Kevin Coyne: Η σαρδόνια φωνητική χροιά του και τα πορτρέτα στα black-comic, τον έκαναν αγαπημένο στα '70's

Kevin Coyne: Η σαρδόνια φωνητική χροιά του και τα πορτρέτα στα black-comic, τον έκαναν αγαπημένο στα '70's

Όταν εντοπίστηκε ο Kevin Coyne στην Νυρεμβέργη, στην Γερμανία δεν διαπιστώθηκε τίποτα που να δείχνει ένα κακότροπο άνθρωπο, που σύμφωνα με δικό του δημοσίευμα ήταν προς τους δημοσιογράφους τις ημέρες εκείνες. "Είμαι χαρούμενος που κάποιος με θυμάται" λέει. Πως να μην θυμάται κανείς εκείνη την ψυχικά ασταθή φωνή να τσιρίζει ΄Good boy, go-o-o-o-d boy!΄ ξανά και ξανά σε ένα από τα πρώτα κομμάτια του; Δεν ήταν μία εντελώς άτυπη ειδησούλα από την ανθολογία τραγουδιών του Coyne, το ότι πολλοί κριτικοί συμπέραιναν ότι o τραχύς folk-blues rocker ήταν τόσο τρελός όσο και η μουσική του. Ωστόσο, είναι αμφίβολο κατά πόσο ένας τρελός μπορεί να διατηρήσει τον πυρετώδη ρυθμό δουλειάς που ο Coyne διατηρούσε μέχρι πριν τον θάνατό του το 2004.

Sunday morning sunrise (1975)

Επιπρόσθετα στα 30++ άλμπουμ του, εξέδωσε συλλογές με μικρές ιστορίες, και ποιήματα και έχει εκθέσει έργα ζωγραφικής σε Γερμανικές και Αγγλικές γκαλερί για δεκαετίες. Η σαρδόνια φωνητική χροιά του και τα πορτρέτα στα black-comic, τον έκαναν αγαπημένο στα '70's. O John Lydon (Johnny Rotten), πάντοτε τον "φθονούσε" μέσα από επαίνους, ακόμα δε, τον είχε παραδεχτεί ως επιρροή. Τίποτα περισσότερο από ομιχλώδης/underground αγαπημένη, η δουλειά του Coyne στην Αμερική, έχει εξαφανιστεί από την μετανάστευσή του στη Γερμανία στα '80's. Αλλά για τον Coyne, η επιτυχία πάντα έπαιρνε την πίσω θέση στην αχαλίνωτη προσωπική του έκφραση.
"Γράφω βιβλία και με αφορά η γλώσσα, ο γραπτός λόγος. Αλλά όταν κάνω τραγούδια τείνω να γίνομαι πολύ αυθόρμητος. Μου αρέσει να αντικατοπτρίζω τον χρόνο. Αυτό όλο ακούγεται πολύ ιδεαλιστικό, αλλά πιστεύω ακράδαντα σε αυτό. Νομίζω ότι λειτουργεί περίφημα. Δεν μοιάζει τόσο κατασκευασμένο όσο μερικά pop τραγούδια. Έμαθα κάτι από τους bluesmen και αυτό το είδος άποψης. Πολύ ανοιχτός και ανταποκρινόμενος σε οτιδήποτε φέρνει η ημέρα, αλήθεια. Ή η ζωή στον ίδιο χρόνο".

Tulip (1973)

