υπουργείο Υγείας και Μακροχρόνιας Φροντίδας του Οντάριο, τις εταιρείες AstraZeneca, Sanofi-Aventis, Boehringer Ingelheim, Servier, GSK, Novartis, King Pharma και με τη συμμετοχή Εθνικών και Τοπικών Οργανισμών από τις συμμετέχουσες 17 χώρες (Καναδά, Σουηδία, Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, Αργεντινή, Βραζιλία, Χιλή, Πολωνία, Τουρκία, Μαλαισία, Νότια Αφρική, Κίνα, Κολομβία, Ιράν, Μπαγκλαντές, Ινδία, Πακιστάν και Ζιμπάμπουε), εστίασε στο κατά πόσο η φυσική δραστηριότητα προστατεύει από τα καρδιακά νοσήματα είτε στις ανεπτυγμένες χώρες είτε στις αναπτυσσόμενες.
Όπως ανέφεραν οι επιστήμονες, γνωρίζουμε μέχρι σήμερα ότι η φυσική δραστηριότητα έχει προστατευτική επίδραση κατά της καρδιαγγειακής νόσου (CVD) στις χώρες υψηλού εισοδήματος, όπου η φυσική δραστηριότητα είναι κυρίως ψυχαγωγική, αλλά δεν είναι γνωστό εάν παρατηρείται το ίδιο και σε χώρες χαμηλού εισοδήματος, όπου η φυσική δραστηριότητα είναι κυρίως μη ψυχαγωγική.
Για τον λόγο αυτό εξέτασαν κατά πόσο το διαφορετικό περιεχόμενο και οι διαφορετικοί τύποι φυσικής δραστηριότητας σχετίζονται με τη χαμηλή θνησιμότητα και τη καρδιαγγειακή νόσο σε χώρες που έχουν διαφορετικά οικονομικά επίπεδα.
Σε αυτή την προοπτική μελέτη κοόρτης, στρατολόγησαν συμμετέχοντες από 17 χώρες. Εντός κάθε χώρας, προσδιορίστηκαν αστικές και αγροτικές περιοχές γύρω από επιλεγμένες μεγαλουπόλεις και πόλεις για να αποτυπώσουν τη γεωγραφική διαφορετικότητα. Σε αυτές τις κοινότητες προσκάλεσαν άτομα ηλικίας 35 - 70 ετών οι οποίοι όμως δεν θα μετακινούνταν από την παρούσα διεύθυνσή τους για τουλάχιστον ακόμα 4 έτη.
Η συνολική φυσική δραστηριότητα αξιολογήθηκε με τη χρήση του Διεθνούς Ερωτηματολογίου για τη Φυσική Δραστηριότητα (IPQA).
Για τις ανάγκες της προοπτικής αυτής μελέτης κοόρτης έλαβαν μέρος πάνω από 130.000 άτομα. Ενώ οι συμμετέχοντες με προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο αποκλείστηκαν από τις αναλύσεις.
Συγκεκριμένα, από 1 Ιανουαρίου 2003 έως 31 Δεκεμβρίου 2010, εντάχθηκαν στη μελέτη 168.916 άτομα, εκ των οποίων 141.945 ολοκλήρωσαν το Ερωτηματολόγιο IPAQ. Οι αναλύσεις όμως, περιορίστηκαν σε 130.843 συμμετέχοντες που δεν είχαν προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο.
Η θνησιμότητα και η καρδιαγγειακή νόσος καταγράφηκαν κατά τη διάρκεια μιας μέσης περιόδου παρακολούθησης 6,9 ετών. Οι κύριες κλινικές εκβάσεις κατά τη διάρκεια της περιόδου παρακολούθησης ήταν η θνησιμότητα και η σοβαρή καρδιαγγειακή νόσος (θνησιμότητα από CVD, νέα περιστατικά εμφράγματος μυοκαρδίου, αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου ή καρδιακής ανεπάρκειας), είτε συνδυαστικά είτε χωριστά. Οι επιπτώσεις της φυσικής δραστηριότητας στη θνησιμότητα και την CVD προσαρμόστηκαν για κοινωνικοδημογραφικούς παράγοντες και άλλους παράγοντες κινδύνους που λαμβάνουν υπόψη την ομαδοποίηση κατά νοικοκυριά, κοινότητες και χώρες.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό έντυπο «The Lancet», η υψηλότερη φυσική δραστηριότητα επέφερε χαμηλότερο κίνδυνο CVD και θνησιμότητα σε χώρες υψηλού εισοδήματος, μέσου εισοδήματος και χαμηλού εισοδήματος. Γεγονός που σημαίνει ότι τόσο τα άτομα που είχαν φυσική δραστηριότητα για ψυχαγωγικούς κυρίως λόγους όσο και αυτά που είχαν μη ψυχαγωγική φυσική δραστηριότητα απολάμβαναν τα σημαντικά της οφέλη.
Όπως διαπίστωσαν οι ερευνητές, η αυξανόμενη φυσική δραστηριότητα είναι μια απλή, ευρέως εφαρμοστέα, και πάνω από όλα χαμηλού κόστους παγκόσμια στρατηγική, η οποία, όπως λένε, θα μπορούσε να μειώσει τους θανάτους και την καρδιαγγειακή νόσο σε όλα τα άτομα μέσης ηλικίας, που αποτελούν την ομάδα υψηλής επικινδυνότητας.
