Ὁ ἔρωτας,
ὄνομα οὐσιαστικόν,
πολὺ οὐσιαστικόν,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ,
γένους οὔτε θηλυκοῦ, οὔτε ἀρσενικοῦ,
γένους ἀνυπεράσπιστου.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
οἱ ἀνυπεράσπιστοι ἔρωτες.
Ὁ φόβος,
ὄνομα οὐσιαστικὸν
στὴν ἀρχὴ ἑνικὸς ἀριθμὸς
καὶ μετὰ πληθυντικὸς
οἱ φόβοι.
Οἱ φόβοι
γιὰ ὅλα ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.
Ἡ μνήμη,
κύριο ὄνομα τῶν θλίψεων,
ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
μόνον ἑνικοῦ ἀριθμοῦ
καὶ ἄκλιτη.
Ἡ μνήμη, ἡ μνήμη, ἡ μνήμη.
Ἡ νύχτα,
Ὄνομα οὐσιαστικόν,
Γένους θηλυκοῦ,
Ἑνικὸς ἀριθμός.
Πληθυντικὸς ἀριθμὸς
Οἱ νύχτες.
Οἱ νύχτες ἀπὸ δῶ καὶ πέρα.
(Τό λίγο τοῦ κόσμου 1971)
Η ποιήτρια παίζει με τις λέξεις και με τις έννοιες, ανακατεύει τη σημασιολογία με τη γραμματική και δίνει ένα μοναδικό ποιητικό αποτέλεσμα. Κάθε στροφή αφιερώνεται και σε ένα ουσιαστικό: έρωτας, φόβος, μνήμη και νύχτα. Η επιλογή αυτών των λέξεων, καθώς και η σειρά με την οποία παρουσιάζονται δεν είναι διόλου τυχαία, καθώς τα νοήματα συνδέονται αλυσιδωτά.
Ο τίτλος του ποιήματος είναι «Ο πληθυντικός αριθμός» και μας προϊδεάζει για το τι περίπου θα ακολουθήσει. Περιμένουμε τη γραμματική ανάλυση των λέξεων, μα παράλληλα ξαφνιαζόμαστε από την αμφισημία που τη διαπερνά και τελικά γοητευόμαστε από αυτό το ευφάνταστο μπέρδεμα.
Ο πληθυντικός αριθμός επιλέγεται ως τίτλος αντί του ενικού αριθμού γιατί πιθανόν εκφράζει την ποσότητα των σκέψεων και των συναισθημάτων, που στον έρωτα είναι χαοτική, καθώς όλα βιώνονται σε μέγιστο βαθμό.
Ο έρωτας, ως λέξη, είναι πράγματι ένα ουσιαστικό, αλλά τυχαίνει να είναι κάτι πολύ ουσιαστικό και ως έννοια και αυτό τονίζεται ιδιαίτερα με το επίρρημα «πολύ». Επίσης, δεν αποτελεί αποκλειστικά θηλυκή ή αρσενική υπόθεση, καθώς βιώνεται στην ίδια ένταση και από τα δύο φύλα. Πλήθος επιθέτων θα μπορούσαν να χαρακτηρίσουν τον έρωτα: μεγάλος, φλογερός, δυνατός, παθιασμένος…
Η ποιήτρια επιλέγει το επίθετο «ανυπεράσπιστος». Ήδη από την πρώτη στροφή του ποιήματος διαγράφεται, λοιπόν, η διάχυτη μελαγχολία για το μάταιο του έρωτα που περιγράφει. Και ενώ αρχικά η λέξη έρωτας ήταν «ενικού αριθμού», εστιάζοντας έτσι στο άτομο και στον συναισθηματικό κόσμο του ερωτευμένου, τελικά με τούτο τον προσδιορισμό γίνεται πληθυντικός αριθμός (οι ανυπεράσπιστοι έρωτες) και δείχνει το κοινό πεπρωμένο, την πορεία που ακολουθούν τέτοιοι καταδικασμένοι και αδιέξοδοι έρωτες.
Τέτοιου είδους έρωτες δημιουργούν μεγάλη ανησυχία. Στην αρχή ο φόβος είναι μικρής έντασης, μα καθώς περνά ο καιρός, πολλαπλασιάζεται.
«Οι φόβοι», σε πληθυντικό αριθμό, συνοψίζουν όλα τα έντονα αρνητικά συναισθήματα που μοιάζουν ατέρμονα και κατακλύζουν το άτομο που βρίσκεται σε τέτοια κατάσταση: την αναμονή, την αβεβαιότητα, το άγχος, την αγωνία «για όλα από δω και πέρα».
Δίπλα στον φόβο στέκεται η μνήμη, που είναι η κύρια πηγή θλίψης ενός χαμένου έρωτα, καθώς οι αναμνήσεις είναι βασανιστικές για το άτομο. Είναι χαρακτηριστικό πως ενώ ο έρωτας, ο φόβος και η νύχτα έχουν και ενικό και πληθυντικό αριθμό, η μνήμη έχει μόνο ενικό.
Είναι η πιο ισχυρή γιατί είναι η μόνη που δίνει και άλλο ουσιαστικό μέσα στη στροφή: τις θλίψεις, σε πληθυντικό αριθμό. Πολλές και ατελείωτες, όσο υπάρχει η πανίσχυρη μνήμη. Επίσης, δεν κλίνεται. Παραμένει πάντα ως έχει: «η μνήμη», δείχνοντας έτσι πως ξεχωρίζει από κάθε άλλο ουσιαστικό, καθώς δεν υπακούει στους ίδιους κανόνες. Πρόκειται για μία ατελείωτη πηγή δυστυχίας που δεν σταματά ποτέ να εξαντλεί το άτομο συναισθηματικά αναφορικά με το παρελθόν.
Η νύχτα έρχεται ως έννοια να ολοκληρώσει το μέγεθος του πόνου, γιατί οι νύχτες θεωρούνται μελαγχολικές και δύσκολες. Τη νύχτα λείπουν οι δραστηριότητες και η ζωντάνια της ημέρας και είναι κανείς πιο ευάλωτος και με λιγότερες αντιστάσεις και άμυνες απέναντι στις σκέψεις, στις αναμνήσεις και στα συναισθήματά του.
Είναι οι ώρες της ημέρας που μένουμε μόνοι, στρεφόμαστε στον εαυτό μας και ο χρόνος φαίνεται να κυλά πιο αργά. Οι νύχτες και οι φόβοι θα πορεύονται μαζί με το άτομο και θα έχουν μία συνέχεια στο μέλλον, καθώς θα υπάρχουν «από εδώ και πέρα», προκαλώντας μία διαρκή αγωνία για το πως πρόκειται να είναι η ζωή στο εξής με αυτά τα δεδομένα. Τέλος, με μία δεύτερη ανάγνωση, αξίζει να παρατηρήσουμε ότι επειδή το ποίημα εστιάζει σε ουσιαστικά, απουσιάζουν εντελώς τα ρήματα.
***Ακούστε την Κική Δημουλά να απαγγέλλει το ποίημα
Κείμενο: Σοφία Τατίδου – Φιλόλογος
Πηγή: philologikitheorisi.blogspot.com