Billie Eilish: Η νέα χρυσοποίκιλτη μούσα της Pop και του James Bond

Billie Eilish: Η νέα χρυσοποίκιλτη μούσα της Pop και του James Bond

Του Χρήστου Γκούβελου

Το μεγαλύτερο πρόβλημα στη σύγχρονη δισκογραφία είναι πως νέοι αξιόλογοι καλλιτέχνες δυσκολεύονται να βρουν διέξοδο στο airplay των ραδιοφωνικών σταθμών ή να σπάσουν τον αλγόριθμο των υπηρεσιών streaming, ώστε να πλασαριστούν στο ευρύ κοινό και να γίνει ευρύτερα γνωστό το αποκύημα της έμπνευσής τους.

Η περίπτωση της Billie Eilish είναι ιδιαίτερη και αξιοθαύμαστη, καθώς κατόρθωσε να ξεχωρίσει νωρίς, εκμεταλλευόμενη το πηγαίο ταλέντο της αλλά και τη δημιουργία κατάλληλων διαύλων επικοινωνίας με τη συγκεκριμένη βιομηχανία, μέσω ατόμων που τη στήριξαν με πάθος στο ξεκίνημά της. Γεννημένη στο Los Angeles το 2001, κυκλοφόρησε το πρώτο της single «Ocean Eyes» σε ηλικία 14 ετών. To τραγούδι, το οποίο έγραψε και ανέλαβε την παραγωγή του ο αδερφός της και μόνιμος συνεργάτης της Finneas O'Connell, αρχικά ανέβηκε στην πλατφόρμα Soundcloud. Μέσω του Finneas και του manager του Danny Rukasin, έκλεισε το deal με την εταιρεία Platoon, ιδιοκτησίας Apple Music, η οποία ειδικεύεται στην προώθηση καλλιτεχνών πριν την υπογραφή συμβολαίου με μεγάλη δισκογραφική εταιρεία. Ακολούθησε το «Six Feet Under», το οποίο επίσης κυκλοφόρησε μέσω του Soundcloud.

https://www.youtube.com/watch?v=viimfQi_pUw

Η Eilish τράβηξε το ενδιαφέρον του δισκογραφικού στελέχους Justin Lubliner, CEO της Darkroom, η οποία βρίσκεται υπό τη σκέπη της Interscope Records και υπέγραψε το πρώτο μεγάλο συμβόλαιό της το 2016. Ήταν μόλις 15 ετών. Η Dark Room και η Interscope αμέσως προχώρησαν στην έκδοση των 2 πρώτων τραγουδιών της σε digital singles και streaming. Για τις ανάγκες του soundtrack της σειράς του Netflix «13 Reasons Why» τραγούδησε το «Bored» και το εξαιρετικό ντουέτο της με τον Khalid «Lovely». Τα επόμενα single της αποτέλεσαν κομμάτια του πρώτου της EP με τίτλο «Don’t Smile at Me» το οποίο έφτασε στο Νο 14 του Billboard το 2017. Με αυτή τη δουλειά, έγινε αργότερα η νεαρότερη καλλιτέχνιδα που ξεπέρασε το 1 δισ. Streams στο Spotify με ένα project.

Κι ενώ είχε ήδη δουλέψει στενά με την Apple και το Youtube, το Spotify έτρεξε μια πολυεπίπεδη καμπάνια για το επερχόμενο πολυαναμενόμενο 1ο album της τραγουδίστριας, «When We All Fall Asleep, Where Do We Go?», το οποίο της εξασφάλισε το 2019 την πρωτιά στα charts ΗΠΑ και Αγγλίας. O συγκεκριμένος δίσκος ξεπέρασε τα 1,3 εκατ. αντίτυπα μόνο στις ΗΠΑ, της απέφερε 5 Grammy (έγινε η πρώτη γυναίκα που κατάφερε την ίδια χρονιά να νικήσει στις 4 μεγάλες κατηγορίες), ο Finneas κέρδισε Grammy ως καλύτερος παραγωγός και το περιοδικό Rolling Stone τον συμπεριέλαβε στα 500 καλύτερα albums όλων των εποχών. Οι διθυραμβικές κριτικές και των υπόλοιπων μουσικών μέσων το κατέστησαν album της χρονιάς και η Eilish πλέον καθιερωνόταν ως ο απόλυτος εκφραστής της γενιάς της. Μέσα από μια σειρά κάποιων πραγματικών αλλά κυρίως φανταστικών ιστοριών ντυμένες με μελαγχολική dark electropop και στοιχεία hip hop, η τραγουδίστρια παλεύει με τους προσωπικούς δαίμονές της. Με την ιδιαίτερη αισθαντική φωνή της, που ενίοτε έχει διακυμάνσεις σοπράνο, με αγενή και παράλληλα συναισθηματικά τραγούδια τα οποία επεκτείνονται από ονειροπολήσεις μέχρι νυχτερινούς εφιάλτες, πάντα με ένα έντονο συναίσθημα μοναξιάς, καλύπτει θεματολογικά με ιδιαίτερο τρόπο τις ελπίδες και τους φόβους της νέας γενιάς, όπως την κατάχρηση ουσιών, την ερωτική απογοήτευση, την εύθραυστη ψυχική υγεία και την αυτοκτονία. H ίδια πάσχει από σύνδρομο Tourette, ενώ έχει έρθει αντιμέτωπη και με την κατάθλιψη. Αυτό το μείγμα συναισθημάτων, σε συνδυασμό με την αριστοτεχνική παραγωγή του Finneas, που πάντα κατασκευάζει εξαιρετικά backbeats (όπως στο «Bad Guy»), άφησε έντονο το στίγμα του τη συγκεκριμένη χρονιά.

