Το ελληνικό καλοκαίρι και τα νησιά του είναι γνωστό σ’ όλο τον πλανήτη και οι ξένοι τουρίστες που επισκέπτονται την χώρα μας κάθε χρόνο το αποδεικνύουν δεκαετίες τώρα. Ο ήλιος, η θάλασσα, οι παραλίες, τα μοναδικά νησιά μας, αλλά και εμείς οι ίδιοι που είμαστε τόσο διαφορετικοί και ιδιοσυγκρασιακοί κάνουμε την διαφορά.
Οι ιδιαίτεροι αυτοί προορισμοί, η διαφήμιση, η ανάγκη για ξεκούραση και χαλάρωση σε συνδυασμό με την ανάπτυξη των νησιών μας τις τελευταίες δεκαετίες έφεραν θεαματικά αποτελέσματα στον ταξιδιωτικό τουρισμό. Όλα αυτά όμως δεν έχουν καμία σχέση με το πώς ήταν να κάνεις διακοπές στην Ελλάδα στις δεκαετίες του ’50 και ’60, αλλά και πως ήταν να ζεις και να διάγεις μόνιμα στα νησιά του Αιγαίου και του Ιονίου εκείνες τις εποχές.
Το μεγάλο άλμα στην πρόοδο τους έγινε από τον Β’ παγκόσμιο πόλεμο και μετά. Υπήρξε μια ραγδαία κοινωνική, πολιτιστική, τουριστική και οικιστική ανάπτυξη που σε συνδυασμό με την αστυφιλία έκανε ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμό που βελτίωνε σιγά-σιγά το βιοτικό του επίπεδο να απαιτήσει και να επιδιώξει οικογενειακές διακοπές ποιότητας, εγκαταλείποντας τα μεγάλα αστικά κέντρα κυρίως την Αθήνα που από το 1950 και μετά είχε αρχίσει να παίρνει διαστάσεις μητρόπολης που ασφυκτιά.
Εδώ έρχεται ο παλιός ελληνικός κινηματογράφος με τις ταινίες του, να κάνει την επιθυμία για καλοκαιρινές διακοπές, αξίωση και φαντεζί καρτ-ποστάλ, με ενδιαφερόμενους χιλιάδες διψασμένους έλληνες για διακοπές, φροντίζοντας να διαφημίσει καλοκαίρι, νησιά, μπικίνι, ηλιοκαμένα κορμιά και όλους τους διάσημους πρωταγωνιστές του με τις ατάκες τους και τα σενάρια της εποχής του, μετατρέποντας το τρίπτυχο της διασκέδασης του μέσου έλληνα από καφενείο, ζαχαροπλαστείο, κινηματογράφο σε τετράπτυχο, προσθέτοντας έτσι τις καλοκαιρινές διακοπές ως διέξοδο εκτόνωσης από την ασφυκτική καθημερινότητα, διασπώντας στο μέσον τους κρίκους της «αλυσίδας», σπίτι, δουλειά, οικογένεια και εκκλησία την Κυριακή που δεν άφηναν χρόνο για μεγάλα όνειρα παρά μόνο σινεμά το Σαββατοκύριακο.
Η έξοδος, κινηματογράφος με σουβλάκι, σάμαλι και κοκ, ήταν εκτός από διασκέδαση, συγκίνηση, «κλάμα», ονειροπόληση κι ένα «περιοδικό ποικίλης ύλης». Ένα δωρεάν ταξίδι με οδηγό την εικόνα και τον ήχο της πόλης, ένα ελληνικό «National Geographic», μια περιήγηση σε τόπους και χώρους όπου αλλού βλέπουμε την «πρωτόγονη» ή αν θέλετε «φολκλορική» πλευρά της Ελλάδος και αλλού την «Ευρωπαϊκή» μελλοντική της εικόνα. Ένα ταξίδι σε ήθη και έθιμα εποχών που έρχονται και φεύγουν μαζί με τις παραδοσιακές αξίες που κινδύνευαν να αλωθούν από τους ξυπόλητους τουρίστες με τα sleeping bag που με δολάρια και μάρκα μπορούσαν να έχουν μεσογειακή κουζίνα, greek salad, tzatziki, mousaka & retsina και μια ταράτσα για να απολαμβάνουν τον εκτυφλωτικό ήλιο με bonus ελληνικό ηλιοβασίλεμα.