Στο χρόνο που ο Coyne άρχισε να ηχογραφεί με το χαμηλών τόνων blues-rock σύνολο Siren στα τέλη του '60, η ζωή τα έφερε να ταιριάξει τις αρτιστικές του αναζητήσεις γύρω από μιά δουλειά σε ένα ψυχιατρικό νοσοκομείο. Οι τρομακτικές εικόνες που o πρόσφατα απόφοιτος της σχολής καλών τεχνών είδε στο άσυλο, "ήταν πολύ μέσα στο μυαλό μου. Με ένοιαζε πολύ για το τι συνέβαινε. Μαντεύω ότι έχω μία τρυφερότητα για τους ξένους αλλά πήρα πολύ από αυτή (την στοργή) όταν δούλευα πάνω από τρία χρόνια σε αυτό το νοσοκομείο. Πολλά πράγματα είχαν να κάνουν με τα καθημερινά γεγονότα που αντιμετώπιζα εκεί. Μου αρέσει να χρησιμοποιώ μουσική και ότι κάνω σαν πηγή θεραπείας όσο οτιδήποτε άλλο, και ήταν μεγάλη ευκαιρία". Σαν blues-rock μπάντα οι Siren που περιελάμβαναν επίσης το πρώην μέλοs των the Bonzo Dog Band, Dave Clague στην κιθάρα, δεν ήταν ιδιαιτέρως γνωστοί από τις Αγγλικές blues μπάντες στα τέλη του '60.

Siren - Rock Me Baby (1969)

Περισσότερο πειστικοί ήταν οι τόνοι του Coyne, με τους οποίους ελευθέρωνε το είδος της folk ποίησης, που αυτοσχεδίαζε με ένα τρόπο που αντανακλούσε και έμοιαζε να ταυτίζεται μερικές φορές με τις νοητικές διαταραχές από την θητεία του στο άσυλο. Η προσέγγιση παρέμεινε ουσιαστικά απαράλλαχτη όταν ο Coyne πήγε για σόλο καριέρα στην ανεξάρτητη Dandelion (δισκογραφική), που διευθυνόταν από τον John Peel (κορυφαίος Άγγλος εναλλακτικός rock DJ). "Ήταν πολύ αυθόρμητο αλήθεια", λέει ο Coyne για τη χειμαρώδη επίγνωση που διακρίνει το γράψιμό του στα τραγούδια που βγάζει. "Κάτι από αυτό δουλεύει, κάτι όχι. Και τείνω να δουλεύω πάνω σε αυτή την αρχή μέχρι σήμερα". Η cult φήμη του Coyne, που άνθιζε ήταν αρκετή για να προσελκύσει το ενδιαφέρον του διευθυντή της Elektra Records στην Ευρώπη, ο οποίος είχε μία αποτρόπαια πρόταση στο μυαλό του. Στα μέσα του '71, όπως θυμάται ο Coyne, ο Jim Morrison ήταν νεκρός μερικές ημέρες το περισσότερο, όταν ο Coyne προσεγγίστηκε με την ιδέα/πρόταση να γίνει ο νέος frontman των the Doors. "Δεν έδειξα τόσο ενθουσιασμό και τίποτα περισσότερο δεν ακούστηκε για αυτό. Ίσως αν είχα δείξει περισσότερο ενθουσιασμό να έπαιρνα την δουλειά. Ίσως η Elektra νόμιζε ότι ήμουν ένας αγνώμων κοπρίτης ή κάτι τέτοιο.

Όμως στ'αλήθεια δεν το φανταζόμουνα με κανένα τρόπο". Έτσι ο Morrison είχε μόλις ταφεί πριν ξεκινήσει μία έρευνα για τον αντικαταστάτη του. "Τέτοιες είναι οι μηχανορραφίες των δίσκογραφικών" αποκρίνεται ο Coyne με τόνο βετεράνου που τα έχει δει όλα. "κανένα συναίσθημα ή αίσθηση πουθενά. Δεν υπήρχε καμιά αίσθηση του να αφήσουν τον Jim να αναπαυθεί εν ειρήνη. Αλλά αντίθετα μόνο η αίσθηση, ας αφήσουμε τον τροχό των χρημάτων να γυρίζει". Ο Coyne θα έμπαινε στον κόσμο των πολιτικών των μεγάλων δισκογραφικών αρκετά γρήγορα όταν θα γινόταν ο δεύτερος καλλιτέχνης που θα υπέγραφε στην αρχάρια, στις αρχές του '70, Virgin (o Mike Oldfield ήταν ο πρώτος). Μακράν από τον γίγαντα που θα γινόταν η Virgin, τότε ήταν μία εναλλακτική εταιρεία. Ο Coyne θα έμενε στην εταιρεία κατά την διάρκεια του '70, όταν "νομίζω ήμουν στα καλύτερά μου. Ήμουν ατίθασος και ιδεαλιστής και νεότερος και νόμιζα ότι υπήρχε ένα μεγάλο πάθος σε αυτό που έκανα. Λίγο παραπλανημένος περιστασιακά, αλλά πολύ περήφανος για τους δίσκους που έκανα". Ο Coyne είχε ήδη αποφασιστικά σχεδιάσει το έδαφός του στην κυκλοφορία από την Dandelion, με το Case History, όπου όπως ο τίτλος φανερώνει αντλεί τις βασανιστικές εμπειρίες από το άσυλο, αποδιδόμενο απολύτως και με οίκτο.

