ΠΙΝΩ… ΓΙΑ ΝΑ ΞΕΧΝΩ ΤΟΝ ΠΟΝΟ –ΑΛΚΟΟΛ, ΜΟΥΣΙΚΗ ΚΙ ΑΛΛΑ
Τέλος οι περιορισμοί στην ελεύθερη μετακίνηση. Τέλος τα κλειστά μπαρ, οι ταβέρνες, τα ουζερί, οι πιτσαρίες, μπυραρίες, σουβλατζίδικα, beach-bar, όλα πλέον ανοιχτά. Όλα όσα οδήγησαν στην «παρακμή» των υπαίθριων πάρτι τέλος;
Όσα οδήγησαν στις μαζώξεις και συγκεντρώσεις γηπεδικού ύφους «είδα κόσμο και μπήκα» τέλος;
«Βαριά ποτά, βαριά τσιγάρα /στα μπαρ της μοναξιάς στάλα με στάλα» όπως τραγουδούσε ο Δημήτρης Ζερβουδάκης και όλα δείχνουν να παίρνουν τον δρόμο τους για το καλοκαίρι της «απελευθέρωσης».
Ο κόσμος χρειάζεται ενέσεις αυτοπεποίθησης, τονωτικά εμβόλια «καθαρής» διασκέδασης απαλλαγμένα από πρόσθετα παραπληροφόρησης, με φυσική κορτιζόνη για να ρυθμίσει τον «μεταβολισμό» της κοινωνικής του αρρυθμίας.
Οι καλλιτέχνες από την άλλη πρέπει να βρουν την συνταγή στη μουσική και το στίχο ώστε ν’ απελευθερώσουν από μέσα μας τις ενδορφίνες της απόλαυσης και της ευδαιμονίας που ως φυσικά παυσίπονα θα ενδυναμώσουν και θα επαναφέρουν τον οργανισμό μας σε υψηλά επίπεδα.
Η μουσική είναι από μόνη της τονωτικό αντιγήρανσης. Από την άλλη το ποτό «συστήνεται» ως ένα δεύτερο τονωτικό. Αφού και η Παλαιά Διαθήκη αναφέρει «Οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου». Εμείς να πάμε κόντρα.
Η έμπνευση στην μουσική μπορεί να μην στηρίχθηκε αποκλειστικά ποτέ στο αλκοόλ αλλά πυροδοτήθηκε απ’ αυτό. Το πριν και το μετά ήταν πάντα μια διαδικασία βιωμάτων και γραφής για να ειπωθούν κουβέντες που άφησαν πολλές φορές και τους ίδιους τους δημιουργούς άναυδους.
Ο αρχαίος τραγωδός και πιθανόν φιλοσοφημένος πότης Αισχύλος έλεγε «Ο καθρέπτης αντικατοπτρίζει τη μορφή και το κρασί τον νού».
Σ’ αυτήν την «εσωτερική» εικόνα ας ρίξουμε μια μεθυστική ματιά.
Όπως και νάχει, στην παγκόσμια μουσική σκηνή το αλκοόλ συνδέεται άμεσα με την αγάπη, τα πάθη, την τελετουργία, την «μεταμόρφωση» της καθημερινότητας, την χαλάρωση των αντιστάσεων, σε οτιδήποτε μας εμποδίζει να φερθούμε «αυθόρμητα».
Το ποτό ως συνοδευτικό χαράς αλλά και ως οδός φυγής από την καθημερινότητα, απασχόλησε το τραγούδι διαχρονικά σε όλες τις τάξεις και τις διατάξεις.
Αστοί, μικροαστοί και μεγαλοαστοί. Ρεμπέτες, ρέμπελοι και επαναστάτες. Λήσταρχοι, αρματολοί και κλέφτες. Κουτσαβάκια, βαποράκια κάθε ειδών τσανάκια. Ρίχτες, γλείφτες και ποδονίφτες. Χορευτές δερβίσηδες, αερικά και ανήθικες.