Έχουμε ξανακάνει αφιέρωμα στα ελληνικά νησιά και το σινεμά που το «έντυσε», αυτή τη φορά θα το κάνουμε όμως λίγο διαφορετικά.
Είναι τόσες πολλές οι ταινίες που υμνούν τα νησιά μας που άλλες το κάνουν άμεσα και «ξεδιάντροπα» και άλλες έμμεσα και «πονηρά». Το αποτέλεσμα είναι το ίδιο. Όλοι θα θέλαμε να είμαστε στο «έχω και κότερο, πάμε μια βόλτα» με τον Βουτσά και την Λάσκαρη να κάνει ηλιοθεραπεία στο Ύδρα Beach, τον Ηλιόπουλο να φλερτάρει την Καραγιάννη, την Καρέζη και τον Μπάρκουλη να κάνουν βουτιές στην σπηλιά της νεράιδας και την Αλίκη να κάνει το «Δόλωμα» στην Ρόδο, όλο νάζι τρώγοντας καρπούζι χωρίς ρολόι και υποχρεώσεις κάτω από μια ομπρέλα θαλάσσης.
Οι μισές ταινίες της Βουγιουκλάκη είναι από μόνες τους «φυλλάδιο» τουριστικού οδηγού. Αν η Αλίκη δεν είχε πάει στην Αντίπαρο με την «Μανταλένα» -1959, «Διακοπές στην Αίγινα» -1958, στον Πόρο ως «Αλίκη στο Ναυτικό» -1961, στη Ρόδο στο «Δόλωμα» -1964 και στην Ίο στην απόπειρα της για διεθνή καριέρα με το «Aliki my Love» -1962 και σε τόσα άλλα νησιά, οι πατεράδες μας στην επαρχία δεν θα είχαν ιδέα τι είναι νησί και πως πάει εκεί κάποιος. Αυτή είναι η δύναμη της εικόνας που μαζί με την δυναμική του κινηματογράφου έκανε τα ελληνικά νησιά να φαντάζουν εξωτικά έως και εξωγήινα.
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη ήταν μόνο η αιχμή του δόρατος στα αχλά ’50ς & ’60ς.
Οι υπόλοιποι παραγωγοί , σκηνοθέτες και ηθοποιοί δεν έμειναν με σταυρωμένα χέρια. Έκαναν τις ίδιες ελκυστικές παραγωγές αλλάζοντας απλώς χώρους, πρόσωπα και σενάρια. Τόσα όμορφα νησιά και τόσα όμορφα γυναικεία και ανδρικά κορμιά είχε ο ελληνικός κινηματογράφος και από «παραμύθι» με τόσους άξιους σεναριογράφους να «ντύσουν» τ’ όνειρο το καλοκαίρι φάνταζε μυθικό.
Τυχαίο το «Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου» που έκανε επιτυχία. Εξαγωγή τουρισμού και πολιτισμού έκανε η Μαρινέλλα όπως και ο Δάκης με το «Τόσα καλοκαίρια» μέσα απ’ τ’ ασβεστωμένα πλακόστρωτα, τις ξερολιθιές και τα γαλάζια παντζούρια.
Την σκυτάλη της Αλίκης ακολούθησαν Λάσκαρη, Καρέζη, Καραγιάννη, Φόνσου, Βλαχοπούλου, Ηλιόπουλος, Βουτσάς, Φούντας, Βόγλης αλλά και Χόρν, Λαμπέτη, Βέγγος, Ζωζώ, Γκιζέλα και άλλοι τόσοι «μικροί» «μεγάλοι». Όλα σχεδόν τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη, «Ραντεβού στον αέρα», «Γοργόνες και μάγκες», «Κάτι να καίει», «Η θεία μου η χίπισσα» κλπ, θα μπορούσαν να είχαν χρηματοδοτηθεί κατευθείαν από τον Ε.Ο.Τ.
