Η λειτουργία της βαρύτητας

Πριν από ένα χρόνο, το Σεπτέμβριο του 2022 συστήθηκε στο ελληνικό κοινό ο Heinz Helle με το τρίτο του κατά σειρά μυθιστόρημα και έχοντας στο ενεργητικό του τρία ακόμη κι όλα υποψήφια για βραβεία.

 

 

 

Δύο ετεροθαλή αδέλφια συναντιούνται για τελευταία φορά στους δρόμους του Μονάχου. Πίνουν, μεθούν, συζητούν και φιλοσοφούν. Ο μικρότερος τώρα έχοντας χάσει τον αδελφό του ξεκινά ένα μονόλογο «Πλησιάζω στην ηλικία που ήταν ο αδελφός μου όταν πέθανε. Ίσως γι’ αυτό τον τελευταίο καιρό τον σκέφτομαι ξανά συχνότερα, σκέφτομαι τα χρόνια που η ασθένειά του έκανε ολοένα πιο αισθητή την παρουσία της, τότε που αρχικά ήρθαμε πιο κοντά μέχρι που άξαφνα χαθήκαμε». Στο μονόλογο αυτό θα καταπιαστεί με θέματα όπως η πατρότητα, η τέχνη, η φιλοσοφία, κι θα εστιάσει στην ιστορία και στην στάση των Γερμανών.

 

 

 

Ο Heinze Helle επιλέγει στην αφήγησή του το πρώτο πρόσωπο που του δίνει την ευκαιρία να σκιαγραφήσει τον βασικό ήρωά του μέσα από τα λόγια του. Είναι ένας ήρωας που αναζητά απαντήσεις. Λογικός και εσωστρεφής και ταυτόχρονα αποστασιοποιημένος. Επιλέγει το δρόμο του και δεν μετανιώνει για τις επιλογές του αυτές. Ο εναρκτήριος μονόλογός του επιβεβαιώνει όσα αναφέρθηκαν παραπάνω. Η επανάληψη του ρήματος σκέφτομαι αποτελεί απόδειξη ότι η απομάκρυνσή του δεν ήταν τυχαία, δεν ήταν αυθόρμητη, μια απόφαση της στιγμής, επιβεβαιώνει τον λόγο χωρίς να τον κατονομάζει «σκέφτομαι τα χρόνια που η ασθένειά του έκανε ολοένα πιο αισθητή την παρουσία της». Επίσης το ρήμα αυτό αποτελεί την βάση για να οριστούν οι θέσεις και αντιλήψεις του αδελφού σε σχέση με την θέση των Γερμανών την περίοδο του πολέμου. Η ενοχή είναι το βασικό συναίσθημα που προκύπτει από όλους τους συλλογισμούς ώστε να καταλήξει στην συνέχεια στο συμπέρασμα «ο ίδιος, είπε, δεν είχε γνωρίσει ποτέ έναν εγγενώς κακόβουλο άνθρωπο, όλοι όσοι ήξερε είχαν αγάπη μέσα τους, έστω και για μια ποδοσφαιρική ομάδα, και αν αυτός, όπως τους κατέστη σαφές πρόσφατα, πιστέψει σε τούτη την αγάπη, αν πιστέψει πραγματικά σε αυτήν και στο γεγονός ότι μέσω αυτής τα πάντα μπορούν να καλλιεργηθούν, και ειδικά ένα μέλλον για ένα παιδί, το δικό του παιδί […] δεν έχει κανένα λόγο να είναι οργισμένος με όσους μισούν τα πάντα εκτός από τον θεό τους, τα λεφτά τους ή το DNA τους, γιατί εκείνος πάντα θα αντιμάχεται σε αυτούς μόνο για την πλευρά τους που θέλει απλώς να σκοτώνει και να πεθαίνει και που λέει όχι στην δυνατότητα ενός καλύτερου κόσμου». Ο
ρόλος του πατέρα είναι στοιχείο που διακρίνει ο αναγνώστης σε ακόμη πολλά σημεία του λόγου όπως το παραπάνω. Μάλιστα ο αφηγητής- ήρωας δεν διστάζει να θέσει ερωτήματα στον ίδιο του τον πατέρα για τις επιλογές και τις αποφάσεις του. Η ευθύνη βαραίνει τα λόγια του μεγάλου αδελφού καθορίζοντας έτσι την προσωπικότητα του.

 

 

 

Ο συγγραφέας τελικά στο μυθιστόρημά του αυτό παρουσιάζει ήρωες που φαίνεται να μοιάζουν αληθινοί μέσα από τις σκέψεις και τους φόβους που κατατίθενται. Ο μεταφορικός τίτλος του βιβλίου συμβολίζει την θέληση των ηρώων να ξεπεράσουν τους δεσμούς και τους φόβους που τους κρατούν πίσω, σ’ έναν κόσμο σκληρό και άδικο.

 

 

 

Διαβάζοντας ο αναγνώστης αυτό το μυθιστόρημα παρασύρεται από το συνειρμικό λόγο αναζητώντας απαντήσεις στις σκέψεις των δύο ηρώων κι έτσι δεν αντιλαμβάνεται ότι το κείμενο στο σύνολό του είναι μια παράγραφος, με εκτενείς περιόδους. Σημαντική αρωγός στο αναγνωστικό ταξίδι η εξαιρετική μετάφραση της Λένιας Μαζαράκη.