Τραγουδιστές με ήθος, τσογλάνια με ύφος. Εργάτες που φουμάρουν μπάφο και βιομήχανοι με δικό τους φάρο. Συνθέτες που έχουν κάρο και στιχουργοί με ειδικό βάρος. Όλοι δίνουν μια «μάχη» με υψωμένο το ποτήρι, ποτέ άδειο, πάντα γεμάτο και με σύνθημα, άσπρο πάτο.
Στο κόσμο της «νύχτας», η φιλοσοφία και η θυμοσοφία έχουν μικρή απόσταση. Το ποτό και η καταστροφή επίσης. Ο Χρήστος Κυριαζής, έκανε σλόγκαν το λαϊκό σουξέ, «Τα τσιγάρα, τα ποτά και τα ξενύχτια έχουν κλείσει τα καλύτερα τα σπίτια…». Η «ξεμέθυστη» Αρλέτα έκανε το ποτό αγίασμα, «Προχθές αργά στο μπαρ το ναυάγιο, βρέθηκα να τα πίνω μ’ έναν άγιο καθότανε στο διπλανό σκαμπό, και κοινωνούσε με ουίσκι και νερό..»
Οι παρακάτω λαϊκές αποτυπώσεις είναι χαρακτηριστικές.
Και στην ελληνική τραγουδοποιϊα, η ποικιλία δεν έλειπε ποτέ.
«Με σπανιόλικες χαβάγιες και σαράντα ατσιγγγάνες τη ζωή μποέμικη περνώ
με λικέρ και με σαμπάνια να μου φύγουν τα φαρμάκια αφού ξέρεις χρόνια σ’ αγαπώ»
Δημήτρης Περδικόπουλος & Β. Τσιτάνης– Με Λικέρ Και Με Σαμπάνια -1937
-Όπως επίσης και οι γενεσιουργές αιτίες .
«Μες στην Αθήνα τριγυρνώ τα βράδια ο καημένος / γιατί ήμουνα με μια ξανθιά τρελά ερωτευμένος»
Στράτος Παγιουμτζής– Γι' Αυτό Το Ρίχνω Στο Ποτό -1939
-Φυσικά οι υποσχέσεις άλλοτε τηρούνται και άλλοτε όχι.
«Εγώ θα κόψω το κρασί / αφού το θέλησες εσύ / λόγω τιμής ποτέ μου πια δεν ξαναπίνω».
Τώνης Μαρούδας - Εγώ θα κόψω το κρασί -1959
-Το ξέσπασμα όμως της επιθυμίας, της οργής και της έντασης πολλές φορές μονοδιάστατο.
«Ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι /ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι μονορούφι να το πιω».
Μανώλης Αγγελόπουλος - Ρίξτε στο γυαλί φαρμάκι -1965
Φυσικά και δεν πίνουν μόνο οι έλληνες. Αλλά θα «σκαλίσουμε» λίγο τα δικά μας «παιδιά». Στην μακρά ιστορία μας, παραδείγματα με πότες μουσικούς, ηθοποιούς, τραγουδιστές, ποιητές, συγγραφείς και φυσικά «ανώνυμους», αναρίθμητα. Ο σπουδαίος Ορέστης Μακρής, ηθοποιός αλλά και τενόρος, μπορεί να μην έπινε στη ζωή του, αλλά ο ρόλος που τον καθιέρωσε και στιγμάτισε την καριέρα του ήταν «Ο Μεθύστακας»-1950 του Γιώργου Τζαβέλλα που έκανε όλους τους βαρελόφρονες και μη, υπερήφανους υποστηρικτές του. Ο πολλά βαρύς Στράτος Διονυσίου συγκέντρωσε εκτός από τα δυνατά φώτα της ράμπας και την αγάπη του κόσμου και όλα τα πάθη του «κόσμου». Αλκοόλ, τζόγο, έρωτα, καψούρα και φυλακή. Έφυγε στα 55 του γεμάτος απ’ όλα. Ποιος άλλωστε θα μπορούσε να πει τόσο πειστικά το «Βρέχει φωτιά στην στράτα μου», αν δεν έχεις καεί απ’ αυτήν.