Όπως λέει και η ζωηρή ζωντοχήρα Πόπη Λάζου στον λιγούρη Αυλωνίτη για να τον παρασύρει σε «χρηματοδοτούμενες» διακοπές στο «Ο Κλέαρχος η Μαρίνα και ο Κοντός» -1961 - «Έλα μαζί μου, πεύκο, θάλασσα, καθαρός αέρας. Να ρουφάς κύμα κι ύστερα να σε χαϊδεύει ο ήλιος και να σε στεγνώνει. Ας παν στο καλό οι δουλειές και οι ασχολίες. Να φύγω κι απ΄ τον εαυτό μου λίγο καιρό».
Η Τζένη Καρέζη διαγωνίζεται στα ίσια την Αλίκη στα νησιά. «Διακοπές στην Αίγινα» -1958 η Αλίκη, «Ραντεβού στην Κέρκυρα» -1960 η Τζένη. Ως «Δόλωμα» στην Ρόδο η Αλίκη με τον Αλεξανδράκη, ως «Ποια είναι η Μαργαρίτα;» -1960 στην Κω η Τζένη με τον Φυσσούν.
Τολμά διεθνή καριέρα η Αλίκη στην Ίο με το «Aliki my Love» -1962 από κοντά η Τζένη με την Ελληνογαλλική ταινία «Μια Σφαίρα στην Καρδιά» -1966 που γύρισε ο Zαν-Ντανιέλ Πολέ στην Σκύρο! Αντίπαρο και «Μανταλένα» -1959 η Αλίκη, Αίγινα και «Ταξείδι με τον Έρωτα» -1959 η Τζένη. ‘Έχουμε επίσης Σπέτσες στο «Τζένη-Τζένη» -1966 και Κρήτη στο «Νησί των Γενναίων» -1959 όπου η Τζένη Καρέζη τραγουδά το χατζιδακικό άσμα «Μην το ρωτάς τον Ουρανό» που κάνει και διεθνή καριέρα. Τα νησιά των γενναίων και των τολμηρών κινηματογραφιστών δεν έχουν τελειωμό.
Οι ταινίες, οι πρωταγωνιστές και η διάθεση για ψυχική ανάταση και διακοπές δεν τελειώνουν εδώ. Ακόμη δυο σέξι κορμιά ρίχνουν οι παραγωγοί στην «μάχη» του καλοκαιριού, την ναζιάρα Γκιζέλα Ντάλι και την μελαχρινή με το ατέλειωτο πόδι Ζωζώ Σαπουντζάκη.
Όταν η Γκιζέλα δεν γδύνεται για να την φωτογραφίσει –λέμε τώρα- ο Βέγγος στο «Πολυτεχνίτης κι Ερημοσπίτης»-1963, κάνει «Σκάνδαλα στο νησί του Έρωτα»-1963 στην Κέρκυρα. Κι όταν οι άλλες σταρ δίνουν ραντεβού στην Κέρκυρα ή στην Αίγινα, εκείνη σαν «βαφτισμένη» κλώνος της Μπριζίτ Μπαρντό δίνει ευρωπαϊκό «Ραντεβού στην Βενετία». Στην «Παρθένο»-1966 πάντως και στο «Ου Κλέψεις»-1965 η Γκιζέλα τριγυρνά στο νησί της Νάξου.
Όσο για την Ζωζώ, ξενυχτά χορεύοντας στο «Νύχτες στο Μιραμάρε»-1960 στην Ρόδο και στον «Άσωτο»-1963 τραγουδά με ελαφρά ενδυμασία στην Κάρυστο Ευβοίας.
Ένα από τα πολλά έργα που πέρασαν τα σύνορα και έδειξαν στο εξωτερικό το greek folklore και το greek lover boy με το μούσι ήταν και το «Κορίτσια στον ήλιο»-1967 του Βασίλη Γεωργιάδη που γυρίστηκε στο Μπάτσι της Άνδρου απ’ όπου κατάγεται ο Βόγλης και ήταν δική του πρόταση αυτός ο μάλλον τότε αντιτουριστικός και αντιερωπαϊκός τόπος γυρισμάτων. Τελικά η γερμανίδα «τουρίστρια» Αν Λόμπεργκ «έδεσε» κινηματογραφικά με τον «βοσκό» Γιάννη Βόγλη και το «στάσου μύγδαλα» έμεινε στην ιστορία χαρίζοντας στην ταινία, αθανασία.
