Για να δημιουργηθεί μια στενή σχέση υπάρχουν κάποια πράγματα που πρέπει να συμβαίνουν.
Είναι οι τρεις πλευρές του ανθρώπινου δεσμού, σαν τα τρία πόδια ενός τραπεζιού πάνω στο οποίο στηρίζονται όλα όσα αποτελούν μια στενή σχέση.
Αυτά τα τρία πόδια λέγονται:Αγάπη, Έλξη, Εμπιστοσύνη
Μπορεί κανείς να προσπαθήσει και να μάθει να επικοινωνεί καλύτερα, μπορεί να μάθει —αν δεν ξέρει— να σέβεται τον άλλον, μπορεί να μάθει ν’ ανοίγει την καρδιά του… Υπάρχουν όμως κάποια άλλα πράγματα που δεν μαθαίνονται γιατί δεν γίνονται, συμβαίνουν. Και είναι αυτά που πρέπει να συμβούν.
Χωρίς αυτά τα τρία «πόδια» δεν υπάρχει στενή σχέση. Έχουν τόση σημασία, που αν σε μια στενή σχέση λείψει η αγάπη, η έλξη ή η εμπιστοσύνη, η οικειότητα που είχε κατακτήσει το ζευγάρι, χάνεται. Η σχέση μετατρέπεται σε μια καλή διαπροσωπική σχέση που μπορεί να είναι έντονη ή ευχάριστη, χωρίς όμως πια τα χαρακτηριστικά της στενής επαφής.
Για να συνεχιστεί μια στενή σχέση, για να παραμείνει, δηλαδή, το τρίποδο πάνω στο οποίο στηρίζεται, σώο και αβλαβές, πρέπει να μπορώ να συνεχίσω να σ’ αγαπάω, πρέπει να μπορώ να σ’ εμπιστεύομαι, πρέπει να εξακολουθείς να με βρίσκεις ελκυστικό.
Για να έχουμε μια στενή σχέση, είναι απαραίτητο να μ’ αγαπάς, να μ’ εμπιστεύεσαι και να σου αρέσω.
Αυτές οι τρεις προϋποθέσεις δεν θα δημιουργούσαν πρόβλημα αν δεν υπήρχε μια μικρή, πολύ μικρή αλλά φοβερή λεπτομέρεια: Κανένα από αυτά τα τρία πράγματα (αγάπη, εμπιστοσύνη, έλξη) δεν εξαρτάται από τη θέληση μας
Το δραματικά σημαντικό είναι ότι δεν μπορώ να επιλέξω να συμβεί κανένα απ’ αυτά τα τρία πράγματα. Είναι μια διαδικασία που δεν εξαρτάται από τη δική μου απόφαση. Δεν το αποφασίζω εγώ να σ’ αγαπάω, να σ’ εμπιστεύομαι, ή να μου αρέσεις. Όσο και να προσπαθήσω, δεν μπορώ να κάνω τίποτα αν δεν μου συμβαίνει, αν δεν το αισθάνομαι.
Συνεπώς, η στενή σχέση είναι κάτι που προκύπτει όταν, μεταξύ δύο ανθρώπων, συμβαίνουν και στους δύο αυτά τα τρία πράγματα: αγαπάμε τον άλλο, τον εμπιστευόμαστε και νιώθουμε να μας ελκύει. Όλα τ’ άλλα μπορούμε να τα δημιουργήσουμε.
Ακόμη, δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα για ν’ αγαπήσουμε κάποιον που δεν αγαπάμε, να αρέσουμε σε κάποιον που δεν αρέσουμε, ή να εμπιστευτούμε κάποιον που δεν εμπιστευόμαστε.
Βέβαια, δεν λέω ότι το να αισθάνεται ή να μην αισθάνεται κανείς αυτά τα πράγματα είναι ανεξάρτητο του τι είναι ή κάνει ο άλλος. Λέω πως μπορούμε να συνειδητοποιήσουμε χωρίς ιδιαίτερη προσπάθεια ότι, ενώ είναι βέβαιο ότι εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτα για να σ’ αγαπήσω, να αισθανθώ έλξη για σένα ή να σ’ εμπιστευτώ, εσύ, αντιθέτως, μπορείς να κάνεις κάτι.
Μπορώ να κάνω πράγματα για να καταλάβεις ότι μπορείς να μ’ εμπιστεύεσαι,μπορώ να κάνω πράγματα για να προσπαθήσω να σου αρέσω και να ξυπνήσω την αγάπη σου για μένα.
Δεν μπορώ, όμως, να κάνω τίποτα για να νιώσω κι εγώ το ίδιο για σένα αν δεν προκύψει από μόνο του.
