Οι απαρχές της κυριαρχίας του progressive rock με ένα δίσκο που έθεσε γερά τις βάσεις και ψηλά τον πήχυ.
Σε μια εποχή που η έννοια supergroup δεν είχε ακόμα καθιερωθεί ώστε να περιγράφει την τυχαία ή μη συνύπαρξη κορυφαίων μουσικών από διάφορα άλλα groups, οi Keith Emerson, Greg Lake και Carl Palmer, με θητεία σε πολύ μεγάλα groups της εποχής όπως King Crimson, The Nice και Atomic Rooster, ενώνουν τις δυνάμεις υπό το αρκτικόλεξο ELP. Η μουσική του σχήματος έμελλε να αποτελέσει ένα από τα πλέον ολοκληρωμένα και ποιοτικά δείγματα συμφωνικής προοδευτικής ροκ μουσικής. Οι Emerson Lake and Palmer, μαζί με Yes, Genesis και τους πρώιμους πειραματισμούς των Jethro Tull, ηγήθηκαν μιας σκηνής που στο πέρασμα του χρόνου προσέφερε αληθινά διαμάντια, αποκτώντας εκατομμύρια φανατικούς οπαδούς σε ολόκληρο τον κόσμο. Το πρώτο ομώνυμο album της κολλεκτίβας αυτής, στέκει ως ένα από τα διαμάντια αυτά, όντας ένα πρωτόλειο δείγμα της Βρετανικής progressive rock σκηνής.
Η ψυχεδέλεια των late 60s αποτέλεσε σίγουρα την κινητήριο δύναμη για τις πρώτες prog rock δημιουργίες, ωστόσο η τριάδα των ELP έκανε από την αρχή φανερό προς το ακροατήριο πως είχε διαφορετική αφετηρία. Άνθρωποι με πολύ σοβαρή μουσική παιδεία, ιδίως ο Emerson, θα φέρουν στην επιφάνεια τις κλασικίζουσες επιρροές τους, σε συνδυασμό με τα jazz ακούσματα τους. Το ντεμπούτο της μπάντας είναι ένα album που αγγίζει τα όρια του σνομπισμού για τη ροκ κοινότητα εκείνης της εποχής, πολύ μακριά από την pop αισθητική των Beatles, όσο και το macho-street ταμπεραμέντο των Zeppelin ή ακόμα και των Black Sabbath που τότε έκαναν την εμφάνιση τους. Ένας δίσκος από μουσικούς εξαιρετικά καταρτισμένους που δεν έχουν σκοπό να αποδώσουν ούτε μία περιττή νότα. Οι καταιγιστικοί αυτοσχεδιασμοί και το επιβλητικό hammond δίνουν εύκολα τη θέση τους σε επικές συνθέσεις, εξίσου εύκολα δε μετατρέπονται σε στιβαρό hard rock εποχής In Rock από τους ομοεθνείς τους Deep Purple.
Όντας ουσιαστικά ένα μείγμα από original υλικό και αυτοσχεδιασμούς σε μοτίβα κλασικής μουσικής, το “Emerson Lake and Palmer” κρατάει αμείωτο το ενδιαφέρον του ακροατή, εναλλάσσοντας με πολύ έξυπνο τρόπο εντάσεις, ταχύτητες και διαθέσεις. Οι jazz rock πειραματισμοί των “The Barbarian”, “Three Fates” και “Knife Edge”, δίνουν τη θέση τους σε μεγαλεπίβολες ελεγείες τύπου “Take a Pebble”, ενώ το “Lucky Man” που κλείνει το δίσκο, βοήθησε το συγκρότημα να κερδίσει το πολυπόθητο Airplay στους ραδιοφωνικούς σταθμούς της εποχής, βάζοντας έτσι όλο και περισσότερους λίθους στο χτίσιμο του μύθου του. Παρόλο δε που στην πλειοψηφία του το album είναι instrumental, εντούτοις οι μουσικοί δείχνουν να γνωρίζουν τα αυτοσχεδιαστικά τους όρια, μην αφήνοντας τον ακροατή να χάσει την προσήλωση του ούτε λεπτό, ως προς έναν δίσκο που όσο περίπλοκος και αν είναι, ακούγεται εύκολα από την αρχή ως το τέλος.
Όλη αυτή η μουσική προσέγγιση φυσικά δεν έρχεται χωρίς το κόστος. Οι ELP, χάρις στον υπό παρουσίαση δίσκο αλλά και στην υπόλοιπη εξαιρετική δισκογραφία τους, βρίσκονται σε κάθε λίστα ψηφοφορίας με τα groups που…σιχαίνονται οι punks, ενώ φυσικά δεν είναι και λίγοι αυτοί, πολέμιοι του progressive rock και των παρακλαδιών του, που μιλάνε για ένα συγκρότημα μουσικής λογοδιάρροιας. Η μουσική των Emerson Lake and Palmer σίγουρα δεν είναι για το μέσο αυτί, ωστόσο οποιοσδήποτε θέλει να εντρυφήσει στη μαγεία του classic rock στα 70s, δε γίνεται να το πράξει χωρίς να έρθει έστω και στην ελάχιστη επαφή με τον μουσικό πλούτο του progressive rock των αρχών της δεκαετίας. Κι είναι κι αυτό το ρημάδι το hammond που παρήγαγε μερικούς από τους πιο όμορφους και “γλυκούς” ήχους που άκουσαν τα αυτιά μας. Ήχους που ο μακαρίτης Keith Emerson (ο Carl Palmer είναι ο μοναδικός εν ζωή από το group) μας προσέφερε αφειδώς στην πάρα πολύ πλούσια καριέρα του.