Οι επιρροές της, πέραν των Beatles, είναι μια πλειάδα νεώτερων καλλιτεχνών, όπως ο Justin Bieber, οι Green Day, η Lana del Rey, οι Arctic Monkeys, o Childish Gambino, o James Blake, η Lorde, η Taylor Swift, η Nicki Minaj, o ΧΧΧTentacion και η Ariana Grande. Οι συχνές αλλαγές στο χρώμα των μαλλιών αλλά και τα φαρδιά ρούχα έγιναν σήμα κατατεθέν του στυλ της. Κι ενώ ντύνεται με αυτό τον τρόπο για να αποτρέπει τους υπόλοιπους από το να κρίνουν το σώμα της (έχει κυκλοφορήσει και ένα ντοκιμαντέρ για το body shaming), έχει συνεργαστεί με οίκους μόδας όπως ο Calvin Klein και ο Oscar de la Renta, ενώ πόζαρε για τη βρετανική Vogue φορώντας εσώρουχα (σε απόλυτη αντίθεση με ό,τι μας έχει συνηθίσει).

Έχοντας μονοπωλήσει το ενδιαφέρον των πάντων τόσο μουσικά όσο και στιλιστικά κι αφού είχε καθιερωθεί ως παιδί-θαύμα και νέα φερέλπιδα, αντισυμβατική και μελαγχολική πριγκίπισσα της σύγχρονης pop, το 2021 σήμανε την κυκλοφορία του 2ο προσωπικού album της «Happier than Ever». Ούτε και σε αυτό πλέει σε πελάγη ευτυχίας, όπως αποκαλύπτεται από τον πρώτο στίχο του ομώνυμου τραγουδιού, όπου αναφέρει «when I’m away from you, I’m happier than ever». Πρόθεσή της ήταν να δημιουργήσει τραγούδια με jazz επιρροές, πολύπλευρα αλλά και με συνοχή μεταξύ τους, τα οποία θα την έκαναν να νιώσει άβολα κατά τη δημιουργική διαδικασία, προκειμένου να εκπλήξει τόσο τον εαυτό της όσο και το κοινό. Σχεδόν κανένα κομμάτι δεν είναι χαρούμενο, ενώ παράλληλα κατάφερε, όπως δήλωσε, να συνειδητοποιήσει συναισθήματα που δεν είχε επεξεργαστεί ποτέ. Οι στίχοι επικεντρώνονται στις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι συνομήλικές της στη βιομηχανία του θεάματος, τη διασημότητα, τη συναισθηματική κακοποίηση, το μισογυνισμό αλλά και την ερωτική απογοήτευση μέσα από έναν επώδυνο χωρισμό. Ο ήχος είναι πιο ήπιος από το προηγούμενο album, χωρίς βέβαια να λείπουν electro ή rock εξάρσεις. Παρά ταύτα, παραμένει μια σκοτεινή και επώδυνη εξομολόγηση για τη νέα πραγματικότητα που διαμόρφωσε η επιτυχία της. Εμπορικά, μπορεί να μην έφτασε τα επίπεδα του ντεμπούτου τους, αλλά καλλιτεχνικά μόνο απαρατήρητο δεν πέρασε, καθώς στο τέλος της χρονιάς συμπεριελήφθη στις λίστες με τους καλύτερους δίσκους περιοδικών όπως το NME, το Rolling Stone και το Billboard.

