(25 Μαρτίου 1942 - 16 Αυγούστου 2018)
Στον χώρο της μαύρης μουσικής, όσον αφορά τους άνδρες τραγουδιστές, έχουμε σοβαρές διεκδικήσεις για τον σημαντικότερο εκφραστή του είδους από υποστηρικτές ονομάτων όπως ο Ray Charles, με τον οποίο πολλοί τη συγκρίνουν λόγω του ότι και η Aretha είχε μία εκπληκτική ικανότητα στο να παίζει εξαιρετικά πιάνο, ενώ και οι δυο τους είχαν κοινή προέλευση τον χώρο των gospel, από τον οποίο η Aretha βέβαια δέχτηκε περισσότερες επιρροές από αυτές του τυφλού τραγουδιστή, ο Sam Cooke, με τον οποίο η Aretha ως παιδί είχε φιλικές σχέσεις λόγω της μουσικής gospel, ο Stevie Wonder και ο James Brown. Όσον αφορά όμως τις γυναικείες φωνές, κανείς δεν προτίθεται να αμφισβητήσει την κυριαρχία της Aretha, που με την αξία της έγινε η απόλυτη τραγουδίστρια της soul.
Ο John Hammond, ο άνθρωπος που είχε ανακαλύψει τις Bessie Smith και Billie Holiday και θα ανακάλυπτε την ίδια περίοδο και τον Bob Dylan, ήταν αυτός που εντυπωσιάστηκε από τη 18χρονη μαύρη τραγουδίστρια το 1960 και την οδήγησε αμέσως στο στούντιο των ηχογραφήσεων, διαβλέποντας σ' αυτή μια συνέχεια της Billie Holiday, εκτίμηση όμως που αποδείχτηκε λανθασμένη από αυτόν τον τόσο σημαντικό παραγωγό, που δεν είδε τις πραγματικές δυνατότητες της φωνής της Aretha και τις αλλαγές στη μουσική τάση, που είχαν δρομολογηθεί από τα τέλη της δεκαετίας του '50. Η τζαζ και μπλουζ κατεύθυνση που έδωσε η τότε εταιρεία της στο ρεπερτόριο της Aretha Franklin φρενάρισε τη δυναμική της και η προσπάθεια που έγινε στην ίδια περίοδο να περάσει στο κλασικό αμερικανικό ρεπερτόριο σαν μια μαύρη απάντηση στην επιτυχία της Barbra Streisand, αποδείχτηκε το ίδιο λανθασμένη περιορίζοντας την επιτυχία της. Εξίσου αποτυχημένη ήταν όμως και η προσπάθεια της 20χρονης τότε τραγουδίστριας να μοιάσει στο είδωλό της, που ήταν η Dinah Washington. Η Aretha γεννήθηκε στις 25 Μαρτίου του 1942 στο Μέμφις και πήγε λίγο αργότερα στο Μπάφαλο της Νέας Υόρκης, πριν καταλήξει με την οικογένειά της στο Ντιτρόιτ. Ο πατέρας της ήταν αυτός που της έδωσε τα πρώτα μουσικά μαθήματα, η μητέρα της τους εγκατέλειψε όταν η Aretha ήταν μόλις 6 ετών και πέθανε όταν η Aretha συμπλήρωνε τα 10.
Άρχισε να ηχογραφεί για πρώτη φορά σε ηλικία 14 ετών, με τον πρώτο της δίσκο να περιλαμβάνει πολλούς από τους ύμνους που είχε κάνει γνωστούς η Clara Ward, την οποία θαύμαζε από παιδί. Η Aretha σε ηλικία 16 ετών είχε δύο παιδιά, για τα οποία ποτέ δεν ανέφερε ποιος ήταν ο πατέρας τους, διατηρώντας για την προσωπική της ζωή μια μυστικότητα, ίσως λόγω του ότι ο πατέρας της ήταν ένας από τους πιο γνωστούς ιερωμένους της Αμερικής και στην εκκλησία που λειτουργούσε στο Detroit, η Aretha με τα αδέλφια της άρχισε να τραγουδά για πρώτη φορά gospel. Τα δύο τελευταία της χρόνια στην εταιρεία Columbia έγινε προσπάθεια να καθιερωθεί με πιο σύγχρονο ρεπερτόριο, όπως είχε κάνει την ίδια περίοδο και η Tina Turner, που τραγουδούσε τότε με τον σύζυγό της Ike.
Το 1965, σε ανύποπτη στιγμή σε μια αδιάφορη τελετή που ακολούθησε κάποια συναυλία, ένας από τους διοργανωτές τής απένειμε ένα καπέλο σαν στέμμα, λέγοντάς της ότι είναι η βασίλισσα της soul, αυτή η προφητική κίνηση θα έβγαινε αληθινή μερικά χρόνια αργότερα.
