Οι πρώτες μέρες του γκρουπ από το Sheffield που κατέκτησε την άλλη πλευρά του Ατλαντικού
Το ημερολόγιο έγραφε 16 Αυγούστου 1986 και η τοποθεσία ήταν το φημισμένο Donington Park, ανάμεσα σε Derby, Nottingham και Leicester. Το Monsters of Rock festival φόρεσε τα γιορτινά του για να υποδεχτεί τον Ozzy και τους Scorpions, στο απόγειο της καριέρας τους, τουλάχιστον εμπορικά. Μαζί όμως θα υποδεχόταν και ένα από τα πιο θριαμβευτικά comebacks στην ιστορία. Δύο χρόνια μετά από το ατύχημα με το αυτοκίνητο, που στάθηκε αφορμή ώστε να ακρωτηριαστεί το αριστερό του χέρι, και ύστερα από πολύωρες απαιτητικές πρόβες στο καινούριο ηλεκτρονικό set του, ο Rick Allen επέστρεφε στις ζωντανές εμφανίσεις με τους Def Leppard. Το κοινό παραληρεί, το setlist αποδίδεται άψογα και κατά τη διασκευή στο Travelin’ Band των Creedence Clearwater Revival, ο Joe Elliott θα βροντοφωνάξει “Mr. Ricky Allen on drums”, σηματοδοτώντας έτσι τη νέα περίοδο για το θρυλικό group, περίοδο που οδήγησε στην κάτι παραπάνω από τεράστια επιτυχία του Hysteria. Η αρχή είχε γίνει δύο βδομάδες πιο πριν, σε ένα μικρό tour προετοιμασίας σε μικρές σκηνές της Ιρλανδίας. Ο Jeff Rich, drummer των Status Quo, περίμενε καρτέρικα σε περίπτωση που ο Allen δεν μπορούσε να αποδώσει, αλλά ο τελευταίος ήταν πιο αποφασισμένος από ποτέ. Επέστρεψε κι έκτοτε οι Leppard πάτησαν και τις πλέον απάτητες κορυφές, κορυφές που ούτε οι ίδιοι δεν μπορούσαν ίσως να φανταστούν. Ειδικά αν αναλογιστεί κανείς το ταπεινό ξεκίνημα τους.
Τα πράγματα στο Sheffield του Νότιου Yorkshire δεν φαίνονταν ιδιαίτερα ευοίωνα στα τέλη των 70s. Οι επιχειρήσεις και τα εργοστάσια έκλειναν το ένα μετά το άλλο, η ανεργία στα ύψη κι ο πιτσιρικάς Joe Elliott προτίθεται να κάνει το οτιδήποτε προκειμένου να παρατήσει τη δουλειά στο χαλυβουργείο και να φύγει από την πόλη. Φανατικός του glam rock κι έχοντας εικόνισμα τον David Bowie και τους Mott the Hoople, ονειρεύεται τη δική του ροκ επανάσταση, σχεδιάζοντας παντού το λογότυπο του φανταστικού του group, των Deaf Leopard. Το όνομα θεωρείται εύηχο, παραπέμπει στους Led Zeppelin και έχει “μπριζώσει” τον νεαρό Elliott για τα καλά. Συναντάει τον έτερο κιθαρίστα Pete Willis καταλάθος όταν μια μέρα δεν προλαβαίνει το λεωφορείο της επιστροφής από τη δουλειά. Ο δεύτερος συστήνει στον Elliott τους φίλους του Rick Savage και Tony Kenning (μπάσο και τύμπανα αντίστοιχα). Οι κιθαριστικές δεξιότητες του Elliott δε θα εντυπωσιάσουν τους υπόλοιπους, ωστόσο δείχνει ότι μπορεί κάλλιστα να κρατήσει μικρόφωνο και να τροφοδοτήσει τη νέα αυτή μπάντα με μια αξιοπρεπή φωνή. Το όνομα Atomic Mass απορρίπτεται αμέσως, το Deaf Leopard προκρίνεται και είναι ο ντράμερ Tony Kenning που θα δώσει στο όνομα και το λογότυπο του group την τελική του μορφή. Οι πρώτες πρόβες θα χαρακτηριστούν από πειραματισμούς, νεύρα και πολύ αλκοόλ. Θα φιλοξενηθούν δε σε ένα παλιό εργοστάσιο κατασκευής μαχαιροπήρουνων, στη Bramall Lane, λίγο πιο κάτω από το γήπεδο της Sheffield United. Η ανάγκη για δεύτερο κιθαρίστα κρίνεται επιτακτική, καθώς οι Leppard δεν θέλουν να ανεβούν στο punk άρμα της εποχής. Ο ήχος τους σιγά σιγά αποκτά προσανατολισμό και δομή, το group θέλει ξεκάθαρα να συνδυάσει την ποπ μηχανική μαζί με τους σκληρούς hard rock ήχους που άρχισαν να μονοπωλούν τα ραδιόφωνα τους από το 1975 κι έπειτα. Ο Steve Clark θα εμφανιστεί σε μια πρόβα και θα αποδώσει, σύμφωνα με τον Elliott, ολόκληρο το Free Bird των Lynyrd Skynyrd σε μία κιθάρα. Χωρίς ιδιαίτερη σκέψη η πεντάδα θα σχηματιστεί και οι Def Leppard θα αποκτήσουν το δικό τους (κατά Deep Purple) Mark I.
