(2 Μαρτίου 1942 – 27 Οκτωβρίου 2013)
Από τον Γιάννη Πετρίδη
Ως συνθέτης και κιθαρίστας, ο Lou Reed που πέθανε σε ηλικία 71 ετών, είχε την τύχη να επηρεάσει πολλούς από τους καλλιτέχνες του ροκ. Ήταν ο βασικός συνθέτης των Velvet Underground, ενός συγκροτήματος που ουσιαστικά η καριέρα του κράτησε μόνο για τέσσερα χρόνια, από το 1967 μέχρι το 1970, αλλά ήταν αρκετά για να βάλουν τις βάσεις σε όλες σχεδόν τις μουσικές φόρμες του ροκ που ακολούθησαν.
Καμία άλλη μπάντα δεν είχε μεγαλύτερη επιρροή στη μετα-πανκ εποχή και στην ψυχεδέλεια, που ολοκλήρωσαν την πρώτη τους περίοδο κατά τη διάρκεια της δεκαετίας του '60.
David Bowie, Roxy Music, Sex Pistols, R.Ε.Μ., Brian Eno, Patti Smith και αρκετοί ακόμα χρησιμοποίησαν στα επόμενα χρόνια τις εμπειρίες που αποκόμισαν ακούγοντας τις ηχογραφήσεις των Velvet Underground.
Ακόμα και σήμερα αμέτρητα συγκροτήματα του ανεξάρτητου ροκ χρησιμοποιούν στις ηχογραφήσεις τους τις συγχορδίες από την κιθάρα του Lou Reed.
Ο Lou Reed ανήκε σε μία μικρή σε αριθμό κατηγορία μουσικών που κατάφεραν τα τραγούδια που έγραψαν να αποκτούν στο πέρασμα του χρόνου όλο και μεγαλύτερη αξία.
Ως συγκρότημα οι Velvet με τους δίσκους τους δεν είχαν ιδιαίτερα μεγάλες πωλήσεις, αλλά όπως έγραψε κάποτε ένας μουσικοκριτικός: Φαίνεται ότι ο κάθε ακροατής των δίσκων τους έφτιαχνε και τη δικιά του μπάντα ακούγοντάς τους.
Φτιάχτηκαν το 1965 στη Νέα Υόρκη, στην περιοχή του Λονγκ Αϊλαντ. Λίγους μήνες πριν, το 1964, ο βιολιστής John Cale και ο πιανίστας Lou Reed, που είχαν ήδη αρχίσει τις σπουδές τους στην κλασική μουσική, είχαν συναντηθεί και αντάλλασσαν απόψεις πάνω στη μουσική.
Ο Cale παρακολουθούσε την avant-garde μουσική κίνηση και ο Reed έγραφε ποιήματα γύρω από την καθημερινότητα που βίωνε στην αμερικανική μεγαλούπολη.
Στην αρχική μορφή το συγκρότημα χρησιμοποίησε αρκετά ονόματα μέχρι να καταλήξουν στο Velvet Underground, The Warlocks, The Primitives και The Falling Spikes.
Στις 11 Νοεμβρίου του 1965 θα κάνουν την πρώτη τους εμφάνιση, με το όνομα The Velvet Underground, στο Νιου Τζέρσεϊ.
Ύστερα από μερικούς μήνες, παίζοντας στο «Cafe Bizarre» στο Γκρίνουιτς Βίλατζ, θα γνωρίσουν τον Andy Warhol, ο οποίος, μετά την απόλυσή τους από τον ιδιοκτήτη του Cafe, λόγω του ότι έπαιξαν παρά την απαγόρευσή του το Black Angel's Death Song, θα τους προσκαλέσει να εμφανιστούν σε μία σειρά ταινιών που έκανε εκείνη την περίοδο, με τον τίτλο Cinematique Uptight.
Σε χρονική περίοδο που τα περισσότερα συγκροτήματα θα τραγουδούν για την ειρήνη και τον έρωτα, ο Lou Reed θα γράφει για τους Velvet Underground τραγούδια για τη βία, το σεξ και τα ναρκωτικά.
Το συγκρότημα θα κυκλοφορήσει τέσσερα στούντιο άλμπουμ και στο πρώτο από αυτά θα έχει για παραγωγό τον Warhol, ο οποίος δεν είχε ιδιαίτερες μουσικές γνώσεις, αλλά ενδιαφερόταν γι' αυτούς και ήταν αυτός που πρότεινε να πάρουν ως τραγουδίστρια τη, μέχρι τότε μοντέλο, Nico. Δύο ακόμα άλμπουμ ζωντανά ηχογραφημένα θα κυκλοφορήσουν μετά την αποχώρηση του Lou Reed το 1970, με το δεύτερο από αυτά, με τίτλο Live At Max's Kansas City, να έχει ηχογραφηθεί την τελευταία βραδιά που εμφανίστηκε ο Reed μαζί με το υπόλοιπο γκρουπ.
Η προσωπική καριέρα του Lou Reed άρχισε το 1972. Ο Reed ήταν φανατικός φίλος της ροκ μουσικής από μικρό παιδί και απέκτησε την πρώτη του κιθάρα πολύ μικρός, με επακόλουθο στα 14 χρόνια του να έχει κυκλοφορήσει τον πρώτο του μικρό δίσκο.
