Οδυσσέας ο πιο ανθρώπινος ήρωας...

Οδυσσέας ο πιο ανθρώπινος ήρωας...

Όπως είναι ήδη γνωστό, η Οδύσσεια θεωρήθηκε η ιστορία που επηρέασε περισσότερο την εξέλιξη της ανθρωπότητας (έρευνα BBC 2019). Ακολουθούσαν άλλα αριστουργήματα της παγκόσμιας λογοτεχνίας όπως, ο Άμλετ, τα Εκατό χρόνια μοναξιάς του Μάρκες. Η Ιλιάδα, ένα κατ’ εξοχήν ηρωικό έπος βρισκόταν στην έβδομη θέση.

Αμέσως γεννήθηκε η απορία τι ξεχωριστό είχε η Οδύσσεια και κατάφερε όχι μόνο να επιζήσει 3000 χρόνια αλλά και να υπερκεράσει σε αξία μεγάλα μνημεία της Παγκόσμιας Λογοτεχνικής Γραμματείας.

Μιας και είχαν περάσει πολλά χρόνια που την είχα πρωτοδιαβάσει, ανέτρεξα στο παλιό μικρό γαλάζιο βιβλίο της δευτέρας Γυμνασίου, μνημειώδης η μετάφραση του Σιδέρη. Βέβαια δεν υστερούν και αυτές του Βασίλη Ρώτα, του Καζαντζάκη ενώ περισσότερο μελέτη παρά μετάφραση είναι αυτή του Μαρωνίτη αφού συνοδεύεται με πολλά και εξαιρετικά σχόλια.

«Τον άντρα τον πολύτροπο, πες μου θεά, που χρόνια τον παρέδερνες, σαν πάτησε της Τροίας το Άγιο Κάστρο». Σίγουρα αυτοί οι στίχοι έχουν μείνει χαραγμένοι στο μυαλό όλων. Τι ήταν όμως αυτό που έκανε τον Οδυσσέα μοναδικό,τι ήταν αυτό που έκανε τον Καβάφη να γράψει την Ιθάκη και τον Καζαντζάκη τη συνέχεια της Οδύσσειας, τον Τζέιμς Τζόυς να ονομάσει το αριστούργημα του «Οδυσσέα»;

Ο Οδυσσέας δεν ήταν γιος θεού όπως οι άλλοι ήρωες, δεν είχε καμία ακατανίκητη δύναμη στα μπράτσα, ούτε είχε κάποιο μαγικό σπαθί που κατατρόπωνε όλους τους αντιπάλους. Ο Οδυσσέας ήταν ο θνητός άνθρωπος, που πεινούσε, διψούσε, αιμορραγούσε, είχε ανθρώπινα πάθη. Ήταν αυτός που απρόθυμα άφησε τη φτωχική Ιθάκη, για να πάει σε έναν πόλεμο μίλια μακριά από το σπίτι του, ήταν αυτός που προτιμούσε να μείνει δίπλα στην όμορφη του γυναίκα και το νεογέννητο γιο του από το να διεκδικήσει αμέτρητη δόξα και αμύθητα λάφυρα από την πλουσιότερη πόλη του τότε γνωστού κόσμου, την Τροία.

Όλοι οι ήρωες έχουν ένα τραγικό στοιχείο, ο Ηρακλής κατατρύχεται από την Ήρα, ο Αχιλλέας από τον Απόλλωνα, έτσι και ο Οδυσσέας από τον Ποσειδώνα. Η μεγάλη διαφορά όμως του Οδυσσέα είναι πως είναι πέρα για πέρα θνητός και πως επιπλέον δεν θα καθίσει στωικά να αποδεχτεί τη μοίρα του.

Την ώρα που οι Αχαιοί γλεντούν και λεηλατούν την Τροία, αυτός κοιτάζει με απλανές βλέμμα τη θάλασσα και προετοιμάζεται για το ταξίδι του γυρισμού.
Αυτό που κυριαρχεί μέσα του δεν είναι ένα κύμα ενθουσιασμού, ξέρει γι’ αυτόν τέλος και ξεκούραση θα είναι η μέρα που θα σφίξει στην αγκαλιά το γιο του και τη γυναίκα του, τότε που θα χαϊδέψει το πιστό του κυνηγόσκυλο, τον Άργο.

