Πρόκειται για ένα από τα πιο σημαντικά και ιδιόμορφα συγκροτήματα της βρετανικής σκηνής, που ξεκίνησαν στα μέσα της δεκαετίας του ’70. Αν και αρχικά συνδέθηκαν με το punk rock, στην πραγματικότητα η μουσική τους ήταν πάντα πιο σύνθετη — με στοιχεία από new wave, post-punk, progressive rock, ακόμα και jazz.
Μερικά βασικά σημεία της πορείας τους:
-
Ίδρυση (1974): Δημιουργήθηκαν στο Guildford από τον Jet Black (ντραμς) και τον Jean-Jacques Burnel (μπάσο, φωνητικά), με τον Hugh Cornwell (κιθάρα, φωνή) και τον Dave Greenfield (πλήκτρα).
-
Άνοδος με το punk (1976–1979): Αν και δεν ήταν τόσο «καθαρά» punk όσο οι Sex Pistols ή οι Clash, τα πρώτα τους άλμπουμ — Rattus Norvegicus, No More Heroes, Black and White — είχαν ωμή ενέργεια και ειρωνικό, συχνά προκλητικό στίχο.
-
New wave περίοδος (1980s): Με τραγούδια όπως Golden Brown (1981) — που έγινε τεράστια επιτυχία — έδειξαν πιο ώριμη, μελωδική και σκοτεινή πλευρά.
-
Αλλαγές στη σύνθεση: Ο Cornwell έφυγε το 1990, και το συγκρότημα συνέχισε με διαφορετικούς τραγουδιστές, διατηρώντας όμως τον χαρακτηριστικό ήχο του Burnel και του Greenfield.
-
Dave Greenfield: Πέθανε το 2020 από επιπλοκές της COVID-19 — τεράστια απώλεια, καθώς το παίξιμό του στα πλήκτρα έδινε τον μοναδικό «Stranglers ήχο».
-
Παρ’ όλα αυτά, το συγκρότημα συνέχισε, και το τελευταίο τους άλμπουμ, Dark Matters (2021), ήταν ένα είδος φόρου τιμής στον Greenfield.
Η μουσική τους, συχνά σκοτεινή, σαρκαστική και πειραματική, τους χάρισε φανατικό κοινό και μια θέση στην ιστορία του βρετανικού rock.
Οι Stranglers: Μια σκοτεινή, εκρηκτική διαδρομή στο βρετανικό rock
Οι Stranglers αποτελούν ένα από τα πιο ιδιαίτερα και ανθεκτικά συγκροτήματα στην ιστορία της βρετανικής ροκ σκηνής. Παρότι ξεκίνησαν μέσα στο κύμα του punk της δεκαετίας του ’70, ποτέ δεν περιορίστηκαν από τις στενές φόρμες του είδους. Ο ήχος τους υπήρξε πάντοτε πιο πλούσιος, γεμάτος από ηλεκτρονικά πλήκτρα, βαριά μπάσα, λυρικές κιθάρες και στίχους που ισορροπούσαν ανάμεσα στην ειρωνεία, τη σκοτεινή ποίηση και την κοινωνική παρατήρηση.
Το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1974 στο Guildford της Αγγλίας από τον ντράμερ Jet Black (κατά κόσμον Brian Duffy), έναν πρώην επιχειρηματία που διατηρούσε κατάστημα παγωτών και στη συνέχεια στούντιο ηχογράφησης, και τον μπασίστα Jean-Jacques Burnel, γιο Γάλλων μεταναστών και εκπαιδευμένο κλασικό μουσικό. Σύντομα προστέθηκαν ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Hugh Cornwell, απόφοιτος βιολογίας, και ο Dave Greenfield, δεξιοτέχνης των πλήκτρων με έντονη επιρροή από τους Doors και τους prog μουσικούς της εποχής. Ο συνδυασμός αυτών των τεσσάρων χαρακτήρων —προερχόμενων από εντελώς διαφορετικά υπόβαθρα— δημιούργησε τη χημεία που θα καθόριζε τον ήχο των Stranglers.
