Αποκαλυπτική συνέντευξη του Γιάννη Πετρίδη στο In.gr

Αποκαλυπτική συνέντευξη του Γιάννη Πετρίδη στο In.gr

Γνωρίζει κάθε πτυχή της ελληνικής και ξένης μουσικής. Ταξιδεύει το κοινό για περισσότερο από 40 χρόνια στη μαγεία των ήχων αναδεικνύοντας καλλιτέχνες με ουσία. Η εκπομπή του «από τις 4 στις 5» άφησε εποχή στην Ελληνική Ραδιοφωνία κρατώντας συντροφιά σε χιλιάδες ακροατές. Ο μουσικός παραγωγός Γιάννης Πετρίδης δεν μπορεί να σβήσει από τη μνήμη του τα γράμματα που έχει λάβει όλα αυτά τα χρόνια. Γράμματα που συγκινούν και καθηλώνουν και για τα οποία μιλά στο in.gr αποκαλύπτοντας το περιεχόμενό τους.

Σημείο σταθμός στην καριέρα του η απόκτηση του δικαιώματος ψήφου στο Rock and Roll Hall Of Fame, ενώ οι αμέτρητες συνεντεύξεις που έχει πάρει από σημαντικούς καλλιτέχνες συνθέτουν το προφίλ του ανθρώπου - δασκάλου των μυστικών της μουσικής.

Μιλώντας για τη μουσική, ο Γιάννης Πετρίδης φέρνει στο μυαλό του το ταξίδι που είχε πραγματοποιήσει με τον Ντέιβιντ Μπόουι τον οποίο είχε ξεναγήσει με ένα μικρό αυτοκίνητο στους Δελφούς και το Σούνιο, αλλά και τις πολύωρες συζητήσεις με τον Έλτον Τζον. Θυμάται, ακόμη, την πρώτη του εκπομπή και τα τραγούδια που παρουσίασε μέσω ραδιοφώνου μετά την πτώση της χούντας, ενώ μιλά για όσα μεταφέρει στο κοινό την περίοδο αυτή από τις 18:00 μέχρι τις 19:00 από τον BHMA FM.

Δεν παραλείπει να σχολιάσει το μαύρο στην ΕΡΤ και να μιλήσει για τις δεκαετίες που πέρασε εκεί μαζί με τον Κώστα Ζουγρή. Με θλίψη αναφέρεται στη ροκ μουσική η δύναμη της οποίας, όπως λέει, έχει εξασθενίσει, ενώ υπογραμμίζει την άνοδο της ποπ ξεχωρίζοντας τους καλλιτέχνες που εκτιμά. Αποκαλύπτει, επίσης, σε ποια συναυλία ξένου συγκροτήματος που θα λάβει χώρα στην Ελλάδα σκοπεύει να δώσει το «παρών», και δεν κλείνει τα μάτια στο ενδεχόμενο της αποχώρησης από τον ραδιοφωνικό κόσμο.

Είστε ένας από τους παλαιότερους μουσικούς παραγωγούς στην Ελλάδα. Η εκπομπή σας «από τις 4 στις 5» κατάφερε να μείνει στον αέρα για περισσότερο από τρεις δεκαετίες. Πώς θα περιγράφατε το ξεκίνημά σας, πριν από 40 χρόνια, στην Ελληνική Ραδιοφωνία;

Είχα ξεκινήσει κάνοντας διαφημιστικά προγράμματα των εταιρειών δίσκων. Τότε δεν υπήρχαν εκπομπές όπου μπορούσε ένας παραγωγός να παίξει τα δικά του τραγούδια, μπορείτε να φανταστείτε πώς ήταν το ραδιόφωνο του 1975. Έτσι λοιπόν ξεκίνησα από διαφημιστικές εκπομπές. Η εκπομπή που στήσαμε το ’75 με την έγκριση του Μάνου Χατζιδάκι, που ήταν τότε διευθυντής στην Ραδιοφωνία και μετά στο Τρίτο Πρόγραμμα και ήθελε μια εκπομπή που να αφορά στους νέους, ήταν όνειρο ζωής. Μέχρι τότε δεν υπήρχε μια τέτοια εκπομπή. Ήμασταν αμέσως μετά τη Δικτατορία, σε μια πολύ δύσκολη περίοδο για τη χώρα μας. Το ταξίδι που ξεκίνησε το ’75 συνεχίστηκε μέχρι και πριν από δύο, περίπου, χρόνια στον ίδιο σταθμό την ίδια ώρα, στις 16:00, ίσως είναι και ρεκόρ για τα ραδιοφωνικά δεδομένα. Μπορείτε να φανταστείτε πόσες κυβερνήσεις άλλαξαν και πόσοι καινούριοι έμπαιναν κάθε φορά μέσα, μέχρι που η κυβέρνηση Σαμαρά έκλεισε την ΕΡΤ κι εμείς βρεθήκαμε εκτός. Ήταν μια μαύρη ημέρα για την ελληνική ραδιοφωνία.

