Droplets. Spacebag. Checklad. Αυτή είναι μόνο μια μικρή επιλογή από τις λέξεις που βρυχάται ο Mark E. Smith στον τελευταίο δίσκο της μυστηριώδους μπάντας από το μάντσεστερ. Ο Mark E. Smith είναι ο τραγουδιστής και ο καθοδηγητής των Fall, του μακροβιότερου βρετανικού συγκροτήματος από την εποχή της Joe Loss Orchestra και ταυτόχρονα του μοναδικού, θα ισχυριζόμουν, που κυκλοφορεί διαρκώς ενδιαφέροντες, διασκεδαστικούς και προκλητικούς δίσκους. Μερικοί θα ήθελαν σ´ αυτό το σημείο να αναφέρω τους Rolling Stones, αλλά, come on, οι Stones έχουν να βγάλουν αξιόλογο δίσκο από τις αρχές της δεκαετίας του ´70.
Κι ενώ οι Fall δεν πλησίασαν ποτέ την καταστροφική επιτυχία των Stones, δημιούργησαν μια ολότητα με στις ηχογραφήσεις τους που, στα μάτια μου, επισκιάζει κάθε άλλο βρετανικό συγκρότημα, κάθε άλλο συγκρότημα γενικότερα. Φλογεροί θαυμαστές μαλώνουν για το πιο από τα LP τους είναι καλύτερο. Ήταν λοιπόν το πρώτο τους “Live at the Witch Trials” του 1979; Ήταν το διπλό live-LP “The Twenty Seven Points”; Ήταν ένα από τα 29 ενδιάμεσα άλμπουμ - κυκλοφοριών εισαγωγής και συλλογών συμπεριλαμβανομένων; Θα επιχειρήσω για άλλη μια φορά να περιγράψω γιατί θαυμάζω τους Fall. Αλλά πώς να περιγράψει κανείς τον έρωτα; Μερικά πράγματα πρέπει να παραμένουν μυστηριώδη και σκοτεινά, να αρνούνται να δώσουν εξηγήσεις.
Από το καλοκαίρι του 1978 οι Fall ηχογράφησαν για το πρόγραμμά μου στο BBC 19 sessions - διπλάσιες από οποιαδήποτε άλλη μπάντα. Κάθε μια από αυτές υπήρξε σταθμός στη ζωή μου. Και όχι μόνο τη δική μου, αλλά και τη ζωή των ακροατών μου και της οικογένειάς μου. Θυμάμαι πως μαζί με τη σύζυγό μου Sheila και τον μεγαλύτερο γιο μας William, στεκόμασταν στην άκρη της σκηνής, όταν οι Fall έδωσαν μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή συναυλία στο Norwich. Μου πέρασε τότε από το μυαλό πως μια οικογένεια που πηγαίνει σ´ ένα κοντσέρτο των Fall είναι γεμάτη από εσωτερική δύναμη και μουσική υγεία.
Έχουμε παρευρεθεί σε συναυλίες τους, που από καθαρά τεχνική σκοπιά ήταν “κακές”. O Mark ήταν ευερέθιστος, κακόκεφος, βαριεστημένος και θυμωμένος. Αυτό, όμως, έδωσε το κίνητρο στα υπόλοιπα μέλη του γκρουπ να ξεπεράσουν τους εαυτούς τους και να αναλάβουν τα ηνία προσδίδοντας σε τέτοιες βραδιές μια διεστραμμένη θεατρικότητα, κάνοντάς τις άπειρα καλύτερες από το λούστρο, τους άδειους κομπασμούς πολύ διασημότερων συγκροτημάτων και περφόρμερ. Έχουμε, όμως, παρευρεθεί και σε συναυλίες των Fall που μας άφησαν άφωνους, όπως στο Norwich, όπως στο φεστιβάλ του Reading πριν από δύο ή τρία χρόνια, ή όπως στις πρώτες μέρες τους, σ´ ένα φρικτό κλαμπ κάποιου προαστίου του Μάντσεστερ.