Κάπου μεταξύ των 2 albums, ενώ κατακτούσε δεκάδες βραβεία (6 Grammy, 2 American Music, 2 MTV Europe Music, 3 MTV Video Music, 1 Brit, 2 Billboard Music), 4 τραγούδια της ξεπερνούσαν το 1 δισ. Streams στο Spotify και έσπαγε 2 ρεκόρ Guinness σε αμερικανικά και αγγλικά charts, ξεκίνησε να δουλεύει πάνω σ’ ένα ιδιαίτερο project: το τραγούδι για τη νέα ταινία του James Bond. Το να γράψει κάποιος ένα κομμάτι για κινηματογραφικό φιλμ είναι μια εντελώς διαφορετική πρόκληση από την ηχογράφηση ενός album. Κάποτε, ένας διαπρεπής κριτικός κινηματογράφου μου εξήγησε πως το κινηματογραφικό τραγούδι δεν κρίνεται αυτοτελώς και ανεξάρτητα από την ταινία, αλλά σε συνάρτηση με αυτή και πρέπει να είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με το οπτικοακουστικό αποτέλεσμα. Μόνο ένα τέτοιο τραγούδι θα κερδίσει τους παραγωγούς μιας ταινίας αλλά και μια Επιτροπή που βραβεύει ταινίες, εφόσον συνάδει απόλυτα με το ύφος του εκάστοτε φιλμ. Το airplay ή τα streams έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Ειδικά στις ταινίες James Bond, έχουν υπάρξει καλά κομμάτια που κόπηκαν, με χαρακτηριστική την περίπτωση του «Spectre» των Radiohead. Ο ευαίσθητος και εύθραυστος James Bond του «No Time to Die» χρειαζόταν ένα ανάλογο άκουσμα, προκειμένου να ταιριάζει με την αντίστοιχη συναισθηματική κορύφωση και το κύκνειο άσμα του ηθοποιού Daniel Craig στον συγκεκριμένο ρόλο (που έμελε να είναι και το τέλος του θρυλικού 007).

Στη παραγωγή του τραγουδιού συνέδραμαν, πέραν του συνήθη υπόπτου Finneas, o Stephen Lipson, o μουσικοσυνθέτης Hans Zimmer και ο θρυλικός Johnny Marr των Smiths (οι 2 τελευταίοι είχαν δουλέψει επάνω στο original score της ταινίας). Έχοντας ηχογραφήσει το κομμάτι με την 70μελη ορχήστρα του Zimmer του AIR Studio του Λονδίνου και έχοντας εξασφαλίσει ήδη τη στήριξη του συνθέτη και της παραγωγού Barbara Broccoli, χρειαζόταν και η έγκριση του Craig. Αυτός ταξίδεψε μέχρι το στούντιο της Billie Eillish, έκαστε σε μια καρέκλα ανάμεσα στα ηχεία και ζήτησε ν’ ακούσει το κομμάτι 2 φορές. Στο πρώτο άκουσμα, δεν αντέδρασε καθόλου, αλλά μετά το δεύτερο το χαρακτήρισε καταπληκτικό και κάπως έτσι η τραγουδίστρια προστέθηκε στην λίστα των σπουδαίων καλλιτεχνών που έχουν ερμηνεύσει μουσικά κομμάτια για τον 007, ορισμένα εκ των οποίων αποδείχθηκαν εμβληματικά.

Το συγκεκριμένο τραγούδι έντυσε με κινηματογραφική αστρόσκονη την Eilish και της χάρισε άνετες νίκες σε Grammy και Χρυσές Σφαίρες, στην κατηγορία του πρωτότυπου τραγουδιού για ταινία. Ήταν το «No Time to Die» το καλύτερο φιλμ του James Bond με πρωταγωνιστή τoν Craig; Για εμένα όχι. Επειδή ούτε κατά διάνοια δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με την αρτιότητα των εκτελέσεων της Shirley Bassey ή της Nancy Sinatra, είναι το αυτό της Eilish το καλύτερο τραγούδι που γράφτηκε για τον 007 έστω την τελευταία 15ετία; Προσωπικά αμφιβάλλω. Βέβαια, το θεωρώ κομμένο και ραμμένο σε αξιοθαύμαστο βαθμό στο ύφος της ταινίας. Εν τέλει, σημασία δεν έχει η προσωπική άποψή μου αλλά πως θα την αποτιμήσει η Ιστορία. Και η 21χρονη γράφει ήδη ιστορία με χρυσά γράμματα, σε μια εποχή που η βιομηχανία επαναπροσδιορίζεται κι αναζητά διακαώς νέους μουσικούς ήρωες, αν και το έδαφος που διαμορφώνει γι’ αυτούς είναι κακοτράχαλο…

ΥΓ: Έχω προδικάσει από τις αρχές Φεβρουαρίου, όταν ξεκίνησα να γράφω αυτό το άρθρο, πως με το αγαλματίδιο του Θείου Oscar στις 27 Μαρτίου θα φύγουν τόσο η Eilish όσο και ο Hans Zimmer όχι για το original score του «No Time to Die» αλλά του «Dune». Aμφότεροι έρχονται με φόρα από τις Χρυσές Σφαίρες και από το 2010 έχει υπάρξει ταύτιση μεταξύ των δύο Επιτροπών 6 φορές στον νικητή για το καλύτερο τραγούδι και 8 για την καλύτερη μουσική (2 εξ αυτών για τραγούδια ταινιών James Bond που ερμήνευσαν η Adele και ο Sam Smith).