Billy Joel: Φανατικός φίλος της μελωδίας

Billy Joel: Φανατικός φίλος της μελωδίας

Από τον Γιάννη Πετρίδη

Αρκετά πριν ασχοληθεί με το ροκ μέσω του συγκροτήματος Hassles στη δεκαετία του '60, ο Billy Joel, -ο οποίος ανήκε στη γενιά των εφήβων που τριγύριζαν στους δρόμους σαν μέλη συμμοριών με δερμάτινα μπουφάν και είχαν για μοναδική έγνοια το πώς να επιβληθούν στις ανάλογες παρέες νεαρών από άλλες περιοχές της Νέας Υόρκης- ακολούθησε κλασικές σπουδές στη μουσική και από εκεί προέκυψε η επιδεξιότητα που είχε ως πιανίστας.

Ο γεννημένος στη Γερμανία πατέρας του γνώρισε τη μητέρα του όταν αυτή εργαζόταν ως τραγουδίστρια για τους γνωστούς συνθέτες Gilbert και Sullivan.

Ο μικρός William Martin Joel, χάρη στον ενθουσιασμό που έδειξε όταν ήταν μόλις τεσσάρων ετών για μια σύνθεση του Μότσαρτ, κέρδισε τα πρώτα του μαθήματα πιάνου.

Οταν έγινε επτά ετών, οι γονείς του χώρισαν και ο πατέρας του επέστρεψε στην Ευρώπη, αφήνοντας τον Billy και τη μεγαλύτερη αδελφή του στη μητέρα τους.

Μεγαλώνοντας, άρχισε να εγκαταλείπει τον Μπετόβεν και τους άλλους κλασικούς συνθέτες και να στρέφεται στα τραγούδια των Elvis Presley, Otis Redding, Sam and Dave, Ronettes, Righteous Brothers και άλλων καλλιτεχνών, δίσκους των οποίων έφερνε στο σπίτι η αδελφή του.

Στα 14 χρόνια του και έπειτα από 10 χρόνων μαθήματα στην κλασική μουσική, αλλάζει κατεύθυνση και φτιάχνει το πρώτο του συγκρότημα με το όνομα Echoes, με το οποίο αρχίζει να παίζει σε διάφορα μπαρ, αν και ανήλικος, με συνέπεια συχνές απουσίες από το Γυμνάσιο, ενώ όταν παρακολουθούσε, συνήθως τον έπαιρνε ο ύπνος από την κούραση.

Οι καθηγητές του πίστευαν ότι το κόκκινο χρώμα των ματιών του οφειλόταν στη χρήση ναρκωτικών. Οταν έφτασε στην τελευταία τάξη, όλα έδειχναν ότι δεν θα έπαιρνε το χαρτί που θα του επέτρεπε να πάει στο πανεπιστήμιο. Ο Billy προσπάθησε να το ξεπεράσει λέγοντας στη μητέρα του και τους καθηγητές του ότι δεν είχε σημασία γι' αυτόν, γιατί δεν ήθελε να πάει στο Πανεπιστήμιο Κολούμπια της Νέας Υόρκης αλλά στη δισκογραφική εταιρεία Κολούμπια, όπου δεν χρειαζόταν να έχει απολυτήριο από το Γυμνάσιο.

Τελικά, όπως συμβαίνει συνήθως μόνο στα παραμύθια, τα λόγια του βγήκαν σωστά και στην επέτειο των 10 ετών από την αποφοίτησή του, δεν μπόρεσε να παρευρεθεί στη γιορτή που έκαναν οι συμμαθητές του γιατί αυτός παρουσίαζε το Just the way you are στα 10 εκατομμύρια των τηλεθεατών της εκπομπής Saturday night live.

Μετά τους Echoes έφτιαξε τους Lost Souls, ενώ παράλληλα έπαιξε και μποξ σε 26 αγώνες. Μάλιστα είχε 22 νίκες, δύο ισοπαλίες, δύο ήττες και μια σπασμένη μύτη.

Το 1968 ηχογραφεί δύο δίσκους με τους Hassles, για να ακολουθήσει το άλμπουμ που κυκλοφόρησε ως ντουέτο με τον Jonathan Small κάτω από το όνομα Attila ενώ το 1972 ο Joel κυκλοφορεί τον προσωπικό του δίσκο Cold spring harbor, χωρίς όμως και πάλι να γνωρίσει επιτυχία.

Διάφορα νομικά προβλήματα εμποδίζουν την κυκλοφορία άλλου άλμπουμ για τα επόμενα δύο χρόνια και αποφασίζει να πάει στην Καλιφόρνια όπου κάνει εμφανίσεις ως πιανίστας με το όνομα Billy Martin σε διάφορα μπαρ.

Αξιοποιώντας τις εμπειρίες του από αυτή την περίοδο, κυκλοφορεί το Piano Man και αρχίζει να κάνει γνωστή την παρουσία του για πρώτη φορά.

Χρειάστηκε όμως να φτάσουμε στο 1977 για να συνεργαστεί με τον παραγωγό Phil Ramone στο άλμπουμ The stranger και να γνωρίσει μεγάλη επιτυχία ερμηνεύοντας μελωδικά τραγούδια όπως τα Just the way you are και She's always a woman, που, εκτός από τα προσωπικά του προβλήματα, συχνά αναφέρονται στην ανεργία και τους βετεράνους από τον σχετικά πρόσφατο πόλεμο στο Βιετνάμ.

