Από τις αναμνήσεις του Γιώργου Παπαστεφάνου: Άννα Πάβλοβα

Running Wild-Tricky feat. Mina Rose

Αυτή τη βόλτα πόσες φορές δεν την είχα κάνει με ποδήλατο.

Απ' την Ιαλυσσό στους Τρείς. Τότε που το σπίτι μας στα Τριάντα, ακόμα είχε ζωή και τα ταξίδια μου στη Ρόδο ήταν πολύ συχνά. Εκεί στους Τρείς υπήρχε τότε μια ταβέρνα, που τα βράδια τού καλοκαιριού πλημμύριζε από κόσμο. Λεγότανε «Τα κιούπια» και στον ωραίο κήπο της, φόρτωνε με πλήθος πιάτα το ταμπλ ντότ, όπως γινότανε παλιά στον Πειραιά στον ξακουστό Βασίλαινα ή και στην Κέρκυρα στον Τρύπα. Στα «Κιούπια» κάποιο βράδυ, το αφεντικό που με είχε δει στην τηλεόραση μού είπε «σε ένα γλυκό θα δώσω το όνομά σας».

Το είπε και το έκανε. Και θυμάμαι πόσο αμήχανα είχα νοιώσει όταν λίγο καιρό αργότερα, κοιτώντας το μενού, είδα στη λίστα με τα επιδόρπια να φιγουράρει το γλυκό «η φωνή του Παπαστεφάνου». Αμέσως θυμάμαι, το μυαλό μου είχε πάει στο καφενείο «Το Βυζάντιον» και στον Μπάμπη το γκαρσόνι με το ωραίο παπιγιόν, που με στεντόρεια φωνή έσπαγε την γαλήνη της Κολωνακιώτικης νύχτας στην αριστοκρατική τότε πλατεία, παραγγέλοντας μια Βουγιουκλάκη, μια Καρέζη ή μια Λάσκαρη για τους εκλεκτούς θαμώνες, που ήταν πράγματι η αφρόκρεμα. Όπου και να γύριζες το βλέμμα κάποιον σημαντικό θα συναντούσες.

Από τον Παναγιώτη Κανελλόπουλο και τον Οδυσσέα Ελύτη, μέχρι τον Χατζιδάκι, τον Νίκο Γκάτσο, τον Νάνο Βαλαωρίτη. Ή τον Γιάννη Μιγάδη, τον Ταχτσή, τον Ακριθάκη. Η πλατεία δεν είχε ακόμα αλωθεί. Όπως θυμάται η φίλη μου, η Έλλη Θεοδώρου, Βουγιουκλάκη είχε βαφτίσει τότε ο Μπάμπης, το κεράσι σε γλυκό του κουταλιού. Αλλά ο Μπάμπης δεν ήταν ο μοναδικός «νονός»(με την καλή βέβαια έννοια), που είχε τότε η Αθήνα. Υπήρχε και ο κύριος Τρύφωνας στη Φωκίωνος Νέγρη στην Κυψέλη, που για να εκφράσει τον θαυμασμό του στο περίφημο αηδόνι της Χιλής, την Ροζίτα Σεράνο, έδωσε το όνομά σεράνο, σε μια από τις πάστες του. Και πάλι, μην φανταστείτε πως όλες αυτές τις αβρότητες τις έκαναν μόνο Έλληνες.

Σάς θυμίζω πως ήδη από το 1892 ή 93, ένας Γάλλος σεφ, ο Ωγκύστ Εσκοφλιέ, είχε αφιερώσει το παγωτό του με ροδάκινο στην περίφημη Αυστραλέζα σοπράνο Νέλλι Μέλμπα (1861-1931), όταν είχε περάσει από το ξενοδοχείο Σαβόυ του Λονδίνου.

Έτσι γεννήθηκε το pêche Melba, που κάποια στιγμή ασφαλώς θα το δοκιμάσατε κι εσείς. Όπως και την πάστα Παύλοβα, είμαι σίγουρος. Ένα γλυκό αφιερωμένο εξαιρετικά στην χορεύτρια Άννα Παύλοβα, που όπως και την Μέλμπα, δεν πρόλαβα να την δω επάνω στη σκηνή, όμως ο θρύλος της με είχε αγγίξει από παιδί. Τότε που διαβάζοντας για τα Ρώσικα Μπαλέτα του Σεργκέι Ντιαγκίλεφ την είχα βρει μπροστά μου, μυθικό αστέρι του χορού δίπλα στην Ταμάρα Καρσάβινα, τη μεγάλη της αντίπαλο και τον Βάσλαβ Νιζίνσκυ. Η Άννα Παύλοβα (1881-1931), γρήγορα ξέφυγε από τη σκιά του διάσημου ιμπρεσάριου, δημιούργησε τη δική της χορευτική ομάδα και γύρισε μ' αυτήν όλο τον κόσμο. Φαίνεται λοιπόν πως σε μια περιοδεία της σε Αυστραλία και Νέα Ζηλανδία, ένας θαυμαστής της μερακλής εμπνεύστηκε από εκείνη το γλυκό, που με το όνομά της έφτασε ως τις μέρες μας. Εποχή; Μάλλον στα χρόνια του '20. Νωρίτερα, το 1905 ή 07, η Παύλοβα είχε χορέψει πρώτη μια χορογραφία του Μιχαήλ Φοκίν, που έκτοτε πρωταγωνιστεί στο ρεπερτόριο κάθε μεγάλης μπαλαρίνας: «Ο θάνατος του κύκνου» από το «Καρναβάλι των ζώων» του Σαιν-Σανς. Λένε πως ακόμα κι όταν πέθαινε, η Παύλοβα ζήτησε να τής φέρουν το κοστούμι αυτού τού ρόλου.

Στον «Θάνατο τού κύκνου» θα την δούμε κι εμείς τώρα, σπάνιο ντοκουμέντο που ο κινηματογράφος πρόλαβε να καταγράψει, μάλλον το 1925 και που το βρίσκουμε βεβαίως στο διαδίκτυο.