Δύο ταινίες για το glam rock:“The rocky horror picture show” (1975) και “Phantom of the paradise” (1974)

Δύο ταινίες για το glam rock:“The rocky horror picture show” (1975) και “Phantom of the paradise” (1974)

Από τον Κων/νο Χρυσόγελο
(kxrysogelos@gmail.com)

Το μουσικό κίνημα του glam rock μεσουράνησε στην Αγγλία στο διάστημα 1971-1974. Παρότι, από μουσική σκοπιά, οι καλλιτέχνες που το εκπροσωπούν παρουσιάζουν κάποιες αποκλίσεις (ο David Bowie κοιτούσε προς το μιούζικαλ, οι Slade προωθούσαν μια ανάλαφρη εκδοχή των Rolling Stones, o Marc Bolan έγραφε εμπορικά ροκάκια, προοιωνιζόμενος τους σημερινούς hipsters, οι Sweet έμοιαζαν με καρικατούρες χεβιμεταλλάδων, οι Roxy Music πειραματίζονταν με διάφορα είδη και ο Steve Harley ενσωμάτωνε folk στοιχεία στη μουσική του), όλοι τους είχαν έναν κοινό παρονομαστή: Το εσκεμμένο κιτς, που έφτανε μέχρι έναν άκακης μορφής ανδρογυνισμό. Το σημαντικό για το glam rock ήταν η κατανόηση του αστείου, ο έντονος αυτοσαρκασμός, και αυτό είναι κάτι που το ήξερε καλά τόσο το κοινό, όσο και οι ίδιοι οι glamsters. Πραγματικά, το glam rock, που σε βάθος χρόνου έφτασε ν' ασκήσει επιρροή σε τόσο διαφορετικές μουσικές σχολές, όπως είναι το glam / sleaze metal και το new wave / post punk, την εποχή που βρισκόταν στο απόγειό του θα έπρεπε να συνδεθεί μάλλον με την ευρύτερη pop.

Κι ενώ στο σανίδι των συναυλιακών χώρων και του Top of the Pops ερμήνευαν όλοι οι προαναφερθέντες, στο West End του Λονδίνου ανέβαινε ένα θεατρικό έργο που έφερε την υπογραφή του Νεο-Ζηλανδού Richard O'Brien. To "The Rocky Horror Show" (1973) πατούσε γερά πάνω στη glam τρέλα που είχε συνεπάρει τη Βρετανία στις αρχές του '70, αλλά και στη λατρεία του δημιουργού του για τις φτηνές αμερικάνικες ταινίες τρόμου και επιστημονικής φαντασίας των προηγούμενων δεκαετιών. Το αρκούντως κιτς "Rocky..." κατάφερε κι έγινε επιτυχία στην Αγγλία. Σε μια από τις παραστάσεις του παρευρέθηκε ο παραγωγός και ιδιοκτήτης του μουσικού κλαμπ “Roxy” στο Los Angeles, Lou Adler. Του άρεσε τόσο πολύ το έργο που το μετέφερε στο κλαμπ του το 1974, κρατώντας μόνο τον ηθοποιό Tim Curry από τη βρετανική διανομή, που ενσάρκωνε τον πρωταγωνιστικό ρόλο.

Η αμερικάνικη πορεία του έργου αποδείχτηκε αρκετά επιτυχημένη. Ο Adler, οσφραινόμενος περισσότερη δόξα και χρήμα, οργανώνει την κινηματογραφική μεταφορά του μιούζικαλ. Κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων, ο ίδιος ετοιμάζει τη μεταφορά του "Rocky..." στο Broadway, με την ελπίδα ότι η τεράστια επιτυχία που προέβλεπε, θα γινόταν το όχημα για την αντίστοιχη της ταινίας. Διαψεύστηκε όμως, γιατί το μιούζικαλ απέτυχε στο Broadway, όπως και η ταινία, που απέσπασε αποκαρδιωτικές κριτικές. Κι ενώ όλα έμοιαζαν να έχουν τελειώσει, η κινηματογραφική μεταφορά ("The Rocky Horror Picture Show", 1975) άρχισε να αποκτά ένα νεανικό και άκρως αφοσιωμένο κοινό, που αποζητούσε την ταινία στις μεταμεσονύκτιες προβολές στα drive in και τις αίθουσες που έπαιζαν b-movies. Μάλιστα, το κοινό αυτό ανέπτυξε έναν ιδιαίτερο κώδικα επικοινωνίας με την ταινία, συμμετέχοντας ενεργά στην πλοκή και "συνομιλώντας" με τους ηθοποιούς μέσω της χρήσης επιφωνημάτων και στερεοτυπικών εκφράσεων. Και ως κερασάκι στην τούρτα, οι θεατές άρχισαν σταδιακά να ντύνονται όπως οι χαρακτήρες της ταινίας κατά τη διάρκεια των προβολών. Το αναπάντεχο φιλί της ζωής που δόθηκε στο "Rocky..." όχι μόνο το έσωσε από την αφάνεια, αλλά το έκανε και εμπορικό θρίαμβο πρώτης τάξης. Δεκαετίες αργότερα, θεατρικοί θίασοι συνεχίζουν να το ανεβάζουν και να το βγάζουν σε παγκόσμιες περιοδείες.