Ο Όμηρος μέσα στη μαεστρία του, δεν αναφέρει πουθενά στην Οδύσσεια μία περιγραφή της Ιθάκης, αφήνει τον αναγνώστη να τη φανταστεί όπως θέλει, το ίδιο κόλπο χρησιμοποιεί και με την ωραία Ελένη. Η Ιθάκη και η Ελένη είναι το προσωπικό ιδεώδες του καθενός.

Έπειτα ξεκινά το ταξίδι. Ο Οδυσσέας θα αναμετρηθεί με όλους τους φόβους που μπορεί να νιώσει ένα ανθρώπινο πλάσμα. Με τους Κίκονες και τους Λαιστρυγόνες, γίγαντες εχθρικούς, σαν τις αναπάντεχες δυσκολίες που μπορεί να συναντήσει ο καθένας μας καθημερινά.

Τούτοι ‘δω είναι η φυσική κόπωση, για να τους αντιμετωπίσει πρέπει να βρει τα όρια των ψυχικών του αποθεμάτων. Μετά ο Κύκλωπας. Γιος θεού, ο Κύκλωπας είναι το ωμό κακό που διαθέτει τεράστια ρώμη. Ο Οδυσσέας αντιπαραθέτει γνώση και τόλμη και βγαίνει και από ‘δω νικητής.

Κατόπιν η θρυλική Σκύλλα και η Χάρυβδη, ένα πέρασμα επικίνδυνο που έχει να κάνει με τα φυσικά φαινόμενα και τις παγίδες των θαλάσσιων ταξιδίων. Ο Οδυσσέας, Έλληνας με ικανότητες στη ναυτοσύνη, χειρίζεται επιδέξια το τιμόνι εμψυχώνει τους άντρες του και καταφέρνει να περάσει.

Σειρήνες, η μαγική μελωδία το απαύγασμα των πειρασμών, και εδώ θα βρει λύση αλλά σαν περίεργος και περιπετειώδης θα θελήσει να ακούσει και το μοναδικό τραγούδι. Αφού βουλώσει λοιπόν τα αυτιά των συντρόφων του δένεται γερά στο κατάρτι.

Δύο ωστόσο είναι τα σημαντικότερα σημεία στην πορεία του Οδυσσέα. Πρώτον, η κάθοδός του στον Άδη, η κατανίκηση δηλαδή του προαιώνιου φόβου του ανθρώπου για τον θάνατο. Ο πρώτος θνητός που κατέβηκε ποτέ στον κάτω κόσμο και γύρισε. Αυτή η ιστορία από μόνη της θα μπορούσε να είναι ένα αριστούργημα. Και δεύτερον, η φυγή από το νησί της Καλυψώς. Η θεά τού παρέχει τα πάντα, την αθανασία, τη βιοποριστική εξασφάλιση, την ηδονή της σάρκας. Ο Οδυσσέας προς στιγμήν υποκύπτει μα γρήγορα το ένστικτο του νόστου τον κάνει να απαρνηθεί αυτήν την αίσθηση θεότητας και να ξαναγυρίσει στην ανθρώπινη φύση του και στις απλές καθημερινές αξίες.

Μετά από πολλές και συναρπαστικές περιπέτειες φτάνει στην Ιθάκη, μόνος χωρίς συντρόφους όπως μόνοι μας όλοι είμαστε στον αγώνα για την ευτυχία και την προσωπική ολοκλήρωση, για την τιθάσευση των φόβων μας και την αναζήτηση της εσωτερικής γαλήνης.

Τελικά ίσως η Οδύσσεια παρέμεινε τόσο σημαντική μέχρι σήμερα γιατί ήταν το πρώτο βιβλίο που μίλησε για την υπέρβαση της ανθρώπινης φύσης και ο Οδυσσέας τόσο αγαπητός γιατί δεν ήταν παρά ένας από εμάς.

Κείμενο: Παναγιώτης Τοπαλίδης

***Η Οδύσσεια ετοιμάζεται για ένα μεγαλειώδες θεματικό πάρκο στη Θεσσαλονίκη, μια εξαιρετική βιωματική εμπειρία.