Κανείς τελικά ηθοποιός δεν αρνήθηκε εξωτερικά γυρίσματα που λίγο πολύ διαφήμιζαν την Ελλάδα που θέλαμε να πάμε και την Ελλάδα που θα θέλαμε να ήταν, μέσα από τον φακό του σινεμά. Έτσι «ψεύτικη», πολύχρωμη, ανέμελη και με μεγάλες δυνατότητες ήταν μια γλυκιά καλοκαιρινή ερωμένη.
Ο Δημήτρης Χόρν με την Κάκια Αναλυτή δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας στην σπιρτόζικη ρομαντική κομεντί «Μιά του Κλέφτη»-1960 που ένα μεγάλο μέρος της γυρίζεται στην Πάρο.
Η Έλλη Λαμπέτη στην ταινία του Κακογιάννη «Το κορίτσι με τα μαύρα»-1956 γυρίζεται στην Ύδρα πριν ακόμη η Σοφία Λόρεν γυρίσει εκεί «Το παιδί και το δελφίνι»-1957. Στο «Το τελευταίο ψέμμα»-1958 και αυτή του Κακογιάννη, η Έλλη Λαμπέτη με τον Γιώργο Παππά βρίσκονται στην Τήνο. Όντως οι ταινίες αποπνέουν, παρά τα λιτό φυσικό περιβάλλον, ευρωπαϊκό αέρα γιατί ο Κακογιάννης ήταν μπροστά από την εποχή του.
Η Ύδρα μπορεί να ήταν το αγαπημένο νησί του Λέοναρντ Κοέν και άλλων μποέμ καλλιτεχνών και σταρ αλλά εκτός από την Λαμπέτη έχουμε το τρίο Αυλωνίτης – Ρίζος – Βασιλειάδου να δίνουν απολαυστικές στιγμές γέλιου, ήλιου και θάλασσας στο «Οι γαμπροί της Ευτυχίας»-1962 στα σοκάκια της Ύδρας.
Φυσικά από το ελληνικό καλοκαίρι στα νησιά και τα μπάνια του λαού δεν μπορεί να λείπει η Βλαχοπούλου, τα χορευτικά της Μεταξόπουλου στο «Η κόμισα της Κέρκυρας»-1972 και του Σειληνού στην «Παριζιάνα»-1969 στην Μύκονο πριν ακόμη η διεθνή παροικία των vip τουριστών ανακαλύψει την Μύκονο και την κάνει απλησίαστη για τους έλληνες τουρίστες.
Οι ταινίες, οι πρωταγωνιστές και η διάθεση για ψυχική ανάταση και διακοπές δεν τελειώνουν εδώ. Ακόμη δυο σέξι κορμιά ρίχνουν οι παραγωγοί στην «μάχη» του καλοκαιριού, την ναζιάρα Γκιζέλα Ντάλι και την μελαχρινή με το ατέλειωτο πόδι Ζωζώ Σαπουντζάκη.
Όταν η Γκιζέλα δεν γδύνεται για να την φωτογραφίσει - λέμε τώρα - ο Βέγγος στο «Πολυτεχνίτης κι Ερημοσπίτης» -1963, κάνει «Σκάνδαλα στο νησί του Έρωτα» -1963 στην Κέρκυρα. Κι όταν οι άλλες σταρ δίνουν ραντεβού στην Κέρκυρα ή στην Αίγινα, εκείνη σαν «βαφτισμένη» κλώνος της Μπριζίτ Μπαρντό δίνει ευρωπαϊκό «Ραντεβού στην Βενετία». Στην «Παρθένο» -1966 πάντως και στο «Ου Κλέψεις» -1965 η Γκιζέλα τριγυρνά στο νησί της Νάξου.
Όσο για την Ζωζώ, ξενυχτά χορεύοντας στο «Νύχτες στο Μιραμάρε» -1960 στην Ρόδο και στον «Άσωτο» -1963 τραγουδά με ελαφρά ενδυμασία στην Κάρυστο Ευβοίας.