H υπόθεση του "Rocky..." αντανακλά με τον καλύτερο τρόπο όλο το μεγαλείο της υπερβολής του glam κοσμοειδώλου: Δύο συντηρητικοί νέοι, o Brad και η Janet, χάνονται μια βροχερή νύχτα με το αμάξι τους. Αναζητώντας καταφύγιο καταφτάνουν στο κάστρο του τραβεστί βαμπίρ δόκτορος Frank N. Furter, ο οποίος είναι εξωγήινος από την περιοχή Transexual της φανταστικής Transylvania. Εντελώς συμπτωματικά, το ζευγάρι καταφτάνει τη στιγμή που ο δρ. ετοιμάζεται να δώσει ζωή στο δημιούργημά του, τον μυώδη Rocky. Καθώς περνά η ώρα, ο Brad και η Janet εθίζονται στον τρόπο ζωής του Frank, που κατά βάση υπηρετεί τον ελεύθερο, αμφιφυλόφιλο έρωτα και τη rock n' roll υπερβολή. Άλλοι χαρακτήρες που εμπλέκονται στην ιστορία είναι οι οικονόμοι του κάστρου, ο Riff Raff και η αδελφή του Magenta (αφήνεται να εννοηθεί ότι διατηρούν αιμομικτική σχέση), η ερωμένη του Columbia, ο φυλακισμένος Eddie (σύμβολο του rock της δεκαετίας του '50) κι ο θείος του, δρ. Scott (αφήνεται να εννοηθεί ότι είναι πρώην ναζί). Αφηγητής της ταινίας είναι ένας καθηγητής Εγκληματολογίας, ο λόγος του οποίου χαρακτηρίζεται από βερμπαλισμό και ακατάσχετη φλυαρία.

Αν υπάρχει ένα επιμύθιο, ένα τελικό συμπέρασμα, αυτό είναι ότι οι άνθρωποι πρέπει να υποτάσσουν τη λογική στο συναίσθημα, ώστε να γεύονται απερίσπαστοι τον έρωτα, χωρίς πολιτισμικούς και ηθικούς περιορισμούς. Χαρακτηριστικά τα τελευταία λόγια της ταινίας: «And crawling on the planet's face / Some insects called the human race / Lost in time, and lost in space / And meaning». Το κλειδί της ερμηνείας, πάντως, βρίσκεται και πάλι στην κιτς υπερβολή που έχει διαποτίσει όλο το έργο. Προτείνεται δηλαδή υπαινικτικά η αυτοσαρκαζόμενη πρόσληψή του από το κοινό. Με άλλα λόγια, ο θεατής δεν πρέπει να πάρει τίποτα απ' ό,τι βλέπει και πολύ στα σοβαρά (βασική αρχή του glam), όπως άλλωστε κι έγινε.

Πιο άγνωστο από το "Rocky...", το "Phantom of the Paradise" (1974), του κατά τα άλλα γνωστού σκηνοθέτη Brian De Palma, σε μουσική και τραγούδια του Paul Williams (υπεύθυνου και για το soundtrack του "Bugsy Malone" του Alan Parker), περιέχει πολλά glam στοιχεία, χωρίς να περιορίζεται σε αυτά. Η ταινία κινείται σε αρκετά διακειμενικά επίπεδα, κάνοντας αναφορές στην κινηματογραφική μεταφορά του "Phantom of the Opera" (1943), στον "Faust" του Goethe και στο "Picture of Dorian Gray" του Oscar Wilde. Η υπόθεση είναι η ακόλουθη: Ο μουσικός παραγωγός Swan κλέβει τη μουσική του φιλόδοξου, αλλά άσημου, καλλιτέχνη Eddie Winslow. Ο τελευταίος, στην προσπάθειά του να εκδικηθεί, παθαίνει ένα ατύχημα που του παραμορφώνει το πρόσωπο. Ο Swan του προτείνει να συνεργαστούν, με όρους επαχθέστατους για τον Winslow, ο οποίος πλέον φορά μια ασημένια μάσκα για να κρύψει τη δυσμορφία του. Η εξέλιξη της πλοκής, που εμπλέκει, μεταξύ άλλων, την όμορφη και ταλαντούχα Phoenix, τον ροκά Beef και το φαιδρό αλλά επιτυχημένο σχήμα των Juicy Fruits, αφορά ξεκάθαρα στην παρουσίαση του τρόπου με τον οποίο η μουσική βιομηχανία ρουφά το αίμα από τους καλλιτέχνες που εκμεταλλεύεται.

