Κική Δημουλά «Η απαρηγορία»: Οι βιολέτες, όπως ανήσυχα, διορατικά μυρίζουν όταν κάτι δεν πάει καλά...

Κική Δημουλά «Η απαρηγορία»: Οι βιολέτες, όπως ανήσυχα,  διορατικά μυρίζουν όταν κάτι δεν πάει καλά...

Οι βιολέτες, όπως ανήσυχα,

διορατικά μυρίζουν όταν κάτι δεν πάει καλά,

κάτι απογοητεύει πάλι.

Η Μεγάλη Εβδομάδα,

όπως στάζει κερί και τάμα στη θρησκόληπτη ανάμνηση,

στην άθεη απουσία.

Η Κυριακή του Νυμφίου,

όπως αναστατώνει,

βασίζεις δεν βασίζεις το Μεγάλο στις αφίξεις.

Οι διάφοροι Νυμφίοι, που κάτι τους τυχαίνει και δεν έρχονται,

κάποια διήμερη εκδρομή, κάποια ευκολότερη θρησκεία που την ασπάζονται.

Οι πολλαπλασιασμένοι κήποι της Γεθσημανή σε κάθε βήμα, όπως κατασταλάζεις για το έθιμο, έχουν δεν έχουνε ανθίσει οι απορίες.

Οι Πατέρες μας, γέροι στο σπίτι, περιμένουν αυγά και τσουρέκι.

Οι πολλαπλασιασμένοι κήποι της Γεθσημανή, τα περιστύλια της υπομονής,

τα παγκάκια να κάτσεις να περιμένεις τον ετήσιο Ιούδα, που αργεί να ’ρθεί από το ράφτη,

από τον κουρέα.

Το μεγάλο ποσόν που του δίνεις για να δεχθεί να σε προδίνει ανεξήγητα.

Της καμπάνας η Μεγάλη εξάντληση κι η απαρηγορία,

ο νηστικός της ήχος όπως λιποθυμάει στα εαρινά αρμόνια των καθολικών απογευμάτων.

Οι αργίες, οι αργοπορίες, οι αγριότητες, όπως τις πάμε ως επάνω μόνοι μας.

Ο Σίμων, που στο τέλος αδιαφόρησε κι έφτιαξε τη ζωή του. Η Μυροφόρος έλλειψις, που θα σε ψάχνει απόψε να σε ράνει.

Η Προηγιασμένη των διαφόρων θρήνων τη Μεγάλη Εβδομάδα και τις διάφορες άλλες εβδομάδες τα ίδια.

Η Αγία Επανάληψη, η θαυματουργή, η αχειροποίητος, όπως τη βρήκανε ανυπόγραφη τα πράγματα, θαμμένη, σε κάποια παλαιότητα της μοίρας μας, σε κάποιο πρόγονό μας μέλλον. Όπως την πιστεύω.

(Από τη συλλογή «Το λίγο του κόσμου», 1971 –συγκεντρωτική έκδοση «Κική Δημουλά, Ποιήματα», εκδ. Ίκαρος, 1998)

«Η απαρηγορία» – Μεγάλη Εβδομάδα