Όχι μακριά από την πρώτη γραμμή, δημιουργικός πολιτικός και επιτυχημένος επιχειρηματίας ο Γιάννης Μπουτάρης δεν είχε απλώς την τύχη να δοκιμάζει πρώτος τα διάσημα δικά του κρασιά αλλά να το «τσούζει» λίγο παραπάνω ως τον εκτροχιασμό και την έξη.
Στο βιβλίο του «Εξήντα χρόνια τρύγος…» που συνάμα είναι και ημερολόγιο ζωής περιγράφει την προσωπική του πορεία από την παραδοσιακά οικογενειακή απασχόληση με το κρασί, την καινοτομία, τον δημόσιο διάλογο, την πολιτική, τις αντιφάσεις, τις αμφιλεγόμενες συγκρούσεις και τέλος τον αλκοολισμό και την απεξάρτηση.
Άλλος ένας σύγχρονος έλληνας διανοούμενος συγγραφέας, ακτιβιστής, «κυνηγός» του πάθους και των έντονων βιωματικών εμπειριών είναι ο Αύγουστος Κορτώ. Κατάφερε τα τελευταία είκοσι χρόνια μέσα από τα βιβλία και τις πράξεις του, να φέρει τον εαυτό του, τους ανθρώπους που τον αγάπησαν και τον μίσησαν, άνω κάτω. Πολυγραφότατος και πολυπράγμων «διέλυσε» κάθε ισορροπία μεταξύ της «κρυφής» ζωής του ίδιου και της συγγραφικής εξομολόγησης.
Θέματα όπως τρέλα, ερωτικά βίτσια, ρατσισμός, εξαρτησιογόνες ουσίες, κατάθλιψη, αυτοκτονία, διπολισμός, αλκοολισμός, κατάφερε να τα ζει και να τα γράφει χωρίς ταμπού και προκαταλήψεις.
Μόνο που κάθε τι στη ζωή έχει το τίμημά του και όταν πέφτουν όλα μαζεμένα ξεκινάς –αν έχεις κουράγιο – από την αρχή. Έτσι στο τελευταίο του βιβλίο «Η καλύτερη χειρότερη μέρα της ζωής σου» με υπότιτλο «Κουβέντες για το φως μεσ’ στο σκοτάδι της κατάθλιψης» είναι ακριβώς αυτό. Μια άσκηση θάρρους με κλειστά μάτια, όπου μ’ ένα γεμάτο ποτήρι κρασί προσπαθείς να περάσεις την τάφρο με τους «κροκόδειλους» κάνοντας «κουτσό» με το ένα πόδι χωρίς να χύσεις το κρασί αλλά ούτε και να το πιείς.
Όσο πιο δυνατά τα πάθη τόσο πιο περίπλοκες και οι λύσεις. Ο συνοδοιπόρος του νομπελίστας αλλά και μέγας πότης Έρνεστ Χέμινγουεϊ είχε πει «Να γράφεις μεθυσμένος. Να διορθώνεις ξεμέθυστος». Πάντως αφού ταλαιπώρηθηκε και αυτός από κατάθλιψη, παράνοια, αλκοολισμό, «διέφυγε» των παθών με αυτοπυροβολισμό. Στο έργο του «Για ποιόν χτυπά η καμπάνα» μάλλον ήξερε την απάντηση.