Αν η αγάπη, η έλξη και η εμπιστοσύνη μου εξαρτώνται από κάποιον, είναι πολύ περισσότερο από σένα παρά από μένα.
Για την αγάπη μιλήσαμε και συνεχίζουμε να μιλάμε, τώρα όμως θέλω ν’ ασχοληθούμε και με τα άλλα δύο πόδια του τραπεζιού.
Για να υπάρχει αληθινά στενή σχέση, πρέπει ο άλλος να με ελκύει. Δεν έχει σημασία αν είναι αγόρι, γυναίκα, φίλος, ή αδελφός… ο άλλος πρέπει να με ελκύει. Πρέπει να μου αρέσει αυτό που βλέπω, αυτό που ακούω, αυτό που είναι ο άλλος. Όχι απόλυτα, αλλά πάντως να μου αρέσει.
Αν ο άλλος δεν μου αρέσει πραγματικά, αν δεν υπάρχει τίποτα που να με ελκύει, μπορούμε να έχουμε μια εγκάρδια επαφή, να δουλεύουμε μαζί, να συναντιόμαστε και να κάνουμε πράγματα οι δυο μας, δεν πρόκειται όμως να δημιουργήσουμε μια στενή σχέση.
Για να φτάσουμε ως εκεί, πρέπει, εκτός από τις εκμυστηρεύσεις, την εμπιστοσύνη, την ικανότητα να εκτίθεμαι, τον συναισθηματικό δεσμό, τις ομοιότητες, την ικανότητα να επικοινωνούμε, την αμοιβαία ανοχή, τις κοινές εμπειρίες, τα σχέδια, την επιθυμία να μεγαλώσουμε μαζί και τόσα άλλα… πρέπει, λες και δεν έφταναν όλα αυτά, εγώ να αρέσω στον άλλον κι ο άλλος να με ελκύει.
Η έλξη που αισθάνομαι γι’ αυτόν δεν είναι υποχρεωτικά φυσική. Μπορεί να μου αρέσει ο τρόπος που εκφράζεται, ο τρόπος που ενεργεί, ο τρόπος που σκέφτεται, ή η ευαισθησία του. Επαναλαμβάνω, όμως: πρέπει να υπάρχει έλξη.
Υπάρχουν ζευγάρια που θα τους άρεσε πολύ να είχαν μια στενή σχέση, βιώνουν όμως μια κατάσταση όπου —αν και είναι βέβαιο πως αγαπιούνται πάρα πολύ και εμπιστεύονται ο ένας τον άλλον—, έχει συμβεί κάτι με την αμοιβαία έλξη: έχει χαθεί. Πάνε τότε στον ψυχοθεραπευτή, μιλάνε με μια φίλη ή τον πνευματικό τους και λένε: «Δεν ξέρουμε τι μας συμβαίνει, τίποτα δεν είναι πια ίδιο, δεν έχουμε διάθεση να ιδωθούμε, δεν ξέρουμε καν αν αγαπιόμαστε ακόμα». Πολλές φορές, το μόνο που συμβαίνει, είναι ότι έχει χαθεί προ πολλού η μεταξύ τους έλξη.
Δοκιμάστε να κάνετε μια άσκηση.
Διαλέξτε κάποιον με τον οποίον πιστεύετε πως έχετε μια στενή σχέση, και κάνετε ο καθένας χωριστά έναν κατάλογο με όλα εκείνα που νομίζετε ότι σήμερα σας ελκύουν στο άτομο αυτό. Προσέξτε, λέω ΣΗΜΕΡΑ. Όχι αυτό που σας τράβηξε κάποτε, αλλά αυτό που σας αρέσει στον άλλον ΤΩΡΑ. Καθίστε μετά αρκετή ώρα οι δυο σας και διαβάστε όσα γράψατε. Εκμεταλλευτείτε την ευκαιρία να το πείτε με λόγια. Είναι τόσο ωραίο ν’ ακούς τον άλλον να λέει: «Αυτό που μου αρέσει σ’ εσένα…»
Από τα τρία πόδια, η έλξη έχει ένα περίεργο χαρακτηριστικό: είναι το μόνο που δεν έχει μνήμη.
Δεν μπορώ να νιώθω να με ελκύει αυτό που ήσουν κάποτε,μόνο αυτό που είσαι τώρα.
Θυμάμαι, φυσικά, εκείνη την ημέρα που σε γνώρισα. Αναπολώ τη στιγμή, και η ψυχή μου αγαλλιάζει στη θύμηση της. Αλήθεια είναι. Αυτό, όμως, δεν είναι έλξη: είναι νοσταλγία.
