Από τον Βασίλη Ζαγκλαρά
Το ακρωνύμιο MTV αντιπροσωπεύει τα αρχικά του Music Television. Οι παλιοί θα θυμούνται, πως το κανάλι κάποτε ήταν το απόλυτο μουσικό κανάλι, έδινε το στίγμα της εποχής, καθιέρωσε τα videoclip,ενώ είχε τη δύναμη να καθιερώνει και καλλιτέχνες. Σε ένα όχι και τόσο μακρινό παρελθόν, ήταν το ακριβώς αντίθετο από αυτό, που έχει καταντήσει σήμερα με τα σαβουροριάλιτι, το απόλυτο decadence. Δεν ανήκω σε αυτούς, που πιστεύουν, πως το MTV σκότωσε την rock, πολύ απλά γιατί η rock μουσική δεν πεθαίνει, απλά αλλάζει, ακολουθεί την εποχή της, έχει τα πάνω της και τα κάτω της.
Μια από τις σπουδαιότερες παρακαταθήκες του μουσικού (τότε) καναλιού υπήρξαν τα διάσημα unplugged του. Ο θεσμός φιλοξένησε μεγάλους καλλιτέχνες και συγκροτήματα, όπως Bruce Springsteen, George Michael, REM, Aerosmith, Kiss, The Eagles, Paul McCartney, Eric Clapton, Jimmy Page– Robert Plant και φυσικά Nirvana. Πολλές από αυτές τις συναυλίες βρήκαν τον δρόμο τους για τα δισκοπωλεία, έγιναν μεγάλες επιτυχίες και κέρδισαν ακόμα και Grammy (Nirvana, Tony Bennett, Eric Clapton κα).
Με δεδομένο λοιπόν το βάρος των ιερών τεράτων της μουσικής, που πέρασαν και καθιέρωσαν τον θεσμό, με δεδομένο την σύγχρονη παρακμή του οικοδεσπότη του, και με δεδομένη την ηχηρή αποτυχία πολλών καλλιτεχνών, που έκαναν περάσματα που δεν χρήζουν καν αναφοράς, η απόφαση να παίξει κανείς ένα MTV unplugged session δεν είναι και τόσο εύκολη, η δεν επιτυχία της ακόμα δυσκολότερη.
Οι Placebo, ιδιαίτερα αγαπητοί στο ελληνικό κοινό, κλήθηκαν να συνεχίσουν τον θεσμό, και να προσθέσουν και αυτοί, είτε με θετικό είτε με αρνητικό πρόσημο, το δικό τους στίγμα στην ιστορία του. Η μπάντα μετράει 7 studio albums, ενώ το 2016 γιορτάζει τα 20 χρόνια στην δισκογραφία.
Η συναυλία έγινε τον προηγούμενο Αύγουστο στο Λονδίνο, ενώ κυκλοφόρησε πριν λίγες ημέρες σε δίσκο. Αν έπρεπε να βάλω έναν τίτλο στον δίσκο αυτό, αυτός θα ήταν: Οι Placebo διασκευάζουν Placebo. Η απόφαση του συγκροτήματος ήταν, να ξαναανακαλύψουν τον εαυτό τους μέσα από μια εντελώς διαφορετική οπτική, τόσο σε επίπεδο μελωδίας αλλά και σε επίπεδο ενορχήστρωσης. Ο ήχος τους, για όσους τους ακολουθούν από την αρχή, είναι προφανές πως έχει μαλακώσει. Οι κιθάρες έχουν εδώ και καιρό έχουν μείνει εν μέρει στην άκρη, για χάρη νέων ήχων. Η διάθεση αυτή έχει περάσει και στο Unplugged, με την σχεδόν καθολική χρήση πιάνο πλαισιωμένου από μια πλειάδα συμφωνικών οργάνων, και τις ακουστικές κιθάρες να έχουν την περισσότερη ώρα συνοδευτικό ρόλο. Αυτό είναι και το μεγάλο στοίχημα για τους Placebo, καθώς είναι ικανό να αναδείξει την μουσική ευφυΐα ενός καλλιτέχνη, ή να την υπονομεύσει.
Οι Placebo κατά την γνώμη μου κατάφεραν να το αξιοποιήσουν αυτό στα περισσότερα από τα τραγούδια, που επέλεξαν να παίξουν. Ο ήχος, που έντυσαν πολλά από τα τραγούδια τους, έδωσε έντονες συναισθηματικές πινελιές, έγινε μεστός αλλά και μελαγχολικός. Η επιλογή των τραγουδιών κάλυψε το σύνολο της δισκογραφίας τους, αλλά για άλλη μια φορά άφησε παραγκωνισμένους τους δύο πρώτους και καλύτερους δίσκους τους. Η επιλογή των τραγουδιών όμως, που αποφάσισαν να παίξουν από αυτούς, ικανοποίησε τους παλιούς φίλους τους, και ειδικά το 36 Degrees, το οποίο αποτελεί και μια από τις καλύτερες στιγμές του δίσκου.
Το αειθαλές Every You Every Me ακούστηκε στην γνωστή πλέον ακουστική παραλλαγή του, με την συνοδεία της Majke Voss Romme από τη Δανία, ενώ το σπαρακτικό Without You I’m Nothing αποδόθηκε υπέροχα χωρίς τις φορτισμένες κιθάρες του Molko, αλλά με τον μελαγχολικό ήχο των βιολιών να συνοδεύει πιστά. Ο τελευταίος δίσκος είχε από τις περισσότερες αναφορές, με το Bosco να έχει την τιμητική του, καθώς ήταν η πρώτη φορά που η μπάντα το έπαιξε ζωντανά, αλλά και το Loud Like Love, το οποίο αποδόθηκε με έναν εντελώς διαφορετικό τρόπο, αποδεικνύοντας πόσο καλά μπορεί να σταθεί και ως μπαλάντα.
Κορυφαίες στιγμές του δίσκου αποτελούν τα Meds και Protect Me From What I Want, το πρώτο εξαιτίας της μοναδικής ερμηνείας από τον Bryan Molko σε μια επιβλητική progressive ενορχήστρωση, και το δεύτερο με την υπέροχη συνοδεία της Joan Wasser (aka Joan As Police Woman) το φάσμα της φωνής της οποίας γέμισε μοναδικά. Oδίσκος έκλεισε με την αγαπημένη διασκευή στο Where is My Mind των Pixies, και στο συμβολικό The Bitter End, φροντίζοντας να αφήσει στους ακροατές την unplugged αίσθηση, την οποία τόσο μεθοδευμένα είχαν αποκρύψει στα προηγούμενα 15 τραγούδια.
Στο ερώτημα αν ο δίσκος θα σταθεί στο ύψος των περιστάσεων μπορεί να απαντήσει μόνο η ιστορία. Προσωπική άποψη είναι πως, αν το Unplugged των Nirvana σύστησε σε όσους δεν γνώριζαν μέχρι τότε αυτή τη σπουδαία μπάντα, το ίδιο δεν θα συμβεί και με το Unplugged των Placebo. Ο δίσκος είναι ιδιαίτερος, προσπάθησε να δώσει κάτι δικό του, και τα κατάφερε σε σημαντικό βαθμό πιστεύω αλλά μόνο για τους φίλους της μπάντας. Θα μπορούσε να λέγεται Placebo Unplugged (χωρίς το MTV) και θα είχε ακριβώς την ίδια τύχη. Οι Placebo κράτησαν τον θεσμό ζωντανό με αξιοπρέπεια, και έδωσαν στους φίλους τους κάτι νέο και φρέσκο.