Την ανηφόρα έχουν πάρει οι τιμές των υγρών καυσίμων καθώς τον τελευταίο μήνα έχουν αυξηθεί από 6 έως 8 λεπτά το λίτρο. Από την επόμενη εβδομάδα οι ανατιμήσεις αναμένεται να φτάσουν τουλάχιστον τα 10 με 15 λεπτά το λίτρο, αφού θα αναπροσαρμοστούν και οι Ειδικοί Φόροι Κατανάλωσης στην αμόλυβδη και το ντίζελ κίνησης.
Η ανοδική τροχιά του αργού πετρελαίου έχει παρασύρει τις τιμές της αμόλυβδης βενζίνης, του πετρελαίου κίνησης αλλά και του πετρελαίου θέρμανσης. Βάσει των τελευταίων διαθέσιμων στοιχείων του Παρατηρητηρίου Τιμών Υγρών Καυσίμων, η μέση τιμή της αμόλυβδης από τις 18 Νοεμβρίου μέχρι τις 26 Δεκεμβρίου έχει αυξηθεί κατά 6,9 λεπτά το λίτρο με αποτέλεσμα να διαμορφώνεται στο 1,487 ευρώ το λίτρο. Το ντίζελ κίνησης, για το ίδιο χρονικό διάστημα, ακρίβυνε κατά 6 λεπτά το λίτρο και έτσι έχει ανέβει στο 1,178 ευρώ το λίτρο, ενώ μεγαλύτερη -7,8 λεπτά το λίτρο- είναι η αύξηση στο πετρέλαιο θέρμανσης που έχει εκτοξευτεί στο 0,974 ευρώ το λίτρο. Οι τιμές αυτές από την 1η Ιανουαρίου του 2017 θα αυξηθούν ακόμη περισσότερο λόγω της αναπροσαρμογής των Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης.
Για την αμόλυβδη βενζίνη ο ΕΦΚ αυξάνεται κατά 3 λεπτά το λίτρο και η λιανική συνολικά θα ακριβύνει 4 λεπτά το λίτρο. Δηλαδή, αν ο ΕΦΚ άλλαζε από σήμερα η μέση τιμή της αμόλυβδης θα πλησίαζε το 1,52 ευρώ το λίτρο. Ο ΕΦΚ του ντίζελ κίνησης αναπροσαρμόζεται κατά 8 λεπτά το λίτρο αφού από το 0,33 αυξάνεται στο 0,41 ευρώ. Η τελική τιμή αυξάνεται κατά 9 λεπτά το λίτρο κι έτσι το ντίζελ αν ο φόρος ανέβαινε από σήμερα θα πωλείτο περίπου 1,27 ευρώ το λίτρο.
Προσδοκία της κυβέρνησης είναι να εισπραχθούν από τους νέους φόρους συνολικά έσοδα 492 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, αυτές οι αυξήσεις της φορολογίας στα καύσιμα θα οδηγήσουν, σύμφωνα με την έρευνα που είχε κάνει τον Οκτώβριο το ΙΟΒΕ για λογαριασμό του Συνδέσμου Εταιρειών Εμπορίας Πετρελαιοειδών (ΣΕΕΠΕ), σε αύξηση κόστους για τις επιχειρήσεις, αλλά και μείωση της κατανάλωσης και των εσόδων του Δημοσίου.
Οι νέοι αυτοί φόροι, λοιπόν, ακόμη και αν εισπραχθεί ένα μέρος τους, θα μας κοστίσουν πολλαπλάσια, σύμφωνα πάντα με το ΙΟΒΕ. Θα περιορίσουν την προσδοκώμενη αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,30% ή κατά 530 εκατ. ευρώ τον χρόνο για το διάστημα 2017, 2018, 2019. Εξαιτίας της μείωσης του ΑΕΠ θα προκαλέσουν και απώλεια τόσο στην απασχόληση (10.700 θέσεις τον χρόνο) όσο και στα έσοδα από άλλους φόρους και εισφορές (178 εκατ. ευρώ).
Δηλαδή, ακόμη και αν παρά τη μείωση της κατανάλωσης καταστεί εφικτή η είσπραξη 408 από τα 492 εκατ. ευρώ, σύμφωνα πάντα με τους υπολογισμούς του ΙΟΒΕ, οι παράπλευρες απώλειες θα είναι τέτοιες που θα ακυρώνουν τα όποια οφέλη.
Πηγή: Ναυτεμπορική