Η αμετάβλητη φλόγα του Van Morrison
Όταν η συνέπεια γίνεται στάση ζωής και η μουσική μετατρέπεται σε πράξη πνευματικής αντοχής
Σε μια εποχή όπου οι περισσότεροι καλλιτέχνες ακολουθούν τον ρυθμό της επικαιρότητας, ο Van Morrison μοιάζει να κατοικεί σε έναν δικό του χρόνο. Εδώ και πάνω από πέντε δεκαετίες, επιμένει να γράφει, να τραγουδά και να ηχογραφεί χωρίς να ζητά επιβεβαίωση, χωρίς να αλλάζει προσωπείο. Η μουσική του παραμένει σταθερή όχι γιατί φοβάται την εξέλιξη, αλλά γιατί γνωρίζει βαθιά τον εαυτό της.
Η σταθερότητα του Morrison δεν είναι ακινησία, αλλά συνέπεια. Κάθε του τραγούδι κουβαλά το αποτύπωμα ενός καλλιτέχνη που εμπιστεύεται το ένστικτό του περισσότερο από την αγορά. Από το Astral Weeks ως το Moving On Skiffle, οι ήχοι του συνδέουν το rhythm and blues με το folk και την τζαζ, ενώ πάνω απ’ όλα υψώνεται εκείνη η φωνή — θερμή, βραχνή, γεμάτη πίστη στην αλήθεια της στιγμής.
Αυτή η φωνή είναι και το σταθερό του σημείο αναφοράς: μια προσευχή που δεν εξαντλείται ποτέ. Ο Morrison τραγουδά σαν να αναζητά κάτι που δεν θα βρεθεί ποτέ ολοκληρωτικά· μια αίσθηση λύτρωσης, μια καθαρότητα που μόνο η μουσική μπορεί να προσφέρει. Σε έναν κόσμο εμμονικά μεταβαλλόμενο, αυτή η αδιάκοπη αναζήτηση μοιάζει με πράξη αντίστασης.
Ίσως τελικά η σταθερότητά του να είναι το πιο επαναστατικό του γνώρισμα. Ο Van Morrison δεν ακολουθεί τις εποχές — τις αφήνει να περάσουν από μέσα του, να τον αγγίξουν χωρίς να τον αλλοιώσουν. Και έτσι, με τρόπο σχεδόν σιωπηλό, αποδεικνύει πως η αληθινή τέχνη δεν χρειάζεται να κραυγάζει. Αρκεί να αναπνέει, σταθερά, όπως εκείνος.
Οι ήχοι του αποτελούν ένα ιδιαίτερο κράμα όπου το rhythm and blues δίνει τη σωματικότητα και τη ρυθμική ένταση, το folk φέρνει τη ρίζα, την παράδοση και την απλότητα, ενώ η τζαζ προσθέτει ελευθερία, αυτοσχεδιασμό και πνευματικότητα.
Αυτό το τρίπτυχο δεν είναι απλώς μείγμα επιρροών — είναι το πεδίο μέσα στο οποίο ο Morrison επανεφευρίσκει τον εαυτό του σε κάθε δίσκο. Από το Moondance και το Tupelo Honey ως το Common One και τις μεταγενέστερες δουλειές του, αυτός ο συνδυασμός δίνει στη μουσική του μια οργανική ροή, σαν κάτι που γεννιέται φυσικά, χωρίς προσπάθεια.
Ο Van Morrison είναι από τους ελάχιστους καλλιτέχνες που κατάφεραν να γεφυρώσουν τρία φαινομενικά διαφορετικά μουσικά σύμπαντα — το rhythm and blues, το folk και την τζαζ — δημιουργώντας έναν ήχο απολύτως προσωπικό. Από το rhythm and blues αντλεί τον σωματικό παλμό, το πάθος και την εκφραστικότητα· από το folk παίρνει την αφηγηματικότητα, τη ρίζα, την αίσθηση της παράδοσης και της γειωμένης εμπειρίας· ενώ από την τζαζ δανείζεται τον αυτοσχεδιασμό, την ελευθερία και το πνευματικό βάθος. Στους δίσκους του, αυτά τα στοιχεία δεν παρατίθενται απλώς το ένα δίπλα στο άλλο, αλλά ενώνονται οργανικά σε μια ενιαία γλώσσα — μια μουσική που αναπνέει, που δεν ακολουθεί φόρμες, αλλά τις γεννά εκ νέου. Έτσι, κάθε του τραγούδι μοιάζει να κινείται ανάμεσα στο γήινο και το μυστικιστικό, στο σώμα και το πνεύμα. Είναι αυτή η ένωση των αντιθέτων που δίνει στη μουσική του Morrison τη χαρακτηριστική της ζεστασιά, την αίσθηση της αυθεντικότητας και της διαρκούς ανακάλυψης.