Sand All Yellow (1969)

Στα μάτια πολλών κριτικών η πρώτη κυκλοφορία του Coyne στην Virgin, Marjοry Razorblade (1973) ήταν η καλύτερη στιγμή του, ιδιαίτερα στο "House on the Hill" στο οποίο ο Kevin παίρνει τον ρόλο ενός ασθενή που έχει πάθει ιδρυματισμό. Το στυλ των φωνητικών του Coyne θεωρήθηκε πολύ ακατάλληλο για την Αμερικανική αγορά, όπου το διπλό άλμπουμ μειώθηκε σε ένα απλό δίσκο (μοιραία το ίδιο θα γινόταν στο διπλό live LP, In Living Black & White). "Νομίζω ότι ο ιδρυτής της Elektra Jac Holzman κάπου είπε ότι είμαι τόσο Άγγλος ή κάτι τέτοιο για την Αμερικανική αγορά. Νομίζω αυτά είναι όλα κλισέ που αναπτύχθηκαν για να υποστηρίζουν την εμπορική πλευρά της μουσικής βιομηχανίας. Φτιάχνουν αυτούς τους κανόνες, που περιοδικά αλλάζουν. Μερικές φορές είναι καλό να είσαι Άγγλος, μερικές δεν είναι καλό. Αλλά είναι κάπως βλακώδες πράγμα να το λες".

House on the Hill (1973)

O Coyne ηχογράφησε τόσο παραγωγικά που η δισκογραφία του αψηφά μία "μαζεμένη" ανακεφαλαίωση. (Μία best-off αξιολόγηση της καριέρας του έχει καθυστερήσει πάρα πολύ). Γενικά είναι δίκαιο να πούμε ότι αν έχεις αποκτήσει μία γεύση τoυ συνδυασμού του ενοχλητικού ρεαλισμού με το black χιούμορ θα σου αρέσει σε όλα τα άλμπουμ του από το '70. Κατά καιρούς οι παραγωγοί του τον ωθούσαν περισσότερο προς ένα ήχο φουλ μπάντας, αλλά αυτός ήταν στα καλύτερά του όταν οι συνθέσεις ήταν πιό αραιές δίνοντας έμφαση έτσι στην ακουστική ή στην slide κιθάρα και στα αιχμηρά φωνητικά του. Ένας Andy Summers πριν δημιουργηθούν οι Police έπαιζε με τον Coyne στα μέσα του '70, αλλά ο Kevin συμφωνεί ότι "ότι ήθελα να αποφύγω περισσότερο ήταν ένας mainstream rock ήχος". "Ο τρόπος που εργάζεται ο Kevin είναι πολύ γρήγορος" λέει ο κιθαρίστας Brian Godding, ο οποίος έπαιξε και έγραψε με τον Coyne σε αρκετά άλμπουμ στις αρχές του '80. "Όταν είπα γράψαμε μαζί τραγούδια εννοούσα ότι θα έμπαινα μέσα και θα άρχιζα να παίζω κάτι και τότε αυτός θα ξεκίναγε να τραγουδάει. Θα το έκανες μόνο μία φορά και αυτός θα έλεγε: ναι αυτό είναι το κρατάμε. Ήταν ευφυέστατος στο να φτιάχνει τραγούδια.

