Τι σημαίνει για την Ελλάδα το επιτυχημένο πείραμα της Βαρκελώνης σχετικά με τις συναυλίες σε κλειστούς χώρους;
της Ηλιάνας Παπαπάνου
Πριν ένα μήνα περίπου πραγματοποιήθηκε ένα πείραμα στη Βαρκελώνη όπου 5.000 άνθρωποι συμμετείχαν σε ροκ συναυλία αφότου είχαν υποβληθεί σε τεστ αντιγόνου για τον κορονοιό και φορώντας μάσκες. Αποστάσεις δεν υπήρχαν καθώς επρόκειτο για κλειστό χώρο, αλλά σε αυτή την ιστορική στιγμή, πλήθος κόσμου είχε την ευκαιρία να απολαύσει ζωντανά ένα συγκρότημα σε ένα σκηνικό που θύμιζε επιστροφή στην κανονικότητα.
Σύμφωνα με τα νεότερα δεδομένα, το πείραμα πέτυχε και από όσους συμμετείχαν σε αυτό, έξι μόνο διαγνώστηκαν με κορονοϊό. Ωστόσο οι ερευνητές κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι οι τέσσερις είχαν μολυνθεί αλλού και όχι στη συναυλία.
«Δεν υπάρχει καμία ένδειξη που να υποδηλώνει ότι η μετάδοση πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της εκδήλωσης», δήλωσε ο ειδικός σε μολυσματικές ασθένειες Josep Maria Llibre σε συνέντευξη Τύπου σήμερα. Η συναυλία που έγινε με την άδεια της κυβέρνησης ήταν μια δοκιμή για το αν είναι εφικτό να πραγματοποιούνται δημόσιες εκδηλώσεις σε κλειστούς χώρους παρά την πανδημία.
Πέρυσι τέτοια εποχή, οι διοργανωτές εκδηλώσεων στην Ελλάδα έβλεπαν αβέβαιο το μέλλον των συναυλιών για το 2020 και κρατούσαν ουδέτερη στάση για το 2021, καθώς δε γνώριζαν πως θα εξελιχθούν τα πράγματα τον επόμενο χρόνο. Το σκηνικό που επικρατούσε και συνεχίζει να επικρατεί στη μουσική βιομηχανία συνθέτει ένα κλίμα ανασφάλειας και φόβου και δημιουργεί μια στασιμότητα στον τομέα του πολιτισμού που έχει προσφέρει πολλά ανά τα χρόνια.
Το περασμένο καλοκαίρι πραγματοποιήθηκαν ελάχιστες συναυλίες σε μικρούς ανοιχτούς χώρους με αυστηρά μέτρα προστασίας και μειωμένη χωρητικότητα. Έκτοτε, με την έλευση του καινούριου lockdown το Νοέμβριο και μέχρι σήμερα, η πολιτιστική δραστηριότητα έχει διακοπεί και το μέλλον της προβλέπεται αβέβαιο.
Μπαίνοντας σε καραντίνα για την προστασία του πληθυσμού στερηθήκαμε την ελευθερία των μετακινήσεων μας, τους φίλους μας, την οικογένεια μας. Μέσα σε όλα αυτά, στερηθήκαμε και τη μουσική στην καλύτερη εκδοχή της, τη ζωντανή και συνεχίζουμε να την στερούμαστε μέχρι και σήμερα.
Ένα χρόνο πριν, στις 28 Απριλίου 2020, ο πρωθυπουργός της χώρας Κυριάκος Μητσοτάκης, ανέφερε σε διάγγελμά του πως "Θεωρείται απίθανο να επιτραπούν μέσα στο καλοκαίρι οι μεγάλες συναθροίσεις και όσες εκδηλώσεις συγκεντρώνουν πολύ κόσμο – όπως φεστιβάλ και συναυλίες με θεατές."
Ένα χρόνο μετά, στις 28 Απριλίου 2021, ο πρωθυπουργός δεν έχει πάρει θέση όσον αφορά το θέμα του πολιτισμού, ή καλύτερα, την έλλειψη αυτού στη χώρα μας εν μέσω πανδημίας.
Γιατί άραγε αντιμετωπίζεται ο πολιτισμός ως κάτι δευτερεύον και λιγότερο σημαντικό και κερδοφόρο; Από πού προκύπτει ότι ο πολιτισμός είναι ένα είδος πολυτελείας και όχι ανάγκης, προσωπικής και συλλογικής;
Η αλήθεια είναι πως η αγορά ενός εισιτηρίου για μία συναυλία δεν αποτελεί πρώτη προτεραιότητα, ειδικά σε καιρούς όπου επικρατεί μεγάλη ανασφάλεια σχετικά με την πορεία της οικονομίας και ο περισσότερος κόσμος έχει χάσει τη δουλειά του.