Μιλώντας για το κλείσιμο της EΡΤ, ποιες εικόνες έρχονται στο μυαλό σας;

Εκείνη την ημέρα βρισκόμουν στις ΗΠΑ και την τελευταία εκπομπή την έκανε ο συνεργάτης μου Κώστας Ζουγρής με τον οποίο πορευόμαστε μαζί όλα αυτά τα χρόνια. Έτσι λοιπόν δεν έζησα όλο αυτό το γεγονός εδώ. Το κατάλαβα μόλις γύρισα μετά από μια βδομάδα και ακόμα με στενοχωρεί ο τρόπος με τον οποίο σταμάτησε η δημόσια ραδιοφωνία. Στην ΕΡΤ έπρεπε να γίνουν βελτιώσεις, δεν έπρεπε όμως να κλείσει έτσι. Και η νέα κατάσταση δεν τραβάει, θέλει μια γερή ένεση και τεράστια ανανέωση για να ξαναρθεί η ΕΡΤ εκεί που ήταν πριν. Μην κρυβόμαστε όμως, στα χρόνια του μνημονίου υπήρχε μια κατάρρευση στην ΕΡΤ. Η εκπομπή μου ήταν στο ειδησεογραφικό, στο Πρώτο Πρόγραμμα, γι’αυτό και χάρηκα όταν ήρθα στον ΒΗΜΑ FM που είναι ένας ειδησεογραφικός σταθμός. Δεν ήθελα να πάω σε ένα καθαρά μουσικό ραδιόφωνο γιατί θεωρώ την εκπομπή μου μια εκπομπή έρευνας. Έχει αφιερώματα, συνδυάζω το παρελθόν με το παρόν, και είναι σαν να συνεχίζω στον ΒΗΜΑ FM αυτό που έκανα στην ΕΡΤ.

Στον ΒΗΜΑ FM η εκπομπή σας καλύπτει ένα μεγάλο εύρος μουσικών ακουσμάτων. Τι είναι αυτό που θέλετε να μεταφέρετε στο κοινό;

Προσπαθώ, όπως έκανα και στην ΕΡΤ, να συνδυάσω τα προσωπικά μου βιώματα με όσα θέλω να παρουσιάσω από τα καινούρια ακούσματα. Μερικές φορές, όμως, φοβάμαι μήπως η παρουσίαση προσωπικών μου βιωμάτων είναι αρκετά προχωρημένη για ένα κοινό κάποιας ηλικίας που θέλει να ακούει πιο γνωστές επιτυχίες. Έτσι λοιπόν προσπαθώ με ένα συνδυασμό αφιερωμάτων, παίρνοντας αφορμές από όσα συμβαίνουν σήμερα, να συγκρατήσω τους 30ρηδες, αλλά θέλω να κερδίσω και πιο μικρούς παρόλο που ακούνε περισσότερο ποπ σταθμούς. Ένας 15χρονος μού έγραψε στη σελίδα μου στο Facebook ότι ακούει μέσα από την εκπομπή μου πράγματα που δεν μπορεί να ακούσει αλλού.

Προηγουμένως αναφέρατε ότι η εκπομπή σας «από τις 4 στις 5» ξεκίνησε αμέσως μετά τη χούντα. Μιλήστε μας για την εμπειρία σας από το στήσιμο του εγχειρήματος την περίοδο εκείνη