Την κωμικοτραγική πλευρά του πράγματος αλλά και την συντήρηση της διαχρονικής εικόνας που έχει η κοινωνία για τις επιπτώσεις του αλκοόλ, την αποτύπωσαν πολλοί έλληνες σκιτσογράφοι σε πληθώρα εφημερίδων και εντύπων, λαϊκών κυρίως. Σπουδαιότεροι και γνωστότεροι ο Χριστοδούλου και ο Αρχέλαος. Πριν ακόμη ο νεοέλληνας καθιερώσει το ουίσκι ως εθνικό ποτό, οι θρυλικοί βαρελόφρονες του Χριστοδούλου και του Αρχέλαου, μέσα από τις σελίδες των «Ρομάντζο», «Φαντάζιο», «Θησαυρός», «Τραστ του γέλιου» κ.α. «λογοδοτούσαν» στην κακούργα κοινωνία, στην γυναίκα τους με τον πλάστη, στο αφεντικό και τους φίλους τους, για τα πάθη και τα λάθη που σπρώξαν το νου, το κορμί και το χέρι τους στη ρετσίνα και την αμαρτία. Θυμάμαι πάντα το «Εγώ σε πίνω για καλό και συ με πάς στον τοίχο».
Αν κι όλ’ αυτά τα «τραγικά», τραγουδήθηκαν, λοιδορήθηκαν, εξομολογηθήκαν, διαφημίστηκαν και δυσφημίστηκαν, ελάχιστα πράγματα άλλαξαν. Το ποτό είναι συνυφασμένο με την ίδια την ζωή και την δημιουργία της. Η επανάληψη, ή έξη, οι αυτοεπιβεβαιώσεις και οι δικαιολογίες πάντα στην πρώτη γραμμή. Πολλά «ρητά». Όταν πίνω γίνομαι άλλος άνθρωπος. Και ο άλλος άνθρωπος θέλει να πιει κι αυτός…Ουδέν σχόλιον!
Πριν όμως το ουίσκι εκτοπίσει από την καθημερινότητα μας το κρασί, ο έλληνας πέρασε έναν ολοκληρωτικό βομβαρδισμό από διαφημίσεις σε κινηματογράφο, τηλεόραση, έντυπα «υψηλών» προτάσεων, πολιτικοοικονομικής δεοντολογίας για να μετ-αλλάξει τις καταναλωτικές του συνήθειες από μικρο-αστικά «κακά» κόμπλεξ αναβαθμίζοντας τα σε ψυχολογικά ιάσιμες ιδιαιτερότητες. Στην πορεία αυτή περάσαμε από το θρυλικό VAT-69 στα 12αρια Chivas του Παπανδρέου και του «ορθόδοξου» ΠΑΣΟΚ, από το «Άσπρο Άλογο» στο Dimple, από το βερμούτ των μπουάτ στην Πέρδικα, από το «μεταξύ μας» ΜΕΤΑΧΑ στο Mojito με πράσινο τσάι, από την φοιτιτική Δεμέστιχα στην σαμπάνια Mohet στα «Δειλινά» και από την Ρετσίνα στο «ένα Johnny με πάγο».
Έτσι πορευτήκαμε στον δρόμο προς την ΕΟΚ και την ευρωπαϊκή οικονομική και πνευματική μας ολοκλήρωση. «Μεθυσμένοι» με καινούργια αρώματα και γεύσεις, διαπαιδαγωγημένοι με Φασμπίντερ και Κάρμινα Μπουράνα, o «τρίτος δρόμος» πέρασε με Toyota Corolla από τα Βλάχικα της Βάρης για να καταλήξει με Jeep Grand Cherokee για μπάνια στο Super Paradise στην Μύκονο και μετά για κοκτέιλ στο Nammos, αφήνοντας «εκτός» το Κερατσίνι, τον Ασπρόπυργο, την Αγία Βαρβάρα και άλλα «παραθεριστικά» θέρετρα που δεν πρόλαβαν την ημερομηνία «ένταξης» στα μεσογειακά ολοκληρωμένα προγράμματα (ΜΟΠ).
