Φυσούσε δυνατός αέρας και σκορπούσε, σαν βροχή, τα λουλούδια της αμυγδαλιάς. Τι σπατάλη ομορφιάς!
Τι κάνει αυτό το κορίτσι τόση ώρα σταυροπόδι κάτω από τον ίσκιο της Λεύκας; Ξεφυλλίζει όνειρα.. Ένα σμάρι διαβατάρικα πουλιά ξεκινούν από την ψυχή του και φεύγουν..
Σημασία έχει ποια χέρια θα σ’ αγκαλιάσουν και θα κάνουν το δέρμα σου να δακρύσει. Ποιο στόμα θα τσακίσει το φλοιό του μυαλού σου και θα σε τινάξει χωρίς ανάσα στ’ αστέρια.
Στην ανάγκη, βάλε οδοφράγματα. Άναψε φωτιές. Εμπόδισέ τους. Κράτησε μια μικρή πλατεία μέσα στην ψυχή σου, που θα κάθεσαι μόνο εσύ και τα πουλιά.
Είναι μερικοί.. Εκεί κοντά στα μεσάνυχτα, που βγάζουν ένα παλιό χτενάκι από τη μέσα τσέπη της ψυχής τους, του βάζουν ένα τσιγαρόχαρτο κι αρχίζουν να τραγουδούν στο Θεό.
Μη βιάζεσαι να ξεπουλάς σε μικροπωλητές το θησαυρό που ‘χεις μαζέψει στην ψυχή σου. Όση ανάγκη και να ‘χεις. "Μη δίνετε τα άγια στα σκυλιά", έλεγε ο Χριστός. Μεγάλη κουβέντα.
Η τελειότητα που πλασάρουν κάποιοι και η μεγάλη ισορροπία με ξενερώνουν. Στεγνώνει το στόμα μου. Δεν αντέχω. Θέλω μια ρωγμή εγώ στην ψυχή, να μπαίνει μέσα η βροχή. Ένα σηκωμένο κεραμίδι, που να μπορούν να χτίσουν τη φωλιά τους τα πουλιά.
Κάθε φορά που πρόκειται να σε συναντήσω, έχω στο νου μου να σου εξηγήσω, γιατί κάποτε σε παράτησα. Ύστερα, λέμε πράματα άσχετα και η ώρα περνά. Όμως, κάποτε, πρέπει να το μάθεις.
Σε παράτησα γιατί σ’ αγαπούσα πολύ. Γιατί ήθελα να σε προστατέψω από μένα. Εντάξει;
Είναι μερικοί.. Εκεί, κοντά στα μεσάνυχτα, που ξύνουν το σκοτάδι με τα νύχια τους και βρίσκουνε κομμάτια φως.
Σχεδόν όλη μου τη ζωή την πέρασα στην ακροθαλασσιά. Κρατούσα ένα κοχύλι κι ονειρευόμουνα τον ωκεανό.
Ταιριάζουν αυτοί. Φορούν το ίδιο άρωμα στην ψυχή.
Είναι τόσο μικρή η ζωή! Ούτε τον εαυτό σου δεν προλαβαίνεις να γνωρίσεις. Ούτε ακόμα να χορτάσεις αυτή τη γλυκιά προσμονή για όλα αυτά, που έτσι κι αλλιώς, το ξέρεις πως δε θα ‘ρθουν.
Είμαι ένα κόκκινο φύλλο σ’ ένα ορμητικό ποτάμι. Αν κυνηγάς τις χίμαιρες, πέσε μέσα να με πιάσεις. Αν δεν το κάμεις, αν δειλιάσεις, δεν είσαι για μένα. Φύγε. Δε σε συνάντησα ποτέ.
Χρειάστηκαν τόσα χρόνια να περπατήσω στη βροχή, για να καταλάβω επιτέλους, πως πάντα πίσω από τα μαύρα σύννεφα, κρύβεται ένας ήλιος λαμπερός.
Αποσπάσματα από το ημερολόγιο της ΑΛΚΥΟΝΗΣ ΠΑΠΑΔΑΚΗ, Το τετράδιο της Αλκυόνης,
Πηγή: Ανθολόγιον Sapere aude!