Θα μπορούσε να ήταν το Τμήμα Μουσικών Σπουδών. Αλλά η αναγόρευση του Διονύση Σαββόπουλου σε επίτιμο διδάκτορα προέκυψε από το Τμήμα Φιλολογίας της Φιλοσοφικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Ισως επειδή στο ύφος της δικής του τραγουδοποιίας οι επικεφαλής του Τμήματος αναγνωρίζουν τον λεκτικό πλούτο, αλλά και την ελευθεριότητα με την οποία προσέγγισε τη στιχουργική. «Ολα διαβήκαν απ' τις γλώσσες τις στραγγαλίστριες...» έγραφε στο αριστουργηματικό «Μυστικό τοπίο» εκφράζοντας μια προσωπική διαχρονική ευαισθησία που καταδυναστεύει όλους όσοι πασχίζουν να συνταιριάξουν τις λέξεις με τον μουσικό ρυθμό. Αλλά ίσως να μη διαβήκαν κι όλα. «Κι όμως εγώ σ' αφουγκράστηκα σαν λεξούλα ενός αγνώστου/ κι όχι σαν μέρος του λόγου τους και του δικού τους πόστου...». Η δική του αντιφώνηση - ομιλία, άλλωστε, απ' όπου και τα αποσπάσματα που ακολουθούν, είχε τίτλο «Η μουσική των λέξεων - Γεννήθηκα στη Σαλονίκη».
Η ΦΩΝΗ ΤΗΣ ΚΟΙΝΟΤΗΤΑΣ. «Κάθε φορά που μου λένε καλά και θερμά λόγια, στην αρχή νομίζω ότι τα λένε για άλλον. Και λίγο μετά, όταν συνειδητοποιώ ότι τα λένε για μένα, κοντεύω να βάλω τα κλάματα. Τώρα νομίζω ότι είναι ακόμη χειρότερα. Διότι καθώς άκουγα λόγια τόσο ποιητικά για μένα, περιστοιχιζόμενος μάλιστα από αγαπημένους φίλους και συγγενείς, από το σεβαστό κοινό και από όσους λαμπρύνουν με την παρουσία τους απόψε αυτή την αίθουσα , ένιωσα βαθιά μέσα μου εκείνη τη συγκίνηση που θα είχε ο πατέρας, η μητέρα και ο αδελφός μου αν ήταν στη ζωή. "Είναι παιδιά πολλών ανθρώπων τα λόγια μας" που έγραφε και ο Σεφέρης. Πολλές φορές μέσα από τη φωνή μας είναι σαν να μιλάει μια κοινότητα, μια πόλη, πρόσωπα που αγαπήσαμε, παρέες, μια γειτονιά».
Η ΠΑΡΑΙΣΘΗΣΗ ΤΗΣ ΜΝΗΜΗΣ. «Γεννήθηκα μέσα στα Δεκεμβριανά του '44. Η πόλη ήταν ανάστατη. Οι συγκοινωνίες είχαν διαλυθεί. Η μάνα μου ετοιμόγεννη μεταφέρθηκε μέσα στην καλαθούνα μιας μοτοσικλέτας του ΕΛΑΣ. Αυτά το 1944. Το 1984 το κρατικό κανάλι της ιταλικής τηλεόρασης, της RAI, έστειλε εδώ στη Θεσσαλονίκη ένα συνεργείο για ένα αφιέρωμα, για τους αντιπάλους, 40 χρόνια μετά το ξέσπασμα του Εμφυλίου. Μου ζήτησαν το τραγούδι μου "Γεννήθηκα στη Σαλονίκη" και μια μικρή συνέντευξη. Πήγανε με την κάμερα στην οδό Ζάννα όπου γεννήθηκα και μεγάλωσα - όλα ήταν αλλαγμένα. Ο δρομάκος ήταν ασφαλτοστρωμένος και μετά βίας είδα το σημείο όπου θα ήταν το πατρικό μου σπίτι γιατί είχαν γίνει πολυκατοικίες. Ανηφορίζαμε με βήματα αργά και διστακτικά, διότι πλάι μου ερχόταν η κάμερα και, όπως ήμουν συγκεντρωμένος στα λεγόμενά μου, το πόδι μου σαν να πάτησε λακκούβα και κοτρώνα. Υπήρχαν αυτά τα πράγματα αλλά κάτω από την άσφαλτο. Η παραίσθηση κράτησε λίγα δευτερόλεπτα. Ηταν όμως αυτό αρκετό για να γεμίσω με μια παράξενη χαρά και αισιοδοξία. Διότι για άλλη μια φορά, η Θεσσαλονίκη μου, όχι, δεν ήταν μια χαμένη Ατλαντίδα, αλλά ένας κόσμος παλλόμενος, που θαρρείς σε παρακολουθεί, με παρακολουθεί αποκαθιστώντας τη χαμένη ενότητα του βίου και το σκορποχώρι της ψυχής μου».
