Με την Τζένη Βάνου σχεδόν ξεκινήσαμε μαζί. Στο ραδιόφωνο εγώ, εκείνη στο τραγούδι. Τη θυμάμαι, το καλοκαίρι τού 1960 στο δεύτερο Φεστιβάλ τραγουδιού τού τότε ΕΙΡ να ερμηνεύει Μίμη Πλέσσα/ Κώστα Πρετεντέρη και να κερδίζει τις εντυπώσεις με το πάθος της και τη στεντόρεια φωνή. Δίπλα στη Νάνα Μούσχουρη, την Γιοβάννα,, τον Γιάννη Βογιατζή, τον Φώτη Δήμαρχος και την Εύη Μυλοπούλου, η Τζένη ήταν ό,τι πιο μοντέρνο υπήρχε τότε. Από την πρώτη στιγμή με την Τζένη βρέθηκα πολύ πολύ κοτά, γίναμε φίλοι.
Σε ένα αεροπορικό ταξίδι μας για τη Θεσσαλονίκη, όπου θα τραγουδούσε με την Ελαφρά Ορχδτρα τής Ραδιοφωνίας, ο Πύρρος Σπυρομήλιος, γενικός διευθυντής τού Σταθμού τα ωραία εκείνα χρόνια, πηγαίνοντας προς την τουαλέτα τού αεροπλάνου, είδε την Τζένη να στρογγυλοκάθεται επάνω μου. «Μωρέ καλά περνάτε εσείς» σχολίασε γελώντας. Ήξερε πως δεν υπήρχε τίποτα πονηρό. Σε άλλη φάση, η Τζένη μιλώντας μου για τη ζωή της ήταν απίστευτα ανθρώπινη και συγκινητική, σπαρακτική θα έλεγα. Τέλος, όταν κι η ίδια αρρώστησε, ξέροντας ότι είχα αντιμετωπίσει κι εγώ το ίδιο πρόβλημα υγείας, μού τηλεφώνησε μήπως και τής έδινα κουράγιο.
Η Τζένη Βάνου δεν υπήρξε μόνο μια πολύ σπουδαία τραγουδίστρια, που θα μπορούσε να κάνει αν ήθελε και διεθνή καριέρα, ήταν και ένα χρυσό κορίτσι. Στο βίντεο που έχουμε εδώ, η Τζένη Βάνου τραγουδα κάποιους δικούς μου στίχους σε μουσική Γιάννη Σπανού, που είχε πρώτη τραγουδήσει το 1965 η Καίτη Χωματά. «Κι αν σ’ αγαπώ, δεν ορίσω». Η Τζένη Βάνου το ηχογράφησε ένα χρόνο αργότερα στου ραδιοθαλάμους τού Ζαππείο με την Ελαφρά Ορχήστρα τού ΕΙΡ να τη συνοδεύει.