Όμως η αθάνατη Ελλάδα του ’60 τα είχε «προβλέψει» από παλιά. Έτσι ο Ντίνος Δημόπουλος στο «Μια Ιταλίδα από την Κυψέλη» μέσα από τα λόγια του «μάγκα» Αθηνόδωρου Προύσαλη «βλέπει μακριά» επαινώντας τα εξευρωπαϊσμένα γούστα της Μάρω Κοντού, χαρακτηριστικά: «Τσάκω ένα μπουκάλι ουίσκι!», «Τι μάρκα;» της κάνω. «Τον Γιάννη που πορπατάει!» μου λέει. “Johnnie Walker”. Κι ύστερα «Δεν έχεις κανένα αλμυρό ρε μισόμαγκα;» μου κάνει… Ωραίες κουβέντες.
Τα πάθη του πίνειν που γίνεται εθιστική συνήθεια, συνοδοιπορεί, «βοηθά» και «εξαγνίζει» το έργο των καλλιτεχνών κάθε είδους και δη μουσικών, κατάντησε ένας διαρκής αστικός μύθος που μάλλον τον συντηρούν πρώτα οι ίδιοι οι καλλιτέχνες και έπειτα οι δημοσιογράφοι, κριτικοί και «φιλόλογοι» της μουσικής.
Αν ο εκλιπών Keith Moon δεν ήταν φοβερός πότης, εκκεντρικός χαρακτήρας, διάσημος ντράμερ και ασυγκράτητα αθυρόστομος, στην ιστορία του ροκ δεν θα ψάχναμε ακόμη να βεβαιωθούμε για την ακρίβεια του μύθου που τον θέλει να οδήγησε Rolls Royce ή Lincoln Continental ή τίποτα! μέσα στην πισίνα του ξενοδοχείου Holliday Inn στο Michigan το 1967 στην γιορτή του στα 21α γενέθλιά του. Ο μύθος συντηρήθηκε επαρκώς όταν αυτό αποτυπώθηκε συμβολικά και με την βυθισμένη Rolls Royce στο εξώφυλλο των Oasis “Be here now”-1997.
Αν ο Alice Cooper δεν ήταν «φρικτός» αλκοολικός δεν θα βλέπαμε ποτέ εξώφυλλα όπως το
“Lace and Whiskey”-1977 και την ομολογία του που έγινε τεράστια επιτυχία, “Poison”-1989.
Ακόμη και o “rock star” των αγγλικών γηπέδων George Best, που αν συνέχιζε την καριέρα του «καθαρός» πιθανώς να ξεπερνούσε τα είδωλα του Pele & Maradona, «έκλεισε την πόρτα» με την χαρακτηριστική δήλωση «Κάποτε έκοψα ποτό και γυναίκες. Ήταν τα χειρότερα 20 λεπτά της ζωής μου».
Η σύγχρονη βιομηχανία του μάρκετινγκ δεν ενδιαφέρεται για τα ευφυολογήματα του αλκοόλ αλλά για το ποια μάρκα και ποιο όνομα γεμίζει το ταμείο. Η εγχώρια εξαγωγική δυνατότητα του σλόγκαν “ouzo power” ή “greek retsina” έχει μάλλον περιορισμένη εμβέλεια. Από Κέρκυρα έως Κρήτη με ενδιάμεσο σταθμό Μύκονο, Σαντορίνη, Ρόδο και Κω. Γιατί τα διαφημιστικά σκήπτρα με τα μεγάλα «ονόματα» ποτών και γεύσεων βρίσκονται κάπου στο Τενεσί του Κεντάκι, με χαμογελαστούς μεσήλικες με τζόκεϊ και καρό πουκάμισα να ρίχνουν φελλούς μέσα σε βαρέλια ωρίμανσης Bourbon.