ΤΟ ΚΡΑΜΑ ΑΝΑΤΟΛΗΣ ΚΑΙ ΔΥΣΗΣ. «Το έργο του Μάνου Χατζιδάκι και του Νίκου Γκάτσου σε κάνει να νιώθεις ότι είσαι ένας σύγχρονος Ελληνας, του καιρού μας, που διατηρεί όμως την ιδιοπροσωπία του. Γιατί αυτό ποθούμε όλοι και αυτή είναι η δυσκολία μας σε αυτή τη χώρα. Να γίνουμε μοντέρνοι, να πάμε μπροστά, χωρίς να χάσουμε την ψυχή μας. Οι τραγουδοποιοί λαχταρούμε για εκείνη τη στιγμή που όλα γίνονται ένα... Τολμώ να πω ότι η κατακερματισμένη εποχή μας χρειάζεται συνθέτες μάλλον, παρά καθοδηγητές. Το έχει ανάγκη η ψυχή μας. Το κράμα Ανατολής και Δύσης που πέτυχε π.χ. ο Βασίλης Τσιτσάνης και που τόσο ανάγκη έχει ο τόπος δεν το έχει επιτύχει ο πολιτικός μας βίος, με αποτέλεσμα αλλού να μοχθούμε κάθε μέρα και αλλού να είναι η ψυχή μας».
ΤΟ ΝΟΜΠΕΛ ΤΟΥ ΝΤΙΛΑΝ. «Είχε ένα βάρος η βράβευση του Μπομπ Ντίλαν στη συγκεκριμένη στιγμή. Η παγκοσμιοποίηση, η οικονομική κρίση, η τρομοκρατία, η μετανάστευση, η ανάδυση ημιάγριων πολιτικών κομμάτων, γεμίζουν με φόβο τις ψυχές των ανθρώπων, που μοιραία σε τέτοιες εποχές στρέφονται στις καταβολές τους, εκεί όπου επικρατεί η ανάγκη επιβίωσης και το σώζων εαυτόν σωθήτω και η βαρβαρότητα. Αλλά και το φως των ραψωδών, ο Ομηρος και οι λυρικοί ποιητές. Αυτό το φως αισθάνεται κι έρχεται να μας δείξει η Σουηδική Ακαδημία, δίνοντας το Νομπέλ σε έναν κορυφαίο τροβαδούρο της εποχής μας».
«Προφητεία του παρελθόντος, ανάμνηση του μέλλοντος»
«Η μουσική των λέξεων με επισκέφθηκε πριν από τις λέξεις, τότε δεν άκουγα παρά φωνήματα, τη σημασία των οποίων κατάλαβα σιγά σιγά αργότερα», ανέφερε στην ομιλία του ο Διονύσης Σαββόπουλος. «Ποτέ μου δεν έγραψα στίχους χωρίς μουσική, ούτε ξέρω πώς να το κάνω αυτό. Γράφω μουσική και στίχο σχεδόν ταυτόχρονα και μέσα μου προπορεύεται λιγάκι η μουσική και ο ρυθμός… Στη δουλειά μου οι στίχοι και η μουσική είναι ένα. Και εάν υπάρχει ποίηση σε αυτά που κάνω, αυτά δεν βρίσκονται μόνο στα λόγια, αλλά στο τραγούδι εν τω συνόλω...
Ακουγα εντελώς διαφορετικά είδη μουσικής, μόνο που με τα χρόνια ένας εσωτερικός, θα έλεγα, κρυφός τεχνίτης τα σμίλευε, ένωνε τα διάφορα είδη δημιουργώντας ένα αμάλγαμα, μια καινούργια μορφή. Ούτε εγώ ο ίδιος πια δεν ξέρω να ξεχωρίσω στα τραγούδια μου ποιο είναι το λαϊκό στοιχείο, ποιο το ελαφρύ, ποιο το έντεχνο, ποιο το παλιό και ποιο το νέο...
Στο τραγούδι θέλουμε να απλωθούμε, να ανοίξουμε, να γίνουμε ένα με όλα. Στα αληθινά τραγούδια ο στίχος, η μελωδία, η φωνή και η μπάντα δεν είναι τέσσερα, είναι ένα. Στη γιορτή ενώνουμε τα χέρια μας και γυρίζουμε εκεί που ξεκίνησαν όλα. Στο τραγούδι. Αλλά αυτό πρέπει και μπορεί στην εποχή μας να κερδηθεί ξανά μέσα από τον δρόμο της προσωπικής ευθύνης και ποτέ μέσα από τα στερεότυπα και τις συνταγές της καταναλωτικής ρουτίνας. Το τραγούδι είναι συλλογικότητα από την κορυφή ώς τα νύχια.
Η ποίηση έχει τη δική της μουσικότητα και είναι δύσκολο να μελοποιηθεί επιτυχημένα όπως μαζικά επιχειρήθηκε για μια εποχή, γιατί δεν είναι όλοι Μίκης Θεοδωράκης ούτε έχουν το χάρισμά του. Αλλη είναι η μοναχική περιπέτεια της μουσικής και άλλη της ποίησης. Η κοινή μήτρα από όπου ξεκίνησαν πριν χωρίσουν έχει πια χαθεί. Της απομένει το τραγούδι σαν μια διαρκής προφητεία του παρελθόντος, σαν ανάμνηση του μέλλοντος».
Πηγή: ΤΑ ΝΕΑ