Πρόκειται για κάτι αρκετά δύσκολο. Στο κρατικό ραδιόφωνο δεν ακούγονταν κομμάτια καλλιτεχνών που πήγα εγώ να παίξω, όπως των Led Zeppelin, Jethro Tull και Ντόνα Σάμερ. Ερχόμουν να παίξω τη μουσική που κυριαρχούσε στη διεθνή σκηνή και που στη χώρα μας δεν ακουγόταν, αλλά ήταν και μια μουσική «περίεργη», θα έλεγα, για το κρατικό ραδιόφωνο. Για ένα ραδιόφωνο που είχε μείνει σε παλαιότερα και τετριμμένα πράγματα. Έτσι λοιπόν, όλα όσα άρχισα να παίζω ήταν πρωτόγνωρα για την εποχή εκείνη. Προσπαθούσα να τα συνδυάσω με συγκροτήματα ή ονόματα που καταλάβαινα ότι δεν θα ενοχλούσαν τον ακροατή. Με αυτό τον τρόπο απέκτησα το κοινό μου. Ποτέ δεν είχαμε με τον συνεργάτη μου Κώστα Ζουγρή προσκολληθεί σε ένα κόμμα, τα χρήματα που παίρναμε ήταν πολύ λίγα και με ενδιέφερε μόνο να κάνω το χόμπι μου. Αν καταλάβω ότι δεν μπορώ να παρακολουθήσω τα νέα μουσικά δεδομένα, μόνος μου θα σταματήσω. Δεν θέλω να μένω στο παρελθόν παρόλο που στη μουσική είναι σπουδαίο, και τα σημερινά δρώμενα δεν είναι τόσο σπουδαία όσο εκείνα που έγιναν κάποτε. Αυτή τη στιγμή ζω σε διάφορες δεκαετίες. Όταν ακούω το νέο τραγούδι του Τζάστιν Μπίμπερ δεν θα το κατηγορήσω παρόλο που έχουν περάσει άλλα ποπ είδωλα. Ξέρω ότι θα τον ακούσουν κορίτσια της ηλικίας των 15 ετών. Δεν με τρελαίνει, αλλά πρέπει να υπάρχει στο πρόγραμμά μου. Προσπαθώ όμως και να προτείνω καλλιτέχνες που έχουν κάτι να πουν.

Η ποπ κατέχει συχνά την πρωτοκαθεδρία στις μουσικές προτιμήσεις των νέων. Από τους ποπ καλλιτέχνες της εποχής μας ποιους ξεχωρίζετε;

Η Lady Gaga είναι μια πολύ καλή τραγουδίστρια γι’αυτό που τραγουδά, για την ποπ. Έχει ικανότητες φοβερές, είναι μουσικός θα έλεγα. Εκείνο που με εκπλήσσει στη Lady Gaga είναι ότι σαν χαμαιλέων κάνει πολλά και διαφορετικά πράγματα. Ανέβηκε στην εκτίμηση πολλών από αυτό το στιλ που θύμιζε Μαντόνα, γιατί – ας μην κρυβόμαστε – είναι μια συνέχειά της. Η Gaga όμως έχει καλύτερη φωνή από την Μαντόνα. Ξαφνικά έκανε άλμπουμ τζαζ με τον Τόνι Μπένετ, ο οποίος είναι από τους μεγαλύτερους εν ζωή καλλιτέχνες αυτής της μουσικής (τζαζ). Και δεν είναι μόνο ότι πήγε και το έκανε στο στούντιο, αλλά προχώρησε σε μια σειρά συναυλιών μέσα από τις οποίες την αποδέχτηκε το ενήλικο κοινό του Τόνι Μπένετ. Μετά βλέπουμε τη Lady Gaga να ασχολείται με τον κινηματογράφο, όπως έχουν κάνει πολλοί καλλιτέχνες, ενώ ήταν πολύ γρήγορα υποψήφια για Όσκαρ, που αυτή έπρεπε να το πάρει, καθώς ήταν πολύ καλύτερο το κομμάτι της από το τραγούδι του Τζέιμς Μποντ. Είναι μουσικό φαινόμενο η Lady Gaga που αξίζει κανείς να παρακολουθεί. Μου αρέσει και η Λάνα Ντελ Ρέι, έχω μεγαλώσει με τραγουδίστριες του 1960 που είναι ανάλογες. Είναι πολύ καλό το ότι με σωστή μουσική εκπαίδευση προσπαθεί να περάσει το ύφος της δεκαετίας του ’60, που είχε η Νάνσι Σινάτρα και διάφορες άλλες ποπ τραγουδίστριες, σε μια νεότερη γενιά. Kαι υπάρχουν και άλλες καλές τραγουδίστριες όπως η Ριάννα, το τελευταίο άλμπουμ της οποίας είναι πολύ προχωρημένο. Η Τέιλορ Σουίφτ είναι, επίσης, πολύ ταλαντούχα γιατί γράφει μόνη της τα τραγούδια και κάνει αξιοπρεπή ποπ. Εκείνο για το οποίο λυπάμαι είναι που δεν υπάρχουν καλλιτέχνες στο μουσικό είδος που αγαπώ, στη ροκ.