Όταν ο Jack βαρέθηκε να είναι αντεροβγάλτης έγινε Daniels. Από τότε λοιπόν όλοι οι rock-stars που σέβονται τον εαυτό τους σταμάτησαν τις «φτηνές» παρακατιανές μάρκες. Με μπροστάρη τον Lemmy των Motorhead, παραστάτη τον Alice Cooper, τιμητική φρουρά τους Guns & Roses, Mötley Crüe και όλους τους επιγόνους των Lynyrd Skynyrd συνεπικουρούμενοι απ’ όλο το Southern Rock κίνημα, μπορούν πλέον να βλέπουν και το πιο ιδιωτικό hangover να γίνεται πρωτοσέλιδο, χωρίς κοινωνικές και νομικές επιπτώσεις.
Αφού το γαλλικό κονιάκ ανέβηκε ιεραρχική βαθμίδα με τις ευλογίες του Βοναπάρτη και έγινε “Cognac Napoleon”, αφού ο James Bond μας έμαθε πώς να πίνουμε το Martini “Shaken not stirred” και ο Tom Cruise μας μύησε στην μαγεία των “Cocktail” που θέλγουν όλες τις γυναίκες ανεξαρτήτου ηλικίας ήρθε τέλος ο Quentin Tarantino στο «Κάποτε στο… Χόλιγουντ» και μας έδειξε πώς μεθούν συνεργεία, ηθοποιοί και παράγοντες μπρός και πίσω από τις κάμερες διαχρονικά. Η συγχρονισμένη κοινωνία τελικώς έμαθε να ξεχωρίζει το καλό από το κακό ή απλώς πήραν μετάθεση οι λέξεις και ο εθισμός έγινε επιβλαβής επίπτωση;
Όλοι έχουμε τους δικούς μας ζωντανούς ή νεκρούς ήρωες που παρανομούν, παρασπονδούν, το ρίχνουν «έξω» κάνοντας επικίνδυνη τραμπάλα στην άκρη της αβύσσου.
Hendrix & Χιώτης, Joplin & Μπέλλου, Morrison & Μαργαρίτης, Simone & Νίνου. Όλοι στο τέλος της βραδιάς ή ενδιάμεσα ίσως αποκοιμούνται με ένα μπουκάλι στο χέρι. Ποιος όμως μπορεί να κατηγορήσει τον Απόλλωνα και τον Διόνυσο όταν κάνουν παρέα.
Όταν οι άνθρωποι μπέρδευαν τα λόγια τους οι ποιητές μιλούσαν ελεύθερα. Ο Μπωντλαίρ έγραφε: «Είναι η ώρα να μεθύσετε! Για να μην είστε οι βασανισμένοι σκλάβοι του Χρόνου, μεθύστε χωρίς διακοπή! Με κρασί με ποίηση ή με αρετή, όπως σας αρέσει». Ο δικός μας πάλι Νίκος Καββαδίας στο «Ένας νέγρος θερμαστής από το Τζιμπουτί» μπλέκει τη ζάλη, το χασίς και το ποτό μοναδικά.
Ο Θρίαμβος του Βάκχου - Diego Velázquez (1628)
Τώρα θα μου πείτε υπάρχει και η Μαρινέλλα «Λίγο κρασί λίγο θάλασσα και τ’ αγόρι μου», υπάρχει και ο Αντώνης Βαρδής με την «Βότκα Πορτοκάλι», όπως βέβαια και οι Andrew Sisters με το «Ρούμι και Coca Cola». Αν το πάρουμε πατριωτικά ο Αλκίνοος Ιωαννίδης έχει περισσότερο εύρος, επιθυμία και εθνικό στόχο «Θέλω να πιω όλο το Βόσπορο / αλλάζουνε εντός μου τα σύνορα του κόσμου». Το ουράνιο τόξο έχει πολύ περισσότερα χρώματα όταν το βλέπεις ανάσκελα. Η ζωή η ίδια είναι ένας καμβάς από χρώματα.
