Ποια είναι η καλύτερη γυμναστική για την υγεία του εγκεφάλου, σύμφωνα με τους επιστήμονες του Χάρβαρντ
Οι διάφορες μορφές άνοιας, οι οποίες χαρακτηρίζονται από την απώλεια μνήμης, τις αλλαγές της συμπεριφοράς και την απώλεια λειτουργικότητας και ανεξαρτησίας, εξελίσσονται σε «πανδημία», με τα νέα περιστατικά να αγγίζουν τα
10 εκατομμύρια κάθε χρόνο σε παγκόσμια κλίμακα.
Η ομάδα υψηλού κινδύνου για την άνοια είναι τα άτομα 65 ετών και άνω, που αποτελούν μια ταχύτατα αυξανόμενη δημογραφική ομάδα. Υπολογίζεται ότι μέχρι το 2030 οι ηλικιωμένοι άνω των 65 θα αποτελούν το 20% του συνολικού πληθυσμού του πλανήτη.
Αν λάβουμε επιπρόσθετα υπόψη και το γεγονός ότι δεν υπάρχει οριστική θεραπεία για την άνοια, καθίσταται σαφές ότι η σημασία των μέτρων πρόληψής της είναι τεράστια.
Ένα από αυτά τα μέτρα είναι σαφώς και η σωματική άσκηση. Η θεωρία ότι ένα υγιές μυαλό κατοικεί σε ένα υγιές σώμα δεν είναι καθόλου καινούρια. Το γνωστό ρητό «νους υγιής εν σώματι υγιεί» διατυπώθηκε αρκετούς αιώνες πριν και υποστηρίζεται από μεγάλο όγκο επιστημονικών δεδομένων.
Ήδη το 1887 είχε γραφτεί στην επιθεώρηση New England Journal of Medicine: «Η γυμναστική διατηρεί και βελτιώνει τη σωματική υγεία κι αυτό γιατί προωθεί τη διαστολή των πνευμόνων, βελτιώνει την κυκλοφορία του αίματος και συμβάλλει στην ανάπτυξη των μυών και των οστών. Εκτός από όλα αυτά όμως, γνωρίζουμε ότι η γυμναστική συμβάλλει και στην ανάπτυξη του εγκεφάλου και των νοητικών ικανοτήτων».
Αν και η σχέση γυμναστικής και καλής υγείας του εγκεφάλου είναι πλέον διαπιστωμένη, ασαφές παραμένει μέχρι και σήμερα κατά πόσο ένα συγκεκριμένο είδος γυμναστικής μπορεί να ωφελήσει περισσότερο τον εγκέφαλο σε σύγκριση με άλλα.
Υπάρχει ιδανική γυμναστική για τον εγκέφαλο;
Σύμφωνα με τους ειδικούς του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ, είναι δύσκολο να πει κανείς ποια γυμναστική και σε ποια «δόση» παρέχει τα μέγιστα οφέλη για τον εγκέφαλο. Ένας βασικός λόγος είναι ότι οι επιστήμονες δεν έχουν εντοπίσει ακόμη όλους τους μηχανισμούς μέσω των οποίων η γυμναστική επηρεάζει τις βιολογικές διεργασίες που λαμβάνουν χώρα στο ανθρώπινο σώμα. Επίσης, η κάθε μορφή γυμναστικής έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά και επομένως διαφορετικές επιδράσεις στο σώμα, ενώ και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του κάθε ανθρώπου –από την ηλικία και το φύλο του μέχρι τη φυσική του κατάσταση και την κατάσταση της υγείας του– επηρεάζουν την αποτελεσματικότητα της γυμναστικής.
Παρόλα αυτά, αρκετές είναι οι επιστημονικές μελέτες που έχουν υποδείξει ότι οι βελτιώσεις που παρατηρούνται στη νοητική λειτουργία μετά τη γυμναστική –κυρίως την αεροβική, όπως το τρέξιμο και η ποδηλασία– συνδέονται άμεσα με τις βελτιώσεις στη λειτουργία της καρδιάς και των πνευμόνων, καθώς και με την καλύτερη κυκλοφορία του αίματος και τη βελτιωμένη οξυγόνωση. Αποτέλεσμα των διεργασιών αυτών είναι μεταξύ άλλων η ανάπτυξη νέων αγγείων και νευρώνων στον εγκέφαλο, η αύξηση του όγκου του εγκεφάλου και η μείωση του ρυθμού ηλικιακής εγκεφαλικής ατροφίας. Επίσης, η γυμναστική έχει φανεί ότι δρα και εξειδικευμένα, επιδρώντας στις περιοχές του εγκεφάλου που ελέγχουν τη σκέψη και την επίλυση προβλημάτων.
Τα τελευταία χρόνια βέβαια το ενδιαφέρον των επιστημόνων έχει στραφεί και σε άλλα είδη γυμναστικής, πέραν της αεροβικής, και μέσα από τις έρευνες προκύπτει ότι και αυτά έχουν οφέλη για τη γνωστική λειτουργία. Για παράδειγμα, ολιστικές μορφές σωματικής άσκησης όπως η γιόγκα και το τάι τσι ή μορφές γυμναστικής με στόχο τη μυϊκή ενδυνάμωση (ασκήσεις με βάρη) είναι επίσης δυνατό να βελτιώσουν την εγκεφαλική λειτουργία.
Τι συστήνουν οι επιστήμονες του Χάρβαρντ
Για τους ενήλικες συνιστάται η σωματική άσκηση μέτριας έντασης (π.χ. ζωηρό περπάτημα, αεροβικές ασκήσεις σε πισίνα, ποδηλασία, μπάσκετ) για τουλάχιστον 150 λεπτά την εβδομάδα, σε συνδυασμό με ασκήσεις ενδυνάμωσης τουλάχιστον δύο ημέρες την εβδομάδα.
Αυτές οι γενικές συστάσεις αφορούν βέβαια τη γενική υγεία και όχι την υγεία του εγκεφάλου στοχευμένα. Έτσι, οι ειδικοί του Χάρβαρντ συνιστούν έναν συνδυασμό αεροβικής, ασκήσεων ενδυνάμωσης, αλλά και ολιστικής γυμναστικής ώστε να εξασφαλιστούν τα μέγιστα δυνατά οφέλη για την υγεία του εγκεφάλου.
Πηγή: Harvard Health