Μια μέρα, μετά το σχολείο,
έφτασα σπίτι αλλά δε βρήκα
κανέναν. Περίμενα μέχρι πολύ μετά
την ώρα του μεσημεριανού,
οπότε άρχισα ν' ανησυχώ.
Ίσως να με
είχαν εγκαταλείψει.
Καθώς το απόγευμα
περνούσε και χανόταν,
άρχισαν να μου λείπουν.
Το δωμάτιο έδειχνε
τόσο ανυπόφορο, τόσο άδειο,
που με τρόμαζε.
Άρχισα να πεινάω.
Κοίταξα το κελάρι
αλλά δε βρήκα τίποτα.
Δε μπορούσα να αντέξω άλλο
αυτή την αίσθηση του κενού,
κι έτσι, βγήκα έξω,
και πέρασα το απόγευμα
τριγυρίζοντας στα παζάρια
που υπήρχαν ολόγυρα.
Περιπλανήθηκα
κοιτάζοντας πεινασμένα
στα παράθυρα των μαγειρείων,
τα προκλητικά,
αχνιστά ψητά κοψίδια
από χοιρινό και βοδινό,
και τις χρυσοκίτρινες
τηγανιτές πατάτες
πνιγμένες στη σάλτσα.
Από εκεί εμπνεύστηκα
τον πεινασμένο αλήτη
που ενσάρκωσα
στις ταινίες μου.
Τσάρλι Τσάπλιν
...........................................
Απόσπασμα από το βιβλίο:
''Τσάρλι Τσάπλιν
Η αυτοβιογραφία μου''