Το 1966, ο Jerry Wexler την υπογράφει στην εταιρεία Atlantic και μαζί του αρχίζει να ηχογραφεί μία σειρά από πετυχημένα τραγούδια, που ήταν γραμμένα από συνθέτες από τον χώρο της soul, όπως οι Otis Redding και Don Covay, αλλά και λευκούς συνθέτες της ποπ,όπως η Carole King με τον τότε σύζυγό της Gerry Goffin και ο Burt Bacharach. Ο Wexler σε συναντήσεις μας σε Ελλάδα και Αμερική συχνά μου ανέφερε το πόσο σημαντική τραγουδίστρια ήταν γι' αυτόν και το πόσο χάρηκε όταν κατάφερε να την υπογράψει στην εταιρεία του Atlantic. Αρκετά τραγούδια της Aretha Franklin είχαν και τη δικιά της υπογραφή, γραμμένα μαζί με τον τότε μάνατζερ και σύζυγό της Ted White. Οι ηχογραφήσεις της δεκαετίας του '60 έγιναν κυρίως με τη συνοδεία των μουσικών των Muscle Shoals στούντιο στην Αλαμπάμα ή στην Νέα Υόρκη, με την μπάντα του King Curtis.
Η ίδια η Aretha ήταν υπεύθυνη για τις ενορχηστρώσεις, που είχαν σχεδόν πάντα ένα ύφος επηρεασμένο από την gospel με τη συνοδεία του συγκροτήματος Sweet Inspirations, στο οποίο συμμετείχε και η αδελφή της Carolyn.
Το 1971 θα εμφανιστεί στο Fillmore του Σαν Φρανσίσκο, που ήταν ο ναός της ροκ, έχοντας μάλιστα ως προσκεκλημένο τον Ray Charles, σε μια ανεπανάληπτη συναυλία που θα κυκλοφορήσει και σε άλμπουμ με τίτλο Live In Fillmore West, στο οποίο υπάρχει η ερμηνεία της στο Spirit In The Dark μαζί με τον Ray Charles . Ο θάνατος του King Curtis, το 1971, θα της στερήσει έναν πολύτιμο συνεργάτη και στο άλμπουμ Hey Now Hey (The Other Side Of The Sky) θα συνεργαστεί με τον Quinsy Jones, έχοντας πρόθεση να ηχογραφήσει ένα άλμπουμ με τζαζ περιεχόμενο, τελικά όμως δεν κατάφερε να πετύχει τον αρχικό στόχο της. Η δεκαετία του '80, τρίτη πετυχημένη στην καριέρα της, σημαδεύτηκε από τη μεταπήδησή της από την Atlantic στην εταιρεία Arista, όπου γνώρισε μια νέα σειρά επιτυχιών με τα τραγούδια Freeway Of Love, Who Zoomin' Who, Jump Το It και Ι Knew You're Waiting (For Me) μαζί με τον George Michael, Sisters Are Doin' It For Themselves με την Annie Lennox, με παραγωγούς ονόματα όπως οι Narada Michael Walden, Luther Vandros. Το 1987 έγινε η πρώτη γυναίκα που εντάχτηκε στο Rock and Roll Hall Of Fame και την ίδια χρονιά κυκλοφορεί το δεύτερο άλμπουμ της με τραγούδια gospel από τότε που έγινε γνωστή, γιατί το πρώτο είχε κυκλοφορήσει όταν ήταν μόλις 14 ετών, το 1956, με τον τίτλο Songs Of Faith. Η Aretha έχει κερδίσει συνολικά 12 φορές το βραβείο Γκράμι η καλύτερη τραγουδίστρια στον χώρο του ρυδμ εντ μπλουζ, με τις οκτώ από αυτές να είναι συνεχόμενες στην περίοδο 1968-75. Συνολικά έχει βραβευτεί 18 φορές με Γκράμι. Η βράβευσή της το 1968 βοήθησε στο να γίνει μόλις η δεύτερη αφροαμερικανή που εμφανιζόταν στο εξώφυλλο του περιοδικού Time.
Η πρώτη της εμφάνιση στους καταλόγους επιτυχιών έγινε το 1956, με το Today Ι Sing The Blues, και η τελευταία το 2007, με το Put You Up In Game, που τραγούδησε μαζί με την Fantasia και υπήρχε σε ένα άλμπουμ με τα ντουέτα που έκανε κατά καιρούς με ονόματα, όπως οι Frank Sinatra, Elton John, Mary J. Blige, Keith Richards, George Michael, Whitney Houston κ.ά.