Παρόλα αυτά, η πραγματοποίηση μιας συναυλίας ή ενός μεγάλου φεστιβάλ ενισχύει την τοπική οικονομία, λόγω των ξενοδοχείων που φιλοξενούν τους καλλιτέχνες, των χώρων εστίασης αλλά και του τουρισμού, μιας και μεγάλο κομμάτι του φεστιβαλικού κοινού αποτελείται από ανθρώπους του εξωτερικού που ταξιδεύουν στην Ελλάδα για διακοπές και συναυλίες.
Στο πιο πρόσφατο διάγγελμά του, ο πρωθυπουργός επισήμανε πως από τις 15 Μάϊου «θα επιτραπούν ορισμένες δραστηριότητες του πολιτισμού» χωρίς ωστόσο να προβεί σε περαιτέρω διευκρινίσεις.
Ας υποθέσουμε ότι επιτρέπονται ορισμένες δραστηριότητες του πολιτισμού. Ποιος και πότε θα μας ενημερώσει για το τι σημαίνει ορισμένες δραστηριότητες και υπό ποιες συνθήκες θα πραγματοποιούνται; Ίσως μέχρι τώρα να μην ήταν σαφές, αλλά η πραγματοποίηση μιας πολιτιστικής δραστηριότητας – κυρίως εν μέσω μιας πανδημίας – προϋποθέτει έγκαιρη προειδοποίηση από την κυβέρνηση ως προς τους τρόπους με τους οποίους δύναται να υλοποιηθεί.
Πιο συγκεκριμένα, η διοργάνωση μιας συναυλίας ή ενός καλοκαιρινού φεστιβάλ απαιτεί χρόνο και διαρκή προετοιμασία, τουλάχιστον ένα εξάμηνο ή και έναν ολόκληρο χρόνο πριν, όταν πρόκειται για μεγάλα ονόματα της μουσικής βιομηχανίας. Έχοντας αυτό κατά νου, θεωρείται ρεαλιστικό το χρονικό πλαίσιο που δίνει η κυβέρνηση στους διοργανωτές;
Επιπλέον, προκύπτουν κάποια εύλογα ερωτήματα οικονομικής φύσεως, τα οποία απασχολούν τους ανθρώπους της μουσικής βιομηχανίας. Ποιος θα αναλάβει την ευθύνη για τη χορήγηση υγειονομικού υλικού που θα πρέπει να δοθεί στο κοινό; Στη βάση αυτή τοποθετείται και ο αριθμός των ανθρώπων της ασφάλειας που θα βρίσκεται στην είσοδο, έξοδο και στο χώρο της εκδήλωσης.
Ποιος θα αναλάβει το οικονομικό κόστος αυτών των αντικειμενικών προβλημάτων τη στιγμή που αναμένεται να δοθούν και πάλι οδηγίες ως προς την πληρότητα του χώρου; Με τα περσινά δεδομένα, μια πολιτιστική δραστηριότητα δε μπορεί να είναι βιώσιμη οικονομικά για την εταιρεία που τη διοργανώνει.
Εν τέλει τι μπορεί να μας διδάξει το πείραμα της Βαρκελώνης;
Η πραγματοποίηση μιας συναυλίας τη συγκεκριμένη περίοδο δε μπορεί να είναι ρεαλιστική χωρίς την έμπρακτη στήριξη του κράτους και τη συνειδητοποίηση της τεράστιας σημασίας του πολιτισμού σε μια χώρα όπως η Ελλάδα.
Ναι μεν τα δεδομένα αξιολογούνται διαρκώς και όλα εξαρτώνται από την πορεία της επιδημιολογικής καμπύλης, τον αριθμό των εμβολιασμένων και την τήρηση των κανόνων υγιεινής, όμως ένας τόσο σημαντικός τομέας όπως ο πολιτισμός, δεν πρέπει να αφήνεται στην τύχη του. Πόσο μάλλον σε μια χώρα που τον έχει αναδείξει ιστορικά και τον έχει αναγάγει σε κάτι σπουδαίο ανά τον κόσμο.
Μένει να δούμε κατά πόσο θα το αναλογιστεί αυτό η πολιτεία και αν θα σταθεί σαν αρωγός δίπλα στους ανθρώπους που μας χαρίζουν κάθε χρόνο τις συναυλίες και τα φεστιβάλ που τόσο αγαπάμε.