Πιθανώς με πολλούς ανθρώπους γύρω του, αυτό που έκανε, δεν θα μπορούσε να δουλέψει. Αν έπιανε την κιθάρα, έπαιζε με ένα πολύ ασυνήθιστο opening tuning. Η κιθάρα του ήταν αντίθετα κουρδισμένη από τις στάνταρ κιθάρες. Δεν χρησιμοποιούσε καθόλου τα δάκτυλά του-έπαιζε με τον αντίχειρα πάνω στο λαιμό της κιθάρας. Το βασικό του παίξιμο ήταν σαν παίκτης των blues, που θα χρησιμοποιούσε slide, εκτός αν δεν έκανε χρήση slide οπότε απλά θα έβαζε τον αντίχειρα πάνω και θα έπαιζε κάπως έτσι. Μερικοί άνθρωποι νομίζουν ότι ήταν τρελός. Αλλά εάν τον γνώριζες τον Kevin ήξερες ότι δεν ήταν καθόλου τρελός. Ήξερες ότι αντανακλούσαν τρέλα οι στίχοι του. Ήταν αλήθεια μία μεγαλοφυία. Θα έλεγες ότι διαθέτει σχεδόν ένα είδος jazz ποιότητας στην μουσική του προσέγγιση. Ήταν ευτυχής να δοκιμάζει πράγματα και πολύ ικανός στο να το κάνει πράξη". Η αντι-εμπορικότητα και το αντι-σταρ στάτους του Coyne χαιρετίστηκαν από τον Johnny Rotten/Lydon των Sex Pistols που εξέφρασε τον θαυμασμό του για την δουλειά του.

Ο Coyne δέχεται τον έπαινο με μία μίξη υπερηφάνειας και επιφύλαξης. "Νομίζω ότι το θέμα Lydon ήταν εντάξει στον καιρό του, μάλλον το εκτιμώ, αλλά αυτός συνεχώς κάνει το ίδιο πράγμα ξανά και ξανά. Δεν μοιάζει να τον έχω επηρεάσει στο φινάλε. Ακόμα δεν μπορεί να τραγουδήσει όπως πρέπει! Συνέχεια θρηνεί μακρόσυρτα και με έμφαση". Ένας ακόμη απίθανος θαυμαστής του ήταν ο Sting, αν και είναι πολύ δυσκολότερο να ανακαλύψεις ίχνη του Coyne στους Police, παρά στους Sex Pistols. "Μπορώ να θυμηθώ τους Police να έρχονται σε αίθουσες για πρόβα κοντά στην δική μου αίθουσα και όλοι μας να γελάμε, επειδή νομίζαμε ότι ήταν η τελευταία ευκαιρία του Andy (Summers) να κάνει κάτι. Όλοι τους έμοιαζαν λίγο μεγάλοι για να είναι punk. Τέλοσπάντων δεν έμοιαζαν καθόλου punk. Αλλά ήμουν πολύ εντυπωσιασμένος από τους Police στα πρώτα τους βήματα. Τώρα το βρίσκω μάλλον αφελές, αλλά εκείνο τον καιρό, νόμιζα ότι είναι μάλλον καλοί. Έτσι ο Sting είπε ότι είπε στη συνέντευξή του, που η αλήθεια είναι ότι λέει κάτι για αυτό που τον ώθησε. Ίσως μόνο μία ιδιοτροπία από μέρους του, αλλά μοιάζει να έχει μείνει από τότε να κυκλοφορεί στον τύπο". Στα χρόνια που ακολουθούν την έλευση του punk, ο Coyne έκανε μερικά από τα πιό φιλόδοξα πρότζεκτ του, όπως ένα θεατρικό song-cycle με την Γερμανίδα σαντέζα Dagmar Krause, το Babble.

