Ψάξτε τις ομοιότητες με το σήμερα. Θουκυδίδης – Ιστορίαι, Γ΄ 82 (Μετάφραση)

[1] Έτσι λοιπόν σ’ εκείνον τον εμφύλιο πόλεμο που έγινε στην Κέρκυρα, για πρώτη φορά παρουσιάστηκε εκείνος ο τρόπος πολιτικής διαμάχης, και τα καθεστώτα στις άλλες πόλεις, παρόμοια με εκείνα της Κέρκυρας, επηρεάστηκαν από την είδηση. Γιατί παντού στο εσωτερικό των πόλεων ξεσηκώνονταν οι δημαγωγοί ενάντια στους ολιγαρχικούς, προσκαλώντας τους Αθηναίους, ενώ οι άλλοι ζητούσαν βοήθεια από τους Λακεδαιμόνιους. Και μέσα στην ειρήνη έβρισκαν αφορμή να κάνουν ζημιές ο ένας στον άλλον και με περισσότερη προθυμία ακόμη σε καιρό πολέμου, επειδή είχαν το πρόσχημα πως έτσι εξυπηρετούν τα συμφέροντα των πόλεων.

[2] Κι όλες σχεδόν οι παλιές αξίες άλλαξαν σημασία στη χρήση τους. Η τόλμη θεωρήθηκε πια φρόνηση για πολίτη πιστό στην παράταξή του· η επιφυλακτικότητα, κάλυμμα δειλίας· η φρόνηση, πρόσχημα δειλίας· και η πολυπραγμοσύνη, γνώρισμα ανδρείας.

[3] Η απερίσκεπτη ορμή θεωρούνταν αντρεία για τον προσκείμενο· η επιφυλακτική στάση, ύπουλη στάση εχθρού· όποιος επέμενε στη μετριοπάθεια, θεωρούνταν υποκριτής· όποιος αντιδρούσε σε κάθε μέτρο, άξιος εμπιστοσύνης· και εκείνος που φώναζε, έστω και χωρίς επιχειρήματα, έμοιαζε να είναι ο πιο ακέραιος.

[4] Όσοι σχεδίαζαν εγκλήματα, αν τους πετύχαιναν, κρίνονταν έξυπνοι και ανώτεροι· ενώ όσοι επιχειρούσαν να τα εμποδίσουν, αντιμετωπίζονταν σαν ύποπτοι, γιατί θεωρούνταν πως αντιδρούν από φθόνο ή φόβο. Όποιος ήξερε να στήσει πρώτος μια παγίδα, ήταν ικανός· κι όποιος φρόντιζε να μην την πάθει, ακόμα πιο επικίνδυνος, κι αυτός που φρόντιζε να μην έχει ανάγκη τέτοιες μεθόδους, θεωρούνταν ότι παίζει το παιχνίδι του εχθρού.

[5] Οι όρκοι στους θεούς έπαψαν να έχουν κύρος· και κανένα θρησκευτικό ή ηθικό όριο δεν κρατούσε πια, αφού όλοι πίστευαν πως είναι μάταιο να διατηρεί κανείς την ευσέβεια, τη στιγμή που οι άλλοι δεν τηρούν τίποτε. Η υπεροχή στην πονηριά εκτιμήθηκε περισσότερο από την ειλικρίνεια· και νίκη ήταν όχι απλώς να είναι κανείς ανώτερος, αλλά να προκαλεί ζημιά στον αντίπαλο.

[6] Αυτή η αρρώστια πέρασε και στις πόλεις· και σ’ όποιον έμοιαζε νικητής, αφού κατέστρεφε τον άλλον, φάνταζε πιο σπουδαίος. Οι πολιτικοί αντίπαλοι χρησιμοποίησαν λόγια με ευγενικές έννοιες, αλλά έκρυβαν μέσα τους πράξεις ωμές: ισότητα των πολιτών από τη μια μεριά, σωφροσύνη της αριστοκρατικής διοίκησης από την άλλη· ενώ στην πράξη στόχευαν μόνο στην ικανοποίηση των φιλοδοξιών τους και στον εξόντωση των αντιπάλων τους.

[7] Δεν υπήρχε πια εντιμότητα στον λόγο· και όποιος μιλούσε πιο σκληρά και απάνθρωπα, φαινόταν πιο αξιόπιστος. Οι μετριοπαθείς πολίτες αφανίζονταν είτε επειδή δεν συμμετείχαν σε καμιά παράταξη είτε γιατί προκαλούσαν υποψίες και από τις δύο πλευρές.

[8] Συνολικά, ο εμφύλιος πόλεμος γέννησε μέσα στις πόλεις πολλές συμφορές – και μάλιστα παρουσιάστηκαν εκεί για πρώτη φορά πολλά πράγματα που έγιναν αργότερα σε πιο μεγάλη έκταση. Γιατί καθώς οι πόλεις διχάζονταν, οι άνθρωποι έφταναν στα έσχατα όρια της ωμότητας και της αντοχής τους, και η ψυχή των πολιτών βούλιαζε πιο βαθιά στο έγκλημα.