Από τον Θοδωρή Φαχουρίδη
Καθώς η χρονιά πλησιάζει προς το τέλος της τα διάφορα περιοδικά και sites θα ξεσκονίζουν τα αρχεία τους για τις καλύτερες μουσικές του έτους. Θα πρέπει να συμφωνήσω με τον Γιάννη ότι η εποχή δε βοηθάει για να προτείνεις δίσκους με την παραδοσιακή έννοια της ουσίας του όρου. Σαν σε άλλες εποχές όπου κυριαρχούσαν τα τσούκμποξ, ήταν ο dj βλέπετε, και η αγορά κατακλυζόταν από, σινγκλς 45 στροφών και Extended Plays (EP), το σήμερα δίνει τον κυρίαρχο ρόλο στα mp3 και τις streaming υπηρεσίες βοηθώντας την αποσπασματική καλλιτεχνική ακρόαση. Πώς να διαλέξεις έργα τέχνης 45 + λεπτών σήμερα, μια συνήθεια που ιστορικά έγινε μαζικά δημοφιλής από καλλιτέχνες και καταναλωτικά αποδεκτή όταν έδωσε τα εφόδια της μεγαλύτερης διάρκειας με τα lp βινυλίου για να παρουσιαστούν οι καλλιτεχνικές ανησυχίες των «ιερών» τεράτων των ‘60ς. Επιπρόσθετα το άκουσμα της σημερινής μουσικής, με τη μεγαλύτερη ευκολία από ποτέ, της προσβασιμότητας της με το διαδίκτυο, βοηθάει τα πράγματα να γίνουν ευτελέστερα. Αν μου επιτρέπεται η παρομοίωση είναι σαν να πηγαίνεις σε ένα drive through φαστφουντάδικο και να παραγγέλνεις γεύμα με ορεκτικό, κυρίως πιάτο και για τελείωμα φρούτο και γλυκό. Γίνεται δε γίνεται. Οι περισσότεροι θα πάρουν ένα σάντουιτς στο χέρι, θα «απολαύσουν» για μισό λεπτό τη γεύση και η ολοκλήρωση του γεύματος θα γίνει χωρίς την αίσθηση της ευχαρίστησης και κάνοντας και κάτι άλλο συγχρόνως… Τρομακτική πραγματικά η ομοιότητα με τον τρόπο που ακούγεται η μουσική τα τελευταία δέκα χρόνια! Τα δε καταστήματα που σου παρέχουν αυτή τη δυνατότητα ευκολίας αλλά και οι δημιουργοί αυτής της τροφής παίζουν το παιχνίδι που φέρνει τα περισσότερα κέρδη, με την μεγαλύτερη άνεση. Κάπου όμως καταχωνιασμένα ακόμη και σήμερα υπάρχουν αυτοί που επιμένουν να σέβονται την καλλιτεχνική δημιουργία, ως αναγκαστικό μονόδρομο έκφρασης. Ανεξάρτητες εταιρείες από κάθε γωνιά του πλανήτη αλλά και μεγάλοι παίχτες, ίσως ως δικαιολογία για συνέχιση της άφεσης μουσικών αμαρτιών, τροφοδοτούν έστω και με τον «βλάσφημο» τρόπο της ψηφιακής μουσικής, διαμάντια. Υπάρχουν και σήμερα οι καλλιτέχνες, παλιοί και νεώτεροι που η μουσική τους διατηρεί τα χαρακτηριστικά της τέχνης. Είναι εκεί και μας περιμένουν. Μένει σε εμάς, έστω ως ακροατές Δον Κιχώτες, να τους βρούμε και να κάνουμε το ταξίδι παρέα μαζί τους, διατηρώντας έτσι μια αλυσίδα σχεδόν ιερή. Όσοι έχουν «ξεφύγει» με το άκουσμα ενός δίσκου πιστεύω ότι καταλαβαίνουν… Όσοι δε νεότεροι δεν καταλαβαίνουν αλλά νιώθουν ότι έτσι έπρεπε να είναι προσέλθετε…
Caiti Baker – LP: Zinc
Ο πρώτος προσωπικός δίσκος της αυστράλεζας, από την Αδελαΐδα. Ως μέλος του ντουέτου των Sietta μαζί με τον παραγωγό James Mangohig έχουν κυκλοφορήσει από το 2011 δύο άλμπουμς και αντίστοιχα EP. Ο θαυμασμός της στις Janet Jackson, Lauryn Hill, Missy Elliott, Aaliyah, είναι εμφανής στην πορεία του γκρουπ (από τα δύο άλμπουμ τους, The Seventh Passenger και The Invisible River σας προτείνω τα No Longer Hurt/Dark Passenger/Blind Man/Strangers/Echoes και Let It Go/Disturbingly Beautiful/Such Desire/The Hunted/Broken Glass αντίστοιχα. Για το 2017 όμως το σύγχρονο RnB, κάνει λίγο πίσω για να δοθεί έμφαση στη παραδοσιακή κληρονομιά της σόουλ, τζαζ, γκόσπελ, και μπλουζ σε ένα δημιουργικό ανακάτεμα ενώ μια ώριμη φωνή προωθεί την όλη δουλειά, δικαιώνοντας, δειλά είναι η αλήθεια, τις φωνές που δηλώνει ως επιρροές της, αυτές των Big Mamma Thornton, Billie Holiday, Nina Simone, Etta James. Το αποτέλεσμα αξίζει κατηγορηματικά την τρίχρονη προετοιμασία του.