Kevin Coyne & Dagmar KrauseI Really Love You (1979)

Άκόμα ένα άλμπουμ με την υποστήριξη του Robert Wyatt και ένα με τους the Ruts το Sanity Stomp και τελείως ανένταχτα ένα άλμπουμ αποτελούμενο από τραγούδια του ενός λεπτού από διάσημους μη μουσικούς όπως ο ψυχίατρος R.D. Laing και ο σχεδιαστής καρτούν Gerald Scarfe (δες γραφικά για τους Pink Floyd). Αρχές του '80 ωστόσο, ο αλκοολισμός και ένα σκληρό διαζύγιο στοίχισαν στον καλλιτέχνη. Κάποιες αναφορές της περιόδου, υπονοούν ότι ο τραγουδιστής που κάποτε τραγουδούσε για τους ψυχασθενείς, ήταν τώρα ο ίδιος σε αυτήν την κατηγορία. "Στ'αλήθεια δεν εισήχθηκα ποτέ σε νοσοκομείο για θεραπεία, όμως βρέθηκα πολύ κοντά στο να γίνει κάτι τέτοιο", παραδέχεται. Ο Coyne γύρισε τα πράγματα στα μέσα του '80 αφού μετανάστευσε στην Γερμανία και παντρεύτηκε μία Γερμανίδα, κόβοντας τα ποτά και βρίσκοντας συνεχείς ευκαιρίες για να ηχογραφεί σε Γερμανικές εταιρείες. Μετανιώνει ωστόσο που "μία δυσκαμψία τρύπωσε" στα άλμπουμ του εκείνης της περιόδου εξαιτίας του τρόπου που γίνονταν οι δίσκοι στην Γερμανία. "Είναι πολύ δύσκολο να το κάνεις χαλαρά εκεί. Έχουν τεράστιο σεβασμό για τα μηχανήματα και οι κιθάρες όλες πρέπει να έχουν έξι χορδές πάνω τους" λέει σαν να πρόκειται για αντισυμβατικά μοντέλα κιθάρας. "Όλα έπρεπε να είναι με την σειρά. Δεν μου ταίριαζε στον τρόπο που βλέπω τα πράγματα γενικά. Το σημαντικότερο πράγμα ήταν να πιάσεις αυτό που αποκαλούν ένας καλός στουντιακός ήχος. Τι στο διάολο ήταν αυτό, ποτέ δεν έμαθα και ποτέ δεν βρήκα".

No Romance (1980)

Η καλύτερη πρόσφατη δουλειά του Coyne δεν βρίσκεται σε δίσκο αλλά σε σελίδες. Ακόμα κι αν απεχθάνεσαι την μουσική του, θα βρείς τον εαυτό σου να έχει απορροφηθεί μέσα στις μικρές ιστορίες του, σκοτεινές βινιέτες που σατυρίζουν ανηλεώς τις εμπειρίες μίας περιφερόμενης rock μπάντας. Αν ένα μουσικό έργο βασισμένο σε καυγάδες που συμβαίνουν στον ουρανό, ανάμεσα στον Sid Vicious, την Janis Joplin, τον Bob Marley, τον Jimi Hendrix και τον Jim Morrison σου φαίνεται άγευστο, τότε καλύτερα να το χάσεις. Αν σου αρέσει η rock 'n' roll φαντασία όμως με άγριο χιούμορ και μία δόση αληθινού ρεαλισμού, τότε ο Coyne είναι ο άνθρωπός σου. Η συλλογή The Show Business, έκδοσης Serpent's Tail, ίσως είναι το καλύτερο μέρος για να ξεκινήσεις.