Χάρη στη μεγάλη επιτυχία του κατάφερε να ξεπεράσει τα συχνά άσχημα σχόλια των κριτικών, που αναγκάστηκαν τελικά να τον παραδεχτούν και, για παράδειγμα το περιοδικό Rolling Stone, να χαρακτηρίσουν τα τραγούδια του φιλόδοξα ποπ αριστουργήματα.

Το 1978 κυκλοφορεί το άλμπουμ 52nd Street, στο οποίο υπάρχουν τα My life, Honesty και Big Shot, ενώ την ίδια χρονιά εμφανίζεται μαζί με τους John McLaughlin, Bonnie Bramlett, Stephen Stills, Rita Coolidge και άλλους στην Κούβα.

Ακολουθεί το άλμπουμ Glass houses, στο οποίο προσπαθεί να έχει πιο ροκ κατεύθυνση, με τραγούδια όπως το It's still rock and roll to me, και στη συνέχεια το ζωντανά ηχογραφημένο Songs in the Attic.

Την περίοδο που ηχογραφεί τον επόμενο δίσκο του, The nylon curtain, έχει ένα σοβαρό ατύχημα με τη μοτοσικλέτα του. Στο άλμπουμ υπάρχει το τραγούδι για την πόλη της Πενσιλβάνιας Allentown, όπου οι εργάτες στη βιομηχανία μετάλλων είχαν σοβαρό πρόβλημα επιβίωσης λόγω της ανεργίας, με επακόλουθο 16 χιλιάδες από τους κατοίκους της να μαζέψουν υπογραφές και να του ζητήσουν να συμπεριλάβει την πόλη τους στην τότε περιοδεία του.

Το An innocent man, που θα γίνει ένα ακόμα Νο 1 άλμπουμ, είναι επηρεασμένο από τη μουσική των δεκαετιών '60 και '70 και διάφορα τραγούδια θυμίζουν πετυχημένα ονόματα της εποχής, όπως το Uptown girl, που είναι γραμμένο στο ύφος των επιτυχιών του συγκροτήματος Four Seasons.

Στο τέλος της δεκαετίας του '80, έπειτα από αρκετά χρόνια και πολλές επιτυχίες, αποφασίζει να σταματήσει τη συνεργασία του με τον παραγωγό Phil Ramone, με τον οποίο ήταν μαζί από το άλμπουμ του 1976 Turnstiles μέχρι και το The bridge, και ηχογραφεί το Storm Front με τον Mick Jones των Foreigner. Το αποτέλεσμα είναι θετικό και του χαρίζει ακόμα μία μεγάλη επιτυχία με το We didn't start the fire, όπου μέσα από την αναφορά διαφόρων ονομάτων από τον χώρο της τέχνης, της πολιτικής, της λογοτεχνίας και της επιστήμης, όπως οι Marlon Brando, Marilyn Monroe, R. Reagan, Ηο Chi Minh, Stalin, Nasser, J. Kerouac, Bob Dylan, Elvis Presley, σε συνδυασμό με την αναφορά διάφορων κοινωνικών γεγονότων και τοποθεσιών, σκιαγραφεί την ιστορία του 20ού αιώνα.

Δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι σε αρκετά από τα τραγούδια του, ο Joel αναφέρεται σε διάφορες περιοχές της πόλης της Νέας Υόρκης, της πόλης όπου μεγάλωσε, και οι αναμνήσεις του προέρχονται σε μεγάλο βαθμό από τις συνοικίες της.

Το 1999, ο Billy Joel έγινε μέλος στο Rock and Roll Hall of Fame, δηλαδή την πρώτη σχεδόν χρονιά που είχε τις προϋποθέσεις για την ένταξή του σ' αυτόν το σημαντικό θεσμό/οργανισμό, που βραβεύει τους καλλιτέχνες του ροκ και του ριθμ εντ μπλουζ για τη μουσική προσφορά τους.

Ανάλογη αντιμετώπιση έχει το έργο του και από τον θεσμό των Γκράμι, όπου συνολικά έχει κατακτήσει 6 βραβεία, ενώ ήταν 23 ακόμη φορές υποψήφιος.

Πριν από περίπου ένα χρόνο, ο Billy εμφανίστηκε μαζί με τον Bruce Springsteen στο Rock and Roll Hall of Fame και τραγούδησαν τα New York state of mind και Born to run.

Το 2009 κάνει τη μεγάλη περιοδεία με τον Elton John, που θα διαρκέσει ένα χρόνο ακριβώς, από τον Μάρτιο του 2009 μέχρι τον Μάρτιο του 2010.

Ο Elton John είναι από τους καλλιτέχνες που θαύμαζε ο Joel, άλλωστε έχει μιμηθεί αρκετά το ύφος ερμηνείας του και την εικόνα που παρουσίαζε με το πιάνο του. Η περιοδεία τους ονομάστηκε Face to face και ήταν από τις πιο πετυχημένες των τελευταίων χρόνων.

Εδώ και χρόνια παίζει συχνά στη Νέα Υόρκη, στην Αμερική και αποστομώνει αυτούς που τον κατηγορούσαν ότι απέχει.