Θα δώσουν την πρώτη τους συναυλία σε ένα τοπικό σχολείο, στο προάστιο του Mosborough στο νοτιοανατολικό Sheffield, στις 18 Ιουλίου του 1978. Το Westfield Secondary School είχε τη φήμη ενός απαιτητικού και αυστηρού σχολείου με καλούς και δημιουργικούς μαθητές, φήμη που διατηρεί μέχρι και σήμερα, 92 χρόνια μετά την ίδρυση του. Σύμφωνα με την βιογραφία Animal Instict του 1987, οι Def Leppard πληρώθηκαν περίπου 5 λίρες από έναν καθηγητή, έπαιξαν περίπου πενήντα λεπτά και έκρυψαν μπύρες στο bass drum του Tony Kenning. Όσον αφορά τη μουσική καθαυτή, η διασκευή στο Jailbreak των Thin Lizzy και κυρίως το Getcha Rocks Off ξεσήκωσαν το κοινό και όλα έδειχναν ότι το group ήταν έτοιμο να μπει στο studio και να ηχογραφεί σε σοβαρή και στέρεη βάση. Όλα εκτός από την αφοσίωση του drummer Tony Kenning, ο οποίος δεν έδειχνε ιδιαίτερα σίγουρος όσον αφορά το μέλλον του με τη μπάντα, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους, των οποίων η προσήλωση ήταν παραπάνω από δεδομένη. Ο Joe Elliott απέλυσε τον Kenning στις 18 Νοεμβρίου του 1978 και οι Def Leppard ηχογράφησαν το ντεμπούτο EP τους με υπηρεσιακό drummer τον Frank Noon, έναν γυρολόγο της Βρετανικής σκηνής με θητεία σε μπάντες όπως Lionheart, Wild Horses, DiAnno, ενώ πολλά χρόνια αργότερα βρέθηκε ξανά με τον Pete Willis στους βραχύβιους Roadhouse. Το EP “Getcha Rocks Off” θα ηχογραφηθεί και θα κυκλοφορήσει τον Ιανουάριο του 1979, με την οικονομική βοήθεια των γονιών του Joe Elliott. Το εξώφυλλο είναι μια σαφής παραπομπή στην His Master’s Voice, της ιστορικότερης ίσως Βρετανικής δισκογραφικής εταιρείας. Στα τρία τραγούδια του συναντάμε τα Overture και Rocks Off που θα επανηχογραφηθούν για το ντεμπούτο full length τους αργότερα, ενώ το EP θα ξεκινήσει με το πολύ καλό Ride into the Sun, το οποίο θα κυκλοφορήσει μεταμορφωμένο πολλά χρόνια αργότερα, σε μια φοβερή επανεκτέλεση για τα sessions του Hysteria.