Μπορώ να σ’ αγαπάω γι’ αυτό που υπήρξες για μένα, για το ρόλο που έπαιξες στη ζωή μου, για την κοινή μας ιστορία. Πράγματι, σ’ εμπιστεύομαι για ό,τι έχει συμβεί μεταξύ μας, γι’ αυτό που έχεις δείξει ότι είσαι. Η έλξη, όμως, λειτουργεί στο παρόν γιατί πάσχει από αμνησία.
Όταν μιλάω για εμπιστοσύνη, με όρους οικειότητας και στενών σχέσεων, αναφέρομαι στη βεβαιότητα ότι δεν μου λες ψέματα. Μπορεί να έχεις αποφασίσει να μη μου πεις κάτι, να μη μοιραστείς κάτι μαζί μου, είναι προνόμιο και δικαίωμα σου, ξέρω όμως ότι δεν πρόκειται να μου πεις ψέματα. Αυτό που αποφασίζεις να μου πεις είναι η αλήθεια, ή τουλάχιστον αυτό που ειλικρινά πιστεύεις ότι είναι αλήθεια. Μπορεί να κάνεις λάθος, όμως, δεν μου λες ψέματα.
Η εμπιστοσύνη σε μια στενή σχέση υποδηλώνει τέτοιο βαθμό ειλικρίνειας με τον άλλο, που ούτε καν διανοούμαι να του πω ψέματα.
Έχει σημασία να συμφωνήσουμε σ’ αυτήν την πρόκληση: ότι η αγάπη, η έλξη και η εμπιστοσύνη είναι πράγματα που είτε συμβαίνουν είτε δεν συμβαίνουν. Κι αν δεν συμβαίνουν, η σχέση μπορεί να είναι σχετικά καλή, δεν θα είναι όμως μια σχέση πραγματικά στενή και σημαντική.
Λέω πάντα πως η ζωή δεν είναι ούτε εμπορική συναλλαγή ούτε μια στεγνή δοσοληψία. Η στενή σχέση έχει να κάνει με το τι δίνω και τι παίρνω, κι αυτό είναι ένα μάθημα που έχει κόστος.
Υπάρχουν άνθρωποι που ζουν με την πεποίθηση ότι πρέπει συνεχώς να δίνουν χωρίς να επιτρέπουν να τους δίνει κανείς τίποτα. Έχουν την εντύπωση ότι με τη θυσία τους συμβάλλουν στη διατήρηση της σχέσης. Αν ήξεραν πόσο άσχημο είναι να ζεις δίπλα σε κάποιον που συνεχώς δίνει και δεν θέλει να πάρει, θα τους προξενούσε κατάπληξη.
Νομίζουν ότι είναι καλοί γιατί διαρκώς προσφέρουν τα πάντα «χωρίς κανένα αντάλλαγμα». Είναι πολύ εκνευριστικό να βρίσκεσαι μονίμως δίπλα σε κάποιον που δεν μπορεί να πάρει.
Είναι άλλο πράγμα να μη ζητάω ανταλλάγματα γι’ αυτό που δίνω και άλλο, πολύ διαφορετικό, να αρνούμαι να πάρω κάτι που μου δίνουν, ή να μην το δέχομαι γιατί πιστεύω πως δεν μου αξίζει. Κατά βάθος, το μήνυμα είναι: «αυτό που μου δίνεις είναι άχρηστο», «δεν μετράει η γνώμη σου», «η βοήθεια σου δεν έχει αξία», «δεν ξέρεις εσύ».
Πρέπει να καταλάβουμε πόσο κακό κάνουμε στον άλλον όταν αρνούμαστε να πάρουμε αυτό που μας δίνει με την ψυχή του.
Η δοσοληψία της ζωής επιτρέπει την αμοιβαία αφοσίωση η οποία, ασφαλώς, αποτελεί το διαβατήριο για τη στενή διαπροσωπική σχέση.
Όπως σ’ ένα οποιοδήποτε τραπέζι, έτσι κι εδώ κάθε πόδι είναι απαραίτητο. Σ’ ένα τραπέζι όμως με τρία πόδια, αυτό αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση.
Σ’ ένα τραπέζι με τέσσερα πόδια, μπορώ μέχρι ένα σημείο να ισορροπήσω κάτι που ακούμπησα πάνω του, ακόμη κι αν του λείπει το ένα. Αντίθετα, σ’ ένα τραπέζι με τρία πόδια, αρκεί να λείπει ή να είναι σπασμένο το ένα, και το τραπέζι μαζί με όλα όσα σηκώνει πάνω του θα πέσει κάτω.
Δεν πιστεύω ότι όλες οι σχέσεις πρέπει να γίνουν στενές, υποστηρίζω όμως, αληθινά, ότι μόνο αυτές δίνουν νόημα στον δρόμο της ζωής.
Χόρχε Μπουκάι-»Ο δρόμος της συνάντησης» Εκδόσεις opera