Σε αντίθεση με το "Rocky...", το "Phantom..." δεν προσπαθεί να συνοψίσει τη φιλοσοφία του glam rock. Πολύ περισσότερο, ο De Palma χρησιμοποιεί ελεύθερα κάποια εμφανή glam στοιχεία (πχ. οι Juicy Fruits θυμίζουν τους Rubettes, ένα από τα πιο φαιδρά και ασήμαντα groups του κινήματος, ενώ και το εικαστικό στυλ που εκπροσωπεί ο Beef είναι ξεκάθαρα glam) για να σχολιάσει το πώς λειτουργεί η κρεατομηχανή της μουσικής βιομηχανίας. Ακόμη και η μουσική του Williams κινείται σε πιο αμερικάνικες φόρμες, με μόνο δύο τραγούδια να παραπέμπουν άμεσα στην ακουστική φυσιογνωμία του βρετανικού κινήματος (τα "Faust" και "Super Like You / Life at Last").

Ωστόσο, η ιδεολογική σκοπιά του De Palma απέναντι σε ένα rock φαινόμενο που οπωσδήποτε συγγενεύει με το glam, παρουσιάζει πραγματικό ενδιαφέρον. Στην ταινία, ο οιονεί glam τρόπος ζωής εκπροσωπείται από τον θορυβώδη Beef. Φορώντας τις χαρακτηριστικές ψηλοτάκουνες μπότες του glam και προωθώντας ένα επιτηδευμένο προφίλ, ο Beef δεν είναι τίποτα περισσότερο από το πιόνι του Swan. Και ως προσωπικότητα, ο γεματούλης ροκάς έχει πλαστεί με τέτοιον τρόπο ώστε να προκαλεί το γέλιο (χαρακτηριστική η σκηνή που γλιστράει στο πάλκο φορώντας τις μπότες και αδυνατεί να ξανασηκωθεί). Στον αντίποδά του στέκεται η Phoenix, μια καλλίφωνη τραγουδίστρια Αμερικάνικης κοπής, τύπου Linda Ronstadt (σημειώνεται ότι η Ronstadt ήταν πρώτη επιλαχούσα για τον ρόλο της Phoenix), άξια να ερμηνεύσει τα σοβαρών προθέσεων τραγούδια του Winslow. Χωρίς να προτείνεται μια μοναδική ερμηνεία (άλλωστε, κι η Phoenix καταλήγει ομοίως άθυρμα στα άπληστα χέρια του Swan), η ταινία δείχνει να σατιρίζει το glam. Ως εκ τούτου, απουσιάζει εντελώς ο βρετανικός αυτοσαρκασμός και η καλοπροαίρετη αυτογελοιοποίηση. Μέσα από το αμερικανικό πρίσμα, καταγγέλλεται ένα από τα ειδεχθή προσωπεία του καπιταλισμού, με εξιλαστήριο θύμα (ή αποδιοπομπαίο τράγο) το glam ύφος.

Ως γενικό συμπέρασμα, οι δύο ταινίες που σχετίζονται με το glam rock, προσεγγίζουν το φαινόμενο με αξιοσημείωτα διαφορετικό τρόπο: Το καθαρά βρετανικής λογικής "Rocky Horror Picture Show" ξετυλίγει ένα παρδαλό κουβάρι rock μουσικής και εσκεμμένα παρατραβηγμένης αισθητικής, με σκοπό να μελετήσει τα όρια της ανθρώπινης δημιουργικότητας, μέσα από μια καρναβαλικής λογικής φιλοσοφία. Το αμερικάνικο "Phantom of the Paradise" έχει πιο ξεκάθαρο "μήνυμα": Η μουσική βιομηχανία λειτουργεί με όρους ανήθικους, εκμεταλλευόμενη τους καλλιτέχνες της και προσφέροντας στο κοινό «εύκολα», εντυπωσιακά θεάματα με σκοπό τη χειραγώγησή του. Τόσο αντίθετες ερμηνείες δεν μπορεί παρά να σημαίνουν ένα πράγμα: Το glam είχε αφήσει έντονες εντυπώσεις στο πέρασμά του.