Ο Έλληνας συγγραφέας και εκδότης. Γιώργος Χρονάς γεννήθηκε στις 17 Οκτωβρίου του 1948...
Είναι ιδρυτής και εκδότης του λογοτεχνικού περιοδικού Οδός Πανός και των εκδόσεων Σιγαρέτα. Έχει εκδώσει ποιήματα, πεζά και θεατρικά έργα. Επίσης, έχει γράψει στίχους, τους οποίους έχουν ερμηνεύσει καλλιτέχνες όπως η Δήμητρα Γαλάνη, η Τάνια Τσανακλίδου, ο Αλκίνοος Ιωαννίδης, ο Νίκος Ξυλούρης, η Χάρις Αλεξίου, η Μαρία Δημητριάδη, ο Σταμάτης Κραουνάκης, ο Παντελής Θεοχαρίδης και η Ελένη Δήμου. Από το 1979 ως το 2011 έκανε εκπομπές στο ραδιόφωνο, στο Πρώτο, στο Δεύτερο και στο Τρίτο Πρόγραμμα.
To 2011 πήρε το Διεθνές Βραβείο Ποίησης Καβάφη και τo 2013 τιμήθηκε από τον Δήμο Πειραιά για την προσφορά του στα Ελληνικά Γράμματα.
Η εκδρομή
Και τι μ’ αυτό
δεν είναι λόγος ν’ αναβληθεί η εκδρομή.
Τι κι αν υπάρχει μονάχα ένας οπαδός
Εμείς
απ’ άλλους τόπους
χωρίς δουλειά
μπορούμε ν’ αποκλείσουμε
Αυτούς
που σ’ άλλους συλλόγους ξενυχτάνε.
Και τι νομίζετε
εμείς δεν βλέπουμε τα γυμναστήρια ρημαγμένα;
τα καφενεία με παράγοντες πολιτικούς;
και τα χωράφια μας με ξένους.
Καλώ τους οπαδούς ν’ ακολουθήσουν.
Δεν μας φοβίζουνε τα κύματα.
Οι εθνικόφρονες είναι χαζοί.
Τα πούλμαν ας μείνουνε ακίνητα.
Την όχθη θα την περάσουμε
πεζή.
Πέραμα
Τη μέρα που ήρθα και σε βρήκα
κάτω στο πέραμα με τους γέρους
στη θάλασσα να βρίζεις
τη κάμαρα που σε γέννησε
και τον Ξέρξη
Στάθηκα δίπλα σου και σου είπα
τα κεραμίδια θα γίνουνε τσιμέντο
τα ξύλα θα γίνουνε πέτρες
η αγάπη θα γίνει χρήμα
Τη μέρα που ήρθα και σε βρήκα
κάτω στο πέραμα με τους γέρους
στάθηκα δίπλα σου και σου είπα
θα μας ξεχάσουνε την Πέμπτη
το Σάββατο, το Σάββατο την ίδια ώρα
θα αναστηθούμε
Ιωάννα και Μαριέτα
Ιωάννα και Μαριέτα, εδώ ξεκουραζόμαστε
μετά την εκδρομή στα Σπάτα, μηχανή μας φόνευσε
να ζήσω πιο πολύ ήθελα από τα 17 μου
εδώ βρίσκομαι θαμμένος, δίπλα στα πουρνάρια
και πιο πολύ πέρα θαρρώ, ο φίλος μου ο Νίκος
μια λάμψη στην εξάτμιση μας έκοψε τη φόρα
Στην αυλή της δόλιας μάνας μου
θα βρείτε το σκελετό της μηχανής μου
στο ντουλάπι τα παπούτσια μου
σ’ αυτά εδώ τα χώματα τα κόκαλά μου
όχι να λυπηθώ που πέθανα με μηχανάκι
γιατί αν ζούσα εγώ, εδώ μαζί σας,
σ’ αυτή την άθλια πόλη, ποιος θα με πρόσεχε
Όχι, δεν πρέπει να συναντηθούμε
Οχι δεν πρέπει, δεν πρέπει να συναντηθούμε
πριν απ’ τη Δύση του ήλιου
στο δάσος με τις άδειες κονσέρβες
απέναντι στη Σαλαμίνα,
στη Βηρυτό και στην Οστια.
Οχι δεν πρέπει, δεν πρέπει να συναντηθούμε
πριν απ’ τη δύση του ήλιου
στην κάμαρα που παίζουν πρέφα
στην κάμαρα που παίζουν τάβλι
για ένα τσιγάρο οι χαμένοι
Οχι δεν πρέπει, δεν πρέπει να συναντηθούμε.
Κι η μάνα μου κι η μάνα σου στα μαύρα
κι ο αδερφός στο υπόγειο
Οχι δεν πρέπει, δεν πρέπει να συναντηθούμε
Το πλοίο έφυγε…
Περί πάθους
Αυτό που είδα το πρωί
δεν είναι μέρα να το πω
περνούσε κι ήταν μ’ άλλους τρεις
εκείνος απ’ το ωτομοτρίς.
Ήταν τα δέντρα πράσινα
κι η σκάλα μέχρι το λιμάνι
δυο τρεις περάσαν κι ήταν Σύριοι
άλλοι πέντε έξι πιο μακριά (στη γωνία).
Αυτό που είδα το πρωί
δεν είναι μέρα να το πω
μιλούσε κι ήταν μ’ άλλους τρεις
εκείνος απ’ το ωτομοτρίς.
Ήταν τα δέντρα πράσινα
κι οι δρόμοι μέχρι το λιμάνι
δυο τρεις περάσαν κι ήταν Σύριοι
άλλοι πέντε έξι πιο μακριά (στη γωνία).
Αυτό που είδα το πρωί
δεν με βολεύει να το πω
εκείνος φεύγει με το ωτομοτρίς
και εγώ επιστρέφω με τους τρεις