Η ροκ μουσική περνά από δοκιμασίες τα τελευταία χρόνια;

Το ροκ εδώ και αρκετά χρόνια δείχνει να βρίσκεται σε μια υποχώρηση. Το ξεπέρασε η μόδα της ηλεκτρονικής μουσικής και το γεγονός ότι ένας μουσικός πηγαίνει μόνος του στο στούντιο για να δημιουργήσει άλμπουμ. Έχει ξεπεραστεί η φόρμα των συγκροτημάτων του ροκ, την οποία συνθέτουν το μπάσο, η κιθάρα, τα ντραμς και ο τραγουδιστής. Υπάρχουν όμως σπουδαία γκρουπ όπως οι Radiohead ή και οι Muse, οι οποίοι θα έρθουν εδώ το καλοκαίρι. Κορυφαίο συγκρότημα είναι, νομίζω, οι Foo Fighters, ένα συγκρότημα που έχει τις ρίζες του στους Nirvana. Η μόδα όμως έχει παραμερίσει λίγο το ροκ. Μπορεί ωστόσο να επανέλθει. Στις αρχές του ’90 ήταν η τελευταία μαζική επιρροή του ροκ.

Μιλώντας για συγκροτήματα που θα έρθουν στη χώρα μας και για συναυλίες που θα πραγματοποιηθούν, πώς κρίνετε την προ διετίας εμφάνιση του Μπομπ Ντίλαν στo Rockwave Festival 2014;

Eίχα πάει στη συναυλία εκείνη. Για τη δική μου γενιά είναι θεϊκό να βλέπει τον Ντίλαν στη σκηνή. Δεν με ενδιαφέρουν όσα, κατά καιρούς, γράφονται περί σνομπισμού απέναντι στο κοινό. Ο κάθε καλλιτέχνης έχει τον τρόπο του. Είναι όμως λιγομίλητος ο Ντίλαν, αυτό φάνηκε και σε συναυλία του στη Γερμανία όπου είπε λίγες κουβέντες. Στη συναυλία στην Ελλάδα που τον είδα συγκινήθηκα ιδιαίτερα, μιλάμε για ένα φαινόμενο.

Περνώντας στο μέτωπο της ελληνικής μουσικής, θα χρησιμοποιούσατε τη λέξη «στασιμότητα»;

Υπάρχουν καλλιτέχνες που ακόμη κρατούν ψηλά το επίπεδο της ελληνικής μουσικής, αλλά τραγούδια δεν ακούω πολλά. Είναι λίγα τα τραγούδια που με συνεπαίρνουν σε μια χώρα που για δεκαετίες το ελληνικό τραγούδι ήταν η βασική μουσική. Σε αντίθεση με άλλες χώρες στη βόρειο Ευρώπη που ήταν αντίγραφα των ξένων, η χώρα μας είχε δικό της τραγούδι. Σήμερα δεν έχουμε συνθέτες για να γράψουν τραγούδια, ενώ έχουμε ερμηνευτές. Η Νατάσσα Μποφίλιου μου αρέσει πολύ, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο Φοίβος Δεληβοριάς, ο Κώστας Λειβαδάς. Δυστυχώς όμως στη χώρα μας κυριαρχεί η ευκολοχώνευτη ποπ. Και στο εξωτερικό υπάρχει, υπάρχουν όμως και καλλιτέχνες με ποιότητα. Θα ήθελα να βγουν περισσότερα νέα ονόματα και σε μας.

Έχετε πάρει συνεντεύξεις από πολλούς και σημαντικούς μουσικούς. Από όλες αυτές τις συνομιλίες σας με τους καλλιτέχνες, ποια θα λέγατε ότι μνημονεύετε περισσότερο;

Θα μου μείνει μια συνέντευξη με τον Έλτον Τζον, τη σπουδαία εποχή του ’75 που είχε κάνει αριστουργήματα. Πήγα να του πάρω μια τυπική συνέντευξη στην Ολλανδία και λόγω του ότι ήξερα ότι είναι συλλέκτης δίσκων, όπως κι εγώ, κατάφερα να βρω το κουμπί του και άνοιξα μια συζήτηση πάνω σε αυτό. Η συνέντευξη κράτησε πολλές ώρες στο ξενοδοχείο του και το βράδυ με κάλεσε και φάγαμε με μια παρέα. Είχα την ευκαιρία να ανταλλάξω πολλές απόψεις με έναν μεγάλο μουσικό. Μια άλλη στιγμή που θα θυμάμαι για πάντα είναι όταν είχε έρθει στη χώρα μας ινκόγκνιτο ο Ντέιβιντ Μπόουι με τον Ίγκι Ποπ στα τέλη της δεκαετίας του ’70 και τους γύριζα για δύο ημέρες με το Austin Morris μου σε διάφορα μέρη, όπως στους Δελφούς, το Σούνιο, την Επίδαυρο. Εγώ ήμουν ο ξεναγός, και χωρίς να κουράζω άνοιγα συχνά συζήτηση. Δεν ήταν συνέντευξη, αλλά εμπειρία με δυο φοβερούς καλλιτέχνες. Τον Ντέιβιντ Μπόουι τον συνάντησα ξανά στα τέλη της δεκαετίας του 1990 σε ένα πολύ προσωπικό γεύμα στο Λονδίνο όπου και του θύμισα το παλιό μας ταξίδι. Ήταν μια καταπληκτική στιγμή στη ζωή μου όπως και η συνέντευξη που πήρα από τη Ρομπέρτα Φλακ ζωντανά στο ραδιόφωνο όταν είχε έρθει στην Αθήνα. Είχε φύγει από τη ζωή ο συνεργάτης και σύντροφός της Ντόνι Χάθαγουεϊ κι έβαλα να παίξει ένα τραγούδι του. Δεν μπόρεσε να κρύψει τον πόνο της η Ρομπέρτα Φλακ και τελικά αποχώρησε από την εκπομπή.

