Πριν μερικά χρόνια βρέθηκα να παρακολουθώ μια ταινία σε κινηματογράφο, έχοντας πάει μόνη. Είχε αρκετό κόσμο και περίμενα ότι θα χανόμουν μέσα στο πλήθος. Αλλά με το που μπήκα στην αίθουσα ένιωσα πως όλοι με κοίταζαν κάπως περίεργα. Ακόμα και ο υπάλληλος στο ταμείο. Όλοι ήταν με την παρέα τους και εγώ έψαχνα τριγύρω μήπως κάποιος ακόμα είχε την ίδια φαεινή ιδέα με εμένα να έρθει μόνος του στην προβολή.
Μπορεί να ήταν όμως η ιδέα μου καθώς αισθανόμουν και εγώ αρκετά περίεργα που πήγα μόνη μου σινεμά –πρώτη φορά βλέπετε.
Από τότε έχει επαναληφθεί αρκετές φορές. Κάποιες φορές μόνη στο σινεμά. Άλλες φορές μόνη για καφέ. Μια φορά μόνη και σε διακοπές.
Παντού τα ίδια βλέμματα απορίας. Μα γιατί ο κόσμος απορεί τόσο όταν κάποιος είναι μόνος του; Γιατί το βλέμμα του, εκτός από απορία, έχει και οίκτο;
Το να είσαι μόνος σου δε σημαίνει πως νιώθεις και μόνος. Γιατί όπως καταλαβαίνετε, η μοναχικότητα μοιράζεται, η μοναξιά όχι.
Δεν απορούμε το ίδιο όταν κάποιος είναι με κόσμο αλλά κλείνεται μέσα στον μικρόκοσμο του κινητού του, του υπολογιστή ή της τηλεόρασης. Δε νιώθουμε οίκτο για κάποιον που έχει μεν παρέα, αλλά δε θέλει να έχει τη συγκεκριμένη παρέα. Προτιμάμε να συμβιβαζόμαστε με αυτόν που είναι δίπλα μας, από το να έχουμε το θάρρος να σταθούμε μόνοι μας απέναντι σε κάθε περίσταση.
Επιλέγουμε ανούσιες στιγμές με άλλους και από την άλλη φοβόμαστε ουσιαστικές στιγμές με τον εαυτό μας. Ο καθένας προφανώς έχει τους λόγους του.
Ίσως ο λόγος να είναι ένας: ο φόβος της μοναξιάς.
Πρόσφατα βρέθηκα ξανά σε έναν θερινό κινηματογράφο. Δεν είχε πολύ κόσμο. Περασμένες έντεκα. Ήμασταν πέντε άτομα όλα κι όλα. Και ο καθένας μας είχε έρθει μόνος του. Κοίταξα γύρω μου και μια έντονα θετική αύρα με πλημμύρισε. Αλληλοκοιταχτήκαμε και αλληλοστηριχτήκαμε. Ήταν σα να λέγαμε με κλειστό στόμα:
-Ε ναι, επιτέλους, είναι η δική μας ώρα. Η ώρα να γιορτάσουμε την παρέα με τον εαυτό μας.
Σα να θέλαμε να θέσουμε τα όριά μας αλλά και σαν καταλαβαίναμε από μόνοι μας ότι οι άλλοι έχουν όρια που οφείλουμε να σεβαστούμε, καθίσαμε ο καθένας μας σε άλλη πλευρά του χώρου, ο ένας μακριά από τον άλλον.
Ήταν η δική μας ώρα.
Και επιτέλους είχαμε κάποιους τριγύρω που το συμμερίζονταν. Γελάσαμε πολύ. Συγκινηθήκαμε πολύ. Αλλά περισσότερο συμπονέσαμε ο ένας τον άλλον. Στη διάρκεια της προβολής κοιταζόμασταν και μοιραζόμασταν τα ίδια συναισθήματα.
Ίσως η αίσθηση του «ανήκειν» και η συντροφικότητα θα έπρεπε να περνάνε αναγκαστικά από τη μοναχικότητα. Ίσως να αξίζει να αφήνεις τη μοναχικότητά σου όταν ο άλλος σου προσφέρει πραγματική συντροφιά. Όταν υπάρχει πραγματική «συνάντηση».Ή ίσως να αξίζει μέσα από τη μοναχικότητα να ανακαλύψεις τον εαυτό σου, πριν συναντήσεις τον άλλον, τον οποιονδήποτε άλλον.
Φεύγοντας από εκεί ένιωθα πιο δυνατή. Είχα μαζί μου την ενέργεια πέντε ανθρώπων. Ανθρώπων που άντεχαν τη μοναχικότητα του εαυτού τους και μπορούσαν να την μοιραστούν. Το να είσαι μόνος σου δε σημαίνει πως νιώθεις και μόνος. Γιατί όπως καταλαβαίνετε, η μοναχικότητα μοιράζεται, η μοναξιά όχι.
Η μοναχικότητα είναι η παρουσία του εαυτού. Η μοναχικότητα είναι πολύ θετική, είναι αληθινή ελευθερία. Είναι μια παρουσία που ξεχειλίζει.
(Όσσο)
Γράφει η ψυχολόγος Ματίνα Σταθάκη