Η διατήρηση φυσιολογικού σωματικού βάρους προστατεύει από την αύξηση αρτηριακής πίεσης
Νέα έρευνα η οποία παρουσιάστηκε στο συνέδριο Υπέρτασης της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρεία (AHA) που έγινε τον προηγούμενο μήνα στο Σαν Φρανσίσκο έδειξε ότι αν διατηρεί κανείς ένα σωστό βάρος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής του τότε δεν κινδυνεύει από υπέρταση.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η αύξηση της αρτηριακής πίεσης στις νέες ηλικίες που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια συνδέεται με πρόωρη εμφάνιση καρδιακής νόσου και εγκεφαλικού επεισοδίου.
Υποστηρίζουν δε ότι η διατήρηση υγιεινών συμπεριφορών καθ' όλη τη διάρκεια ζωής αποτελεί τρόπο αποφυγής της υπέρτασης σε μεγαλύτερες ηλικίες.
Για τον λόγο αυτό εξέτασαν εκτενώς τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις της διατήρησης υγιεινών συμπεριφορών, κατά τη νεαρή και μέση ηλικία, στις αλλαγές της αρτηριακής πίεσης. Αξιολόγησαν στοιχεία 4.630 ανθρώπων, ηλικίας 18 - 30 ετών κατά την έναρξη της μελέτης.
Οι υγιεινές συμπεριφορές που μελέτησαν ήταν:
η διατήρηση ενός υγιούς σωματικού βάρους, (Δείκτη Μάζας Σώματος <25 kg / m2), η κατανάλωση 0-7 αλκοολούχων ποτών εβδομαδιαίως για τις γυναίκες και 0-14 για τους άνδρες,
η προσήλωση στην τήρηση ενός συγκεκριμένου προγράμματος διατροφικής προσέγγισης για την αποτροπή της υπέρτασης,
η αποφυγή του καπνίσματος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής και
η εβδομαδιαία μέτρια έως έντονη σωματική άσκηση επί 150 λεπτά ή περισσότερο.
Έμφαση δόθηκε στο σωματικό βάρος, καθώς, όπως είπε ο John N. Booth III, Ph.D., μεταδιδακτορικός συνεργάτης του Ερευνητικού Δικτύου της Αμερικανικής Καρδιολογικής Εταιρείας για την Υπέρταση στο Πανεπιστήμιο της Αλαμπάμα στο Μπέρμιγχαμ, οι άλλες συμπεριφορές που μελετήθηκαν μπορεί να παίζουν σημαντικό ρόλο επειδή επηρεάζουν το σωματικό βάρος.
Οι ερευνητές μέτρησαν την αρτηριακή πίεση και αυτές τις συμπεριφορές 8 φορές κατά τη διάρκεια των 25 ετών παρακολούθησης και διαπίστωσαν ότι όσοι διατήρησαν ένα υγιές σωματικό βάρος ήταν πιθανότερο να έχουν φυσιολογική αρτηριακή πίεση αργότερα στη ζωή τους.
Σύμφωνα με τα ευρήματα της μελέτης:
όσοι διατήρησαν το βάρος τους σε κανονικά επίπεδα ήταν 41% λιγότερο πιθανό να παρουσιάσουν αύξηση της αρτηριακής πίεσης με τα χρόνια,
η αποφυγή του καπνίσματος και η μηδενική έως μέτρια κατανάλωση αλκοόλ επίσης σχετίστηκαν με μικρότερη αύξηση της αρτηριακής πίεσης στη μέση ηλικία, (ωστόσο σε αυτό το σημείο οι ερευνητές τόνισαν ότι απαιτείται περαιτέρω μελέτη για την επαλήθευση του συσχετισμού αυτού),
η τακτική άσκηση δεν διαπιστώθηκε ότι συνδέεται με την υπέρταση σε βάθος χρόνου,
ενώ και η υγιεινή διατροφή δεν έδειξε να συνδέεται με την αύξηση της αρτηριακής πίεσης.
Παρόλα αυτά, οι συμμετέχοντες στη μελέτη που κατάφεραν, σύμφωνα με τους ερευνητές, να διατηρήσουν και έπειτα από αυτήν τουλάχιστον 4 υγιεινές συμπεριφορές, είχαν 27% περισσότερες πιθανότητες να έχουν φυσιολογική αρτηριακή πίεση, αντί για αυξανόμενη αρτηριακή πίεση από τη νεαρή έως τη μέση ηλικία.
Όπως δήλωσε ο καθηγητής Booth, τα αποτελέσματα αυτά αποδεικνύουν ότι πρέπει να δοθεί έμφαση στις παρεμβάσεις που θα μπορούσαν να επιτρέψουν στα άτομα να διατηρήσουν ένα φυσιολογικό σωματικό βάρος σ’ όλη τη ζωή τους.
Αναφερόμενος στη μελέτη αυτή ο καρδιολόγος-αρχίατρος ε.α., επιστημονικός διευθυντής του Ιδιωτικού Πολυϊατρείου Ηλιούπολης κ. Φώτης Πατσουράκος επισημαίνει ότι ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει ότι η υψηλή αρτηριακή πίεση αποτελεί έναν από τους πέντε παγκόσμιους κινδύνους θνησιμότητας και δυστυχώς τόσο στις αναπτυσσόμενες όσο και στις ανεπτυγμένες χώρες η πίεση αίματος των περισσότερων ενηλίκων είναι υψηλότερη από το ιδανικό επίπεδο.
Όπως λέει, η διατροφή που περιέχει υψηλές ποσότητες νατρίου και χαμηλές καλίου, η έλλειψη βιταμίνης D, η κατανάλωση αλκοόλ, η έλλειψη άσκησης και η παχυσαρκία αυξάνουν την αρτηριακή πίεση.
Και αυτή με τη σειρά της, σε συνδυασμό με το κάπνισμα και τον διαβήτη, αυξάνει τον κίνδυνο καρδιαγγειακών παθήσεων.
Πηγή: Ναυτεμπορική