Στο Γυμνάσιο, όπως και ο John Lennon, είχε φτιάξει αρκετές μπάντες με τα ονόματα Pasha and the Prophets, L.Α and the Eldorados, The Jades, και αρκετές φορές προσπάθησε να κυκλοφορήσει κάποια από τα τραγούδια του, αλλά πάντα συναντούσε την άρνηση των εταιρειών, γιατί σε όλα οι στίχοι του είχαν θέμα τους τα ναρκωτικά ή τον θάνατο.
Ακόμα και στη σημαντική περίοδο 1967-1970 οι μουσικοκριτικοί δεν είχαν ασχοληθεί με τους Velvet Underground, οι οποίοι όμως ήταν αγαπημένη μπάντα των περιθωριακών μουσικών κύκλων της Νέας Υόρκης
Η γνωριμία του με τον John Cale του έδωσε τη δυνατότητα να κυκλοφορήσει μέσω των Velvet το υλικό που ήθελε, αλλά το 1972, με την αλλαγή δισκογραφικής εταιρείας και το πρώτο προσωπικό του άλμπουμ Lou Reed, που ηχογραφήθηκε στο Λονδίνο, πόλη όπου έζησε για τους περισσότερους μήνες εκείνης της χρονιάς, ο Reed αλλάζει τακτική και στο δεύτερο άλμπουμ του, με τίτλο Transformer, δέχεται τη βοήθεια των Mick Ronson και David Bowie, με αποτέλεσμα το τραγούδι του Walk On The Wild Side να ανεβεί μέσα στα 10 πρώτα της Αμερικής.
Σημαντική αλλαγή για τον καλλιτέχνη, αν λάβει κανείς υπόψη ότι κανένα από τα τραγούδια των Velvet Underground δεν είχε παιχθεί από το αμερικανικό ραδιόφωνο.
Στο ίδιο άλμπουμ υπήρχε και το Perfect Day, το οποίο θα ανακαλύψει το κοινό στη δεκαετία του '90 και θα βοηθήσει στο να αντικαταστήσει το Walk On The Wild Side, ως το βασικό τραγούδι του, στις συναυλίες που ακολούθησαν μετά την επιτυχία του.
Στα υπόλοιπα χρόνια της δεκαετίας του '70, θα ακολουθήσει το επίσης αρκετά εμπορικό Berlin, το Sally Can't Dance και το πειραματικό διπλό άλμπουμ Metal Machine Music, που θα είναι ο βασικός λόγος της διακοπής συνεργασίας του με την εταιρεία RCA. Coney Island Baby (1976), Street Hassle (1978) και The Bells (1979), το οποίο θα ηχογραφηθεί με τον μουσικό της τζαζ Don Cherry.
Το 1980 ο Reed θα παντρευτεί τη σχεδιάστρια μόδας Sylvia Morales, η οποία θα τον εμπνεύσει σε πολλά από τα τραγούδια των άλμπουμ που θα κυκλοφορήσει μέσα στη δεκαετία του '80 και πριν από τον χωρισμό τους, το 1990. The Blue Mask (1982), Legendary Hearts (1983), New Sensations (1984) και New York (1989), στο οποίο υπήρχε η κατά κάποιον τρόπο συνέχεια του Walk On the Wild Side με το Dirty Boulevard.
Στην επόμενη δεκαετία θα συνεργαστεί ξανά με τον John Cale για την ηχογράφηση του άλμπουμ Songs For Drella, αφιερωμένο στη μνήμη του φίλου τους Andy Warhol, που πέθανε το 1987 ύστερα από μία εγχείρηση ρουτίνας. Το Drella στον τίτλο ήταν ο συνδυασμός των λέξεων Dracula και Cinderella, που ήταν τα υποκοριστικά που χρησιμοποιούσαν για τον Warhol οι φίλοι του.
Ο θάνατος δύο στενών του φίλων από καρκίνο θα οδηγήσει στην κυκλοφορία τού Magic and Loss, στο οποίο θα επανέλθει στο θέμα του θανάτου.
Αρκετές θα είναι στη συνέχεια οι συμμετοχές του σε διάφορους δίσκους, οι περισσότεροι από τους οποίους θα έχουν σχέση με την ποίηση, όπως το διπλό άλμπουμ The Raven, που ήταν εμπνευσμένο από τον Edgar Allan Poe, καθώς και το υλικό που χρησιμοποίησε στο μιούζικαλ Time Rocker, που έγραψε μαζί με τον Robert Wilson. Παράλληλα, συχνές είναι οι εμφανίσεις του σε διάφορες συναυλίες σε διάφορες πόλεις στον κόσμο.
Τελευταία του δουλειά, η συνεργασία του στο άλμπουμ των Gorrilaz.
Στις 12 Απριλίου του 2008 ο Lou Reed παντρεύτηκε σε ιδιωτική τελετή με τη Laurie Anderson, με την οποία συζούσε τα προηγούμενα χρόνια.