Ένα από τα πολλά έργα που πέρασαν τα σύνορα και έδειξαν στο εξωτερικό το greek folklore και το greek lover boy με το μούσι ήταν και το «Κορίτσια στον ήλιο» -1967 του Βασίλη Γεωργιάδη που γυρίστηκε στο Μπάτσι της Άνδρου απ’ όπου κατάγεται ο Βόγλης και ήταν δική του πρόταση αυτός ο μάλλον τότε αντιτουριστικός και αντιερωπαϊκός τόπος γυρισμάτων. Τελικά η γερμανίδα «τουρίστρια» Αν Λόμπεργκ «έδεσε» κινηματογραφικά με τον «βοσκό» Γιάννη Βόγλη και το «στάσου μύγδαλα» έμεινε στην ιστορία χαρίζοντας στην ταινία, αθανασία.
Κανείς τελικά ηθοποιός δεν αρνήθηκε εξωτερικά γυρίσματα που λίγο πολύ διαφήμιζαν την Ελλάδα που θέλαμε να πάμε και την Ελλάδα που θα θέλαμε να ήταν, μέσα από τον φακό του σινεμά. Έτσι «ψεύτικη», πολύχρωμη, ανέμελη και με μεγάλες δυνατότητες ήταν μια γλυκιά καλοκαιρινή ερωμένη.
Ο Δημήτρης Χόρν με την Κάκια Αναλυτή δίνουν ρεσιτάλ ερμηνείας στην σπιρτόζικη ρομαντική κομεντί «Μιά του Κλέφτη» -1960 που ένα μεγάλο μέρος της γυρίζεται στην Πάρο.
Η Έλλη Λαμπέτη στην ταινία του Κακογιάννη «Το κορίτσι με τα μαύρα» -1956 γυρίζεται στην Ύδρα πριν ακόμη η Σοφία Λόρεν γυρίσει εκεί «Το παιδί και το δελφίνι» -1957. Στο «Το τελευταίο ψέμμα» -1958 και αυτή του Κακογιάννη, η Έλλη Λαμπέτη με τον Γιώργο Παππά βρίσκονται στην Τήνο. Όντως οι ταινίες αποπνέουν, παρά το λιτό φυσικό περιβάλλον, ευρωπαϊκό αέρα γιατί ο Κακογιάννης ήταν μπροστά από την εποχή του.
Η Ύδρα μπορεί να ήταν το αγαπημένο νησί του Λέοναρντ Κοέν και άλλων μποέμ καλλιτεχνών και σταρ, αλλά εκτός από την Λαμπέτη έχουμε το τρίο Αυλωνίτης – Ρίζος – Βασιλειάδου να δίνουν απολαυστικές στιγμές γέλιου, ήλιου και θάλασσας στο «Οι γαμπροί της Ευτυχίας» -1962 στα σοκάκια της Ύδρας.
Φυσικά, από το ελληνικό καλοκαίρι στα νησιά και τα μπάνια του λαού δεν μπορεί να λείπει η Βλαχοπούλου, τα χορευτικά της Μεταξόπουλου στο «Η κόμισα της Κέρκυρας» -1972 και του Σειληνού στην «Παριζιάνα» -1969 στην Μύκονο πριν ακόμη η διεθνή παροικία των vip τουριστών ανακαλύψει την Μύκονο και την κάνει απλησίαστη για τους έλληνες τουρίστες.
Το ελληνικό καλοκαίρι σημαίνει θάλασσα, αμμουδιά, ήλιος, νησί και …καρπούζι.
Από τότε που ο τουρίστας και ο κινηματογράφος «ανακάλυψαν» τα greek islands, οι μισοί ξένοι θέλουν να μας τα «πάρουν» κι οι άλλοι μισοί θέλουν να κάνουν διακοπές all-inclusive. Όσο για τους έλληνες επιχειρηματίες, αυτοί είτε μικροί είτε μεγάλοι, θέλουν να γίνουν πλούσιοι σε ένα καλοκαίρι.
Τέλος θέλω ν’ αναφερθώ σε κάποιες ταινίες που ήταν πρωτοποριακές για την εποχή τους και έχουν εξαιρετικά γυρίσματα σε ελληνικά νησιά όταν ακόμη δεν να είχαν «ανακαλύψει» ούτε οι ίδιοι οι έλληνες.