Οι Def Leppard δείχνουν έτοιμοι να κατακτήσουν το αγγλικό κοινό, όντας ζωτικό κομμάτι της νέας μανίας ανά τη Βρετανία που ονομάστηκε New Wave of British Heavy Metal (NWOBHM). Χρειάζονται το τελευταίο κομμάτι του παζλ, έναν στιβαρό drummer. Στις οντισιόν κάποια στιγμή θα εμφανιστεί ο 15χρονος(!) τότε Rick Allen, με το χαρακτηριστικό κράτημα της traditional grip. Με ένα μίγμα επιρροών από Roger Taylor, Bonham και Brian Downey (Thin Lizzy), θα εντυπωσιάσει τους υπόλοιπους και θα κερδίσει τη θέση. Ο Allen θα παραδεχτεί χρόνια αργότερα πως ήταν η μητέρα του αυτή που συνεννοήθηκε για την οντισιόν με τους Joe Elliott και Rick Savage και όχι ο ίδιος. Η τύχη τους χαμογελάει καθώς βρίσκουν στο δρόμο τους τον Peter Mensch, manager των AC/DC, ο οποίος τους αναλαμβάνει και τους ορίζει ως support στην αγγλική περιοδεία των τελευταίων, για 22 συναυλίες. Σύμφωνα δε με το μύθο, στην ερώτηση του “Ποιος είναι ο manager σας;”, ο Elliott απάντησε “Εσύ”. Ο Mensch στη συνέχεια θα ένωνε τις δυνάμεις του με τον Cliff Burnstein, πρώην υπεύθυνο A&R της Mercury Records, δημιουργώντας την Q Prime, μίας εκ των μεγαλυτέρων management agencies, με πελάτες εκτός των άλλων τους Metallica. Ο Rick Allen παρατάει το σχολείο και οι υπόλοιποι τις δουλειές τους. Οι πόρτες της Αμερικής ανοίγουν και οι Def Leppard βρίσκονται μπροστά στην ευχάριστη έκπληξη ενός κοινού το οποίο γνωρίζει απ’ έξω το “Hello America“ που μόλις έχει κυκλοφορήσει ως single. Είναι ο προπομπός του πρώτου full length της μπάντας, On Through the Night, το οποίο ανεβαίνει στα ράφια των δισκοπωλείων το Μάρτιο του 1980. Με ένα ήχο χαρακτηριστικό της πρώτης περιόδου του NWOBHM, αλλά και μπολιασμένο με τη glam rock αύρα των Mott the Hoople, το album λαμβάνει ως επί το πλείστον θετικές έως πολύ θετικές κριτικές. Στα ενδότερα, ο Joe Elliott αναλαμβάνει τον άχαρο ρόλο της Μητέρας του Λόχου, κρατώντας το χαλινάρι στον εφηβικό ενθουσιασμό του 17χρονου ακόμα Rick Allen, αντιμετωπίζοντας δε τα ολοένα αυξανόμενα προβλήματα με το αλκοόλ του Steve Clark και κυρίως του Pete Willis. Κάπου εκεί, ο Mensch θα κάνει το θαύμα του και ο Elliott θα λάβει ένα τηλεφώνημα που αλλάζει τη ζωή του, αλλά και αυτή του συγκροτήματος του. Στην άλλη γραμμή ήταν ο διάσημος παραγωγός Robert “Mutt” Lange. Η πορεία των Def Leppard στο rock n roll πάνθεον μόλις ξεκινούσε.
Η ιστορία των Def Leppard είναι από εκείνες που περιγράφουν με τον καλύτερο τρόπο το γύρισμα της τύχης στην ανθρώπινη ιστορία, τα overnight sensations που αρπάζουν την παραμικρή ευκαιρία που βρίσκεται μπροστά τους, έχοντας προσήλωση στο στόχο, μαζί με άπειρη επιμονή και υπομονή. Just a city boy θα έλεγε λίγο αργότερα ο Steve Perry των Journey, διαιωνίζοντας σε ένα τραγούδι και μόνο το πνεύμα όλων αυτών των ιστοριών. Το βιομηχανικό Sheffield, τα μεγαλύτερα και από εκείνους όνειρα, οι δαίμονες και οι ατυχίες, αναπόσπαστο κομμάτι του παζλ ενός συγκροτήματος που μέχρι σήμερα ηχογραφεί και περιοδεύει προς τέρψιν των πολυάριθμων οπαδών τους. Κι είναι εκείνα τα πρώτα χρόνια ο οδηγός για ένα σωρό καλλιτέχνες οι οποίοι αρνούνται να το βάλουν κάτω, καταφέρνοντας βήμα βήμα την ανέλιξη και την πολυπόθητη επιτυχία.
Έκανε μεγάλο λάθος όποιος υποτίμησε τη δύναμη των παιδικών ονείρων.