Η εισήγηση της Ομάδας Αχτσιόγλου:
«Ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ βρίσκεται μπροστά σε μια κρίση διάλυσης
Ο ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ βρίσκεται σε μια, πρωτοφανή στην ιστορία του, πολιτική, ιδεολογική και θεσμική κρίση. Κρίση που έχει αποκτήσει χαρακτηριστικά διάλυσης. Μετά την διπλή ήττα των βουλευτικών εκλογών Μαΐου/Ιουνίου, την διαδικασία για την προεδρική εκλογή και την περαιτέρω απομείωση των δυνάμεων μας στις αυτοδιοικητικές εκλογές, το κόμμα μας συνεχίζει να ακολουθεί ένα καθοδικό σπιράλ εσωστρέφειας που απειλεί όχι μόνο τη συνοχή, αλλά την ίδια την υπόστασή του. Οι μεγάλες προσδοκίες των σαρωτικών αλλαγών και της εντυπωσιακής ανάκαμψης που είχε καλλιεργήσει ο σημερινός Πρόεδρος του κόμματος, δεν επιβεβαιώθηκαν στην πραγματική ζωή.
Το διάγγελμα για διαγραφές μέσω δημοψηφίσματος ξεπέρασε οποιοδήποτε όριο δημοκρατικής λειτουργίας. Η πρόταση αυτή και το πολιτικό προσωπικό που την εμπνεύστηκε και την υποστηρίζει οφείλουν να αποδοκιμαστούν από το σύνολο των μελών και των κομματικών οργάνων. Αποτελεί το ακρότατο όριο της λογικής του αντί-ΣΥΡΙΖΑ μετώπου μέσα στο κόμμα, το οποίο ο ίδιος του ο Πρόεδρος χαρακτηρίζει «άρρωστο». Μπροστά στην αδυναμία να παράξουν πολιτικό περιεχόμενο επενδύουν στο διχασμό και τελικά τη διάλυση.
Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν σχετίζεται απλά με τις δοκιμασίες ενός κόμματος. Είναι μια κρίση που αφορά ευθέως τη δημοκρατική λειτουργία του πολιτικού συστήματος και την ελληνική κοινωνία. Από τη μια έχουμε μια Δεξιά κυβέρνηση που δίχως φραγμούς προωθεί μια πολιτική διεύρυνσης των ανισοτήτων, απαξίωσης και απορρύθμισης της εργασίας, επιθετικού νεοφιλελευθερισμού, καταρράκωσης της δημοκρατίας και των θεσμικών δικλείδων ασφαλείας ενώ επιδεικνύει πλήρη αδυναμία στην αντιμετώπιση των κρίσεων που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή. Και από την άλλη, έχουμε μια αξιωματική αντιπολίτευση στα όρια της ρευστοποίησης. Η εικόνα αυτή επιτρέπει -και αυτό είναι το κύριο που πρέπει να μας απασχολήσει- στη Δεξιά να θέτει την ατζέντα της και να κυριαρχεί ιδεολογικά και πολιτικά δίχως πραγματικό αντίλογο.
Η πολιτική στο τιμόνι: μόνη απάντηση απέναντι στην συνολική απαξίωση
Αυτή τη στιγμή ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ έχει να επιλέξει ανάμεσα σε δύο δρόμους για την ερμηνεία της κρίσης στην οποία βρίσκεται και να αναζητήσει μέσω αυτής την ανάλογη διέξοδο. Πρόκειται για δύο ανταγωνιστικές επιλογές.
Η πρώτη είναι αυτή που συγκροτεί την ηγετική ομάδα γύρω από τον Πρόεδρο του κόμματος και συνοψίζεται στην συνωμοσιολογική θεωρία του εσωτερικού εχθρού: οι σκοτεινοί υπονομευτές δεν επιτρέπουν στο κόμμα να υλοποιήσει την πολιτική του. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ δεν είναι πρόβλημα στρατηγικής, φυσιογνωμίας και προγράμματος, δεν είναι πρόβλημα πολιτικό και ιδεολογικό αλλά συνοψίζεται στην υπονομευτική πρακτική όσων ασκούν κριτική στη σημερινή ηγεσία.
Όλα αυτά οδηγούν σε μετάλλαξη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ από ένα ανοιχτό και πληθυντικό κόμμα της σύγχρονης αριστεράς σε ένα υβριδικό πολιτικό φορέα που από τη μια θα καταφεύγει σε επικλήσεις του αντι-συστημισμού και από την άλλη θα είναι απόλυτα αδύναμο να αμφισβητήσει βασικές συστημικές οικονομικές και πολιτικές επιλογές. Σε έναν φορέα που θα βουλιάζει στην απαξίωση και την χλεύη.
Η άλλη επιλογή είναι με νηφαλιότητα, σοβαρότητα και αυτοκριτική να συζητήσουμε για τα αίτια των τελευταίων αρνητικών αποτελεσμάτων. Προφανώς αυτή η συζήτηση οφείλει να σταθεί με ειλικρίνεια απέναντι στις δομικές αδυναμίες που είχε το εγχείρημα μας σε όλη την διάρκεια του, όπως την αδυναμία μας στους μαζικούς χώρους. Προφανώς οφείλουμε αυτοκριτικά να δούμε και την περίοδο του 19-23 που μας οδήγησε στην βαριά ήττα και στην σημερινή κρίση. Αλλά με όρους πολιτικούς και όχι ενός αυταρχικού βοναπαρατισμού που κυνηγάει εσωτερικούς εχθρούς για να κρύψει την δική του γύμνια. Δεν μπορούμε όμως σε καμία περίπτωση να ανεχτούμε να γίνει αυτός ο απολογισμός με ηγεμονική την αντι-ΣΥΡΙΖΑ αφήγηση που αναπαράγει ο σημερινός πρόεδρος και η ηγετική του ομάδα. Μία συζήτηση που ακυρώνει όσα πετύχαμε ως κυβέρνηση το 15-19 και ακυρώνει το σύνολο του κόμματος και του πολιτικού προσωπικού που με αυταπάρνηση έδωσε αυτή την μάχη.