Ακούστε τα: I Won’t Sleep, Could it Be Nerves, Rough Old Town, Thursday, Different, Believer, Over The Horizon
I Won't Sleep
Rough Old Town
Cookin' On 3 Burners – Lab Experiments: Mixin’, Vol. 1
Η τιμητική των ήχων από τη δεκαετία του ’50, ’60 και του ’70 με όχημα το τρίο από τη Μελβούρνη. Αν και το συγκρότημα σχηματίστηκε το 1997 έπρεπε να πέσει στα χέρια του γάλλου παραγωγού Kungs το 2016 το σινγκλ, That Girl από το δεύτερο άλμπουμ τους Soul Messin’, για να γνωρίσουν την πρώτη τους μεγάλη επιτυχία. Τα εργαστηριακά πειράματα αποτελούν σχεδόν την 4η δουλειά των Ivan Khatchoyan, Jake Mason και Dan West, μια που πρόκειται για ένα mini LP. Τζαζ, φανκ και σόουλ πατάνε πάνω σε χάμοντ, κιθάρα και ντραμς και δημιουργούν έναν παγκόσμιο ήχο που και νεκρούς ανασταίνει, ακριβώς όπως έκανε και στα τέλη της δεκαετίας του ‘80 με τους πρώτους του δίσκους το κουαρτέτο του James Taylor. Στις δε τρεις και φωνητικά ντυμένες συνθέσεις του δίσκου το συγκρότημα αναδεικνύει την επιρροή που έχει πάνω του ο ήχος της θρυλικής Motown. Το ότι το φάντασμα του νονού της σόουλ περιφέρεται αδιάκοπα ευλογώντας τα ψηφιακά αυλάκια του δίσκου μάλλον το έχετε καταλάβει ήδη. Ο κιθαρίστας του γκρουπ, Dan περιέγραψε με τον πιο γλαφυρό τρόπο τη μουσική τους, «Sweet soul and dirty dance floor funk – something for the love makers and ass shakers!»…
Ακούστε τα: Real Life Baby, Lone Wolfe, Black Stick, Wind Up, Heavy Lenny, More Than A Mouthful
Lone Wolfe
Real Life Baby Feat. Emmi
Joywave – Content
Το Ρότσεστερ είναι μια ακμάζουσα πόλη της πολιτείας της Νέας Υόρκης. Το μεγαλύτερο προάστιο της είναι ενδιαφέρον ότι έχει το όνομα Ελλάδα και φαντάζομαι έχει μια ιστορία που θα ήθελα κάποτε να τη μάθω. Το τετραμελές γκρουπ της με το όνομα Joywave, σχηματισμένο το 2010, την αποκαλεί έδρα του, αν και το νέο τους άλμπουμ ηχογραφήθηκε λίγα χιλιόμετρα βορειότερα. Μες τη χρονιά, πριν λίγους μήνες στην καρδιά του καλοκαιριού, είχαμε τη δεύτερη δισκογραφική του δουλειά, δύο χρόνια μετά το How Do You Feel? Σε παραγωγή των ιδίων, καταφέρνει να παντρέψει αρμονικά ροκ και ηλεκτρονικούς ήχους με τα πιασάρικα ρεφρέν να γεμίζουν τον αέρα. Βαδίζοντας στα χνάρια των γάλλων ειδικών λοιπόν τα μέχρι τώρα δείγματά τους αλλά και η εξέλιξή τους δείχνει ότι τα πράγματα θα γίνονται, εκτός απροόπτου, ολοένα και πιο ενδιαφέροντα, για αυτό σημειώστε το όνομά τους καθώς δέχεστε την πρόσκλησή τους για μια βουτιά στο γεμάτο από φώτα νέον σύμπαν τους.
Ακούστε τα: It’s a Trip, Going to a Place, Shutdown, Doubt, When You’re Bored, Let’s Talk About Feelings.