Αν και η άνοδός τους συνέπεσε με την έκρηξη του punk, η μουσική τους ήταν πιο δομημένη και περίτεχνη. Το ντεμπούτο άλμπουμ "Rattus Norvegicus" (1977) περιείχε κομμάτια όπως το "Peaches" και το "Hanging Around", που συνδύαζαν ωμή ενέργεια με περίεργες μελωδικές γραμμές στα πλήκτρα. Η συνέχεια ήρθε με το "No More Heroes", ένα άλμπουμ που καθιέρωσε τον σαρκαστικό και επιθετικό λόγο του συγκροτήματος. Ο τίτλος-τραγούδι, «No More Heroes», είναι μια ειρωνική δήλωση για την εποχή της απομυθοποίησης των ειδώλων, αλλά και μια πρόβλεψη για τη γενιά που ερχόταν.
Κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του 1980, οι Stranglers εξελίχθηκαν ραγδαία. Άφησαν σταδιακά πίσω τους το punk και κινήθηκαν προς πιο μελωδικά, σκοτεινά και πειραματικά μονοπάτια. Το "Golden Brown", από το άλμπουμ "La Folie" (1981), υπήρξε η μεγαλύτερη επιτυχία τους και παραμένει μέχρι σήμερα κλασικό κομμάτι του βρετανικού new wave. Με το βαλς ρυθμό του, τα μπαρόκ πλήκτρα του Greenfield και τη χαρακτηριστική, απαλή φωνή του Cornwell, το τραγούδι αποτέλεσε ένα παράδοξο: ένα κομμάτι που μπορούσε να ακουστεί στο ραδιόφωνο αλλά έκρυβε υπαινιγμούς για εξάρτηση, ερωτική εμμονή και φυγή. Το διφορούμενο νόημά του —άλλοι το βλέπουν ως ωδή στην ηρωίνη, άλλοι ως μεταφορά για μια απαγορευμένη αγάπη— ενίσχυσε τη μυθολογία γύρω από το συγκρότημα.
Το συγκρότημα δεν απέφυγε τις εντάσεις. Οι εσωτερικές διαμάχες, οι δικαστικές περιπέτειες και η σχέση του Cornwell με τον υπόλοιπο πυρήνα οδήγησαν τελικά στην αποχώρησή του το 1990. Παρά τη σοβαρή αυτή απώλεια, οι Stranglers συνέχισαν τη δραστηριότητά τους με νέους τραγουδιστές, διατηρώντας τον αναγνωρίσιμο ήχο τους χάρη στη στιβαρή παρουσία του Burnel και του Greenfield. Στις επόμενες δεκαετίες, το συγκρότημα περιόδευε αδιάκοπα, παραμένοντας ενεργό και ανανεώνοντας το κοινό του, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψει τον χαρακτηριστικό συνδυασμό σκοτεινής ενέργειας και ειρωνικής ευφυΐας.
Το 2020 σημαδεύτηκε από μια μεγάλη απώλεια: ο Dave Greenfield πέθανε από επιπλοκές της νόσου COVID-19. Ο θάνατός του θεωρήθηκε το τέλος μιας εποχής για τους Stranglers, όμως το συγκρότημα τίμησε τη μνήμη του με το άλμπουμ "Dark Matters" (2021), στο οποίο περιλαμβάνονται οι τελευταίες του ηχογραφήσεις. Ο δίσκος αυτός, με τραγούδια γεμάτα νοσταλγία και εσωτερική δύναμη, απέδειξε ότι οι Stranglers παραμένουν ένα συγκρότημα με ψυχή, ικανό να εξελίσσεται και να επιβιώνει μέσα στον χρόνο.
Πάνω από πέντε δεκαετίες μετά την ίδρυσή τους, οι Stranglers έχουν κερδίσει τη φήμη ενός σχήματος που δεν υποτάχθηκε ποτέ στις μόδες. Από τη βίαιη απλότητα του punk έως τη σκοτεινή κομψότητα του new wave, από τα υπόγεια του Λονδίνου έως τις μεγάλες ευρωπαϊκές σκηνές, οι Stranglers κράτησαν πάντα την ταυτότητά τους: ατίθαση, ευφυή και βαθιά ανθρώπινη. Είναι μια μπάντα που αρνήθηκε να γίνει «ήρωας» και γι’ αυτό παρέμεινε αυθεντική.