Ο μεθυσμένος μοναχός - Giuseppe Marastoni
Οι επικλήσεις της ανώτερης δύναμης για να δώσει λύσεις στα προβλήματα ουκ ολίγες. Πολύ «θεϊκά» το θέτει η Χαρούλα Αλεξίου στο φιλοσοφημένο «Μία είναι η ουσία»-1984 «Να `σουνα, Θεέ μου, πότης να σωθεί η ανθρωπότης, στο μεθύσι σου απάνω να μαχαίρωνες το Χάρο».
Άλλωστε η απενοχοποίηση του αλκοόλ νομίζω άρχισε από πολύ παλιά, απ’ τον γάμο εν Κανά. Γι’ αυτό όλοι οι πότες βλέπουν το ίδιο όνειρο –το νερό να γίνεται κρασί – γιατί απλά είναι τόοοοσο παλιό. Αυτό μου θυμίζει πάντα τη δήλωση του φίλου μου Ζώρζ Πιλαλί μέσα από το κομμάτι «Ανατολικά του Κεντάκι (Blues 68)» όταν λέει: «Ο Χριστός πίνει μπέρμπον στο Κεντάκι πλαισιωμένος από γκανιάν άτομα». Στην υγειά μας.
ΣΤΕΡΓΙΟΣ ΒΟΛΟΓΚΑΣ
Διαβάστε ακόμη:
>> «Κοινοί Θνητοί»: Από το Μπρόνξ ως τ'Αλιβέρι, η μουσικη έχει ταίρι
>> 200 Χρόνια επανάσταση... Σταμπτωτή... & Πολυφορεμένη
>>Διασκευάζοντας και διασκεδάζοντας με Led Zeppelin - 12 τραγούδια
>> Παράξενες συγγένειες - εκεί όπου το κιτς γίνεται τέχνη όπως και το αντίθετο
>>Ελληνικά τραγούδια ξεχασμένα στον Βάλτο της λήθης
>>Η παρθενογένεση στην τέχνη είναι πιο σπάνια κι από την λευκή κουκουβάγια
>> Από τα καφενεία του Όθωνα στα Bar του σήμερα
>> Covid-19: Φωτογραφίες και αφίσες του παρελθόντος για την πανδημία που ταλαιπωρεί όλους μας
>> Ταινίες για όλους χωρίς... Ιούς
>> Κόψτε το κάπνισμα... Αλλά με στυλ
>> Κουίζ: Εσείς μπορείτε να βρείτε τα εξώφυλλα στη βιτρίνα του δισκάδικου "ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ";
>> Οι απαντήσεις στο Κουιζ για τη βιτρίνα του δισκάδικου "ΠΟΛΥΔΩΡΟΣ"...
>> Είμαστε για τα πανηγύρια ή κάνουμε εξαγωγή χιούμορ...; Μέρος 'Α
>> Γιορτές, καρναβάλια, πέταμα αετού, διασκεδάσεις και άλλα...πανηγύρια
>> Τσιγάρο και τέχνη στη μουσική αλλά... με εικόνες
>> Άν οι κωφοί τραγουδούν, οι τυφλοί ακούνε...;
>> Χριστούγεννα με άλμπουμ χωρίς σύνορα και Ταμπού...!
>> Πόλεμος, καλλίγραμμα πόδια και αλεξίπτωτα...!
>> Οι Pink Floyd σε κινούμενες περιπέτειες...
>> Το σώμα είναι ο ναός της ψυχής, αλλά ξέχασα τα κλειδιά στο σπίτι...
>> Joker: Τραγούδια από το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον
>>Η αρρώστια του Rock-n-Roll κρατάει πολλά χρόνια
>> Εταιρείες δίσκων με ονοματεπώνυμο και ξεχωριστή φαντασία
>>Οδοιπορικό στο Knebworth Park, Led Zeppelin 11 Αυγ 1979 - Ήμουν κι εγώ εκεί!