It’s a Trip
Going To a Place
Offa Rex – LP: The Queen of The Hearts
Το συγκρότημα είναι ουσιαστικά μια σύμπραξη της φολκ 35xρονης τραγουδίστριας Olivia Chaney και του συγκροτήματος των Decemberists. Ήταν στο άκουσμα του ντεμπούτου δίσκου της The Longest River του 2015, που ο front man τους, ο Colin Meloy, αναζήτησε την γεννημένη στην Ιταλία και μεγαλωμένη στην Αγγλία τραγουδίστρια. Η γνωριμία τους οδήγησε σε τζαμάρισμα στη έδρα τους, στο Πόρτλαντ των ΗΠΑ και στο να έχουμε στα χέρια μας δύο χρόνια μετά το TQOTH. Το παιδί της ένωσής τους κρατάει τα χαρακτηριστικά και των δύο γονιών, μια ροκ στα όρια του ψυχεδελικού ματιά σε παραδοσιακά τραγούδια που οι ρίζες κάποιων φτάνουν αρκετούς αιώνες πριν. Όπως για παράδειγμα το σκοτσέζικο τραγούδι από το δεύτερο μισό του 18ο αιώνα, Willie O’ Winsbury, μια υπέροχη ιστορία, σε μια από τις πολλές παραλλαγές των στίχων, που τη μελωδία της ίσως να ξέρουν οι παλιότεροι από το Farwell Fairwell των Fairport Convention. Το Blackleg Miner που αναφέρεται στους απεργοσπάστες ανθρακωρύχους στην Αγγλία του 1844. Το εκπληκτικό The Gardener (ή αλλιώς The Gardener Boy), τραγουδισμένο πάνω στη έκδοση του Tim Hart των Steeleye Span, τους είχαν παίξει στην πρώτη τους εκπομπή ο Γιάννης με τον Κώστα. Από τα ενδεικτικά της όλης προσπάθειάς είναι ένα τραγούδι που έχουν επίσης πει οι Steeleye Span, με την εκπληκτική παρόμοια φωνή της Maddy Prior, συγκεκριμένα στον τέταρτο δίσκο τους Below The Salt, του 1972, το Sheep-crook and Black Dog. Εδώ ο ανεκπλήρωτος έρωτας του βοσκού υπάρχει φουλ ηλεκτρισμένος από το ξεκίνημα έως το τέλος του, σε αντίθεση με την ακουστική εκτέλεση των βρετανών, σαν να ξεκινάει από εκεί που την άφησε το δημοφιλές φολκ γκρουπ πριν από 45 χρόνια. Μια δισκογραφική πρόταση που δε θα σας αφήσει ασυγκίνητους και που το site δικαίως και έγκαιρα το είχε αναφέρει τον Μάιο με την αφορμή της κυκλοφορίας τότε του πρώτου τους σιγνκλ.
Ακούστε τα: Sheep-crook and Black Dog, Blackleg Miner, The Gardener, Willie O’ Winsbury, The Old Churchyard, Flash Company.
Sheep-crook and Black Dog
The Gardener
Perfume Genius – No Shape
Υπάρχουν δίσκοι που όταν προσπαθείς να περιγράψεις την εμπειρία της ακρόασης τους πραγματικά τα λόγια μοιάζουν τόσο λίγα μπροστά στη βίωσή τους. Μια τέτοια περίπτωση είναι και ο τέταρτος δίσκος του ιδιαίτερου καλλιτέχνη που ακούει στο όνομα Mike Hadreas. Ο ελληνικής καταγωγής συντοπίτης των Pearl Jam, σε παραγωγή του Blake Mills (Alabama Shakes, Fiona Apple), απλώνει ένα έργο με μελωδίες σε κάθε του γωνιά. Ηλεκτρονικοί ήχοι, ροκ κιθάρες, κινηματογραφικά σχεδόν έγχορδα αποτελούν μια μουσική παλέτα, που οριοθετεί ένα έργο με ηχητική άποψη, ξεχωρίζοντας από τον σημερινό αχταρμά. Τα παθιασμένα φωνητικά του που στιγμές παραπέμπουν στον αγαπημένο Brett Anderson, αναδεικνύουν συνθέσεις που ο πυρήνας τους κινείται στον άξονα των ανθρωπίνων σχέσεων. Είναι ένας δίσκος ωδή προς το έτερο ήμισυ, ξεδιπλώνοντας την ιστορία μιας σχέσης που περνάει από διάφορα στάδια, της ανεμελιάς, του φόβου, της διεκδίκησης. Το τέλος δε θα σας το φανερώσω. Στην αισθητική του κόνσεπτ, η καθολική και υπομονετική ακρόασή του θα σας αποκαλύψει ένα από τα πιο ολοκληρωμένα και ερωτικά άλμπουμ της χρονιάς.
Ακούστε τα: Wreath, Die 4 You, Choir, Every Night, Run Me Throught, Slip Away, Just Like Love
Die 4 You
Wreath