Η πρώτη και αληθινά πρωτοποριακή για τα γυρίσματα της, αλλά και για τα ήθη και τα έθιμα εκείνης της εποχής, είναι η ταινία του κυριολεκτικά ποιητή του χαρτιού και της εικόνας, Ορέστη Λάσκου. Είναι η πρώτη ασπρόμαυρη έκδοση του «Δάφνις και Χλόη» -1931, η οποία απαιτεί ειδική μνεία, αλλά εδώ θα σταθούμε μόνο στα εξωτερικά γυρίσματα.
Η βουβή ασπρόμαυρη ταινία του Ορέστη Λάσκου γυρισμένη στη Λέσβο εκτός των άλλων διεκδικεί και το πρώτο «γυμνό» στην ιστορία του Ευρωπαϊκού κινηματογράφου εν έτει 1931. Το βουκολικό μυθιστόρημα του αρχαίου Έλληνα Λόγγου που έζησε τον 3ο αιώνα μ.Χ. περιγράφει με γλαφυρό τρόπο τα πρώτα ερωτικά σκιρτήματα δύο εφήβων, του Δάφνι και της Χλόη, που ανακαλύπτουν τον αγνό έρωτα, την λειτουργία της φύσης τους και του σώματός τους μέσα σε πηγές ποταμών και δασών στην φυσική γαλήνη του τοπίου.
Τα γυρίσματα έγιναν στην Αγιάσο της Λέσβου, στα βουνά του χωριού Μπουρό, στις χαράδρες της Μεγάλης Λίμνης, στον κάμπο Ίπππειους και στον κόλπο Γέρας. Η προβολή της ταινίας γνώρισε φανατικούς φίλους αλλά και σθεναρούς πολέμιους μέχρι τα 1992 όπου τελικά μετά από πολλές προσπάθειες και με την προσωπική επίβλεψη του ίδιου του Λάσκου ολοκληρώθηκε η αποκατάσταση της ταινίας από την «Ταινιοθήκη της Ελλάδος» και πέρασε έτσι στην αιωνιότητα.
Ακόμη μια σημαντική ταινία που γυρίστηκε αποκλειστικά στο νησί της Ρόδου πριν ακόμη γίνει γνωστό για τα πολυτελή ξενοδοχεία, τις μαγευτικές ακρογιαλιές, το καζίνο και άλλα, είναι η ταινία «Άννα Ροδίτη» στο μακρινό 1948. Ένα ιστορικό ερωτικό δράμα με τον νεαρό τότε γόη Λάμπρο Κωνσταντάρα και την σχεδόν έφηβη Καίτη Πάνου, με την ιστορία να αναφέρεται στην κατοχή του νησιού από τους Ιταλούς.
Τα πλάνα της Ρόδου που βλέπουμε είναι αγνώριστα σε σχέση με τα ίδια μέρη που βλέπουμε με τον Κωνσταντάρα στο «Κάτι κουρασμένα παλληκάρια» -1967 και την αμίμητη ατάκα του Παπαγιανόπουλου «Χούφτωστην, Χούφτωστην!» ή με τα μιούζικαλ του Δαλιανίδη με Λάσκαρη, Βουτσά, Βλαχοπούλου ή το «Δόλωμα» με την Αλίκη και τις πεταλούδες της Καλλιθέας.
Όπως και νάχει το καλοκαίρι στα ελληνικά νησιά είναι αξέχαστο, οποιαδήποτε εποχή του χρόνου, οποιοδήποτε νησί να διαλέξεις και όποια δεκαετία κι αν βρεθείς νοερά ή φυσικά.
Τα ελληνικά νησιά δεν είναι μια κληρονομιά που πάει από γενιά σε γενιά με κάθε ιστορία τους να είναι ξεχωριστή και σημαντική, αλλά ένας τόπος που αν δεν τον ζήσεις, δεν το απολαύσεις και δεν τον αφουγκραστείς με την ψυχή σου όσο βρίσκεσαι πάνω του, καλύτερα να μείνεις στο σπίτι σου παρέα με το air-condition.