Όπως και οι συνεντεύξεις, έτσι και η παρακολούθηση μουσικών φεστιβάλ και συναυλιών έχουν συνθέσει την πορεία σας

Είμαι πλέον πιο συγκρατημένος, πηγαίνω για μεγάλα ονόματα. Είχα πάει πριν από τρία χρόνια να δω τους Eagles of Death Metal. Τώρα θα πάω σε ένα συγκρότημα που μου αρέσει πολύ, το είχα δει έξω και θα έρθει στην Ελλάδα. Αυτό είναι οι Last Shadow Puppets, στο οποίο τραγουδά ένας από τους Arctic Monkeys. Είναι ευχάριστο που έρχονται στη χώρα μας σε μια καλή εποχή γι’αυτούς. Συνήθως οι καλλιτέχνες έρχονται στην Ελλάδα στη δύση της καριέρας τους.

Έχετε αποκτήσει και το δικαίωμα ψήφου στο Rock and Roll Hall of Fame

Αυτό έγινε μέσω ενός καταπληκτικού ανθρώπου της μουσικής που λέγεται Σέϊμουρ Στέϊν, ο οποίος ανακάλυψε τους Talking Heads, τους Ramones, τη Μαντόνα. Τον είχα συναντήσει σε ένα από τα συνέδρια στις Κάννες, παλαιότερα που η δισκογραφία ήταν στις δόξες της, και μέσα από τη συνομιλία που είχαμε μου είπε να του τραγουδήσω ένα κομμάτι του ’50, πολύ δύσκολο. Του το είπα και έλαβα μια επιστολή το 1985, τότε που ιδρύθηκε το Rock and Roll Hall of Fame, στην οποία αναφερόταν το εξής: «Είσαι ένα από τα ελάχιστα μέλη στην Ευρώπη που ψηφίζουν για την είσοδο καλλιτεχνών της ροκ στο Rock and Roll Hall of Fame».

Θυμάστε έντονες στιγμές που σας χάρισαν οι ακροατές όλα αυτά τα χρόνια;

Έχω ένα δωμάτιο γεμάτο γράμματα. Εκείνο που θυμάμαι όμως είναι ότι στο τέλος της δεκαετίας του 1990 έλαβα ένα γράμμα, το οποίο μου έγραψε ένας νεαρός που ζούσε στα Γιάννενα και ήταν γιος βοσκού, ότι βοσκούσε το απόγευμα τα πρόβατα για να ακούει την εκπομπή μου. Πάνω στο βουνό που ήταν για χρόνια μελετούσε και άκουγε την εκπομπή. Με ευχαρίστησε λέγοντάς μου πως τον βοήθησα να γίνει αυτό που είναι σήμερα. Έγινε γιατρός. Μου έχουν πει, επίσης, παντρεμένα ζευγάρια πως γνωρίστηκαν μεταξύ τους γιατί ήταν οπαδοί της εκπομπής μου. Θυμάμαι κι ένα άλλο παιδί που ήρθε με τη μητέρα του από την Αργεντινή στη Ρόδο. Μου έστειλε ένα γράμμα πριν από πέντε χρόνια από το Λος Άντζελες γράφοντάς μου τα εξής : «Μεγάλωσα στη Ρόδο, ακολούθησα τη μητέρα μου που χώρισε από τον πατέρα μου γιατί ήταν ερωτευμένη με το νησί. Ακούγοντας την εκπομπή σου για 13 χρόνια έγινα αυτό που είμαι και τώρα είμαι δημοσιογράφος στο περιοδικό Rolling Stone».

[Πηγή]