Ο Coyne αφήνει οι ιστορίες του μερικές φορές να αντλούνται από αληθινά τρελές ιστορίες του rock 'n' roll, αντανακλώντας "την βασική αίσθηση των Άγγλων μουσικών του κυνισμού γιά κάθε τι. Πολύ από αυτό πηγάζει από περιοδείες στα μέσα του '70, και πιό συγκεκριμένα μέσα σε βαν και καμαρίνια. Πολλοί άνθρωποι μοιάζει να νομίζουν ότι έγινε για να εκφράσει πικρία, πράγμα που σίγουρα δεν ισχύει. Έγινε με μία αίσθηση τρόμου στ'αλήθεια. Έγινε για να διασκεδάσει, αλλά κάποιοι άνθρωποι δεν το γουστάρουν επειδή βλέπουν κάτι από τους εαυτούς τους μέσα. Δεν με νοιάζει αλήθεια. Όλα όσα ξέρω είναι ότι οι μουσικοί που το έχουν διαβάσει έχουν γελάσει με την ψυχή τους. Μπορεί κάποιον να αγγίξει και να κάνει το σωστό".

Από φόβο μην δημιουργηθεί η εντύπωση ότι ο Coyne είναι αθεράπευτα στριμμένος, προσθέτει ότι είναι πολύ ευχαριστημένος με τα άλμπουμ (που είχε βγάλει κατά την περίοδο της συνεντεύξεως), στα οποία η φωνή του είτε λόγω ηλικίας ή αυξημένης γλυκύτητας, έχει γίνει αισθητά λιγότερο τραχιά. Τότε είχε τελειώσει ένα άλμπουμ με τον Gary Lucas στην κιθάρα, βετεράνο, που είχε παίξει με τον Captain Beefheart, τον Jeff Buckley, την Joan Osborne και άλλους. "Πολύ νωρίς έπιασα σαν ιδέα ότι οι άνθρωποι θέλουν να διασκεδάζουν και να ψυχαγωγούνται και να σοκάρονται. Η θεατρική πλευρά αυτού που έκανα είχε αγνοηθεί πολύ από ανθρώπους που δεν είχαν βρεθεί σε συναυλίες μου. Οι δίσκοι αντανακλούσαν μέρος αυτού που έκανα, αλλά οι live παραστάσεις είναι διαφορετικά. Οι στίχοι συχνά ξεχνιούνται και οι γνώμες μπορεί να αλλάζουν. Όλα έρχονται τα πάνω κάτω, πράγμα που εξαρτάται από την αίθουσα της παράστασης και τον χρόνο. Μπορεί να γίνει ένα κωμικό σόου μερικές νύχτες ενώ να είναι πολύ σοβαρή κάποιες άλλες. Αλλά θεωρώ τον εαυτό μου έναν διασκεδαστή, τόσο πολύ, όσο τίποτα άλλο".

6846546568768

ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΔΙΣΚΟΓΡΑΦΙΑ

Case History (1971, Dandelion/See For Miles, UK)

R 2786165 1300974377.jpeg

O Coyne στα πιό ωμά και πιό ανησυχητικά του. Επανεκδόθηκε σε CD το 1994 με μπόνους κομμάτια.

Marjory Razorblade (1973, Virgin)

R 1528692 1263659684.jpeg

Κάπως (αν και όχι πολύ) πιό ελαφρύ από το Case History, αν και υπό την προυπόθεση της ποικιλίας του υλικού θα ήταν απαραίτητο να δοθεί σε ένα διπλό άλμπουμ.

In Living Black & White (1976, Virgin)

R 613506 1244268887.jpeg

Σε έλλειψη μίας ανθολογίας της δουλειάς του Coyne την δεκαετία του '70, αυτό το διπλό live άλμπουμ είναι το πιό κοντινό σε ότι μπορεί να χαρακτηριστεί ως best-of (μέσα βρίσκεται και ο Andy Summers των Police).

ΣΥΝΙΣΤΩΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Show Business (1993, Serpent's Tail)

book4954959

Ελκυστικές ιστορίες, μουσικές και άλλες, που αναφέρουν λεπτομερώς αλλόκοτους νευρωτικούς Αγγλικούς χαρακτήρες με απειλητικό χιούμορ και ανεπαίσθητο οίκτο.

ΒΑΣΙΛΗΣ ΠΑΠΑΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ

Πηγή: https://musicoversixcenturies.blogspot.com/search?updated-max=2018-10-31T10:12:00-07:00&max-results=11&reverse-paginate=true