Πάνω από το 50% των επιστολών που παίρνω από τους ακροατές μου στη Γερμανία έχει να κάνει με τους Fall. Πριν από μερικές βδομάδες, ένας ακροατής από το Αμβούργο, μου έστειλε τα συγκεντρωμένα στοιχεία ενός, ούτως ειπείν, Fall Net. Δεν είμαι λοιπόν ο μόνος που πιστεύει ότι οι Fall είναι το καλύτερο συγκρότημα που υπήρξε ποτέ. Μερικές φορές, όταν νιώθω άσχημα, πιστεύω ότι ο μοναδικός λόγος που ακόμη και σήμερα, στα 56 μου χρόνια, εξακολουθώ να ενδιαφέρομαι για το σχήμα “κιθάρα, μπάσο, ντραμς”, είναι επειδή σε λίγο θα βγει ένα νέο άλμπουμ των Fall που θα με ανεβάσει ξανά.
Τώρα πρέπει να φύγω για να προλάβω το τρένο μου στο χιονισμένο Λονδίνο. Στον δρόμο θα ψιθυρίζω: Droplets, Spacebag, Checklad. Δεν ξέρω τι ακριβώς σημαίνουν, αλλά για μένα είναι ποίηση.
* O John Peel (John Ravenscroft, γεν. 30.8.1939, Merseyside) παραμένει ο σημαντικότερος ντισκ τζόκεϊ στη Βρετανία. Πρωτοξεκίνησε την καριέρα του στις Η.Π.Α., στις αρχές της δεκαετίας του ’60. Πίσω στην πατρίδα του συνέχισε στο Radio London, τον καλύτερο βρετανικό πειρατικό σταθμό, και εισήγαγε τους συμπατριώτες του στη μουσική του Captain Beefheart και του Frank Zappa. Στο Radio 1 του BBC καλλιέργησε τα ντόπια ταλέντα των Marc Bolan, Pink Floyd, Soft Machine, Jethro Tull κλπ. Στις αρχές του ’70 ίδρυσε τη δική του εταιρεία Dandelion και προσπάθησε να προωθήσει τους Bridget St. John, Principal Edwards Magis Theatre, Medicine Head κ.λπ. Ο κατάλογος των καλλιτεχνών, που έκαναν το ντεμπούτο τους στο πρόγραμμά του, αποτελεί από μόνος του την ιστορία του βρετανικού ροκ: Faces, Led Zeppelin, David Bowie, Nice, Ten Years After... Στα μέσα της δεκαετίας του ’70 αποκαρδιώθηκε όταν είδε τα συγκροτήματα που υποστήριζε να γίνονται πλούσια και απόμακρα. Το 1976 αγκάλιασε την έκρηξη του πανκ και την αρχέγονη δύναμη των Ramones και των Damned. Μέσα σ´ ένα χρόνο, το “Stairway to Heaven” των Led Zeppelin αντικαταστάθηκε από το “Anarchy in the UK” των Sex Pistols ως το αγαπημένο τραγούδι στις προτιμήσεις των ακροατών του. Το 1986 άρχισαν να κυκλοφορούν τα περίφημα Peel Sessions, ηχογραφήσεις συγκροτημάτων όπως οι Joy Division, οι Stiff Little Fingers κλπ, που έγιναν ειδικά για την εκπομπή του. Εκτός από τη μουσική, το μοναδικό του ενδιαφέρον είναι το ποδόσφαιρο και η αγαπημένη του ομάδα η Liverpool.
Το κείμενο αυτό, που γράφτηκε πριν από 22 περίπου χρόνια, δημοσιεύεται με αφορμή την κυκλοφορία της ανθολογίας των πρώτων πέντε χρόνων της καριέρας των Fall (σε τριπλό CD), με τίτλο “Psykick Dance Hall”.
“ΟΔΟΣ ΠΑΝΟΣ”, Απρ. – Ιουν. 2001, Νο. 112